Ο μύθος, το μυστήριο κι ο Έλληνας του Ισπανικού Τιτανικού

Ο Γιάννης Πλάτων, γεννήθηκε στην Νεα Αλικαρνασσό του Ηρακλείου Κρήτης το 1949, εκεί έζησε τα παιδικά χρόνια μέχρι τις αρχές της εφηβείας. Οι γονείς του, Μιχάλης και Κυριακούλα, ήταν οικογένειες ξεριζωμένων προσφύγων από τη Σμύρνη, αργότερα ο πατέρας του ακολούθησε καριέρα στον στρατό. Στις φλέβες του έτρεχε πάντα θάλασσα, απόδειξη η πρώτη του βουτιά μόλις 10 ετών! Άρπαξε το σκάφανδρο από τον αδελφό της μητέρας του, ο θείος του Γιώργος είχε μια βάρκα, εκείνη την εποχή βουτούσε και έβγαζε στρατιωτικό υλικό, κυρίως άσκαστα βλήματα μέσα από το λιμάνι του Ηρακλείου, αν και η στολή ήταν πολύ μεγαλύτερη για ένα αγόρι της ηλικίας του, όμως δεν εμπόδισε το Γιάννη, αυτή ήταν και η βάφτιση στο επάγγελμα αλλά και το πάθος όλης της ζωής του.

Ήταν ένα Σαββατιάτικο βράδυ, στις 4 Μαρτίου, με αφορμή το καρναβάλι, οι επιβάτες του υπερωκεάνιου ξεφάντωναν, μα οι άμοιροι δεν ήξεραν ότι ήταν το τελευταίο τους γλέντι.

Πρώτα ήρθε εκείνη η απόκοσμη πνιχτή ομίχλη, έπειτα η άγρια βροχή, κυρίως ήταν η θαλασσοταραχή που ανακάτεψε τα ανθρώπινα σώματα κι έκοψε απότομα τη λαμπερή γιορτή.

Ο κόσμος γύρισε βιαστικά στις καμπίνες τους, κούρνιασε στα κρεβάτια του, πόσο θα ήθελαν να αποφύγουν μια τέτοια ταλαιπωρία, δε βαριέσαι, στο τέλος του ωκεανού περίμενε όλους τους επιβάτες, φτωχούς και πλούσιους, μια ολοκαίνουρια φωτεινή ζωή.

Όσο για τους μετανάστες, κυρίως Ιταλούς, που ταξίδευαν παράνομα στα αμπάρια του πλοίου, για αυτούς δεν υπήρχε γλέντι, έτσι κι αλλιώς ήταν το αόρατο και άγνωστο φορτίο του πλοίου που πάλευε φιλότιμα με τους ωκεανούς του πλανήτη!

Χαράματα Κυριακής, 5 Μαρτίου 1916, το ατμόπλοιο PRINCIPE DE ASTURIAS βυθίστηκε στις ακτές της Βραζιλίας κι από τότε η τραγωδία έμεινε ως ο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ της Ισπανίας!

Γιατί άραγε άλλαξε πορεία και βρέθηκε τόσο κοντά στη στεριά;

Ανάμεσα στους πολλούς επίδοξους ερευνητές και ένας Έλληνας, ο Γιάννης Πλάτων, είναι ο δαιμόνιος μετανάστης, ο δύτης που αφιέρωσε περίπου 4 δεκαετίες από τη ζωή του για να ανακαλύψει τις πιο κρυφές λεπτομέρειες στην υπόθεση 18 ναυαγίων! Εκείνος λοιπόν μας λέει για αυτό το βαπόρι:

«Το PRINCIPE DE ASTURIAS είναι το δεύτερο πολύνεκρο ναυάγιο μετά τον ΤΙΤΑΝΙΚΟ, δεν υπάρχουν καταγεγραμμένοι αριθμοί επιβατών, αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας ότι αυτό ήταν το έκτο ταξίδι του πλοίου και όλες τις προηγούμενες φορές ερχόταν πάντα γεμάτο με 1.890 ανθρώπους! Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα βιβλίο στην Ισπανία, με στοιχεία παρουσιάζει ότι κάποιοι το βούλιαξαν! Υπάρχουν μαρτυρίες που λένε ότι μετέφερε 11 τόνους χρυσό, ήταν χρήματα που χρωστούσε η Ισπανία και είχαν προορισμό την Αργεντινή».

