Η Lydia Polgreen ανέλαβε Διευθύντρια Σύνταξης της The Huffington Post

Η Lydia Polgreen ανέλαβε Διευθύντρια Σύνταξης της The Huffington Post
WAN-IFRA

To «ανερχόμενο άστρο» των New York Times γίνεται η επόμενη επικεφαλής της αίθουσας σύνταξης μετά την ιδρύτρια, Arianna Huffington.

H Lydia Polgreen, associate masthead editor των New York Times και διευθύντρια σύνταξης της NYT Global, ανέλαβε καθήκοντα Διευθύντρια Σύνταξης της The Huffington Post.

Η Polgreen, 41 ετών, θα διαδεχτεί την Arianna Huffington, την ιδρύτρια του site, η οποία έφυγε από την εταιρεία τον Αύγουστο για να ξεκινήσει τη Thrive Global, εταιρεία και ιστοσελίδα που επικεντρώνονται στην υγεία και την ευεξία.

Σε συνέντευξή της, η Polgreen είπε πως ήταν δύσκολο να φύγει από τους Times, όπου πέρασε περίπου 15 χρόνια, αλλά ο συγκεκριμένος ρόλος στη HuffPost ήταν μια «ευκαιρία που έρχεται μια φορά στη ζωή».

«Νιώθω πως ζούμε μία στιγμή όπου τα ΜΜΕ πρέπει να επανεξετάσουν θεμελιωδώς τις θέσεις τους απέναντι στην εξουσία» είπε. «Νομίζω πως η εκλογή του Donald Trump και η βασική δυσκολία που τα ΜΜΕ είχαν όσον αφορά στο να το προβλέψουν αυτό, μας λέει κάτι πολύ σημαντικό σχετικά με την “αίθουσα ηχούς” στην οποία ζούμε, τους τρόπους με τους οποίους απέτυχε η δημοσιογραφία να ξεπεράσει τα ίδια της εσωτερικά όρια».

Η Polgreen περιέγραψε τη HuffPost ως μια «πραγματικά εξαιρετική παγκόσμια, προοδευτική πλατφόρμα ενημέρωσης», αν και όχι μόνο με μια αμιγώς πολιτική έννοια. Όπως είπε, η ιστοσελίδα έχει «τη δυνατότητα και την πιθανότητα να ανταποκριθεί σε αυτή τη στιγμή λαϊκισμού την οποία ζούμε και να συναντήσει τους ανθρώπους εκεί όπου βρίσκονται στην πραγματικότητα».

«Το DNA της The Huffington Post είναι θεμελιωδώς προοδευτικό, αλλά νομίζω ότι έχει ένα νόημα με πραγματικά μεγάλες δυνατότητες, και μπορεί να συμπεριλάβει τόσα πολλά από τα πράγματα που ενέπνευσαν όχι μόνο αυτούς που στήριξαν τον Bernie (Sanders) ή που ψήφισαν για τη Hillary Clinton, αλλά επίσης πολλούς στις ΗΠΑ που ψήφισαν τον Trump, που έχουν θεμελιώδεις προβληματισμούς για την κατεύθυνση στην οποία κινείται η χώρα και για το μέλλον» είπε.

Έχοντας αρχίσει την πορεία της το 2005, ως μια προοδευτική εναλλακτική στο Drudge Report, η HuffPost έχει εξελιχθεί σε μία ιστοσελίδα ειδησεογραφίας και άποψης που έχει τιμηθεί με Pulitzer και έχει 17 διεθνείς εκδόσεις, περιλαμβανομένης της πρόσφατης εκκίνησης στη Νότια Αφρική.

Η Polgreen έχει εκτενή διεθνή εμπειρία, περιλαμβανομένης υπηρεσίας ως επικεφαλής στο γραφείο δυτικής Αφρικής των Times, ως επικεφαλής του γραφείου νότιας Ασίας και ως επικεφαλής του γραφείου του Γιοχάνεσμπουργκ, όπου κάλυψε σημαντικά διεθνούς σημασίας γεγονότα, όπως ο θάνατος του Νέλσον Μαντέλα. Επίσης, έχει διατελέσει αναπληρώτρια αρχισυντάκτρια διεθνούς και βοήθησε στην επίβλεψη του λανσαρίσματος των New York Times στα ισπανικά. Τον Απρίλιο, έγινε διευθύντρια σύνταξης της NYT Global, μέρους μιας επένδυσης 50 εκατ. δολαρίων για την επέκταση της δραστηριότητας της εφημερίδας σε πολλαπλές διεθνείς αγορές.

Η Polgreen περιέγραψε πως, μεγαλώνοντας στη δυτική Αφρική, θυμόταν «να παρακολουθεί την ιστορία να εκτυλίσσεται και να νιώθει τρομερά αποκομμένη».

Εξέφρασε αισιοδοξία για τον πάρα πολύ διασυνδεδεμένο κόσμο του σήμερα, ακόμα και εν μέσω προβληματισμών σχετικά με το πώς πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης σαν το Twitter και το Facebook συμβάλλουν στο να γίνεται πιο «φθηνός» ο λόγος ή προκαλούν ζημιά στη βιομηχανία των ΜΜΕ. «Δεν γίνεται να μη με συναρπάζει η πιθανότητα να αφηγούμαι ιστορίες του κόσμου στον κόσμο» είπε.

