Τα «παράθυρα» ευκαιρίας για τη λύση του Κυπριακού

«Παράθυρα ευκαιρίας» για την λύση του Κυπριακού προβλήματος υπήρξαν πολλά μέχρι σήμερα και γενικότερα η παρουσία (πραγματικών ή υποθετικών) ευμενών συγκυριών δεν είναι ο σημαντικότερος παράγων για την εξεύρεση μιας κοινά αποδεκτής λύσης. Στην πράξη, λύση επέρχεται όταν το κόστος της μη λύσης για την ισχυρότερη χώρα είναι μεγαλύτερο από το κόστος της λύσης ή όταν η ασθενέστερη χώρα υποχωρεί άτακτα.
Andrei Troitskiy via Getty Images

Οι δικοινοτικές συνομιλίες υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος έχουν πια εντατικοποιηθεί: από τις 23.08.2016 μέχρι τις 14.09.2016 θα πραγματοποιηθούν συνολικά 7 συναντήσεις του Κύπριου Προέδρου Αναστασιάδη με τον Τουρκοκύπριο Πρόεδρο του ψευδοκράτους Ακιντζί, ενώ λίγες ημέρες μετά, οι δύο ηγέτες θα παρευρεθούν στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Στο σκηνικό αυτό, οι πιέσεις προς την Κυπριακή πλευρά για περαιτέρω υποχωρήσεις εντείνονται, με απροσδιόριστα προς το παρόν αποτελέσματα, αφού o Πρόεδρος της Κύπρου ανακοίνωσε ότι δεν θα υπάρξει ενημέρωση των πολιτών, πριν το τέλος αυτών των συναντήσεων.

Επιφυλασσόμενοι για μια μελλοντική παρουσίαση του περιεχομένου των μέχρι τώρα συνομιλιών, υπενθυμίζουμε το πλαίσιο στο οποίο αυτές διεξάγονται:

  1. Το «Κυπριακό πρόβλημα» είναι ουσιαστικά ζήτημα παράνομης κατοχής του νησιού από τον Τουρκικό στρατό και εποικισμού του από Τούρκους εποίκους. Με βάση το διεθνές δίκαιο, και οι δύο αυτές πράξεις είναι παράνομες εις το διηνεκές, δηλαδή δεν εξασφαλίζουν νομιμοποίηση, όσα χρόνια και αν περάσουν, εκτός και εάν γίνουν αποδεκτές ηθικά και νομικά από την Κυπριακή Δημοκρατία και τους Κύπριους πολίτες.
  2. Η βασική συνιστώσα του προβλήματος αφορά την εθνοκάθαρση κατά των Ελληνοκύπριων στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο. Παράλληλα, θύματα του κατοχικού καθεστώτος είναι και οι Τουρκοκύπριοι, από τους οποίους πολλοί έχουν καταφύγει σε άλλες χώρες. Σε συνδυασμό με τον συνεχιζόμενο εποικισμό, στο κατεχόμενο τμήμα υπερτερούν πλέον αριθμητικά οι Τούρκοι έποικοι.
  3. Ο εποικισμός αλλά και ο σχηματισμός δύο συνιστωσών οντοτήτων με υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελούν τα μέσα με το οποίο η Τουρκία επιδιώκει να επιτύχει τον έλεγχο ολόκληρου του νησιού, σύμφωνα με τους στρατηγικούς της στόχους και με την βοήθεια ξένων πολιτικών και διπλωματών, που εξ αιτίας μιας κοντόφθαλμης ψυχροπολεμικής θεώρησης ή για λόγους προσωπικών συμφερόντων υποστηρίζουν ή ανέχονται τους σχεδιασμούς της.
  4. Η απουσία μιας μακρόχρονης και συνεπούς πολιτικής από τους Κύπριους και Έλληνες πολιτικούς, δεν επέτρεψε την απόκρουση των Τουρκικών σχεδιασμών. Οι Κυπριακές κυβερνήσεις μετά την Τουρκική εισβολή, κατάφεραν να ανακουφίσουν τον πόνο των προσφύγων και να οικοδομήσουν μια ακμάζουσα οικονομία, δεν μπόρεσαν όμως να αντιδράσουν αποτελεσματικά στα τετελεσμένα της Τουρκικής κατοχής. Την ίδια εποχή, η Ελλάδα ήταν απασχολημένη στο δικό της όνειρο του άκρατου καταναλωτισμού.
  5. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, εντέχνως εμφανίζεται ως μόνη λύση προκειμένου να «αποφευχθούν τα χειρότερα», οι αμοιβαίες υποχωρήσεις. Όμως, ο κανόνας του συμβιβασμού «δίνω για να πάρω» δεν είναι απόλυτος, ούτε τα αποτελέσματα της εφαρμογής του προβλέψιμα. Η τεχνική της διαπραγμάτευσης προϋποθέτει «κόκκινες γραμμές», γνώση των κανόνων και ικανούς διαπραγματευτές. Η ύπαρξη ενός εναλλακτικού σχεδίου για την περίπτωση που η διαπραγμάτευση αποτύχει είναι αναγκαία γιατί, μεταξύ άλλων, προσδίδει διαπραγματευτική ισχύ.
  6. «Παράθυρα ευκαιρίας» για την λύση του Κυπριακού προβλήματος υπήρξαν πολλά μέχρι σήμερα και γενικότερα η παρουσία (πραγματικών ή υποθετικών) ευμενών συγκυριών δεν είναι ο σημαντικότερος παράγων για την εξεύρεση μιας κοινά αποδεκτής λύσης. Στην πράξη, λύση επέρχεται όταν το κόστος της μη λύσης για την ισχυρότερη χώρα είναι μεγαλύτερο από το κόστος της λύσης ή όταν η ασθενέστερη χώρα υποχωρεί άτακτα.
  7. Παραχωρήσεις που γίνονται κατά την διάρκεια διαπραγματεύσεων που δεν καταλήγουν σε συμφωνία, αν και νομικά δεν έχουν ισχύ, στην πράξη έχουν ιδιαίτερο ειδικό βάρος, δεδομένου ότι η επόμενη διαπραγμάτευση συνήθως ξεκινά από το σημείο που σταμάτησε η προηγούμενη. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται μεγάλη προσοχή.
  8. Η πικρή εμπειρία δείχνει ότι η εφαρμογή μιας μη λειτουργικής λύσης, όπως αυτή που είχε αποτυπωθεί στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960 ή πιο πρόσφατα, στο «τεχνητό» Σύνταγμα της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης αποτελεί πηγή προβλημάτων και προστριβών, που υπονομεύουν την ειρηνική συνύπαρξη διαφορετικών εθνικών κοινοτήτων. Επίσης, είναι σαφές ότι, σε περίπτωση που κάποια ρύθμιση έχει κενά ή δεν είναι με σαφήνεια καθορισμένη, αποβαίνει πάντα σε βάρος του πιο αδύναμου.

