Με φόβο και γεμάτοι διλήμματα: Πέσαμε στην παγίδα στην ψηφοφορία του Ο.Η.Ε.

Με φόβο και γεμάτοι διλήμματα: Πέσαμε στην παγίδα στην ψηφοφορία του Ο.Η.Ε.
Bloomberg via Getty Images

Η Ελλάδα και η Κύπρος ψήφισαν κατά της αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ. Η Ελλάδα και η Κύπρος πέσαν ξανά σε μια παγίδα που δεν χρειαζόταν. Το σκεπτικό Ελλάδας και Κύπρου ήταν απλό και στηρίχτηκε σε τρία επίπεδα. Πρώτον η Ελλάδα σε καιρούς που η ισλαμική τρομοκρατία ανθεί, δεν πρέπει να ρίχνει λάδι στη φωτιά. Δεύτερον, από τη στιγμή που Γαλλία και Γερμανία ψήφισαν κατά, η Ελλάδα ακολουθεί την Ε.Ε σε αυτό το ζήτημα. Τρίτον, η στήριξη θέσεων που και η Τουρκία ασπάζεται, θα έφερνε μια ύφεση στις επιδεινούμενες ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτό το σκεπτικό φαίνεται λογικό όμως αποκλείει τη μεγάλη εικόνα. Έχει μέσα του τα ίδια και τα ίδια συμπτώματα της ελληνικής ασθένειας που ακούει στο όνομα «κοντόφθαλμη εξωτερική πολιτική διαχειριστικού τύπου».

Η ουδετερότητα έχει αξία μόνο σε μια περίπτωση.

Ο Ελληνισμός είχε την τύχη και την πρόνοια να επιλέγει την πλευρά των νικητών. Σε κρίσιμες περιόδους της ελληνικής –αλλά και διεθνούς- ιστορίας, αναγνώσαμε και προβλέψαμε ορθά τα όσα αφορούσαν την επόμενη μέρα. Κάναμε επιλογή συμμαχιών γιατί πιστεύαμε οτι η ουδετερότητα θα ήταν ασύμφορη για τα ελληνικά συμφέροντα.

Η ουδετερότητα είναι πάντα γόνιμη όταν υπάρχουν οξέα διλήμματα τα οποία παρέχουν πορείες που έχουν θολά προσδοκόμενα οφέλη ή που δε φαίνονται εξ’ αρχής να υπάρχουν τέτοια. Εκεί μας χρειάζεται ο Πόντιος Πιλάτος. Εκεί χρειάζεται να θυμόμαστε πως η ουδετερότητα έχει αξία. Ένα ζήτημα όπως αυτό που αφορά τον αραβικό κόσμο και μουσουλμανικό κόσμο και το Ισραήλ, παρείχε στην Ελλάδα τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την εμπειρία της γόνιμης ουδετερότητας την οποία θα μπορούσε μετά να εξαργυρώσει επωφελώς, δημιουργώντας χώρο για το ρόλο της Αθήνας (και της Λευκωσίας) ως «έντιμων διαμεσολαβητών». Η Ελλάδα και η Κύπρος, λόγω των τριών υποθέσεων που αναφέρθηκαν στον πρόλογο, σπεύσαν πανικόβλητες να πάρουν μέρος σε μια διαδικασία που δεν είχε έτσι και αλλιώς ουσιαστικό νόημα αλλά ήταν μια διερευνητικής αξίας ψηφοφορία για τις ΗΠΑ. Ο Ο.Η.Ε έχει αποδείξει ιστορικά πως δεν είναι το όργανο που θα ακυρώσει ή θα αναβάλλει προβλήματα σαν αυτά που αντιμετωπίζουν ΗΠΑ, αραβικός & μουσουλμανικός κόσμος και Ισραήλ.

Στηρίξαμε τις τουρκικές θέσεις επειδή...είμαστε ταυτισμένοι με τα συμφέροντα της Ε.Ε.

Με τα όσα είδαμε από την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Ελλάδα, ευτυχώς δεν υπάρχει κάποιος που να επιθυμεί κάποιου είδους δορυφοριοποίηση από την Τουρκία. Παρόλα αυτά, υπάρχουν φορές που μια κακή υπόθεση, ένα κακό «ποντάρισμα» στην εξωτερική πολιτική, μπορεί να μας φέρουν σε ταύτιση με συμφέροντα μιας χώρας που απειλεί την ασφάλεια του Ελληνισμού.

