Βρεθήκαμε στο στήσιμο της μεγάλης έκθεσης για το Γιάννη Τσαρούχη και μιλήσαμε με την ανιψιά του σπουδαίου ζωγράφου

Βρεθήκαμε στο στήσιμο της μεγάλης έκθεσης για το Γιάννη Τσαρούχη και μιλήσαμε με την ανιψιά του σπουδαίου ζωγράφου

Λίγο πριν τα εγκαίνια της πολυαναμενόμενης έκθεσης, μας δέχτηκε η Νίκη Γρυπάρη, ανιψιά του μεγάλου δημιουργού και επιμελήτρια των εκθέσεών του.

«Τον Σεπτέμβριο του ’67, λίγο μετά τη δικτατορία, ο Τσαρούχης αποφάσισε να φύγει για την Γαλλία. Πηγαίνοντας στον Πειραιά για να πάρει το καράβι, δεν ήξερε αν θα ξαναγυρίσει. Φοβόταν, όμως, ότι δε θα τον αφήσουν να πάρει όλα του τα έργα. Όταν ανέβηκε, λοιπόν, στο πλοίο για τη Μασσαλία, τα φόρτωσε όλα σε μια κάσα. Νομίσανε όλοι έτσι, ότι υπάρχει νεκρός μέσα σε φέρετρο. Προνόησε μάλιστα και κανόνισε με την κόρη του Σαγκάλ, παντρεμένη με κάποιον διευθυντή ενός μεγάλου μουσείου στην Ελβετία, να του στείλουν πρόσκληση δήθεν για αναδρομική, ώστε να έχει μια δικαιολογία σε περίπτωση που του παρουσιάσουν εμπόδια». Έτσι κατάφερε να φυγαδεύσει τα έργα του στο εξωτερικό μας λέει η Νίκη Γρυπάρη, πρόεδρος του Ιδρύματος που φέρει το όνομα του Γιάννη Τσαρούχη.

Από τότε, σε ηλικία μόλις 17 ετών, ξεκινά και η σχέση της κ. Γρυπάρη με το σπίτι – ατελιέ του ζωγράφου στο Μαρούσι, τη φυσική έδρα του ιδρύματος. Η αγαπημένη του ανιψιά ανέλαβε τη διαχείριση του οικήματος ως την επιστροφή του δημιουργού, το 1983. Χτισμένο σε σχέδια Παύλου Καλλιγά, με νεοκλασικές αναφορές, λόγω των επιρροών που ο ζωγράφος είχε από το θέατρο, το οίκημα τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.

Το κτίριο στο Μαρούσι χρειάζεται αυτήν τη στιγμή επιδιορθώσεις. Ο Τσαρούχης ήθελε τα έργα να μείνουν μαζεμένα, ώστε να μπορεί να τα δείξει στο κόσμο. Αυτό προσπαθούμε να συνεχίσουμε με διάφορες εκθέσεις και, παρά τις οικονομικές δυσκολίες, μιας και δεν είμαστε στις επιχορηγήσεις του κράτους, το κάνουμε σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη

Και πράγματι, το Μπενάκη, εκτός του ότι μας έχει χαρίσει μεγάλες και σημαντικές εκθέσεις του Γιάννη Τσαρούχη, υποδέχεται το φιλότεχνο κοινό με ένα μεγάλο ψηφιδωτό του δημιουργού, εντοιχισμένο στη στοά της εισόδου του κτιρίου της οδού Πειραιώς.

Εκεί, παρουσιάστηκε πριν από τρία χρόνια το πρώτο μέρος μια μεγάλης έκθεσης για τον ζωγράφο, με τον εύγλωττο τίτλο «Γιάννης Τσαρούχης. Εικονογράφηση μίας αυτοβιογραφίας», που αφορούσε την περίοδο 1910-1940. Τώρα, ξεκινά στον ίδιο χώρο, το δεύτερο μέρος της αυτοβιογραφίας, με περισσότερο αφηγηματικό χαρακτήρα, όπως μας εξηγεί η κ. Γρυπάρη. Ο επισκέπτης, ξεκινώντας από τα χρόνια της κήρυξης του πολέμου, το 1940, ακολουθεί τον Τσαρούχη στο Αλβανικό μέτωπο, στην Αθήνα της κατοχής και στις δύσκολες μέρες του εμφυλίου. Μέσα από τα έργα του θα περιδιαβεί τις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν, ανακαλύπτοντας τον δρόμο που παίρνει η ζωγραφική του, τις επιρροές, τις γνωριμίες, τις συναναστροφές και τους συνεργάτες του. Συναντά πρόσωπα όπως ο Ιόλας, ο Αλέξης Μινωτής, η Μαρία Κάλλας, ο Μάνος Χατζιδάκις, και πολλούς άλλους, σε μία περιήγηση με ξεναγό τον ίδιο τον ζωγράφο.

