Ο ορισμός της αριστοτελικής μεσότητας

Οτιδήποτε ταυτίζεται με το υπερβολικό, το διογκωμένο, το πληθωρικά ακραίο που δεν αυτοπεριορίζεται και δεν περιστέλλεται, όχι μόνο δεν περιέχει την έννοια του μέτρου, αλλά την καταργεί ολοσχερώς. Απ' την άλλη πλευρά, ό,τι παραμονεύει στην αντίπερα όχθη, δηλαδή στην έλλειψη, είναι το αντίζυγο της υπερβολής. Εξαιτίας της, επίσης, κλυδωνίζεται η έννοια του μέτρου. Το ανθρώπινο πνεύμα χρειάζεται να ξαναποτιστεί από τις αρχές του, τη σκέψη των ορίων. Αν κάθε σκέψη, κάθε δράση που ξεπερνά ένα ορισμένο σημείο και αγγίζει το άκρον άωτον της αυταπάρνησής της, τότε πρέπει να υπάρχει πράγματι ένα μέτρο των πραγμάτων και του ανθρώπου.
PanosKarapanagiotis via Getty Images

Αυτό που διαχωρίζει την ανθρώπινη φυλή από το λοιπό ζωικό βασίλειο είναι η λογική και ο λόγος, στοιχεία που a priori επιδιώκουν την ισορροπία και τη συμμετρία, αρνούμενα καθετί το ακραίο, το υπερβολικό ή το ελλειπτικό. Η «Νόηση», γράφει ο Λαζαρος Μπίκελ, «είναι η ικανότητα μας να μην ωθούμε μέχρι τα άκρα αυτό που σκεφτόμαστε, ώστε να μπορούμε να πιστεύουμε στην πραγματικότητα.Η κατά προσέγγιση σκέψη είναι η μόνη που γεννά το πραγματικό». Για τον Αριστοτέλη, η ευδαιμονία εναπόκειται στην επιλογή της μέσης οδού μεταξύ δύο ακραίων προοπτικών, της υπερβολής και της έλλειψης. Η μεσότητα αυτή, λοιπόν, συνάδει με την επιταγή του λόγου και της επιστήμης και θεωρείται ο τελικός σκοπός του «ορθώς πράττειν», αποβλέπουσα στην υπέρβαση τόσο των ελλειμματικών ή υπερβολικών συμπεριφορών και πεποιθήσεων, χωρίς να συγκεράζει ή να σμίγει αυτά τα δύο άκρα, στοχεύοντας συνάμα, τινί τρόπω, στην υλοποίηση μίας δυναμικής και αρμονικής ισορροπίας. Κορωνίδα, εξάλλου, της μεσότητας είναι η μαθηματική σκέψη, προσδιοριζόμενη «φύσει» από αμιγώς αντικειμενικά στοιχεία.

Εν προκειμένω, μολαταύτα, αναδύεται στην επιφάνεια το ζήτημα του ορισμού της και ποιος/α καθορίζει την έννοια του μέτρου. Μια πιθανή απάντηση θα μπορούσε να είναι κάποια αρχή, ένα είδος ηθικής εξουσίας που θεσπίζει, δυναμικά ή αυθαίρετα. Ο ίδιος ο Σταγειρίτης φιλόσοφος απαντά πως οι ορίζουσες έννοιες είναι εκείνες που καθορίζουν το νοητικό υπόβαθρο, τις συντεταγμένες του σημείου δηλαδή όπου οριοθετείται η μεσότητα.

Σήμερα, ωστόσο, η λαίλαπα του υπερκαταναλωτισμού που εκ των ων ουκ άνευ αναζωπυρώνεται μέσα από τις σπίθες της υπερβολής, αφήνει πίσω της αποκαΐδια της αριστοτελικής μεσότητας που πια φαντάζει ανοίκεια πραγματικότητα και απέχει παρασάγγας που αυτό που βιώνουμε. Οι καταστάσεις και οι ανθρώπινες συμπεριφορές που αναπτύσσονται στους κόλπους του κοινωνικού «γίγνεσθαι» φέρουν έντονη τη σφραγίδα της υπερβολής. Σε αναζήτηση όλο και υψηλότερων επιδόσεων κατατείνουμε στην υπερδραστηριότητα. Αυτή είναι η τάση της σύγχρονης εποχής, η οποία συνεχώς κερδίζει έδαφος σε όλες τις ηλικίες και τα άτομα, είτε επειδή τα ίδια το επιθυμούν, είτε επειδή υποτάσσονται στις εξουθενωτικές συνθήκες των κοινωνικών δρώμενων. Ένα φαινόμενο, που συνυφασμένο με το ίδιο το DNA μας, εξελίσσεται όλο και περισσότερο, συμπαρασύροντας τον καθένα/καθεμιά στο άρμα των παθολογικών καταστάσεων φυσικής ή ψυχικής εξάντλησης.

Οτιδήποτε ταυτίζεται με το υπερβολικό, το διογκωμένο, το πληθωρικά ακραίο που δεν αυτοπεριορίζεται και δεν περιστέλλεται, όχι μόνο δεν περιέχει την έννοια του μέτρου, αλλά την καταργεί ολοσχερώς.

Απ' την άλλη πλευρά, ό,τι παραμονεύει στην αντίπερα όχθη, δηλαδή στην έλλειψη, είναι το αντίζυγο της υπερβολής. Εξαιτίας της, επίσης, κλυδωνίζεται η έννοια του μέτρου. Το ανθρώπινο πνεύμα χρειάζεται να ξαναποτιστεί από τις αρχές του, τη σκέψη των ορίων. Αν κάθε σκέψη, κάθε δράση που ξεπερνά ένα ορισμένο σημείο και αγγίζει το άκρον άωτον της αυταπάρνησής της, τότε πρέπει να υπάρχει πράγματι ένα μέτρο των πραγμάτων και του ανθρώπου.

Κι όμως... Υπάρχουν στιγμές που καλούμαστε να βροντοφωνάξουμε το αμετάκλητο «Ναι» ή το ηχηρό «Όχι», όπως λέει και ο Καβάφης, επομένως σε αυτές τις περιπτώσεις καταρρίπτεται η ίδια η έννοια της μεσότητας, καταδεικνύοντάς τη ως μια από τις θεωρίες που δεν δύνανται να εφαρμοστούν στην πράξη και παραμένουν απλά στο παρασκήνιο των όποιων κοινωνικών και μη θεωριών.