Η Αφγανή ακτιβίστρια Νασρίν μιλά στην HuffPost Greece. Νιώθει κυνηγημένη και κρύβεται στην Αθήνα

Η Αφγανή ακτιβίστρια Νασρίν μιλά στην HuffPost Greece. Νιώθει κυνηγημένη και κρύβεται στην Αθήνα

Οι προσωπικές ιστορίες των ανθρώπων που (δι)έφυγαν αναγκαστικά από την πατρίδα τους μοιάζουν- ίδιες λέξεις, παρόμοιες εικόνες και επίπονες περιπέτειες επαναλαμβάνονται συχνά. Υπάρχει, όμως, ένα κρίσιμο σημείο διαφοροποίησης μερικών εξ’ αυτών- η μεγάλη μάζα υπέστη βία, κινδύνους και ακραία φτώχεια, διακρίσεις, μισαλλοδοξία και αυταρχισμό. Έφυγαν για να γλιτώσουν από τις συνθήκες αυτές-κάποιοι άλλοι, αριθμητικά πολύ λιγότεροι, έφυγαν γιατί προσπάθησαν να αλλάξουν αυτές τις συνθήκες.

Η Νασρίν είναι μια τέτοια γυναίκα. Ακτιβίστρια η ίδια, όπως και ο σύζυγός της, πλήρωσαν ακριβά, σε «φόρο αίματος» την προσπάθειά τους να αλλάξουν το Αφγανιστάν- ο άντρας της σκοτώθηκε από τους Ταλιμπάν.

38χρονη, μορφωμένη, σύγχρονη γυναίκα, χωρίς ίχνος του «ισλαμικού πρωτοκόλλου» στην ενδυμασία της, την συναντώ σε ένα καταφύγιο ευάλωτων περιπτώσεων προσφύγων στον ξενώνα- «καταφύγιο» μιας ξένης ιεραποστολής στην Αθήνα. Άνθρωπος με λαμπερό βλέμμα, που εκπέμπει ταυτόχρονα οξύνοια και φόβο. Δέχεται πολύ διστακτικά να μιλήσουμε. «Σου ζητώ να μην μοιραστείς όλες τις πληροφορίες που θα σου δώσω. Αν κάποιος Αφγανός διαβάσει 2- 3 παραγράφους, ίσως καταλάβει ποια είμαι, ακόμα κι αν δεν φαίνεται το όνομα ή το πρόσωπό μου», ξεκαθαρίζει πριν ξεκινήσουμε να μιλάμε. Είναι απολύτως λογικό- με τα δυο παιδιά της, η Νασρίν ήρθε κυνηγημένη στην Ελλάδα. «Μόνο ο αδελφός μου στην Ολλανδία ξέρει που βρίσκομαι. Φοβάμαι πολύ- για μένα, τα παιδιά μου, τους γέρους γονείς μου στο Αφγανιστάν. Και δεν είναι μόνο οι ισλαμιστές (Ταλιμπάν). Μετά τον θάνατο του συζύγου μου, η οικογένειά του προσπάθησε να με παντρέψει με έναν αδερφό του. Αρνήθηκα. Με ανάγκασαν να παραιτηθώ από τη δουλειά μου (σε ευρωπαϊκή ΜΚΟ), έφυγα μαζί με τα παιδιά χωρίς την έγκρισή τους», λέει.

Της ζητώ να πάρουμε την ιστορία της από την αρχή. Μίλησε συγκινημένη, με υγρά μάτια και σιγανή φωνή. Λίγες φορές την διέκοψα.