Στην έκθεση περιλαμβάνονται προσχέδια, σχέδια, σπουδές, δοκιμές, παραλλαγές στο ίδιο θέμα και ολοκληρωμένα ζωγραφικά έργα. Έτσι, το πλούσιο και σύνθετο καλλιτεχνικό του έργο, που αποπνέει την ουσία της συνάντησης της ελληνικής τέχνης με τη μοντέρνα ζωγραφική του 20ού αιώνα, προσεγγίζεται από τη σκοπιά της δημιουργικής διαδικασίας που ακολουθούσε ο Γιάννης Τσαρούχης για να αποδώσει τα θέματά του.

«Ο Τσαρούχης δούλευε ασταμάτητα μέχρι την τελευταία στιγμή. Κάθε μέρα έκανε σχέδια. Δεν υπήρχε μέρα που να μην εργαστεί. Ήταν εξαιρετικά επιμελής κι έκανε σχολαστική δουλειά με την τεκμηρίωση. Για να κάνει τους Όρνιθες είχε πάρει βιβλίο με πτηνά. Στο Δαβίδ πάλι, έκανε άπειρα σχέδια με το μοντέλο. Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς τα ίδια θέματα μέσα σε τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα. Δείχνει πόσο πολύ τον παίδευε ένα θέμα, πόσο το έψαχνε» μας λέει η κ. Γρυπάρη.

Ο Τσαρούχης αυτοβιογραφούμενος

«Κοιτούσα πάρα πολύ τον ουρανό, όταν ήμουν μικρό παιδί στον Πειραιά. Αυτόν τον ουρανό δεν τον ξαναείδα σε κανένα άλλο μέρος της γης. Έχω αρκετή ευαισθησία για να βλέπω τις διαφορές. Οι πρώτες μου εντυπώσεις απ’ τον ουρανό υπήρξαν το θεμέλιο της αισθητικής μου και των κριτήριών μου. Με αυτά τα κριτήρια κρίνω ό,τι υπάρχει στην τέχνη. Θα ήταν άδικο να με θεωρήσουν φολκλορικό γι’ αυτό ή κατωτέρας ποιότητας νοσταλγό. Δεν θέλω να θολώσω την αισθητική μου για να εισέλθω ευκολότερα στην αχρωμία του κοσμοπολιτισμού. Στη Γαλλία ζωγράφιζα με γαλλικά μοντέλα. Τα ελληνικά χαλάνε στα ξένα, όπως τα βότσαλα άμα τα βγάλεις από τη θάλασσα. Τα εξωτικά αυτά μοντέλα της Γαλλίας τα είδα με την αισθητική που σχηματίστηκε μέσα μου, κοιτώντας ώρες ατέλειωτες τον ουρανό στον Πειραιά και τον ήλιο πάνω στους τοίχους και τους βράχους. Η δουλειά μου, καλή ή κακή, με ελληνικά ή γαλλικά θέματα, θα έχει την ερμηνευτική γοητεία των ξένων πραγμάτων. Βέβαια, οι Έλληνες είμαστε Ευρωπαίοι, δεν είμαστε ούτε κίτρινοι, ούτε μαύροι, ούτε κόκκινοι. Στις προπόσεις των γευμάτων όλοι λένε ότι η Ελλάς είναι η κοιτίς του ευρωπαϊκού πολιτισμού… μακάρι να είναι έτσι! Πιστεύω όμως ότι ένας αληθινός καλλιτέχνης πρέπει να έχει συνείδηση της διαφοράς που μας χωρίζει από τους Ευρωπαίους. Όχι βέβαια, η τουριστική ελλαδίτσα, που πνευματικώς είναι ένα πτώμα. Αλλά η χωρίς γραφικότητα, συνείδησή μας για την Ελλάδα».

Στήνοντας την έκθεση του Γιάννη Τσαρούχη μαζί με την ανηψιά του

Η έκθεση του Γιάννη Τσαρούχη "Εικονογράφηση μιας αυτοβιογραφίας. Δεύτερο Μέρος (1940 - 1989), θα παραμείνει ανοιχτή έως τις 26 Φεβρουαρίου 2017 στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς

Δημοφιλή