«Δεν εύχομαι στην Ελλάδα να επιστρέψει στην εξουσία των συντηρητικών δυνάμεων»

Tις τελευταίες «θερμές» εβδομάδες του καλοκαιριού η ωμότητα των γεγονότων αφύπνισε τις συνειδήσεις και, παρά τις συνεχείς πολιτικές και ιδεολογικές αντιστάσεις, τα πράγματα αλλάζουν. Από εμάς εξαρτάται η σωτηρία του εκπληκτικού αυτού οικοδομήματος που φτιάχτηκε από λαούς διαφορετικούς σε αναζήτηση μιας καλύτερης κοινωνίας. Όλα συνηγορούν στην επιτακτική αναγκαιότητα μιας ουσιαστικής ευρωπαϊκής διακυβέρνησης για την οικονομία και τη νομισματική πολιτική, για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών, για την ασφάλειά μας.

Θέλω να το ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής. Κανείς - ούτε από την Ευρώπη - δεν έχει το δικαίωμα να επέμβει στην προεκλογική περίοδο που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή δε μπορεί να υπάρξει καμία εκχώρηση κυριαρχίας. Επομένως, μακριά από εμάς ο πειρασμός να υποδείξουμε ή να ασκήσουμε πίεση ως προς τις επιλογές που μόνο οι Έλληνες καλούνται να κάνουν σε πνεύμα απόλυτης ελευθερίας. Από αυτό προκύπτει η εξής παρατήρηση: η Ευρωπαϊκή Ένωση θα δεχθεί, στο όνομα των αρχών της και σύμφωνα με αυτές, το αποτέλεσμα της κάλπης στις 20 Σεπτεμβρίου. Είναι, βέβαια, σαφές πως δεν εύχομαι στην Ελλάδα να επιστρέψει στην εξουσία των συντηρητικών δυνάμεων της δεξιάς που θα επιθυμούσαν να προτείνουν εκ νέου την καταστροφική συνταγή της λιτότητας.

Έκανα αυτή την εισαγωγή, ως όφειλα, προκειμένου να μην υπάρξουν παρανοήσεις ή επιφυλάξεις στις συζητήσεις που θα μας απασχολήσουν τις επόμενες εβδομάδες, με την επίγνωση ότι τους τελευταίους δύσκολους μήνες αναδύθηκε η «υπόθεση Ελλάδα» και ότι για αυτήν θα εξακολουθήσουμε να μιλούμε.

Ωστόσο, εμείς - αναφέρομαι στον κόσμο των Σοσιαλιστών-Δημοκρατών - θέλουμε να επαναφέρουμε τις σχέσεις ΕΕ-Ελλάδος έξω από τη λογική μιας απαράδεκτης αντιπαράθεσης μεταξύ εταίρων της ίδιας οικογένειας.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ οφείλουμε να επαναλάβουμε - και θα αγωνιστούμε για αυτό - ότι όλα τα κράτη μέλη αντιμετωπίζονται επί ίσοις όροις από τους κανόνες που περιλαμβάνονται στις συνθήκες που μας συνδέουν. Το λέω αυτό, διότι η αναμέτρηση ανάμεσα σε κράτη-μέλη δε μπορεί στο εξής να βασίζεται σε διαχωρισμούς στο πλαίσιο μιας κατάταξης «καλών και κακών», αλλά στην αξιολόγηση της συμπεριφοράς του καθενός στο πλαίσιο των κανόνων αυτών. Σαφώς, αν κάποιος δε συμμορφώνεται, αυτό πρέπει να καταγράφεται και να επιβάλλεται η τήρηση των κανόνων αποφεύγοντας, ωστόσο, την πολιτική των «δύο μέτρων και δύο σταθμών».

«Η αναμέτρηση ανάμεσα σε κράτη-μέλη δε μπορεί στο εξής να βασίζεται σε διαχωρισμούς στο πλαίσιο μιας κατάταξης «καλών και κακών», αλλά στην αξιολόγηση της συμπεριφοράς του καθενός στο πλαίσιο των κανόνων αυτών»

Αυτές τις ημέρες, ενώπιον της τραγωδίας των προσφύγων - η Ελλάδα, όπως η Ιταλία και κάποιες ανατολικές χώρες, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή - υπάρχουν κάποιοι εταίροι οι οποίοι δεν αποδεικνύονται στο ύψος των περιστάσεων.Το λέω απερίφραστα: η Ένωση δικαίως ζήτησε, και οι αρχές της Αθήνας το αποδέχθηκαν με μια συμφωνία, να αντιμετωπιστεί το οικονομικό και χρηματοοικονομικό πρόβλημα που απειλούσε σοβαρά τη σταθερότητα της Ευρωζώνης.Τώρα η Ένωση πρέπει να δείξει την ίδια αποφασιστικότητα απαιτώντας από άλλα κράτη μέλη ανάλογη συμπεριφορά στο πλαίσιο της μαζική προσφυγικής κρίσης που πλήττει την Ευρώπη. Αλλιώς, όπως τις προάλλες υπογράμμισε ο πρόεδρος Γιούνκερ στην έκθεση για την Κατάσταση της ΕΕ ενώπιον του Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, η Ευρώπη θα χάσει την αξιοπιστία της, δεν θα καταφέρει να βγει ποτέ από την φρικτή μετριότητά της και να απαγκιστρωθεί από τους απεχθείς εγωισμούς που τη χαρακτήρισαν τα τελευταία χρόνια.

Ήταν εξοντωτικές οι ημέρες εκείνες και επικρίναμε αφειδώς τις ιθύνουσες τάξεις για τα σφάλματα στα οποία υπέπεσαν - πάντα σε συνάρτηση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες, όπως επίσης δεν αποφύγαμε να χρησιμοποιήσουμε σκληρή γλώσσα ενάντια στην πολιτική της λιτότητας και σε μια κάποια ευαρέσκεια που εκδηλώθηκε από πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους για το σκληρό μάθημα που έπρεπε να πάρει η Αθήνα.