Υπό τις πιο πάνω συνθήκες, η Κυπριακή πλευρά αναπόφευκτα οδηγήθηκε σε μια σειρά από παγίδες, όπως:

  • Παρά το γεγονός ότι η Δημοκρατία της Κύπρου, τυπικά τουλάχιστον, εκφράζει και τους Τουρκοκύπριους, δεν μπόρεσε να τους υπερασπίσει αποτελεσματικά από τις πιέσεις των εκπροσώπων του ψευδοκράτους - εντολοδόχων της Τουρκίας. Θυμίζουμε ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι στην μεγάλη τους πλειοψηφία απόγονοι εξισλαμισμένων Κυπρίων και επί πολλές γενεές ζούσαν ειρηνικά με τους χριστιανούς συμπατριώτες τους.
  • Η μη ικανοποίηση από την Τουρκία των προαπαιτούμενων κυπρογενών της υποχρεώσεων απέναντι στην Ε.Ε., όπως είναι η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν αποτέλεσε το εφαλτήριο άσκησης περαιτέρω πιέσεων της Ε.Ε. προς την χώρα αυτή. Όμοια, η μη συμμόρφωση της Τουρκίας στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), για την καταβολή αποζημιώσεων, δεν έγινε δυνατό να οδηγήσει στην περιθωριοποίησή της.
  • Παρά τα σημαντικά στοιχεία που μπορούν να στοιχειοθετήσουν μια αγωγή κατά της Τουρκίας για εγκλήματα πολέμου και εθνοκάθαρση, καθώς και για την συστηματική αρπαγή ή καταστροφή των αρχαιοτήτων και πολιτιστικών θησαυρών που μαρτυρούν την προαιώνια παρουσία του Ελληνισμού στο νησί, δεν έχει τεθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία στα διεθνή όργανα ζήτημα ευθυνών της Τουρκίας.

Αντί της δημόσιας συζήτησης των ανωτέρω, τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε μια εντεινόμενη επικοινωνιακή προσπάθεια, με επιχειρήματα που προβάλλονται από τους διεθνείς κυρίως υποστηρικτές των πιο πάνω σχεδίων. Τα επιχειρήματα αυτά απευθύνονται κυρίως στο θυμικό των Κυπρίων και απέχουν από την πραγματικότητα, αφού τους προτρέπουν:

  • Να είναι ανοιχτοί στην πολυπολιτισμικότητα. Ανάλογη εφαρμογή στην περίπτωση της Γαλλίας, ενδεχομένως θα ισοδυναμούσε με την εγκατάσταση στο Στρασβούργο (πρωτεύουσα της Αλσατίας, που τα τελευταία 150 χρόνια άλλαξε 4 φορές εθνικότητα) ενός Γαλλο-γερμανικού οργανισμού, αντί για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρώπης και το ΕΔΑΔ.
  • Να αποδείξουν ότι οι Χριστιανοί μπορούν να ζήσουν μαζί με τους μουσουλμάνους, σε μια χώρα που συγκυβερνούν οι μουσουλμάνοι. Αυτή η επιλογή όμως δεν δόθηκε στις Χριστιανικές κοινότητες της Μέσης Ανατολής, που βρίσκονται υπό εξαφάνιση.
  • Να αποδεχθούν τις καλές προθέσεις της Τουρκίας, παρά τον αυταρχικό τρόπο που το καθεστώς Ερντογάν, που κατευθύνει την πορεία των διαπραγματεύσεων, φέρεται σε μειονότητες (Κούρδοι), σε γειτονικές χώρες (Συρία, Ιράκ), ακόμα και στους Τούρκους που διαφωνούν πολιτικά με τις επιλογές του.

Τέλος, στο κατ' αρχήν εύλογο ερώτημα, πώς είναι δυνατόν να σταματήσουν τα τετελεσμένα εάν δεν πραγματοποιηθεί, το συντομότερο, ένας συμβιβασμός, σημειώνω ότι ένας προβληματικός συμβιβασμός αποτελεί αιτία περαιτέρω προβλημάτων, ενώ η επιδείνωση της κατάστασης, εφόσον παραμένουμε αδρανείς, είναι απλά μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Δημοφιλή