Πες την ιστορία σου

Πες την ιστορία σου
bowie15 via Getty Images

«Μα πώς μπορείς και λες τόσο προσωπικά πράγματα μπροστά σε τόσον κόσμο;», με ρώτησε η Σοφία, η πιο παλιά μου φίλη, στο τέλος μιας ομιλίας μου πριν λίγους μήνες. Συμμετείχα σε μια συζήτηση για την κατάσταση στη χώρα μας στην εποχή της κρίσης, μ’ ένα ακροατήριο που αριθμούσε κάποιες εκατοντάδες άτομα. Και όπως είχα πει εξ αρχής, αποδεχόμενη την πρόσκληση, δεν ήθελα να μιλήσω απρόσωπα, με γενικεύσεις, ορισμούς και ευκτέες λύσεις, αλλά με αφετηρία όσα ήξερα η ίδια. Κι αυτό έκανα, φωτογραφίζοντας τον εαυτό μου και τα δικά μου δύσκολα -την επιχειρηματική μου αποτυχία, την κριτική που δέχτηκα από ξένους και οικείους, τα μισόλογα πίσω από την πλάτη μου, τις οικονομικές δυσκολίες που άλλαξαν τη ζωή μου και έκαμψαν για καιρό την έμφυτη αισιοδοξία μου. Κι έπειτα για την προσπάθεια ανάταξης και τη διαχείριση της κάθε μέρας.

«Μπορώ, επειδή αυτή είμαι κι αυτή είναι η ιστορία μου», απάντησα. «Ναι, αλλά την ιστορία σου δεν χρειάζεται να την αποκαλύπτεις σε όλους», συνέχισε. «Δεν χρειάζεται, αλλά νιώθω καλά όταν ξέρω – και ξέρω πια– πως τα δικά μου μικρά και μεγάλα βήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιους άλλους», είπα κλείνοντας οριστικά τη συζήτηση.

Δεν την κακίζω και δεν είναι, βέβαια, η μόνη από τις φίλες μου που έχει τις ενστάσεις της. Επίσης, η έγνοια της έχει μέσα αγάπη και νοιάξιμο μόνο. Περιγράφει μια άποψη κυρίαρχη, σύμφωνα με την οποία δεν χρειάζεται να ξέρουν όλοι για τις δυσκολίες μας, ιδίως στον επαγγελματικό χώρο, πολύ περισσότερο όσο «ανεβαίνουμε».

Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι εξόχως διστακτικοί να μοιραστούν δικά τους πράγματα. Όχι προσωπικές πληροφορίες με τον απρόσωπο τρόπο των «δεδομένων», αλλά στοιχεία από εκείνα που τους επηρεάζουν. Ιδίως στον επαγγελματικό χώρο, όπου πιστεύουν πως κάτι τέτοιο συνιστά ξεγύμνωμα και είναι εξόχως «αντιεπαγγελματικό».

Όμως η πεποίθηση πως τα στελέχη, ιδίως τα υψηλόβαθμα, πρέπει να διαχωρίζουν την προσωπική τους ζωή από την επαγγελματική έχει συχνά αποτέλεσμα αντίθετο από το επιθυμητό. Ζημιώνει τις σχέσεις με συναδέλφους, συρρικνώνει την επικοινωνία στον χώρο της δουλειάς και, κάποτε, δημιουργεί ή συντηρεί μια εικόνα που απέχει από την αληθινή.

Αυτά που ξέρουμε για το εαυτό μας και δεν θέλουμε να μάθουν οι άλλοι έχουν παραδόξως σχέση και με τη δουλειά μας. Σ΄αυτό το κουτάκι των «δεν θέλω να ξέρεις για εμένα» που πασχίζουμε να κλείσουμε ερμητικά περιλαμβάνονται πράγματα ετερόκλητα και διαφορετικής σημασίας -από αδιάφορα, όπως το ότι κάναμε μια αισθητική επέμβαση μέχρι κυρίαρχα για τη διαμόρφωσή μας, όπως το ότι είμαστε χωρισμένοι ή υιοθετημένοι. Διστάζουμε να τα μοιραστούμε, ως αδιάφορα ή ακατάλληλα για τη συνθήκη, μα μας χαρακτηρίζουν άθελά μας. Είναι στοιχεία του καθρέφτη μας και ως τέτοια έχουν ήδη τον χώρο τους.

Στα εργαστήρια του storytelling που διδάσκω, καλώ τους συμμετέχοντες να χωριστούν σε ζευγάρια και να μοιραστούν μια ιστορία που σχετίζεται με μια σημαντική προσωπική στιγμή τους. Να την επιλέξουν, να την περιγράψουν κι έπειτα, μέσα από αυτήν, να κατανοήσουν τις αξίες και τα προτερήματά τους. Να θυμηθούν τη δύναμή τους.

Η εμπειρία δείχνει πως συχνά αυτό το «άνοιγμα» είναι ο μόνος τρόπος να σπάσει ο πάγος και να ξεπεραστούν προβλήματα χρόνων. Να «εξηγηθούν» τα ανεξήγητα, να ισορροπήσουν σχέσεις, ενίοτε να λυθούν παρεξηγήσεις.

Πιστεύουμε πως όταν δεν μιλάμε, όταν δεν μοιραζόμαστε πράγματα που μας αφορούν, προστατευόμαστε από τον κόσμο, γινόμαστε κατά κάποιον τρόπο λιγότερο ευάλωτοι στον σχολιασμό του. Μας διαφεύγει πως, με τη σιωπή μας, παίρνουμε ένα ρίσκο που μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερο: αφήνουμε τους άλλους να καταλήγουν σε αυθαίρετα συμπεράσματα για εμάς, για τον χαρακτήρα και τις επιλογές μας.

Η απόφαση να μοιραστούμε προϋποθέτει να πάρουμε το ρίσκο να σταθούμε ευάλωτοι μπροστά σε πρόσωπα που αποφασίζουν για εμάς ή σε άλλα που βρίσκονται σε χαμηλότερες θέσεις στην επαγγελματική ιεραρχία. Μοιάζουν και τα δύο τρομακτικά. Όμως, στην εποχή μας η ηγεσία συνδέεται με την παρουσία. Δεν είναι η άνωθεν «μοιρασιά» παραινέσεων και διαταγών, ούτε η επίπλαστη προσπάθεια να φανούμε ατσαλάκωτοι και ατρόμητοι. Ηγεσία είναι η αυθεντική σύνδεση με τους άλλους για να τους εμπνεύσουμε και να τους κινητοποιήσουμε. Και αυθεντικότητα σημαίνει να υπάρχουμε ακέραιοι, με ολόκληρο τον εαυτό μας -συμπεριλαμβανομένων των πιο ευάλωτων στοιχείων μας.

Κι επειδή η τέχνη της ηγεσίας βρίσκεται στην ισορροπία, υπάρχει μια απλή ερώτηση που μπορεί να οριοθετήσει αυτό που θέλουμε να μοιραστούμε: «Τι είναι αυτό που δεν ξέρουν για εμένα στον επαγγελματικό χώρο και που, εάν το γνώριζαν, θα συνδεόμασταν με περισσότερη αυθεντικότητα»;

Όταν το απαντήσουμε, θα ξέρουμε τι θέλουμε και τι μπορούμε. Θα πούμε την ιστορία μας, κάνοντας το πρώτο βήμα για αυθεντικότερες σχέσεις – στη ζωή και στη δουλειά.