Γιατί δεν πρόκειται ποτέ ξανά να γράψω πολιτικές απόψεις στο Facebook

Κανείς δεν πρόκειται να αλλάξει τη γνώμη του επειδή εσύ τον αποκαλείς τρελό ή πουλημένο, επειδή τον καλείς να διαβάσει εκείνη την ανάλυση που «εξηγεί την αλήθεια», επειδή προσπαθείς να του εξηγήσεις γιατί ένα ΝΑΙ ή εάν ΟΧΙ οδηγεί στην καταστροφή.
Peter Dazeley via Getty Images

Ήταν λίγες μέρες μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου, τότε που ο καθένας στα social media προσπαθούσε να διαχειριστεί με τον δικό του τρόπο το γεγονός ότι στην Ελλάδα είχαμε για «πρώτη φορά Αριστερά». Αυτό σήμαινε ότι ακόμη και άτομα που κανονικά δεν εξέφραζαν πολιτικές απόψεις στο Facebook ούτε και έγραφαν μακροσκελή, βαθυστόχαστα status στον τοίχο τους, άρχισαν να μοιράζονται ειδήσεις, να γράφουν σχόλια, να κάνουν καυστικό χιούμορ. Ανάμεσά τους και εγώ.

Μια από εκείνες τις ημέρες λοιπόν και ενώ χάζευα τις δημοσιεύσεις των φίλων μου και όσων γενικότερα ακολουθώ στο Facebook, διάβασα αυτό το status: «Πεθαίνω με τα πολιτικά σχόλια ανθρώπων που όλα τα προηγούμενα χρόνια ασχολούνταν μόνο με τις τάσεις της μόδας». Σταμάτησα και έμεινα να το κοιτάω. Ήταν αδύνατο να μάθω εάν εννοούσε (και) εμένα, αλλά η ερώτηση που γεννήθηκε αμέσως στο μυαλό μου ήταν η εξής: «Και επειδή ρε φίλε γνωρίζω τι προτείνει η Chanel για το 2015 σημαίνει ότι δεν είμαι ενημερωμένη και για την πολιτική;».

Η αρχική μου αντίδραση ήταν να θυμώσω - ακόμα και εάν αυτό το σχόλιο δεν πήγαινε σε μένα, ως επιχείρημα ήταν σαφέστατα παιδικό -, στη συνέχεια να γελάσω ειρωνικά και στο τέλος απλώς να στεναχωρηθώ. Να δεχτώ με λύπηση το γεγονός ότι ο διάλογος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναλώνεται στο «εάν δεν είσαι μαζί μου, τότε είσαι εναντίον μου» και θρέφεται από τα πόσα likes και κολακευτικά σχόλια σου κάνουν όσοι φυσικά συμφωνούν ήδη μαζί σου.

Ο λόγος που θεώρησα ότι το εν λόγω status ίσως να αφορούσε και εμένα είναι γιατί εάν ρίξεις μια ματιά στο προφίλ μου στο Facebook και θελήσεις να βγάλεις ένα συμπέρασμα για το ποια είμαι, τότε θα καταλήξεις στο ότι μόνο τρώω, ψωνίζω και βγάζω φωτογραφίες. Είναι επιλογή μου εδώ και χρόνια να μην τοποθετούμαι πολιτικά εκεί, να μην γράφω αναλύσεις στον «τοίχο» μου, να μην μοιράζομαι ειδήσεις γράφοντας από πάνω βαρύγδουπα σχόλια που εκτοξεύουν κατηγορίες και κοροϊδίες προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις που όμως δεν κατονομάζω.

Έχω αποδεχθεί ότι αυτά που ανεβάζω στο Facebook, αλλά και σε Instagram ή Twitter δεν θα μπορέσουν ποτέ να με συστήσουν ως αυτή που πραγματικά είμαι σε κάποιον που δεν με έχει ζήσει ποτέ από κοντά. Γιατί λοιπόν να προσπαθώ να δείξω ότι είμαι ένας άνθρωπος με ουσία και επίπεδο μέσα από την οθόνη ενός υπολογιστή;

Είχα σχεδόν ξεχάσει όλη αυτή την ιστορία και τον λόγο που κρατούσα απόσταση από το εκφράζομαι στο Facebook για κάθε τι που είχε να κάνει με ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ και γενικότερα ελληνικά κόμματα και πολιτική, μέχρι την ημέρα που ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα. Εκείνη την Παρασκευή - ποιος θα την ξεχάσει άλλωστε - είχα γυρίσει σπίτι μετά από μία ατέλειωτη εβδομάδα γεμάτη με ξενύχτια στη δουλειά. Όταν έσκασε η είδηση και αφού είχα ανοίξει φυσικά τον υπολογιστή μου για να δουλέψω από το σαλόνι μου, δεν άντεξα να μην ανεβάσω μερικές δημοσιεύσεις με δικά μου σχόλια στον «τοίχο» μου. Γεμάτα οργή, απορία και αγωνία.