-Είμαι 38 χρονών και μόνο πόλεμο και βία θυμάμαι στο Αφγανιστάν. Είχα τελειώσει το δημοτικό όταν ξεκίνησε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα σε ομάδες που αυτοαποκαλούνταν «μουτζαχεντίν». Ουσιαστικά οι διαφορετικές εθνότητες του Αφγανιστάν προσπαθούσαν να αλληλοεξοντωθούν- οι Παστούν σκότωναν Χαζαρά και αντιστρόφως... Όταν ένα μέλος της οικογένειάς μας σκοτώθηκε, φύγαμε από την πόλη μας για μια περιοχή όπου δεν μιλούσαμε καν την τοπική γλώσσα. Ζήσαμε για 3 χρόνια σε προσφυγικό καταυλισμό της UNICEF και των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. Βρήκαμε σπίτι σε μια κοντινή πόλη, ο πατέρας μου ξεκίνησε να εργάζεται, είχα φτάσει να τελειώνω το σχολείο. Τότε ο πόλεμος ξανάρχισε- και αυτή τη φορά ήταν οι Ταλιμπάν.

Έχω δει να θανατώνεται γυναίκα με ξυλοδαρμό, πως να το περιγράψεις αυτό;

-Τα θυμάμαι όλα, σαν τώρα. Αφήσαμε τα σπίτια μας και μαζί με άλλους ζούσαμε πάλι σε έναν καταυλισμό. Οι Ταλιμπάν είχαν καταλάβει την Καμπούλ και το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας, οι πρόσφυγες ήταν χιλιάδες. Όταν ήρθαν στον καταυλισμό απλώς «ξεχώριζαν» τους Χαζαρά και τους εκτελούσαν μπροστά μας. Γιατί οι Χαζαρά είναι σιίτες, ενώ οι Ταλιμπάν, (στην πλειοψηφία τους Παστούν) σουνίτες. Έχω δει να θανατώνεται γυναίκα με ξυλοδαρμό, πως να το περιγράψεις αυτό; Όταν ξεφύγαμε από τον καταυλισμό, περνάγαμε στους δρόμους της πόλης ανάμεσα από εκατοντάδες πτώματα, συγγενείς μας εξαφανίστηκαν εκείνη την περίοδο- είναι πιθανότατα νεκροί από καιρό αλλά εμείς ακόμα τους περιμένουμε.

-Οι σκοτωμοί διήρκεσαν μια βδομάδα. Μετά άρχισαν ανακρίσεις, ερωτήσεις για κάθε απίθανη λεπτομέρεια και βασανισμοί. Οι γυναίκες υποβιβάστηκαν σε όντα β΄κατηγορίας. Δεν ήταν ανέκαθεν αυτή η κατάσταση των γυναικών στο Αφγανιστάν, η μητέρα μου σαν νέα μπορούσε να κυκλοφορεί μόνη, χωρίς μπούργκα, να εργάζεται, να πηγαίνει σινεμά... Με την υποστήριξη των γονιών μου μπόρεσα να καταφύγω σε άλλη ισλαμική χώρα, όπου έμαθα αγγλικά και συνέχισα την εκπαίδευσή μου. Επέστρεψα μόνο μετά την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν και ξεκίνησα να εργάζομαι σε διεθνείς οργανισμούς και ΜΚΟ.

-Τότε γνώρισα τον άντρα μου, έναν πολύ μορφωμένο άνθρωπο, σεβαστό στην τοπική κοινωνία και με ακτιβιστική δράση. Δεχόταν συνεχώς απειλές για τη ζωή του από τους Ταλιμπάν. Ήθελαν όχι μόνο να σταματήσει τη δράση του αλλά να διδάξει σε ένα «σχολείο» τους, κάνοντας πλύση εγκεφάλου στα παιδιά. Για έναν άνθρωπο σαν αυτόν, έναν ενεργό πολίτη, συνεργάτη των Ηνωμένων Εθνών σε διάφορα πρότζεκτ για τον εκσυγχρονισμό της αφγανικής κοινωνίας, αυτό ήταν αδύνατο. Φυσικά ήταν μουσουλμάνος, αλλά η ιδεολογία του ήταν καθαρά κοσμική.