Το σημαντικό εδώ είναι πως η Ελλάδα ακολούθησε την γερμανική και τη γαλλική πεπατημένη. Τη θέση των Βρυξελλών. Το πόσο άστοχα οι Βρυξέλλες «διάβασαν» τη Μέση Ανατολή όλες αυτές τις δεκαετίες, φάνηκε από τη διαχείριση του προσφυγικού αλλά και από την διπλωματική της ταπείνωση από την Άγκυρα που ούτε λίγο, ούτε πολύ, έφτασε να παζαρεύει την πλήρη ένταξή της στην Ε.Ε, με μόνο αντάλλαγμα να μην ανοίγει την κάνουλα των προσφυγικών ροών. Ο Ελληνισμός έχει επενδύσει –ορθά- εδώ και περίπου μια δεκαετία, σε μια περιφερειακή συμμαχία που τον καθιστά απαραίτητο για τις γεωπολιτικές ζυμώσεις της τρέχουσας περιόδου.

Τη συμμαχία Ελλάδος, Κύπρου και Ισραήλ. Αντίθετα με τη λανθασμένη στρατηγική επιλογή του παρελθόντος που άκουγε στο όνομα «εξευρωπαϊσμός των ελληνοτουρκικών διαφορών», σαν Ελληνισμός, κάναμε μια ορθή επιλογή πάνω στην περιφεριοποίηση των διαφορών μας με τη γείτονα χώρα που ταυτόχρονα, μας φέρνει σε θέση κρίσιμης χώρας για την ασφάλεια μια τεράστιας περιοχής.

Η μεγάλη εικόνα: Ο φόβος που φυλάει μόνο τα έρμα και η παραγωγή διλημμάτων.

Η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν να παραδεχτούν κάποιες «πικρές» αλήθειες και να προχωρήσουν σε συμβιβασμό με αυτές. Αν δεν κάνουμε συμβιβασμούς με την αλήθεια, κινδυνεύουμε να κάνουμε άλλους συμβιβασμούς, πολύ πιο επώδυνους. Μια υπόθεση εργασίας την οποία πρέπει να έχουμε σαν αφετηρία είναι πως η Δύση δεν είναι μια και αδιαίρετη όπως ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ε.Ε και ΗΠΑ δεν είναι παντού σύμμαχοι. Όχι τώρα, αλλά από το 2003, τουλάχιστον.

Το φοβικό σύνδρομο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής εκφράζεται μέσα από δύο συμπτώματα: Πρώτον, την τάση μας να ακολουθούμε εξελίξεις χωρίς να τις προλαμβάνουμε. Δεύτερον, την αγκύλωση και τον εγκλωβισμό μας μέσα σε μανιχαϊστικά διλήμματα που υπήρχαν στον Ψυχρό Πόλεμο λόγω της δομής του διεθνούς συστήματος αλλά που δεν υπάρχουν σήμερα. Φόβος και δίλημμα πάνε μαζί. Το να ανήκουμε στην Ε.Ε, δε συγκρούεται με το να έχουμε ειδικές σχέσεις με άλλες χώρες, εκτός αυτής. Ο Ελληνισμός οφείλει να αντιληφθεί πως το μέλλον της χώρας, με βάση τις γεωπολιτικές αλλαγές βρίσκεται σε τέτοιου είδους ειδικές σχέσεις οι οποίες λόγω προτεραιοτήτων, θα μπορούν να υπολογίζονται με ποσοστά. Όσο οι θαλάσσιες οδοί ελέγχονται από τις ΗΠΑ, όσο η Ε.Ε δεν έχει δικό της στρατό, όσο η Ε.Ε δεν έχει κάποια ενιαία εξωτερική πολιτική και όσο η Ελλάδα έχει τις προκλήσεις που έχει σε Εγγύς Ανατολή, Βόρεια Αφρική και Βαλκάνια, δεν μπορεί να ταυτίζεται στην εξωτερική της πολιτική με την Ε.Ε.

Ο στόχος είναι να καταστεί η Ελλάδα ένα σημείο ισορροπίας μεταξύ των δυνάμεων που θα καθορίσουν τη διεθνή πολιτική πραγματικότητα στο μέλλον. Ο μεταβατικός κόσμος στον οποίο ζούμε απαιτεί τακτική ευελιξία και σταθερές στρατηγικές επιλογές. Στον Ο.Η.Ε στις 21/12/2017 πουλήσαμε φθηνά ένα χαρτί που θα μπορούσαμε να εξαργυρώσουμε ακριβά μέσα από μια συνειδητή ουδετερότητα. Πέσαμε στην παγίδα να πάρουμε θέση σε ένα ζήτημα το οποίο δε θα λυθεί ποτέ από τον Ο.Η.Ε και που τέθηκε για να ξεκινήσουν ζυμώσεις στην Μέση Ανατολή που αφορούν τον μεγάλο ανταγωνισμό που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή.

Δημοφιλή