Bullying (ή πώς το να ξυπνάς το πρωί γίνεται αγώνας)

Δεν δίναμε σημασία. Νομίζαμε ότι θα σταματήσουν, ότι θα περάσει, ότι είναι μια φάση μόνο και δεν πρόκειται να μας επηρεάσει. Έτσι όταν κλείδωσαν μια συμμαθήτριά μας στις τουαλέτες και την κορόιδευαν απ' έξω όσο εκείνη έκλαιγε, δεν είπαμε τίποτα στους καθηγητές μας. «Έτσι κάνουν αυτοί μωρέ... Μην ασχολείσαι» της είχαμε πει θυμάμαι όταν την βγάλαμε. Όταν μου πέταξαν τα πράγματα στα σκουπίδια, οι φίλοι μου μου είχαν πει το ίδιο: «μην δίνεις σημασία, αυτό είναι η μόνη λύση». Κι έτσι ο καιρός περνούσε, και συντηρούσαμε αυτή τη σιωπηρή δικτατορία της λεκτικής ή σωματικής βίας με τη δικαιολογία ότι μια πιο δυναμική αντίδραση δεν θα 'χε νόημα, δεν θα έφερνε αποτέλεσμα, δεν θα οδηγούσε πουθενά.
PeopleImages via Getty Images

6 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα κατά του Σχολικού Εκφιβισμού. Φέτος για κάποιους ήταν μία ακόμα Κυριακή. Για άλλους μια αφορμή για προβληματισμό. Για μερικούς όμως η μέρα αυτή ήταν μία μοναδική ευκαιρία να τολμήσουν να ομολογήσουν κάτι που τους βασανίζει κάθε μέρα, αλλά ποτέ δεν τολμούν να πουν. Μια ευκαιρία να διηγηθούν πώς το να σηκωθούν από το κρεβάτι, να ντυθούν και να πάνε στο σχολείο έχει γίνει πλέον βασανιστήριο.

Δυστυχώς το φαινόμενο του bullying έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια. Φαινομενικά η κοινωνία μπορεί να γίνεται πιο ανεκτική. Όμως όσο περισσότερος καιρός περνάει μέσα στις ακραίες αυτές συνθήκες της κρίσης και της δυσκολίας, η επιθετικότητα αυξάνεται. Και τα παιδιά βρίσκουν τρόπο να εκτονώσουν τις πιέσεις που βιώνουν στο σπίτι: σε άλλα παιδιά.

Τα περιστατικά δεν ταυτίζονται ως προς τις μεθόδους. Άλλες φορές περιλαμβάνουν λεκτική βία και άλλες σωματική. Μπορεί να σε σπρώχνουν στο διάλειμμα, να σταματούν να μιλάνε όταν πλησιάζεις, να σε φωνάζουν μόνο με παρατσούκλια, να κάνουν σαν να μην υπάρχεις όταν πλησιάζεις κοντά τους ή να σε κοροϊδεύουν. Θυμάμαι φίλους μου που το κανονικό τους όνομα είχε να ακουστεί χρόνια στα διαλείμματα: «έρχεται ο κοντός / το φυτό / η άσχημη». Δε δίναμε σημασία. Νομίζαμε ότι θα σταματήσουν, ότι θα περάσει, ότι είναι μια φάση μόνο και δεν πρόκειται να μας επηρεάσει. Έτσι όταν κλείδωσαν μια συμμαθήτριά μας στις τουαλέτες και την κορόιδευαν απ' έξω όσο εκείνη έκλαιγε, δεν είπαμε τίποτα στους καθηγητές μας. «Έτσι κάνουν αυτοί μωρέ... Μην ασχολείσαι» της είχαμε πει θυμάμαι όταν την βγάλαμε. Όταν μου πέταξαν τα πράγματα στα σκουπίδια, οι φίλοι μου μου είχαν πει το ίδιο: «μην δίνεις σημασία, αυτό είναι η μόνη λύση». Κι έτσι ο καιρός περνούσε, και συντηρούσαμε αυτή τη σιωπηρή δικτατορία της λεκτικής ή σωματικής βίας με τη δικαιολογία ότι μια πιο δυναμική αντίδραση δεν θα χε νόημα, δεν θα έφερνε αποτέλεσμα, δεν θα οδηγούσε πουθενά. Και μάθαμε να μη μιλάμε για το θέμα αυτό, να μην το παραδεχόμαστε σε φίλους, οικογένεια... Ούτε στους ίδιους μας τους εαυτούς.

