Εσύ απολαμβάνεις την ανταπόδοση που αξίζει στις γραφές σου;

Το ερώτημα του τίτλου ενδεχομένως και να το χαρακτηρίσεις ως διφορούμενο, μιας και μπορείς να το εκλάβεις είτε στην ηθική πλευρά, είτε στην οικονομική προσέγγιση του θέματος. Όμως ποιος λογοτέχνης καταφέρνει στην εποχή αυτή που οι εκδοτικοί οίκοι δεν διάγουν και τις καλύτερες μέρες, να οικειοποιείται οφέλη πράττοντας αυτό που αγαπά και υπηρετεί; Πριν φτάσουμε στην καρδιά των ερωτημάτων ας αναλογιστούμε την κατάσταση απ' την αρχή: Γράφεις μανιωδώς νύχτα μέρα, αφήνοντας πολλές φορές στην άκρη την κοινωνική σου ζωή. Άραγε αξίζει αυτή η θυσία στο βωμό της μοναχικής έμπνευσης;
Pere_Rubi via Getty Images

Το ερώτημα του τίτλου ενδεχομένως και να το χαρακτηρίσεις ως διφορούμενο, μιας και μπορείς να το εκλάβεις είτε στην ηθική πλευρά, είτε στην οικονομική προσέγγιση του θέματος. Όμως ποιος λογοτέχνης καταφέρνει στην εποχή αυτή που οι εκδοτικοί οίκοι δεν διάγουν και τις καλύτερες μέρες, να οικειοποιείται οφέλη πράττοντας αυτό που αγαπά και υπηρετεί;

Πριν φτάσουμε στην καρδιά των ερωτημάτων ας αναλογιστούμε την κατάσταση απ' την αρχή: Γράφεις μανιωδώς νύχτα μέρα, αφήνοντας πολλές φορές στην άκρη την κοινωνική σου ζωή. Άραγε αξίζει αυτή η θυσία στο βωμό της μοναχικής έμπνευσης; Και τέλος πάντων γιατί γράφεις και πού αποσκοπείς εάν ό,τι πλάθεις δεν βρίσκει την άμεση επικοινωνία σου με το κοινό;

Να μην επεκταθώ βεβαίως και στο είδος γραφής που ο καθείς αφιερώνεται, καθώς γνωρίζω εκ των προτέρων πως τα περισσότερα παράπονα θα τα εισπράξω από τους ποιητές, οι οποίοι πιστεύω πως συναντούν και τις μεγαλύτερες δυσκολίες στην εξάπλωση του έργου τους.

Ό,τι είδος όμως και να γεννιέται από την πένα του λογοτέχνη, είναι γεγονός πως κάποιοι παραμένουν σε όλη τους τη ζωή αθεράπευτα ρομαντικοί υποστηρίζοντας το δόγμα «Γράφω γιατί υπάρχει ένας ουρανός που με διαβάζει, ένα αφτί που με ακούει», όπως είχε σημειώσει στο παρελθόν και ο Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος.

Άλλοι πάλι, ασπάζονται ενδόμυχα τα λόγια του Τζορτζ Όργουελ πως «Όλοι οι συγγραφείς είναι ματαιόδοξοι, εγωιστές και τεμπέληδες. Πίσω όμως από τα κίνητρά τους για την συγγραφή, κρύβεται ένα απίστευτο μυστήριο».

Το σημαντικότερο πρόβλημα που εντοπίζουν στο σύνολό τους οι δημιουργοί είναι το να διαβούν τη «γέφυρα» επικοινωνίας με τους αναγνώστες. Ένας δρόμος που συχνά αποδεικνύεται για μερικούς ως δυσπρόσιτος και αχαρτογράφητος.

Ως συγγραφέας και ο ίδιος, η πρώτη λύση που αντίτεινα πριν χρόνια σ' αυτό το σκόπελο ήταν η συμμετοχή μου σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς ώστε να προσμετρήσω τις δυνάμεις μου. Ωστόσο όπως πολλοί ομότεχνοι παρατηρούν στην πάροδο του χρόνου, κάποιοι απ' τους διαγωνισμούς δεν αποτελούν απαραίτητα και τον αληθή καθρέφτη της ικανότητάς μας.

Γράφοντας ο Στράτος Κοντόπουλος «Περί λογοτεχνικών διαγωνισμών» αναφέρει ενδεικτικά: «...κι έπειτα έρχονται τα βραβεία. Σε πολλές περιπτώσεις μοιράζονται αφειδώς, υπάρχει διαγωνισμός που επιβραβεύει σχεδόν το σύνολο των συμμετεχόντων, κάποιοι άλλοι ζητούν και μία συμμετοχή των δέκα ή είκοσι ευρώ για τα "έξοδα"».

