Η Κληρονομιά του Πολυτεχνείου. Ενσωμάτωση και Αναθεωρητισμός

Κυκλοφορούν ευρέως ιστορικά αφηγήματα που παραδοσιακά περιορίζονται στα γκέτο των ακροδεξιών χώρων, και τα οποία αξιώνουν μια σχετική αποκατάσταση της δικτατορίας, ή την αμφισβήτηση της αυθεντικότητας που είχε η αντιδικτατορική εξέγερση. Το αξιοσημείωτο δεν είναι η ύπαρξή τους, αλλά η ίδια τους η απήχηση σε αρκετούς ανθρώπους μάλιστα των λαϊκών τάξεων με οικογενειακή προέλευση από την Αριστερά, ή ευρύτερα τον δημοκρατικό χώρο, που άλλοτε και κατά παράδοση στήριζαν το ιδεολογικό περιεχόμενο της επετείου. Θα πρέπει, επομένως, να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο, που ισοδυναμεί ουσιαστικά με απώλεια της ιδεολογικής ηγεμονίας που ασκούσε η αριστερά σε εκτεταμένη στρώματα του πληθυσμού κατά την μεταπολίτευση.
SOOC

«Τα γεγονότα δεν έχουνε διαστάσεις την ώρα που τελούνται

τις αποχτούνε με τον χρόνο

κι όλα είναι γύρω σου σαν να μην είναι»

Κλείτος Κύρου

Υπάρχει ένα ευρύτατο κύμα αναθεωρητισμού, το οποίο εξαπλώνεται στην μαζική βάση της κοινωνίας και σχετίζεται με την αποτίμηση της περιόδου της δικτατορίας, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου κ.ο.κ. Η τάση που κυριαρχεί ουσιαστικά αντιστρέφει την άποψη η οποία υπήρξε κυρίαρχη μέσα στην μεταπολίτευση, και η οποία αντιμετώπιζε άκρως αρνητικά την εμπειρία της δικτατορίας, και συνακόλουθα τιμούσε αυθόρμητα την επέτειο της εξέγερσης των φοιτητών και του αθηναϊκού λαού εναντίον της, ως κορυφαίας αντιδικτατορικής πράξης.

Έτσι κυκλοφορούν ευρέως ιστορικά αφηγήματα που παραδοσιακά περιορίζονται στα γκέτο των ακροδεξιών χώρων, και τα οποία αξιώνουν μια σχετική αποκατάσταση της δικτατορίας, ή την αμφισβήτηση της αυθεντικότητας που είχε η αντιδικτατορική εξέγερση. Το αξιοσημείωτο δεν είναι η ύπαρξή τους, αλλά η ίδια τους η απήχηση σε αρκετούς ανθρώπους μάλιστα των λαϊκών τάξεων με οικογενειακή προέλευση από την Αριστερά, ή ευρύτερα τον δημοκρατικό χώρο, που άλλοτε και κατά παράδοση στήριζαν το ιδεολογικό περιεχόμενο της επετείου. Θα πρέπει, επομένως, να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο, που ισοδυναμεί ουσιαστικά με απώλεια της ιδεολογικής ηγεμονίας που ασκούσε η αριστερά σε εκτεταμένη στρώματα του πληθυσμού κατά την μεταπολίτευση.

Η απάντηση βρίσκεται στην κρίση -όχι εκείνην των μνημονίων- αλλά σε μια βαθύτερη πολιτική κρίση που έχει να κάνει με τις μεγάλες διαψεύσεις που προκάλεσαν τα δυο κόμματα της κυβερνώσας αριστεράς, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, κατά την διαχείριση της εξουσίας. Ένας άλλος «αναθεωρητισμός» τέθηκε εδώ σε λειτουργία, πυροδοτώντας αντανακλαστικά τον ιστορικό αναθεωρητισμό μέσα στην κοινωνία: Η εμπειρία του ΠΑΣΟΚ, εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στην εποχή των μνημονίων, λειτούργησε ως μια βαθιά ματαίωση της ελπίδας και των προσδοκιών που έθρεψαν μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, και μεταξύ τους, κυρίως οι λαϊκές τάξεις. Ο μεγάλος κύκλος αυτός ενσωμάτωσης έκλεισε με την μεταβολή τόσο του ΠΑΣΟΚ, αρχικά, όσο και του ΣΥΡΙΖΑ στην συνέχεια σε πρωτοπορία της εθνικής και κοινωνικής σαλαμοποίησης στην οποία υποβάλλεται η χώρα μέσα στην δεκαετία του 2010.