Θυμάμαι ότι υπήρχαν μέρες που ευχόμουν να ξυπνήσω άρρωστη ώστε να μη χρειαστεί να πάω στο σχολείο για να αντιμέτωπίσω, για άλλη μια φορά, τα ίδια πρόσωπα, την ίδια συμπεριφορά, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσα να πω τίποτα σε κάνεναν, και ότι αν αντιδρούσα όλα θα γίνονταν χειρότερα. Θυμάμαι να νιώθω ότι βρίσκομαι σε ένα απίθανο αδιέξοδο, αφού η παρουσία μου στο σχολείο ήταν υποχρεωτική, όμως και μόνο η σκέψη μου προκαλούσε εφιάλτες. Και θυμάμαι να ψάχνω για λύσεις αλλά να μην βρίσκω καμία.

Είχα την τύχη να έχω δίπλα μου ανθρώπους, φίλους και οικογένεια, που με στήριξαν και με βοήθησαν να το ξεπεράσω. Να σταματήσω να φοβάμαι και να υπενθυμίζω στον εαυτό μου ότι αξίζω, ακόμα και όταν δεν το πίστευα. Πολλά παιδιά όμως δεν τα κατάφεραν. Η αφόρητη αυτή πίεση τους οδήγησε στα άκρα. Τα περιστατικά δυστυχώς κάθε χρόνο και πληθαίνουν. Πότε θα κοιτάξουμε επιτέλους το πρόβλημα αυτό κατάματα, χωρίς υπεκφυγές; Έχουμε μάθει να αντιδράμε μόνο όταν οι συνέπειες είναι εμφανείς με γυμνό μάτι, και το θέαμα μας αναγκάζει να αντιδράσουμε. Όμως το θέμα του bullying δεν έχει πάντα ορατές συνέπειες. Έχει συνέπειες κρυφές, αλλά δυστυχώς ριζωμένες πολύ βαθιά.

Συναντιέμαι με φίλους από το σχολείο, εκείνους που τότε φώναζαν φυτά. Μπορεί να έχουν διαπρέψει στον χώρο τους, κι όμως νιώθουν ανεπαρκείς και ανίκανοι. Κοπέλες που είναι σε χαρούμενες σχέσεις, κι όμως φοβούνται ότι μια μέρα ο σύντροφός τους θα καταλάβει ότι δεν αξίζουν και θα φύγει, επειδή θα δει «ό,τι έβλεπαν και οι συμμαθήτες μας τότε». Φίλους που δεν τολμούν να δοκιμάσουν και να πάρουν ρίσκα γιατί φοβούνται ότι θα επιβεβαιώσουν τις φωνές εκείνες που κάποτε τους φώναζαν "losers". Παιδιά που έγιναν ενήλικες και ανέχονται ακόμα τέτοιες συμπεριφορές στη δουλειά τους πια, πιστεύοντας ότι το προκαλούν εκείνοι. Γενιές ολόκληρες ανθρώπων που δεν εκτιμούν τον εαυτό τους αρκετά, τον βάζουν πάντα σε δεύτερη μοίρα και μαθαίνουν να βρίσκονται συνεχώς σε άμυνα από φόβο μήπως ξαναπληγωθούν. Που δεν μπορούν να δεχθούν ένα κοπλιμέντο χωρίς να το αμφισβητήσουν και να ψάξουν τρόπο να το αποδομήσουν. Επειδή κάποτε, σε μια ευαίσθητη ηλικία, κάποιοι τους έκαναν να νιώσουν ότι δεν αξίζουν και η κοινωνία τους έμαθε να μην μιλάνε γι' αυτό, μέχρι που τους έγινε βίωμα.

Πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να το σταματήσουμε, πριν αρχίσουμε να θρηνούμε θύματα. Να θυμήσουμε στα παιδιά ότι θέλει κουράγιο να παραδεχθείς ότι έχεις πρόβλημα και να ζητήσεις βοήθεια. Δεν είναι ντροπή, δεν σε κάνει λιγότερο γενναίο ή λιγότερο ανεξάρτητο. Αντίθετα, είναι δείγμα ωριμότητας και θάρρους. Η παραδοχή του φαινομένου είναι το πρώτο βήμα προς την λύση του. Να μάθουμε στα παιδιά ότι το «μην δίνεις σημασία» δεν σημαίνει και να μην μιλάς γι' αυτό, πριν να είναι πολύ αργά. Να αντιδράσουμε μεμονωμένα ο καθένας αλλά και ως κοινωνία: στα σχολεία, στις οικογένειες, πριν να είναι αργά. Και κυρίως να απενοχοποιήσουμε την έννοια του θύματος. Όπως είπε ο Hemingway: "we are all broken, that's how the light gets in".