Ήμουν νεοναζί. Τι μπορούμε να κάνουμε για τον εξτρεμισμό

Το να απορρίπτεις ανθρώπους που έχουν ερωτήματα για μεταναστευτικά ζητήματα, όση άγνοια και αν μπορεί να δείχνει το σημείο έναρξης της συζήτησης, δεν είναι η λύση. Αν δεν συζητήσουμε αντί να τους καταστέλλουμε, τους οδηγούμε σε αυτούς που είναι ακραίοι. Όλοι θέλουν να τους ακούσουν, ακόμα και αν αυτός που τους ακούει έχει ξυρισμένο κεφάλι και σβάστικα στο χέρι.
STEVE KAGAN VIA GETTY IMAGES

Ας αρχίσουμε λέγοντας ότι ήμουν νεοναζί. Ξέρω κάποια πράγματα για τις ακροδεξιές εξτρεμιστικές ομάδες. Πίναμε, συγκρίναμε συλλήψεις όπως στο Pokemon Go και κακολογούσαμε όσους δεν ήταν λευκοί. Τελικά ξέφυγα με τη βοήθεια επαγγελματιών και τη στήριξη της οικογένειάς μου. Και, όπως ένας πρώην καπνιστής που «καθαρίζει», ο λίγος καιρός που πέρασα σε μια ακροδεξιά εξτρεμιστική οργάνωση με έχει κάνει από τότε να απορρίπτω αυτό που αντιλαμβάνομαι ως αδιαλλαξία με κάθε δυνατό τρόπο.

Ορίστε μια πολύτιμη συμβουλή από κάποιον που ξέρει: Το να διαφωνείς επιχειρηματολογώντας με έναν νεοναζί απλά ενισχύει τις πεποιθήσεις του. Έχω βρεθεί σε αυτή τη διαβολεμένη θέση αρκετές φορές και έχω συνηθίσει να νιώθω ότι θίγομαι.

Η πρόσφατη άνοδος του ακροδεξιού εξτρεμισμού, αν και φαίνεται πως είναι (εδώ και καιρό) σε εξέλιξη, προκάλεσε έκπληξη στην αριστερά και το συρρικνούμενο κέντρο. Με τo One Nation στις προηγούμενες εκλογές και τώρα τον Τραμπ (ή μήπως θα έπρεπε να πω ο Μπάνον;) ήλπιζα πως, όπως και εγώ, ο κόσμος είχε περάσει τη φάση της μανίας με τον εξτρεμισμό. Όταν τον εξετάσεις στη βάση του, ο εξτρεμισμός είναι γοητευτικός στην απλότητά του. Όπως είχε πει ο Κλιντ Ίστγουντ, «εσύ έχεις τη θέση σου, και αυτό είναι. Δεν χρειάζεται και πολλή σκέψη. Και όταν πας αρκετά μακριά στα δεξιά, συναντάς τους ίδιους ηλίθιους να έρχονται από τα αριστερά».

Ίσως ο σκεπτικισμός μου απέναντι στις τολμηρές φιλοδοξίες των φαινομενικά ομοϊδεατών One Nation και Τραμπ να αντικατοπτρίζει ένα επίπεδο ηθελημένης άγνοιας, ή ενδεχομένως μια λανθασμένη πίστη στην έμφυτη «καλοσύνη» του κόσμου στον οποίο ζούμε. Μπορείτε να κατηγορήσετε τα social media ότι με μόνωσαν απέναντι στην προεκλογική πραγματικότητα, αλλά όταν οι εξώφθαλμα ρατσιστικές πολιτικές τους επιδοκιμάζονται από τόσους πολλούς στο εκλογικό σώμα, πρόκειται για πλήγμα. Η πρόσφατη ανακοίνωση της απόφασης του Φιλελεύθερου κόμματος στη Δυτική Αυστραλία για το One Nation ήταν ένα επιπλέον χτύπημα.

Αλλά ήταν επίσης και «καμπανάκι». Αγνοώντας το ενδεχόμενο αυτό, περιφρονώντας τις αντιλήψεις τους, εγώ, όπως και πολλοί άλλοι που βρίσκονται πολιτικά στην ίδια πλευρά με εμένα, το μόνο που έκανα ήταν να αποξενώνω περισσότερο αυτούς που ίσως να είχαν παραμείνει μετριοπαθείς. Οι κραυγές μας περί «άγνοιας» και «ηλιθιότητας» τους έκαναν να υποστηρίξουν στους επίδοξους πολιτικούς ηγέτες που, όπως ένιωσαν, εξέφραζαν τους προβληματισμούς τους.