Ας παραθέσω όμως την περίπτωση που κάποιος αποδείχτηκε αρκετά ικανός για να κατακτήσει ένα ή περισσότερα βραβεία. Κατόπιν είναι φυσικό επόμενο να αποταθεί σε κάποιον εκδοτικό οίκο για να προωθήσει το εκάστοτε έργο του. Κάτι που είναι μια διαδικασία χρονοβόρα, καθώς πρέπει να περιμένεις στην καλύτερη των περιπτώσεων τρεις μήνες για να πάρεις απάντηση και ανυπολόγιστο χρόνο ως να δεις το έργο σου εκτυπωμένο στο χαρτί.

Μα ακόμη και να αποτύχεις στα παραπάνω βήματα, θα υπάρχει πάντοτε η λύση της αρθρογραφίας είτε σε δική σου ιστοσελίδα, είτε ως φιλοξενούμενος σε κάποια υφιστάμενη, πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Κάτι όμως που προϋποθέτει τόσο την ευρυμάθεια σου όσο και τον καλό χειρισμό του υπολογιστή για να προωθήσεις ικανοποιητικά τις γραφές και την προσωπικότητά σου.

Τι γίνεται όμως όταν όλες οι παραπάνω δίοδοι επικοινωνίας με τους αναγνώστες είναι κλειστοί για τους δημιουργούς;

Το σίγουρο είναι πως δε τα παρατάς, ιδιαίτερα όταν είσαι βέβαιος για την ποιότητα των έργων σου και παραμένεις αποφασισμένος να κυνηγήσεις το όνειρό σου!

Αναλογίσου πως μόνο τυχαία δεν είχε πει ο Charles Bukowski «Βρες τι είναι αυτό αγαπάς και άφησέ το να σε σκοτώσει».

Οι πρώτες απαντήσεις που έχω να αντιτείνω στα παραπάνω προβλήματα, συνοψίζονται στα εξής:

1) Την ανεξάρτητη έκδοση, με όλο το κόστος να βαραίνει τον δημιουργό.

2) Την υπογραφή συμβολαίου με λογοτεχνικό οίκο που ρητώς αναφέρεται η οικονομική συμμετοχή του συγγραφέα στα έξοδα.

3) Να απευθυνθείς σε άλλου είδους κανάλια προώθησης. Όπως αυτό της ανέξοδης ηλεκτρονικής πλατφόρμας urnovl.co.

Ξεκινώντας με την αυτοέκδοση, τα προβλήματα είναι γνωστά και αφορούν το οικονομικό κόστος για τον συγγραφέα/ποιητή, -αφού ο ίδιος είναι υποχρεωμένος να χρηματοδοτεί και συγχρόνως να πουλά τα αντίτυπα μόνος του με αβέβαιο κέρδος.

Σχετικά με την περίπτωση έκδοσης επί πληρωμή σε εκδοτικό οίκο, αιωρείται μια καταρχήν ασφάλεια λόγο υπογραφής συμβολαίου. Κι αυτό έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την προώθηση του έργου σου σε πάμπολλα συνεργαζόμενα βιβλιοπωλεία. Ωστόσο υπάρχει πάντα τόσο ο παράγοντας «διάθεση στήριξης από μέρους του Εκδοτικού» όσο και το ποσοστό που έχεις συμφωνήσει να λαμβάνεις επί των πωλήσεων.

Τέλος, μια εναλλακτική και εύχρηστη λύση θεωρώ πως είναι η πλατφόρμα www.urnovl.co.

Στην πραγματικότητα αποτελεί μια διαδικτυακή βιβλιοθήκη που μπορείς να καταθέσεις δωρεάν τα έργα σου διατηρώντας συγχρόνως κατοχυρωμένα τα πνευματικά σου δικαιώματα. Σύμφωνα με τους δημιουργούς της στο άμεσο μέλλον θα πάρουν σάρκα και οστά πολλά από τα «Θέλω» των συγγραφέων όσον αφορά την προβολή και την οικονομικό-ηθική εκμετάλλευση του πεζού ή ποιητικού σου λόγου από εσένα τον ίδιο.

Άλλωστε αυτό δεν αναζητούμε; Ένα μέσον να απολαμβάνουμε όσα μας αξίζουν.

Τελειώνοντας, αξίζει πιστεύω να αναφέρω τα λόγια της Αθανασίας Γιασουμή που αφορούν όλους όσους υπηρετούμε την συγγραφή: «Ο συγγραφέας οφείλει να είναι απαλλαγμένος από τον φόβο της κριτικής και την κατάρα τής φιλαρέσκειας. Να είναι, δίχως άλλο, ικανός να ξεσκαρτάρει τα άχυρα από το χρυσάφι στο μέσα του ορυχείο».

«Find what you love and let it kill you» - Charles Bukowski