Την επόμενη μέρα ο κόσμος είχε χωριστεί στα δύο. Όλοι έγραφαν υπέρ του ΝΑΙ ή του ΟΧΙ, «φώναζαν» γιατί η δική τους απόφαση είναι σωστή, κατηγορούσαν όσους υιοθέτησαν την αντίθετη με τη δική τους άποψη. Σε μία τόσο εξαιρετική περίπτωση όπως αυτή, μέσα σε μέρες που ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε είχε σταματήσει να υπάρχει και το μέλλον ήταν περισσότερο αβέβαιο από ποτέ, ένιωσα την ανάγκη να τοποθετηθώ μερικές φορές και εγώ.

Γρήγορα όμως θυμήθηκα γιατί έκανα ένα τεράστιο λάθος. Θυμήθηκα ότι τα όσα γράφουμε στο Facebook δεν είναι μια ευκαιρία για διάλογο με όσους έχουν άλλη άποψη από τη δική μας, αλλά η ιδανική αφορμή για παρεξήγηση. Θυμήθηκα ότι όλοι όσοι γράφουν φιλοσοφικές αναλύσεις εκεί το κάνουν, όχι επειδή ουσιαστικά τα πιστεύουν ή τα κάνουν πράξη, αλλά επειδή απολαμβάνουν τα ψηφιακά παλαμάκια από όσους πολύ απλά κάνουν και γράφουν τα ίδια. Θυμήθηκα τέλος, ότι εάν εγώ, που όλο τον χρόνο φωτογραφίζω μπέργκερ, κοκτέιλ και ρούχα, γράψω κάτι, θα είμαι απλώς μια «κλαρινογκόμενα που τώρα θυμήθηκε να το παίξει σοβαρή» -ναι το διάβασα και αυτό, όχι προσωπικά για μένα αλλά ως ένα ακόμη επιχείρημα.

Μέσα σε όλες εκείνες τις μέρες μέχρι να πάμε στο δημοψήφισμα, είδα γνωστούς και φίλους να χάνουν την ψυχραιμία τους στο Facebook, ό,τι και εάν υποστήριζαν. Τους είδα να γράφουν κουβέντες βαριές, να κατηγορούν «δήθεν τυχαία», αλλά στην ουσία ευθέως, να σχολιάζουν ειρωνικά την άποψη του άλλου. Έγιναν ακρότητες, ξέσπασε ένα είδος ψηφιακού εμφυλίου, και οι πληγές ακόμη δεν έχουν κλείσει.

Το αποτέλεσμα; Ότι έγραψε ο καθένας εκεί είχε τόση δύναμη όσο και ένα κουνούπι που πάει να παλέψει με ένα λιοντάρι. Κανείς δεν πρόκειται να αλλάξει τη γνώμη του επειδή εσύ τον αποκαλείς τρελό ή πουλημένο, επειδή τον καλείς να διαβάσει εκείνη την ανάλυση που «εξηγεί την αλήθεια», επειδή προσπαθείς να του εξηγήσεις γιατί ένα ΝΑΙ ή εάν ΟΧΙ οδηγεί στην καταστροφή.

Είναι μάταιο να προσπαθείς να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας σε άτομα που εάν σε δουν έξω ίσως να μην πείτε παραπάνω από ένα «γεια». Είναι εξουθενωτικό να σκέφτεσαι διεξοδικά εάν η επόμενή σου ανάρτηση θα σε κατατάξει στους ποιοτικούς ή στους λαϊκούς και να μένεις εκεί με το δάχτυλο να αιωρείται πριν πατήσεις το «κλικ». Για κάθε έναν που ανεβάζει μια φωτογραφία στην οποία διαβάζει Μπουκόφσκι στη θάλασσα, ενώ παίζει σκάκι, εγώ θα ανεβάζω Jennifer Lopez και στο καπάκι μια φωτογραφία με μία Vogue. Καλύτερα να με πουν χαζή όσοι με ξέρουν μέσω Facebook, παρά όσοι με γνωρίζουν χρόνια.