Το Politico έχει περιγράψει την Polgreen ως «ανερχόμενο άστρο» των Times σε προφίλ το 2015, το οποίο επισήμαινε πώς συνδύαζε τη δημοσιογραφία παλαιάς κοπής και μία ψηφιακή οπτική προς το μέλλον, η οποία δεν ήταν δεσμευμένη από την έντυπη παράδοση της εφημερίδας. Παρουσιάστηκε επίσης, σημείωνε το Politico, ως μια από τις πιο επιφανείς σχολιάστριες σχετικά με την κατάσταση των ΜΜΕ στην ψηφιακή εποχή».

Αναλαμβάνοντας τα ηνία της HuffPost, η Polgreen «κληρονομεί» μια ιστοσελίδα σε στάδιο μετάβασης από τις ιδρυτικές της ρίζες. Η Arianna Huffington ήταν η μοναδική Διευθύντρια Σύνταης (σσ editor-in-chief) και επέβλεψε την πώληση του site στην AOL το 2011, για 315 εκατ. δολάρια. Τον Ιούλιο αυτού του έτους, η μητρική της AOL, Verizon, συμφώνησε να αγοράσει τη Yahoo για 4,8 δισ., σε μια εξαγορά που εκκρεμεί ακόμα.

Όταν η Huffington αποχώρησε το καλοκαίρι, ο έλεγχος του site πέρασε σε μια επιτροπή κορυφαίων συντακτών και τον Jared Grusd, διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας. Από τότε έχουν υπάρξει ανατροπές και αλλαγές στο προσωπικό. Η Liz Heron, executive editor της ιστοσελίδας και μέλος της διοικητικής επιτροπής, παραιτήθηκε τον Οκτώβριο.

Ο Grusd επανέλαβε σε συνέντευξη την Τρίτη που ο στόχος της HuffPost παραμένει να πληροφορεί, να ψυχαγωγεί, να εμπνέει και να εμψυχώνει το κοινό της. Επιλέγοντας νέα editor-in-chief, επεδίωξε να φέρει κάποια που θα μπορούσε να φέρει ζωντάνια στη συνέχιση αυτής της αποστολής. «Αυτό που είδα ως κάτι μοναδικό στη Lydia είναι πως πρόκειται για κάποια που έχει αίσθηση της αποστολής και του καθήκοντος, κάποια που πιστεύει στις αξίες» είπε, «και συγκεκριμένα στις βαθιές, αυθεντικές αξίες της δημοσιογραφίας και τον ρόλο της δημοσιογραφίας στη σημερινή αγορά».

Κατά τη διάρκεια γενικής συνάντησης την Τρίτη, κατά την οποία η Polgreen παρουσιάστηκε στην αίθουσα σύνταξης, ο Grusd είπε πως η Huffington του είπε δακρυσμένη στο τηλέφωνο ότι η ιστοσελίδα δεν θα μπορούσε να είχε διαλέξει μια καλύτερη, πιο ικανή, πιο ατρόμητη επικεφαλής για να την αντικαταστήσει».

Η Polgreen δήλωσε «απίστευτα συγκινημένη» που βρισκόταν ενώπιον του προσωπικού της HuffPost.

Ταξιδεύοντας ανά τον κόσμο για τους Times, θυμόταν ανθρώπους σε κάθε περιοχή να της λένε ότι διάβαζαν τη HuffPost. «Αν σκεφτείς ότι ξεκίνησε το 2005, και ότι έχετε τέτοιου είδους επιρροή, πρόκειται για θαύμα».

Η Polgreen είπε επίσης πως τόσο η εκλογή του Donald Trump και του «κύματος μισαλλοδοξίας και αδιαλλαξίας που φαίνεται να σαρώνει την υφήλιο» στον απόηχό της ήταν τρομερά. Και η HuffPost, είπε, έχει έναν «αναντικατάστατο ρόλο να παίξει σε αυτή την περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας».

«Όταν λέω ανθρώπινη ιστορία, δεν το λέω ελαφρά τη καρδία» είπε. «Νομίζω πως όπως υπήρξαν στιγμές που η Washington Post ή οι New York Times ή οι Times of London κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν μια τεράστια αποστολή, έχουμε και εμείς μια τεράστια αποστολή. Και αυτή είναι να ακούσουμε, να κάνουμε ρεπορτάζ, να αφηγηθούμε ιστορίες, να αναζητήσουμε τις ιστορίες και τις φωνές που δεν ακούγονται, ακόμα και αυτές που μας κάνουν να νιώθουμε άβολα».

«Απλά πιστεύω ότι αυτή η ομάδα ανθρώπων και αυτή η πλατφόρμα έχουν τόσα πολλά να συμβάλουν στην καλυτέρευση της ανθρωπότητας» πρόσθεσε, «και σε μια πολύ καλύτερη δημοσιογραφία».

Δημοφιλή