-Όταν ξεκίνησε να εργάζεται σαν σύνδεσμος μεταξύ της κυβέρνησης και του στρατού από τη μια και των τοπικών πολέμαρχων και Ταλιμπάν από την άλλη, σε μια διαδικασία ειρήνευσης και παράδοσης του οπλισμού τους, η επικινδυνότητα πολλαπλασιάστηκε.. Ταξίδευε όλη τη χώρα, μαζί με έναν υφισταμενό του, χωρίς συνοδεία στρατού για να μην προκαλεί και να διατηρεί ένα ουδέτερο προφίλ, αναγκαίο στη δουλειά του. Του ζητούσα συνεχώς να σταματήσει- «δεν μπορεί ένας άνθρωπος να σταματήσει όλη τη βία εδώ», του έλεγα. Ο ίδιος, όμως, θεωρούσε καθήκον του να βοηθήσει. Ταυτόχρονα εγώ εργαζόμουν σε πρότζεκτ ΜΚΟ για την βελτίωση της θέσης της γυναίκας. Οι Ταλιμπάν- που πλέον έχουν μετασχηματιστεί σε παρακλάδια του Ισλαμικού Κράτους και αποκαλούνται «ντάες»- μας απειλούσαν και τους δυο. Στις κοινότητες και τα χωριά όπου κι εγώ εργαζόμουν, οι άνθρωποι, χωρίς να είναι Ταλιμπάν, παραμένουν βαθιά θρησκευόμενοι.

-Στα τέλη του 2013 ο άντρας μου θανατώθηκε από τους Ταλιμπάν(παραθέτει στοιχεία αλλά ζητά να μην αποκαλύψω λεπτομέρειες). Επέστρεψε στο σπίτι από αποστολή και μετά από λίγες ώρες εξέπνευσε. Δεν ήταν μόνο ο σύζυγός μου, ήταν ο καλυτερος μου φίλος, ο δάσκαλός μου, ήταν τα πάντα για μένα. Αφότου έμεινα μόνη μου, οι απειλές εξακολούθησαν, γιατί συνέχιζα τη δράση μου. Μέσα σε δυο χρόνια άλλαξα 5- 6 σπίτια στην πόλη που μέναμε και ακόμα δεν ξέρω πως έβρισκαν το τηλέφωνό μου. Άγνωστοι εκφόβιζαν τα παιδιά μου στο δρόμο και απειλούσαν ότι θα μας απαγάγουνε. Την τελευταία νύχτα πριν φύγουμε, μου επιτέθηκαν και προσπάθησαν να με βάλουν δια της βίας σε ένα αυτοκίνητο. Είχα ήδη μπορέσει να βγάλω βίζα για Τουρκία- το επόμενο πρωί πετάξαμε με τα παιδιά μου για Κωνσταντινούπολη.

Μας διέσωσε η ελληνική ακτοφυλακή.Φώναζαν «είμαστε Έλληνες, θα σας βοηθήσουμε»

-Στην Κωνσταντινούπολη ξεκίνησα να πηγαίνω με τα παιδιά μου σε ένα συγκεκριμένο εστιατόριο. Μετά από δυο μέρες, μας προσέγγισαν οι διακινητές. Τα σύνορα ήταν κλειστά και αποφάσισα να μην «κολλήσω» στην Τουρκία. Ταξιδέψαμε από την Κωνσταντινούπολη στη Σμύρνη, 19 άνθρωποι στοιβαγμένοι ασφυκτικά σε ένα μικρό βαν. Όρθιοι συνεχώς, χωρίς χώρο για να κινηθούμε στο ελάχιστο, με τα παιδιά να κλαίνε συνέχεια και εγώ να φοβάμαι ότι δεν μπορούν να αναπνεύσουν. Αν ήξερα πόσο επικίνδυνο είναι, δε θα το είχα δοκιμάσει. Οι διακινητές μας απειλούσαν συνέχεια να μην κάνουμε θόρυβο και ότι θα μας συλλάβει η αστυνομία- στις 6 το πρωί μας έβγαλαν σε ένα ερημικό σημείο από το αυτοκίνητο και μας είπαν να αρχίσουμε να τρέχουμε προς την ακτή. Περίπου 30 λεπτά έτρεχα με τα παιδιά στην αγκαλιά και από το χέρι- έπεφταν, έκλαιγαν, ήταν πολύ δύσκολο. Στη θάλασσα είχαν συγκεντρωθεί 75 άνθρωποι, από 4- 5 διαφορετικά βανάκια που είχαν κανονίσει να φτάσουν ταυτόχρονα. Η βάρκα ήταν τόσο «φίσκα» που το ένα μου πόδι έχασκε πάνω από το νερό. Στη μέση της διαδρομής μείναμε από καύσιμα.