Ποιο ήταν ο Πρίγκιπας της Αστούριας;

Ήταν το μεγαλύτερο, το πιο σύγχρονο, γρήγορο αλλά και το πολυτελέστερο πλοίο του ισπανικού εμπορικού ναυτικού. Είχε χτιστεί στη Γλασκώβη, στα ναυπηγεία του Kingston Rusell & Co, μάλιστα εκεί είχε κατασκευαστεί καιο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ.

Έλεγαν πως σε αυτό το πλοίο είχαν περάσει τις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της θαλάσσιας μηχανικής και δεν ήταν μοναχά η άνεση, πάνω από όλα ήταν η ασφάλεια των επιβατών.

Μπορούσε να μεταφέρει 100 ανθρώπους στην Α' Θέση, από 120 στη Β' Θέση και στην Γ' Θέση, ενώ στα αμπάρια, μα εκεί χωρούσε αντικρυστά και τον έναν πάνω στον άλλον τα πιο μεγάλα ανείπωτα δράματα, εκεί στα σκοτεινά μπορούσε να στοιβάξει 1.500 ψυχές φτωχών μεταναστών.

Είχε πολυτελή σαλόνια, πλούσια βιβλιοθήκη διακοσμημένη σε στιλ Louis XVI, για τους καλούς πελάτες μια όμορφη τραπεζαρία και ευρύχωρα δωμάτια, όλα κατασκευασμένα περίτεχνα και με τα καλύτερα υλικά.

Όπως αναφέρει ο συγγραφέας Francisco García Novell στο ιστορικό βιβλίο του με θέμα το ναυάγιο:

«Μετά από τη δραματική εμπειρία του ΤΙΤΑΝΙΚΟΥ (1912), είχαν προβλέψει σχεδόν τα πάντα, ήταν πολύ αυστηρός και ο νηογνώμονα Lloyd, όμως στο συγκεκριμένο πλοίο είχε χορηγήσει την υψηλότερη βαθμολογία ασφαλείας».

Το παρθενικό του ταξίδι του PRINCIPE DE ASTURIAS πραγματοποιήθηκε στις 15 Αυγούστου 1914, από τη Βαρκελώνη για το Μπουένος Άιρες.

Καπετάνιος ήταν ο 44χρονος Joseph Lotina Abrisqueta, που εργαζόταν ήδη δεκαπέντε χρόνια σε αυτή την εταιρία, σε μια εκδοχή ο ίδιος παρέμεινε μέχρι το τέλος στη γέφυρα και χάθηκε μαζί με το βαπόρι.

Το μοιραίο 6ο ταξίδι σε χώρες μακριά από πόλεμο

Το 140 μέτρων ατμόπλοιο, έλυσε κάβους από τη Βαρκελώνη στις 17 Φεβρουαρίου 1916. Δύο ημέρες αργότερα σταμάτησε στη Βαλένθια, στη συνέχεια αγκυροβόλησε στα λιμάνια της Αλμερία, στο Κάντιθ και το Λας Πάλμας.

Η καταστροφή συνέβη χαράματα, στις 4:20, Κυριακή 5 Μαρτίου του 1916, οι περισσότεροι επιβάτες κοιμόντουσαν και δεν πρόλαβαν ούτε να αντιδράσουν.

Ο μελετητής ισπανικών ναυαγίων Fernando José García Echegoyen, επισημαίνει ότι το χτύπημα στον ύφαλο ήταν τόσο βίαιο που σχίστηκε και άνοιξε ο διπλός πυθμένας της χαλύβδινης γάστρας του πλοίου.

Οι μαρτυρίες των επιζώντων αναφέρουν ότι οι εκρήξεις στον λέβητα συνέβησαν τόσο γρήγορα που η εγκατάλειψη του πλοίου έγινε τόσο άναρχα που δεν πρόλαβαν να χρησιμοποιήσουν ούτε τον ασύρματο, για να μεταδώσουν ένα S.O.S!

Το υπερωκεάνιο ήταν ολοκληρωτικά παραδομένο στη φωτιά και χρειάστηκαν μόνο 5 λεπτά για να γίνει... υποβρύχιο και να παρασύρει στο βυθό άγνωστο αριθμό ανθρώπων.