Ίσως να ήταν λάθος που εξεπλάγην. Άλλωστε, τουλάχιστον βάσει των αυστραλιανών μεταναστευτικών πολιτικών, κλίνουμε όλο και περισσότερο προς τα δεξιά, περιλαμβανομένων και των δύο μεγάλων κομμάτων. Όταν το Εργατικό Κόμμα και το One Nation συμφωνούν στην επεξεργασία (μεταναστών) πέρα από τις ακτές μας, δεν υπάρχει πολύ περιθώριο στο φάσμα. Η προσπάθεια να φτιάξουμε το σύστημά μας κινούμενοι πίσω προς το κέντρο ίσως να είναι δύσκολο πράγμα. Οι πολιτικοί μας είναι άνοστοι- χωρίς τις πιο περίεργες ιδέες τους, από τι θα πιάνονταν οι Αυστραλοί;

Είτε μας αρέσει είτε όχι, η αριστερά δεν έχει κάνει και πολλά για να έρθει σε επαφή με δυνάμει ακροδεξιούς εξτρεμιστές. Ή, για την ακρίβεια, με οποιονδήποτε έχει απόψεις που δεν ανήκουν στην αριστερά. Είμαστε πολύ οργισμένοι, πολύ κυνικοί, ίσως και πολύ «αφ'υψηλού» ή συγκαταβατικοί.

Όταν η ηλικιωμένη Ντόρις ή ο γερο- Τζακ αναρωτιούνται φωναχτά εάν θα έπρεπε να ανησυχούν για αυτούς τους περίεργους μουσουλμάνους τρομοκράτες που βλέπουν στις τηλεοράσεις τους, επειδή, άλλωστε, εκεί είναι το μόνο μέρος όπου έχουν δει μουσουλμάνο, αντί να μιλήσουμε μαζί τους αρχίζουμε να τους φωνάζουμε, προσάπτοντας χαρακτηρισμούς, σίγουροι για την ηθική υπεροχή μας.

Και, ακόμα χειρότερα, ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, ο Μπιλ Σόρτεν ρωτούσε τους καταναλωτές ποιο είναι το αγαπημένο τους είδος μαρουλιού. Ή εκείνη η απαίσια στιγμή όπου προσποιήθηκε ότι καταλαβαίνει τους millennials, φωνάζοντας «νομίζω πως η Αλίσια Σίλβερστοουν θα παίξει τον Γκρεγκ Χαντ στην ταινία Clueless». #Neverforget.

Το να απορρίπτεις ανθρώπους που έχουν ερωτήματα για μεταναστευτικά ζητήματα, όση άγνοια και αν μπορεί να δείχνει το σημείο έναρξης της συζήτησης, δεν είναι η λύση. Αν δεν συζητήσουμε αντί να τους καταστέλλουμε, τους οδηγούμε σε αυτούς που είναι ακραίοι. Όλοι θέλουν να τους ακούσουν, ακόμα και αν αυτός που τους ακούει έχει ξυρισμένο κεφάλι και σβάστικα στο χέρι.

Όπως έχει πει η Αλάνα Κόνερ του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, «το να λέμε σε ανθρώπους ότι είναι ρατσιστές, σεξιστές και ξενοφοβικοί δεν θα οδηγήσει πουθενά. Είναι ένα πολύ απειλητικό μήνυμα. Ένα από αυτά που ξέρουμε από την κοινωνική ψυχολογία είναι πως όταν οι άνθρωποι νιώθουν πως απειλούνται δεν αλλάζουν, δεν ακούν».

Αν σας ενδιαφέρει πραγματικά να μειώσετε τον εξτρεμισμό, τότε πρέπει να μειώσουμε αυτούς που ωθούνται στα άκρα. Συζητώντας και ενημερώνοντας, αντί να βάζουμε ταμπέλες και να προσβάλλουμε, αναπτύσσουμε και ενισχύουμε αυτό που κάνει μεγάλη την Αυστραλία: Το μετριοπαθές κέντρο. Ένα μέρος όπου λογικές αριστερές και δεξιές ιδέες μπορούν να αναπτύσσονται και όπου ο εξτρεμισμός δεν έχει θέση.

Δημοφιλή