Déjà vu του «ΟΧΙ»: H ανθρωπογεωγραφία του συλλαλητηρίου για την Μακεδονία

Πόσο μεγάλο ήταν το πλήθος; Ποιοι άνθρωποι κατέβηκαν στο δρόμο; Τι τους ώθησε;

«Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει»- αυτή τη λαϊκή παροιμία θυμήθηκα καθώς από το Παγκράτι περπατούσα προς το Σύνταγμα. Ζεστή, χειμωνιάτικη λιακάδα, λεωφόροι άδειες από αυτοκίνητα, άνθρωποι, πολλοί άνθρωποι κατά μονάς ή σε μικρές παρέες με ελληνικές σημαίες στην πλάτη, μικροπωλητές με το σύμβολο του ελληνικού έθνους- κράτους σε πολλές εμπορεύσιμες εκδοχές του, μυρωδιά από λουκάνικα και σουβλάκια, συνθήματα, ηρωικά άσματα της Μεταπολίτευσης και στεντόρειοι λόγοι ως μακρόσυρτες πολιτικές κραυγές από τα μεγάφωνα που αναμετέδιδαν στη διαπασών όσα λέγονταν από «άμβωνος» στην αρχή της οδού Ερμού. Θα μπορούσα να έχω κάνει copy paste την παραπάνω περιγραφή από τα ρεπορτάζ για τις συγκεντρώσεις για το «ΟΧΙ» και το «ΝΑΙ» που είχα καλύψει για την HuffPost το καλοκαίρι του 2015.

Πέρα από το επιφανειακό, «εικαστικού» τύπου déjà vu, υπήρχαν και άλλες ομοιότητες μεταξύ των δύο event- τα χαρακτηρίζω έτσι γιατί, νομίζω, ο αγγλικός όρος όπως έχει καθιερωθεί και στην ελληνική καθομιλουμένη αποδίδει εμφατικά τα δύο κυρίαρχα χαρακτηριστικά τους: μεγάλα, ιστορικά γεγονότα, όπως αμφότερα χαρακτηρίζονταν (και εξακολουθούν) από τους διοργανωτές και συμμετέχοντες, συνδυασμένα, επιχρισμένα ή «πασπαλισμένα», με μια εορταστική, εθνεγερτική και λάμπουσα σκόνη. Η ομοιότητα και αντιστοιχία των δύο «στιγμών»- γεγονότων, πέρα από όποια υποκειμενικά κριτήρια, αναδεικνύεται, κυρίως, ότι εκ των υστέρων, αλλά αμέσως, προέκυψαν ως τα πλέον σημαντικά, τρία κοινά ερωτήματα. Πρώτον, πόσο μεγάλο ήταν το πλήθος της συγκέντρωσης; Δεύτερον, ποια ήταν η σύνθεση αυτού του πλήθους, ποιοι άνθρωποι κατέβηκαν στο δρόμο; Και τρίτον, τι τους ώθησε, ποιο το κίνητρο και ο σκοπός τους.

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα- παραμείναμε στον ευρύτερο χώρο αλλά και στον πυρήνα της συγκέντρωσης από τις 13.00 μέχρι τις 18.30. Η εικόνα που σχημάτισα είναι η εξής: στο αποκορύφωμα της παρουσίας του κόσμου, μέχρι τις 16.30 περίπου, η πλατεία Συντάγματος ήταν ασφυκτικά γεμάτη, πάνω και κάτω, ενώ και όλοι οι γύρω δρόμοι ήτανε πυκνά γεμάτοι σε ένα βάθος 300 μέτρων (κατά μέσο όρο). Βάσει αυτής της εικόνας, θεωρώ πως οι εκτιμήσεις που εκπορεύονται τόσο από τους διοργανωτές όσο και από την αστυνομία ακολουθούν την παραδοσιακή τακτική και των δύο: οι εκτιμήσεις της αστυνομίας υπολείπονται λίγο (έως αρκετά) τον πραγματικό αριθμό, οι εκτιμήσεις των διοργανωτών τον εκτοξεύουν.

Διακόσιες έως τριακόσιες χιλιάδες κόσμου είναι, νομίζω, μια ρεαλιστική, χοντρική και πάλι, εκτίμηση (μου). Ο αριθμός δεν είναι καθόλου μικρός- ούτε οι διοργανωτές έχουν λόγο να νιώθουν υποτιμημένοι από μια τέτοια αποτίμηση, ούτε η κυβέρνηση δικαιωμένη στην πολιτική της και ασφαλής στον θώκο της. Οι διοργανωτές κατόρθωσαν να μετουσιώσουν σε πολιτικό γεγονός διεθνούς εμβέλειας ένα λαϊκό και εθνικό συναίσθημα υπαρκτό σε μεγάλες μάζες, που όμως είχαν να κινητοποιηθούν σε αυτές τις διαστάσεις 25 χρόνια τώρα- το 2007 ανάλογες προσπάθειες είχαν καταλήξει σε φιάσκο, ο κόσμος δεν είχε ανταποκριθεί.

NurPhoto via Getty Images

“Οι διοργανωτές κατόρθωσαν να μετουσιώσουν σε πολιτικό γεγονός διεθνούς εμβέλειας ένα λαϊκό και εθνικό συναίσθημα υπαρκτό σε μεγάλες μάζες, που όμως είχαν να κινητοποιηθούν σε αυτές τις διαστάσεις 25 χρόνια τώρα- το 2007 ανάλογες προσπάθειες είχαν καταλήξει σε φιάσκο, ο κόσμος δεν είχε ανταποκριθεί.”