Ως εκ θαύματος υπήρχαν επιζώντες, 86 μέλη του πληρώματος και 57 από τους επιβάτες, συνολικά 143 άνθρωποι διασώθηκαν από το ατμόπλοιο VEGA, που έφτασε στην περιοχή του ναυαγίου οκτώ ώρες αργότερα.

Ποιο ήταν το φορτίο του;

Ο PRINCIPE DE ASTURIAS, πήρε μαζί και τα μυστικά του, το μόνο βεβαιωμένο φορτίο ήταν ένα αξιόλογο καλλιτεχνικό έργο που μετέφερε στα αμπάρια του.

Το «Μνημείο της Δημοκρατίας», ή όπως ονομαζόταν το «Μνημείο των Ισπανών», ήταν μια εντυπωσιακή κατασκευή που περιελάμβανε 20 αγάλματα και ένα έφιππο ανδριάντα, του επαναστάτη Αργεντίνου στρατηγού και απελευθερωτή της χώρας José Francisco de San Martín y Matorras.

Ήταν ένα δώρο της Ισπανίας στην Αργεντινή, για να σηματοδοτήσει τα 100 χρόνια της ανεξαρτησία που είχε γίνει το 1810.

Το καλλιτεχνικό έργο είχε ξεκινήσει να κατασκευάζεται από το 1908, με στόχο να είναι έτοιμο το 1910, για τη μεγάλη γιορτή, πέρασε όμως από αρκετές δυσκολίες που καθυστέρησαν την υλοποίηση του και η παράδοση δεν έγινε ποτέ. Πρόσφατα ο Έλληνας δύτης Γιάννης Πλάτων ανέσυρε από το βυθό ένα άγαλμα που σήμερα βρίσκεται στην είσοδο του Ναυτικού Μουσείου στο Ρίο Ντε Τζανέιρο.

Εκτός από τα χάλκινα αγάλματα, υπάρχουν αναφορές για τουλάχιστον 40.000 κιλά αδήλωτου χρυσού που μετέφερε το πλοίο, όμως μέχρι σήμερα τέτοιες φήμες δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Ωστόσο στο βιβλίο «Το μυστήριο του Πρίγκιπα της Αστούριας», που γράφτηκε από τον Isidor Prenafeta το 2012, υποστηρίζεται η υπόθεση της συνωμοσίας, στην οποία συμμετείχε ο καπετάνιος του πλοίου, ενώ ως κύρια αιτία για το ναυάγιο την αλλαγή πορείας.

Ο συγγραφέας, που μαθαίνει την ιστορία από τον παππού του, τον ηλεκτρολόγο του πλοίου ο οποίος κατάφερε να σωθεί, αποκαλύπτει ότι βγήκαν από την πορεία τους και πλησίασαν στην ακτή και τότε ο καπετάνιος Lotina άρπαξε τα σεντούκια, μπήκε σε μια βάρκα με το χρυσό και εξαφανίστηκε!

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία ο υποπλοίαρχος, Rufino Onzain, ανέλαβε τη διεύθυνση και τη διοίκηση του πλοίου, όμως δεν μπόρεσε να αποφύγει τη σύγκρουση στους βράχους της Punta Pirabura.

Τίποτε από όλα αυτά δεν έχει αποδειχθεί, όμως το θρίλερ τροφοδοτεί την φαντασία και δίνει στο ναυάγιο ακόμη περισσότερο μυστήριο και άπειρη τραγικότητα!

Επίσημα καταγράφονται τα ονόματα 442 επιβατών, ενώ ο ιστορικός μελετητής και συγγραφέας Francisco García Novell αναφέρει 600 συνολικά επιβάτες, ωστόσο στοιχεία για τους μετανάστες, που γέμιζαν τα αμπάρια, δεν υπάρχουν, αφού για αυτούς δεν υπήρχαν καταγραφές και σε αυτό το ζήτημα σοβαρές υποψίες και σκοτεινές φήμες εξακολουθούν να στοιχειώνουν την ιστορία.

Πίσω από το ναυάγιο κρύβεται και ένας Έλληνας!

