Ρέικιαβικ: Ταξίδι στην άκρη της γης

Είτε επιθυμεί κανείς εξορμήσεις στη φύση, είτε να πιάσει το σφυγμό της πόλης, η Ισλανδία προσφέρεται για κάθε γούστο, αλλά όχι για κάθε βαλάντιο. Ενδεικτικά ένα πλήρες γεύμα κοστίζει κοντά στα τριάντα ευρώ, η μπίρα δέκα και η διαμονή σε ξενώνα ξεπερνάει τα εκατό ευρώ τη βραδιά. Για ταξί ούτε λόγος. Καλύτερα να το αγοράσεις. Αν δεν θέλεις να βρεθείς προ δυσάρεστων εκπλήξεων ωστόσο, ένας σχολαστικός προγραμματισμός μπορεί να απομειώσει σημαντικά τα έξοδα. Το Ρέικιαβικ μπορεί να φαντάζει αποστειρωμένη, κωμόπολη αλλά κάθε άλλο παρά σαν τέτοια συμπεριφέρεται.
HALLDOR KOLBEINS via Getty Images

«Κανείς δεν έχει λόγο να ζει στην Ισλανδία, εκτός αν έχει γεννηθεί στην Ισλανδία», λέει ο πρωταγωνιστής στην εξαιρετική ταινία «Reykjavik 101». Και η αλήθεια είναι ότι ένα απομονωμένο νησί δίπλα στον Αρκτικό κύκλο με πληθυσμό τριακόσιες χιλιάδες κατοίκους δεν θα περίμενε κανείς να αποτελεί τον πλέον δελεαστικό τουριστικό προορισμό, η περιέργεια για το άγνωστο, ωστόσο, καθώς και ο ιδιότυπος εξωτισμός του προσελκύουν αμέτρητους τουρίστες κάθε χρόνο. Ένα ταξίδι στην Ισλανδία ισοδυναμεί για πολλούς με ένα ταξίδι στην άκρη της γης, μια πρόκληση με αμφίρροπη έκβαση απευθυνόμενη μόνο στους τολμηρούς αλλά και εκείνους που είναι διατεθειμένοι να ανακουφίσουν κατά αρκετές Ισλανδικές κορώνες το πορτοφόλι τους.

Από μια άποψη είμαι τυχερός. Δύο βδομάδες πριν την άφιξη μου σημειώθηκε ρεκόρ χιονόπτωσης με αποτέλεσμα από το παράθυρο του αεροπλάνου να αντικρίζω ένα ολόλευκο παραμυθένιο τοπίο. Η ίδια μονότονη διαδρομή με ακολουθεί και μέχρι την είσοδο μου στο Ρέικιαβικ, καθώς δεξιά και αριστερά ξεπροβάλλουν διάσπαρτα σπιτάκια από πτυχωτό τσίγκο και ξύλο, πρόκειται άλλωστε για την πιο αραιοκατοικημένη χώρα στην Ευρώπη καθώς τόσο το κλίμα όσο και η μορφολογία καθιστούν απαγορευτική τη ζωή στην ενδοχώρα. Το Ρέικιαβικ θυμίζει περισσότερο μικρή, νοικοκυρεμένη επαρχιακή κωμόπολη παρά πρωτεύουσα, κάποιοι διάσπαρτοι μετρημένοι στα δάχτυλα ουρανοξύστες καθώς και το εντυπωσιακό, γυάλινο συναυλιακό μέγαρο στην άκρη της προκυμαίας προσπαθούν να σώσουν τα προσχήματα αλλά είπαμε, έχουμε να κάνουμε με μια πόλη ειδικών συνθηκών που φιλοξενεί τα 2/3 του συνολικού πληθυσμού.

Η ιστορία του Ρέικιαβικ συγκεντρώνεται σε τρία οικοδομικά τετράγωνα, μεταξύ των οδών Sudurgata και Snorrabraut, Εκεί βρίσκονται, μεταξύ άλλων, το προεδρικό μέγαρο, ο εμπορικός δρόμος Laugavegur, o καλαίσθητος καθεδρικός, οι παλιές φυλακές, και το κοινοβούλιο, ένα λιτό, δίπατο, πετρόκτιστο οίκημα με την επιγραφή 1881 κάτω απ' το γείσο που υποδηλώνει την ημερομηνία ανέγερσής του, ιστορικά ωστόσο οι συνελεύσεις των αντιπροσώπων (Άλθινγκ) χρονολογούνται από το 930 μ.Χ. και λάμβαναν χώρα στην ύπαιθρο εκεί που σήμερα βρίσκεται το το Εθνικό πάρκο.

Η Ισλανδία αποτελεί την πιο διεφθαρμένη χώρα της Σκανδιναβίας αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται χαμηλά στην παγκόσμια κατάταξη, ενώ στο δείκτη δημοκρατικότητας υπολείπεται μόνο της Νορβηγίας. Αξιομνημόνευτο άλλωστε είναι το δημοψήφισμα του 2010 όπου οι πολίτες κατά 93% απέρριψαν το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την αποπληρωμή των ξένων πιστωτών και συνέταξαν από μόνοι τους-μέσω κοινωνικών δικτύων και με τη μέγιστη διαφάνεια- το νέο σύνταγμα της χώρας που δόθηκε προς επικύρωση στο κοινοβούλιο. Οποιαδήποτε σύγκριση με την ελληνική πραγματικότητα προκαλεί, τουλάχιστον, θυμηδία.