Σα συνέπεια αυτής της διαδικασίας, εμφανίζεται το φαινομενικά παράδοξο σε σχέση με την πολιτική κληρονομιά του Πολυτεχνείου: Όσο επιταχύνεται η φθορά, ο καθεστωτισμός, η μεταμόρφωση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι κατήγγειλαν, άλλο τόσο ενισχύεται εν είδει εξωραϊσμού μια επικοινωνιακή πολιτική που αποσκοπεί στην καπηλεία του Πολυτεχνείου με τελετουργικές παράτες, ψευδοεπαναστατικές ρητορείες και μπόλικη υποκρισία. Την ίδια στιγμή, αντανακλαστικά, κερδίζει έδαφος και ο αναθεωρητισμός στα μεγάλα κοινωνικά ακροατήρια τα οποία επλήγησαν περισσότερο από αυτήν την ενσωμάτωση! Είναι δηλαδή η ίδια η διάψευση των μεγάλων προσδοκιών που καλλιέργησαν αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, και ο τόσο κραυγαλέος τρόπος με τον οποίον αυτή θα συντελεστεί που ενισχύει στο «λίφτινγκ» του μετεμφυλιακού αυταρχισμού, και στη νέα ιδεολογική δυναμική που αυτός εμφανίζει μέσα στις λαϊκές τάξεις -γιατί περί αυτού πρόκειται όταν μιλάμε για «ιστορικό αναθεωρητισμό της δικτατορικής περιόδου».

Τι κι αν ιστορικά, η εξέγερση υπήρξε μάλλον αυθόρμητη, με την έννοια ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ενεργών αντιστασιακών οργανώσεων την αντιμετώπισαν με μεγάλη επιφύλαξη, αν όχι με ανοιχτή εχθρότητα, κατά τις πρώτες ημέρες του ξεσπάσματος της, και μάλλον θα πρέπει να πιστωθεί σε όσους την πραγματοποίησαν, αλλά και στον κόσμο που αψήφησε τις προειδοποιήσεις του καθεστώτος και έσπευσε να τους υποστηρίξει;

«Τα γεγονότα δεν αποκτούν τις διαστάσεις τους την ώρα που τελούνται» μας λέει ο Κλείτος Κύρου. Για αυτό με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, η οποία ας μην ξεχνάμε ότι συντελέστηκε κουτσουρεμένα, δια του ακρωτηριασμού μέσω της τραγωδίας της Κύπρου, και όχι με κάποια επαναστατική ανατροπή του ίδιου του δικτατορικού καθεστώτος, ένας ανταγωνισμός προέκυψε για την οικειοποίηση της ίδιας της εξέγερσης, για να μεταβληθεί έτσι αυτή, σταδιακά, σε «παραταξιακό γεγονός», κάτι που ιστορικά δεν υπήρξε*.

Υπάρχει και μιαν άλλη διάσταση πίσω από την καπηλεία που αξίζει να θίξουμε εδώ, με αφορμή και τα 100 χρόνια από την πραγματοποίηση της Σοβιετικής Επανάστασης: Η γενική επιρροή που έχει μέσα στις οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς, ο λενινισμός ως κυβερνητική των εξεγέρσεων, μια πρακτική μέθοδος δηλαδή για την απαλλοτρίωση της κινητοποίησης των μαζών από τα ίδια τους τα χέρια, την ιδιοποίησή της με σκοπό την απόσπαση της πολιτικής τους υπεραξίας «για την παράταξη».