Ο Γιάννης Πλάτων, γεννήθηκε στην Νεα Αλικαρνασσό του Ηρακλείου Κρήτης το 1949, εκεί έζησε τα παιδικά χρόνια μέχρι τις αρχές της εφηβείας.

Οι γονείς του, Μιχάλης και Κυριακούλα, ήταν οικογένειες ξεριζωμένων προσφύγων από τη Σμύρνη, αργότερα ο πατέρας του ακολούθησε καριέρα στον στρατό.

Στις φλέβες του έτρεχε πάντα θάλασσα, απόδειξη η πρώτη του βουτιά μόλις 10 ετών! Άρπαξε το σκάφανδρο από τον αδελφό της μητέρας του, ο θείος του Γιώργος είχε μια βάρκα, εκείνη την εποχή βουτούσε και έβγαζε στρατιωτικό υλικό, κυρίως άσκαστα βλήματα μέσα από το λιμάνι του Ηρακλείου, αν και η στολή ήταν πολύ μεγαλύτερη για ένα αγόρι της ηλικίας του, όμως δεν εμπόδισε το Γιάννη, αυτή ήταν και η βάφτιση στο επάγγελμα αλλά και το πάθος όλης της ζωής του.

Το 1960 η οικογένεια Πλάτων μετανάστευσε στο Σάο Πάολο της βραζιλίας, αρχικά ο πατέρας του Γιάννη αγόρασε μηχανήματα και εργάστηκε στην δημιουργία της πόλης Μπραζίλια, στη συνέχεια οι γονείς του έφτιαξαν μια βιοτεχνία ρούχων.

Με την ενηλικίωση μετακόμισε στο Σαν Σεμπαστιάο, άνοιξε ένα εμπορικό κατάστημα, επίσης και μια τουριστική επιχείρηση που την ονόμασε «Μύκονος»!

Στη συνέχεια επένδυσε σε ένα τουριστικό σκάφος, ειδικότερα στον υποβρύχιο πλούτο της περιοχής, έγινε επαγγελματίας δύτης και μελετητής των ναυαγίων κατά μήκος των ακτών της Βραζιλίας, παράλληλα δημιούργησε το Ναυτικό Μουσείο της πόλης Ilhabela, στη Βραζιλία. Σήμερα και τα δυο παιδιά του κάνουν επάγγελμα τη θάλασσα, η κόρη του ασχολείται με εφόδια πλοίων ενώ ο γιος του είναι δύτης.

Ο Γιάννης έχει πραγματοποιήσει εκτεταμένες έρευνες σε 18 ναυάγια που έχουν γίνει στην περιοχή, άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι ονομάζεται και Τρίγωνο των Βερμούδων της Βραζιλίας!

Από τις εκατοντάδες βουτιές του ξεχωρίζουν οι έρευνες στα πλοία: CAMPOS (βυθίστηκε 23 Οκτ 1943), THERASINA ((βυθ. 3 Φεβρ. 1919), GUARANY ( βυθ. Οκτ 1913), ELIHU B. WASHBURNE (βυθ. 3 Ιουλίου 1943), CREST (βυθ. 12 Δεκ 1882), DART (βυθ. 11 Σεπτ 1884), HATHOR (βυθ. 24 Μαρτ. 1909), CONCAR (βυθ. 29 Οκτ 1959), VELASQUEZ (βυθ. 12 Οκτ 1908). Ξεχωρίζουν όμως το πάθος και οι αμέτρητες βουτιές του στο κουφάρι του PRINCIPE DE ASTURIAS!

Περίπου δυο δεκαετίες αφιέρωσε από τη ζωή του στο «κοσκίνισμα» των συντριμμιών του ισπανικού υπερωκεάνιου, όπως ο ίδιος μας αποκαλύπτει:

«Βυθίστηκα βαθιά στην ιστορία αυτής της τραγωδίας, δεν ήταν εύκολο, γιατί είναι ανοιχτό πέλαγος και η έρευνα είχε πάρα πολλές δυσκολίες. Όμως έψαξα για χρόνια για ήθελα να καταλάβω όχι μόνο τη φρίκη του ναυαγίου, αλλά τις μυστηριώδεις ιστορίες που έκρυβαν οι επιβάτες, κάποιες σχεδόν απίστευτες, μα όλα παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Στο μουσείο της πόλης σήμερα υπάρχουν περισσότερα από 1.500 αντικείμενα, από ταμειακές μηχανές της εποχής, κουτάλια και πηρούνια, μέχρι μια μάσκα για το καρναβάλι, όμως χρυσά νομίσματα δεν βρήκα!