- Μας διέσωσε η ελληνική ακτοφυλακή. Φώναζαν «είμαστε Έλληνες, θα σας βοηθήσουμε»- μας ανέβασαν στο σκάφος και συνέχισαν να διασώζουν ανθρώπους από άλλες βάρκες. Μιλάω αγγλικά και ξεκίνησα αμέσως να βοηθάω τους λιμενικούς μεταφράζοντας. Τελικά μου ζήτησαν να τους μάθω μερικές φράσεις στα Φαρσί για να εξηγούν στους πρόσφυγες ότι θέλουν να τους βοηθήσουν και όχι να τους γυρίσουν πίσω (στην Τουρκία). Καταγράφηκα και αμέσως ήρθαμε στην Αθήνα. Τις πρώτες μέρες μείναμε σε ένα σπίτι μαζί με άλλους 20- 25 ανθρώπους- στα αφεντικά, τον Έλληνα ιδιοκτήτη και τον Αφγανό «βοηθό» που έφερνε την πελατεία, πληρώναμε 20 ευρώ για κάθε βράδυ. Όταν τα χρήματά μας τελείωσαν, ήμουν έτοιμη να πάρω τα παιδιά και να πάμε στο camp στο Ελληνικό. Σταθήκαμε τυχεροί γιατί ανακαλύψαμε μέσω μιας φίλης τον ξενώνα που βρισκόμαστε τώρα. Είναι καλοί άνθρωποι, πολύ υποστηρικτικοί- μας έχουν παραχωρήσει ένα δωμάτιο κι εγώ τους βοηθώ σαν μεταφράστρια.

- Είμαι καλύτερα εδώ, σε διαρκή ένταση και συνεχώς με νέες προκλήσεις αλλά χαίρομαι που τα παιδιά μου ηρέμησαν κάπως. Ξέρεις, οι Αφγανοί δεν θεωρούμαστε πρόσφυγες, οι πόρτες είναι κλειστές για εμάς. Ένας οδηγός ταξί μου είπε- «εσείς τι κάνετε εδώ; Δεν είστε πρόσφυγες». Έχω κάνει αίτηση οικογενειακής επανένωσης με τον αδερφό μου- αλλά δεν θέλω απαραίτητα να ζήσω στην Ολλανδία. Ούτε έχω περιθώριο επιλογής- ψάχνω μόνο έναν τόπο όπου θα ζω και θα εργάζομαι νόμιμα, θα πληρώνω κανονικά τους φόρους μου και θα μπορέσω να εξασφαλίσω εκπαίδευση στα παιδιά μου, αυτή είναι η πρώτη μου προτεραιότητα.

Αποχαιρετώντας την, μου συστήνει τα παιδιά της- ένα χαριτωμένο κοριτσάκι κι ένα αγόρι 7 χρονών που ήδη μπορεί να επικοινωνήσει στα ελληνικά. «Αυτή είναι η ιστορία μας», λέει η Νασρίν.

“To be continued”, της λέω. «Εδώ, στην Ευρώπη».

Δημοφιλή