Η κυβέρνηση, κατά τρόπο οξύμωρο αλλά δίκαιο ιστορικά, νιώθει σίγουρα τις «μοίρες» της γωνιάς της στην κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα ολοένα να ελαττώνονται, αφού η αντιπολιτευτική της «αντισυστημική» ρητορική αλλά και κομματική ιδεολογία υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, των πλατειών και των δημοψηφισμάτων, τρυκ ή όχι, έβγαλε βαθιές ρίζες στον ελληνικό λαό. Σε υποτιθέμενη ευόδωση των διαπραγματεύσεων, όπου η λέξη «Μακεδονία» θα αποτελεί τον κορμό του της πλήρους, επίσημης ονομασίας του γειτονικού κρατιδίου, το πλήθος ίσως συγκεντρωθεί ξανά έξω από τη Βουλή. Και θα είναι πιο εξαγριωμένο- «κατάρες» και απειλές ήδη εκτοξεύονταν προς τα εκεί.

Σχετικά με το δεύτερο ερώτημα, τι είδους άνθρωποι συμμετείχαν στη χθεσινή, μεγάλη συγκέντρωση- χωρίς πολιτική ορθότητα θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: «ήταν φασίστες»; «Όχι» είναι η απάντηση. Το ερώτημα, ως ανάθεμα, είχε κυκλοφορήσει ευρέως και πριν από το συλλαλητήριο, στιγματίζοντας το, αποθαρρύνοντας ενδεχομένως ανθρώπους να συμμετάσχουν. Θυμάμαι μια κοπέλα που μια από τις πρώτες τις κουβέντες on camera ήταν «δεν είμαι φασίστρια», ένιωσε υποχρεωμένη να το εξηγήσει χωρίς καν να ερωτηθεί. Η απάντηση, κατ’ εμέ, επαναλαμβάνω πως είναι «όχι», η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων που χθες κατέβηκαν στο δρόμο δεν ήταν φασίστες, ούτε νεοναζί ή χρυσαυγίτες. Εθνικιστές, ναι, προφανώς, αλλά με την έννοια του εθνικισμού που διαπερνά κάθε πολιτική ιδεολογία, όπως αναλύεται στην πολιτική επιστήμη και όχι στις αφίσες των Εξαρχείων. Συντηρητικοί, φιλελεύθεροι, «λαϊκοί δεξιοί» και αριστεροί συνυπήρξαν, μάλιστα σε ενωτικό «μικροκλίμα», διαμορφώνοντας ένα πολυκομματικό και πολυπολιτισμικό, ετερόκλητο αλλά δυναμικό σύνολο, που δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από την βιοποικιλλότητα των «Αγανακτισμένων» και άλλων προάγγελών του.

“Η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων που χθες κατέβηκαν στο δρόμο δεν ήταν φασίστες, ούτε νεοναζί ή χρυσαυγίτες. Εθνικιστές, ναι, προφανώς, αλλά με την έννοια του εθνικισμού που διαπερνά κάθε πολιτική ιδεολογία, όπως αναλύεται στην πολιτική επιστήμη και όχι στις αφίσες των Εξαρχείων. Συντηρητικοί, φιλελεύθεροι, «λαϊκοί δεξιοί» και αριστεροί συνυπήρξαν, μάλιστα σε ενωτικό «μικροκλίμα».”

SOOC

Και, τέλος, το τρίτο ερώτημα, ο σκοπός και το κίνητρο των συμμετεχόντων. Μιλήσαμε με περίπου είκοσι ανθρώπους, όλων των ηλικιών και φροντίζοντας, όσο είναι δυνατόν στις διαστάσεις ενός ρεπορτάζ, να υπάρχει μια πολυπαραγοντική διασπορά των συνεντευξιαζόμενων. Κοινό στοιχείο όλων- είναι Έλληνες πολίτες που διαφωνούν με κάθε χρήση του όρου «Μακεδονία» στην ονομασία των Σκοπίων, δεν αναγνωρίζουν καμία άλλη «Μακεδονία» εκτός της ελληνικής και θεωρούν πως τα Σκόπια απειλούν, έστω μακροπρόθεσμα, την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας. Επίσης, όλοι τους δήλωσαν- και έμεινα με την βεβαιότητα πως το έκαναν ειλικρινά- πως δεν έχει κομματική αιτία και απόχρωση η παρουσία τους στην συγκέντρωση, δεν παρακινήθηκαν από στενό κομματικό, παρά μόνο εθνικό, πατριωτικό αντανακλαστικό. Κινητοποιήθηκαν πάντως και από την κοινωνική (και οικονομική) πραγματικότητα της ελληνικής κρίσης. Δίχως να συνδέσουν ευθέως την κρίση με την παρουσία τους στη συγκέντρωση, οι περισσότεροι συμπεριέλαβαν την ανεργία, την πτώση του βιοτικού επιπέδου, την μετανάστευση των φίλων ή των παιδιών τους στο εξωτερικό, στα λίγα λόγια των απαντήσεων τους. Η ερώτηση ήταν «γιατί ήρθατε σήμερα στη συγκέντρωση για την Μακεδονία;».

NurPhoto via Getty Images

Δημοφιλή