Η Ilhabela είναι ένα μαγικό μέρος, το οποίο κάποτε ήταν ένα σημείο συνάντησης για τους πειρατές, ο μυστικός τόπος των όπου γης λαθρεμπόρων!»

Ένα από τα τελευταία ναυάγια στην περιοχή της Ilhabela του Σαν Σεμπαστιάν είναι και το 225 μέτρων τάνκερ ελληνικών συμφερόντων ALINA P.

Στις 30 Δεκεμβρίου 1991, ήταν Δευτέρα, όταν ολόκληρη η πόλη Άγιος Σεβαστιανός ετοιμαζόταν για την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, στην περιοχή υπήρχαν και αρκετοί τουρίστες, όμως το μόνο που δεν περίμεναν ερχόμενοι στο κανάλι του Σαν Σεμπαστιάν, στην παραλία Barequeçaba, ότι θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με μια καταστροφή.

Πρωταγωνιστής ενός ακόμη ναυτικού δράματος ήταν το ALINA P, ένα πλοίο 54.000 τόνων, που κατασκευάστηκε το 1965 στο Cadiz της Ισπανία.

Το τάνκερ, ιδιοκτησίας της ελληνικής εταιρίας Polembros Shipping Co, είχε σημαία Κύπρου και ήταν ναυλωμένο στην Petrobras από το 1986, μεταφέροντας αργό πετρέλαιο.

Οι εκρήξεις ήταν τόσο δυνατές που αναστάτωσαν τη μικρή πόλη, έπειτα ήρθε η φωτιά, όμως οι κάτοικοι είναι μαθημένοι, περισσότερα από 100 ναυάγια έκαναν φωλιές, σα να αποφάσισαν να μείνουν για πάντα στην κοντινή περιοχή.

Ο Γιάννης Πλάτων είναι ο χαρακτηριστικός Έλληνας μετανάστης που αγωνίστηκε και διέπρεψε στο νέα του πατρίδα, είναι χαρακτηριστικό ότι του ανατέθηκαν πολλές και σημαντικές θέσεις, ήταν πρόεδρος στον τοπικό εμπορικό σύλλογο, στην επιτροπή τουρισμού, αλλά και στις ομάδα υποβρυχίων δραστηριοτήτων. Ενώ το 2007 αναγνωρίστηκε το έργο του και του δόθηκε ο τίτλο του «Πολίτη του Σαν Σεμπαστιάν»! Το 2010 ο Γιάννης Πλάτων ίδρυσε το Ναυτικό Μουσείο της πόλης! Όπως ο ίδιος τονίζει: «Ένα ναυάγιο δεν τελειώνει στο βυθό της θάλασσας, ένα ναυάγιο είναι μια κλειστή κάψουλα που ταξιδεύει ανενόχλητη από το χρόνο. Είναι σαν να μεταφερόμαστε και να ξαναζούμε σε μια περασμένη εποχή! Ο πλούτος των Ναυτικών μουσείων είναι ανεκτίμητος».

Αν κάτι τον έκανε να ξεχωρίσει είναι η θαλασσινή φύση του, η αυθεντική σχέση του Έλληνα με τη θάλασσα, αλλά και η μετουσίωση των θαλασσινών αξιών σε γνώση, με ταυτόχρονη προσπάθεια να περάσει στις επόμενες γενιές.

Μπορεί να μετρά περίπου 60 χρόνια στη μακρινή Βραζιλία όμως μιλάει πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, θυμάται τους φίλους του και τις γειτονιές στην Κρήτη, εκεί που έμαθε να περπατά, να κολυμπά και να παίζει παιγνίδια, πάνε πολλά χρόνια από τότε που επισκεφθηκε την Ελλάδα, όμως για το 2017 σχεδιάζει ένα μεγάλο ταξίδι στα μέρη μας. Θέλει, όπως μας λέει, να συναντήσει, ακόμη μια φορά, ότι απέμεινε από εκείνα τα πολύ όμορφα χρόνια, να ξαναζήσει έστω για και λίγο το Αιγαίο!