Και αγωνιστήκαμε με όλες μας τις δυνάμεις, προκειμένου να εξαλειφθεί το ενδεχόμενο, το οποίο πολλοί κράδαιναν ως δαμόκλειο σπάθη, έξωσης της Ελλάδας από την Ένωση και την Ευρωζώνη. Δεν ξέρω ποιος εφηύρε τον όρο «Grexit» και δε με ενδιαφέρει πλέον να μάθω. Αυτό που με ενδιαφέρει να πω είναι ότι μαζί με την Ελλάδα, αυτή την απειλή καταφέραμε να την αναχαιτίσουμε. Ούτε Ευρώπη χωρίς Ελλάδα, ούτε Ελλάδα χωρίς Ευρώπη. Στις Συνθήκες προβλέπεται το δικαίωμα υπαναχώρησης, όπως και κυρώσεις για όποιον θίγει τις θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης. Πρόκειται για δυνατότητες θεμιτές, μα καλό θα είναι όλοι, μεγάλα και μικρά κράτη, να θυμούνται ότι το να καταφύγει κανείς σε αυτές προϋποθέτει υπέρογκο οικονομικό και πολιτικό κόστος.

Αντιθέτως εμείς, πρέπει να εργαστούμε σήμερα για το αύριο. Σε ευθυγράμμιση με το αρχικό, ιδρυτικό πνεύμα της Ευρώπης, η οποία γεννήθηκε για να αποτρέψει νέους πολέμους, και σύμφωνα με όραμα σύγχρονο και στο ύψος των νέων προκλήσεων.

Μετά τη συμφωνία που επετεύχθη, και ενώ οι Έλληνες πολίτες ήδη έχουν δοκιμαστεί με σκληρές θυσίες, η Ελλάδα έχει δύσκολες υποχρεώσεις να εκπληρώσει. Μπορεί και πρέπει να τα καταφέρει, καταρχάς για την ίδια. Ανάμεσα στις 10 προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που το Κοινοβούλιο επικύρωσε με την ψήφο του, προβλέπονται, πέραν του σχεδίου των 82 δις. προς στήριξη των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, τα μέτρα του πακέτου των 35 δις. για την απασχόληση και την ανάπτυξη.

Αγωνιζόμαστε όλοι με στόχο να ξεπεράσουμε την κρίση με ουσιαστικές αποφάσεις και χωρίς μεμψιμοιρία. Και όταν υπογραμμίζουμε την ανάγκη - εγώ θα τονίσω επίσης το επίθετο «επιτακτική» - υλοποίησης μιας πιο ισότιμης οικονομικής και νομισματικής ένωσης, εννοώ ότι δεν πρέπει να αφήσουμε ξανά το πεδίο ανοιχτό στη λογική της λιτότητας. Όπως είδαμε, αυτός ο δρόμος δεν οδηγεί παρά μόνο στην καταστροφή.

Ας δούμε προσεκτικά τι συμβαίνει στην Ευρώπη στον απόηχο δύο γεγονότων μείζονος σημασίας: της ελληνικής κρίσης, με τον συνακόλουθο κίνδυνο αποτυχίας της ζώνης του Ευρώ, και της μαζικής προσφυγικής τραγωδίας μέσα σε ένα τοπίο αυξανόμενων λαϊκιστικών, δημαγωγικών, ξενοφοβικών και ρατσιστικών τάσεων. Πρόκειται για δύο τεράστια ζητήματα που εισήχθησαν στην ατζέντα μιας Ένωσης που εμφανίζει σημάδια κόπωσης.

«Το παράδοξο είναι ότι ένας εταίρος μας, η Ελλάδα, βιώνει και βρίσκεται αντιμέτωπη ταυτόχρονα και με τα δύο προβλήματα. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο ελληνικός λαός δε θα διστάσει να αναλάβει πλήρως τις ευθύνες που του αναλογούν»

Ας το παραδεχτούμε: βρεθήκαμε ένα βήμα πριν την ολοσχερή καταστροφή του συνολικού ευρωπαϊκού οικοδομήματος που γεννήθηκε από τις στάχτες του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Κι όμως, τις τελευταίες «θερμές» εβδομάδες του καλοκαιριού η ωμότητα των γεγονότων αφύπνισε τις συνειδήσεις και, παρά τις συνεχείς πολιτικές και ιδεολογικές αντιστάσεις, τα πράγματα αλλάζουν. Από εμάς εξαρτάται η σωτηρία του εκπληκτικού αυτού οικοδομήματος που φτιάχτηκε από λαούς διαφορετικούς σε αναζήτηση μιας καλύτερης κοινωνίας.

Όλα συνηγορούν στην επιτακτική αναγκαιότητα μιας ουσιαστικής ευρωπαϊκής διακυβέρνησης για την οικονομία και τη νομισματική πολιτική, για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών, για την ασφάλειά μας. Το παράδοξο είναι ότι ένας εταίρος μας, η Ελλάδα, βιώνει και βρίσκεται αντιμέτωπη ταυτόχρονα και με τα δύο προβλήματα.

Η Ευρώπη, έχοντας απόλυτη επίγνωση του γεγονότος, αναλαμβάνει δράση. Η Ευρώπη που εμείς αγαπούμε και που θέλουμε να υποστηρίξουμε είναι η Ευρώπη της αλληλεγγύης και της ανάκαμψης. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο ελληνικός λαός δε θα διστάσει να αναλάβει πλήρως τις ευθύνες που του αναλογούν.

Δημοφιλή