Από το Ρέικιαβικ κατευθυνόμαστε νότια ακολουθώντας τον αυτοκινητόδρομο 1. Τη λευκή μονοτονία της διαδρομής διαταράσσουν παγωμένες λίμνες, ρυάκια που διακλαδώνονται ανάμεσα στο χιόνι, γραφικά χωριά που ξεπροβάλλουν στη μέση του πουθενά και ατμοί που ορθώνονται στον ουρανό από γεωθερμικές πηγές. Το ίδιο το Ρέικιαβικ άλλωστε οφείλει το όνομα του στις ιαματικές πηγές καθώς στα ισλανδικά μεταφράζεται ως ο όρμος του ατμού. Στο μέσο περίπου της διαδρομής κάτι σαν μοντέρνο γλυπτό ορθώνεται στον ορίζοντα, πλησιάζοντας αντικρύζω δύο στραπατσαρισμένα τζιπ στερεωμένα σε μια λευκή βάση που από κάτω αναγράφει τον αριθμό 3. Τρεις όλοι και όλοι οι νεκροί σε τροχαία δυστυχήματα από τις αρχές του νέου έτους, τα τεκμήρια τους σε κοινή θέα για την ευαισθητοποίηση των υπόλοιπων οδηγών. Μικρές, ανούσιες, εξωτικές λεπτομέρειες που αποκαλύπτουν μεγάλες αλήθειες για τον πολιτισμό της κάθε χώρας. Όπως και το γεγονός ότι όλοι τους κοκαλώνουν στο κόκκινο και τις διαβάσεις πεζών και παρκάρουν εντός της διαγράμμισης στάθμευσης.

Είτε επιθυμεί κανείς εξορμήσεις στη φύση, είτε να πιάσει το σφυγμό της πόλης, η Ισλανδία προσφέρεται για κάθε γούστο, αλλά όχι για κάθε βαλάντιο. Ενδεικτικά ένα πλήρες γεύμα κοστίζει κοντά στα τριάντα ευρώ, η μπίρα δέκα και η διαμονή σε ξενώνα ξεπερνάει τα εκατό ευρώ τη βραδιά. Για ταξί ούτε λόγος. Καλύτερα να το αγοράσεις. Αν δεν θέλεις να βρεθείς προ δυσάρεστων εκπλήξεων ωστόσο, ένας σχολαστικός προγραμματισμός μπορεί να απομειώσει σημαντικά τα έξοδα. Το Ρέικιαβικ μπορεί να φαντάζει αποστειρωμένη, κωμόπολη αλλά κάθε άλλο παρά σαν τέτοια συμπεριφέρεται. Στο μπαρ kaffinbarinn (Bergstaðastræti 1) πρώην ιδιοκτησίας του τραγουδιστή των Blur Damon Albarn, γίνεται κάθε Σαββατοκύριακο λαϊκό προσκύνημα με την πίστα στο κλείσιμο να θυμίζει βομβαρδισμένο τοπίο. Ιδιαίτερα καλαίσθητο και το ρετρό μπαρ του ξενώνα Kex (Skúlagata 28) με Live και dj sets. Για ψαρικά, μονόδρομος είναι τα ταβερνεία στο λιμάνι με την μυρωδιά του καμένου λίπους αναπόδραστη.

Τη νύχτα οι Ισλανδοί βγάζουν τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους, ανάλογα με τον τρόπο που επιδρά το αλκοόλ στην ψυχοσύνθεση του καθενός. Στην πλειονότητα τους ωστόσο είναι άνθρωποι φιλικοί, πρόσχαροι και απελευθερωμένοι που μπορείς εύκολα να τους πιάσεις κουβέντα και να κάνεις νέες γνωριμίες. Η χώρα τους άλλωστε είναι από τις πιο ασφαλείς στον κοσμο και η καχυποψία απουσιάζει από τη δημόσια σφαίρα, ίσως γι' αυτό ο βιασμός και η δολοφονία μιας νεαρής κοπέλας στις αρχές του χρόνου, την ώρα που επέστρεφε από τη νυχτερινή της διασκέδαση, προκάλεσε τόσο μεγάλο σοκ και μονοπώλησε την επικαιρότητα τις εβδομάδες που ακολούθησαν. Η υπόθεση εξιχνιάστηκε σε μια από τις μεγαλύτερες κινητοποιήσεις των αρχών και ο φόνος αποδόθηκε σε δύο Γροιλανδούς ψαράδες. Εντούτοις αποτέλεσε ένα ισχυρό χαστούκι στις συλλογικές ψευδαισθήσεις με τις περισσότερες κοπέλες της γενιάς της να ταυτίζονται με την όμορφη Brina γνωρίζοντας ότι θα μπορούσαν να είναι εκείνες στη θέση της. Η πόλη αργά ή γρήγορα θα επιστρέψει στους γνώριμους ρυθμούς της και η κλονισμένη αθωότητα θα αποκατασταθεί, αλλά πλέον θα υπάρχει αυτός ο μικρός αστερίσκος να υπενθυμίζει ότι το ανθρώπινο «κακό» δεν γνωρίζει γεωγραφικά μήκη και πλάτη.