Τι χωρίζει και τι ενώνει Ε.Ε. - Τουρκία

Τι χωρίζει και τι ενώνει ΕΕ-Τουρκία
Francois Lenoir / Reuters

Οι Ευρωπαίοι παρακολουθούν αμήχανα το εξελισσόμενο ισλαμοσυντηρητικό και εθνικιστικό πλάνο του Ερντογάν, την αλλαγή ταυτότητας και χαρακτήρα σε εσωτερικό και εξωτερικό πεδίο, την απομάκρυνση από το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, και ανησυχούν για τυχόν αποσταθεροποίηση ενός δύστροπου μεν, εντούτοις και χρήσιμου εταίρου... Από ευρωπαϊκής πλευράς διαπιστώνεται πως η Τουρκία προσπαθεί «συστηματικά να κινητοποιήσει άτομα τουρκικής καταγωγής που διαμένουν σε κράτη-μέλη της ΕΕ για ίδιους σκοπούς». Διεκδικώντας για τους απογοητευμένους από τις πολιτικές ενσωμάτωσης αλλά και για όσους αμφιβάλλουν για την ταυτότητά τους ρόλο προστάτη και καθοδηγητή, προσβλέπει στην εργαλειοποίησή τους για να χρησιμοποιηθούν ως διαπραγματευτικό ατού, παρεμβαίνοντας ενίοτε ανερυθρίαστα στα εσωτερικά ευρωπαϊκών χωρών (π.χ. προτροπή Ερντογάν λίγο πριν από τις ολλανδικές και τις γερμανικές εκλογές στην κατεύθυνση «ξέρετε τι να κάνετε» και «καταψηφίστε όσους μας φέρονται ασεβώς»), ενώ φαίνεται να ταυτίζεται με τη Ρωσία στην αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και στη μετεξέλιξη της ΕΕ σε προβληματικό γείτονα. Όλα αυτά υπογραμμίζουν τις δυσκολίες διατήρησης της σχέσης σε λειτουργικό επίπεδο.

Προσπαθούν, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι μέσα από την τακτική του μαστίγιου και του καρότου να ευθυγραμμίσουν την τουρκική πολιτική προς την κατεύθυνση της αξιοπιστίας και της προβλεψιμότητας, κάτι που θα επιτρέψει τη σχετική εξομάλυνση ή, έστω, την αποφυγή πλήρους ρήξης. Αντιλαμβάνονται ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας έχει μπει προς το παρόν στο ράφι. Παρ’ όλα αυτά, το επόμενο χρονικό διάστημα τα κράτη-μέλη θα κατασταλάξουν αν θα τη διατηρήσουν ζωντανή –υπό αυστηρές προϋποθέσεις– ώστε να μη δώσουν δικαιώματα στον Ερντογάν, ούτε το ελεύθερο να αλωνίζει στο εσωτερικό και να αποστασιοποιείται από το δυτικό στρατόπεδο με άλλοθι την απόρριψη της χώρας του από ένα «κλειστό χριστιανικό κλαμπ». Ουσιαστικά όμως αναζητείται μία φόρμουλα προσαρμογής και προσδιορισμού των ευρωτουρκικών σχέσεων σε ένα πραγματιστικό πλαίσιο μίας ειδικής σχέσης, με κυριότερους άξονες την οικονομική/εμπορική συνεργασία, την ενέργεια και το προσφυγικό.

Και ο Ερντογάν, πάντως, λογικά θα επιδιώξει τη μερική αποκατάσταση των σχέσεων ώστε να κατέλθει στις επόμενες εκλογές υπό καθεστώς οικονομικής σταθερότητας. Προκειμένου να συμβεί αυτό, χρειάζεται αδιάλειπτη ροή κεφαλαίων από το εξωτερικό και διατήρηση των εμπορικών δραστηριοτήτων σε υψηλά επίπεδα. Μπορεί το μέλλον της Τουρκίας να βρίσκεται στην αποτελεσματικότερη πρόσβαση στις αγορές της Ασίας και της Μέσης Ανατολής, όπου θα μπορούσαν να ανθήσουν οικονομικές συναλλαγές και εξαγωγές, ωστόσο με την ΕΕ να αντιπροσωπεύει το 41% του τουρκικού εμπορίου παγκόσμια και την Τουρκία αντίστοιχα να αποτελεί τον πέμπτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της ΕΕ (και εξαγωγικό προορισμό των ευρωπαϊκών προϊόντων, με ετήσιο όγκο συναλλαγών στα 140 δισ. ευρώ), και δεδομένου του εύθραυστου χαρακτήρα της τουρκικής οικονομίας, τυχόν κλονισμός στην εισροή ευρωπαϊκών κεφαλαίων θα είχε βραχυπρόθεσμα οδυνηρές συνέπειες.

Προδημοσίευση από το βιβλίο του δρ. Κωνσταντίνου Φίλη, «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν» εκδόσεις Παπαδόπουλος. Το απόσπασμα δημοσιεύεται ενόψει της επίσκεψης Ερντογάν στο Παρίσι την Παρασκευή 5 Ιανουαρίου. Πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016 και την εκλογή του Εμανουέλ Μακρόν.

Δημοφιλή