Βεβαίως, το γεγονός της ενσωμάτωσης δεν αφορά μόνο στις κομματικές ηγεσίες, και όλο αυτό το προσωπικό που έπαιξε ρόλο εξουσιαστή τις τελευταίες δεκαετίες με καταστροφικά αποτελέσματα. Είναι και ενσωμάτωση μιας ολόκληρης πολιτικής γενιάς που θα φθαρεί, ή ακόμα και θα διαφθαρεί ανεπανόρθωτα μέσα από την άνοδό του στην μεταπολιτευτική κλίμακα της κοινωνικής ιεραρχίας -γεγονός που θα καταστήσει τον αντίκτυπο της ενσωμάτωσης πολύ μεγαλύτερος, καθώς δεν περιορίζεται μόνον στρατηγικά υψώματα της εξουσίας.

Αυτό το περίεργο αντιθετικό δίδυμο ενσωμάτωσης/καπηλείας και αναθεωρητισμού, ωστόσο, υποδεικνύει μια βαθύτερη παρακμή, καθώς ήδη από την λειτουργία του μαρτυράει γενικότερη έλλειψη προοπτικής: Καπηλεία και αναθεώρηση δεικνύουν αντιδράσεις χαμηλότατου πολιτικού επιπέδου σε σύγκριση με τα τωρινά διακυβεύματα που αντιμετωπίζει η χώρα, καθώς κυριολεκτικά κρίνεται η ύπαρξή της. Πράγμα που απαιτεί τομές μεγάλης κλίμακας, μια γενική υπέρβαση της ιδεολογικής ατμόσφαιρας της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, και όχι έναν «φονταμενταλισμό του εμφυλίου» ο οποίος εγγυάται μόνο μια επιφανειακή εκτόνωση του αρνητικού δυναμικού που έχει συσσωρευτεί από την γενική χρεοκοπία διακυβέρνησης των πολιτικών ελίτ, δια του εικονικού ή πραγματικού αλληλοσπαραγμού. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου, ότι οι ιστορικές στιγμές στις οποίες μας καλούν να επιστρέψουμε εν είδει «λύση» του ελληνικού δράματος, ο εμφύλιος ως αποκορύφωμα ενός κατασκευασμένου «ψευδοταξικισμού» ή η δικτατορία ως καθεστώς-ιδεότυπος του μετεμφυλιακού αυταρχισμού αποτελούν στην πραγματικότητα ορόσημα για την εθνική και κοινωνική καταβύθιση της χώρας, και προφανώς όχι για την σωτηρία της:

Έτσι για το τέλος, ας γίνουμε κοινότοποι: Το «παλιό πεθαίνει», και καθώς το «νέο» αδυνατεί ακόμα να εμφανιστεί, ζούμε την εποχή των «τεράτων». Αν ποτέ τα υπερβούμε, δίχως άλλον έναν 'κύκλο' εθνικών καταστροφών, θα μπορέσουμε να ξαναγίνουμε «ωραίοι σαν Έλληνες», και τότε, θα αποκατασταθούν και τα γεγονότα εκείνου του τριημέρου στις διαστάσεις που τους πρέπουν.-

* Αντίθετα, αν κάπου απηχεί ο λόγος, «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», τα σύμβολα που επελέγησαν από την ίδια την κατάληψη, όπως η ελληνική σημαία στις πύλες του ιδρύματος, οι θεματικές που έθιξε -η Κύπρος ως αναφορά του πατριωτισμού, το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη, η χειραφέτηση της χώρας από ξένους και εγχώριους δυνάστες- είναι από τις αντιστασιακές παραδόσεις του ίδιου του λαού, που θα σφυρηλατηθούν σταδιακά μέσα στο πέρασμα στους νεώτερους χρόνους, από τον αγώνα για επιβίωση ενάντια στην Φραγκοκρατία και την Οθωμανοκρατία, από την εθνικοαπελευθερωτική εμπειρία, τους αγώνες για Σύνταγμα και χειραφέτηση από την ξένη εξάρτηση. Και ταυτόχρονα, βέβαια, υπήρξε αγώνας των ανθρώπων που έζησαν εκείνη την δεκαετία, επηρεασμένοι καθοριστικά από το επαναστατικό πνεύμα που θα ξεπηδήσει από τις περιπέτειές της.

Δημοφιλή