Άλλο μισθολογικό κόστος και άλλο κατώτατος μισθός

Στη σημερινή οικονομική συγκυρία για να επιβιώσει μια ιδιωτική επιχείρηση ενδεχομένως να πρέπει να μειώσει το μισθολογικό της κόστος, αλλά ταυτοχρόνως δε μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι επιχειρήσεις μείωσαν τον κατώτατο μισθό χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο. Ως εκ τούτου μια πολιτική για μείωση του κόστους εργασίας πρέπει να είναι προσεκτική, να λαμβάνει υπόψη την οικονομική συγκυρία και να ακολουθεί σφαιρική προσέγγιση και τεκμηρίωση. Σήμερα ο κατώτατος μηνιαίος μεικτός μισθός έχει ορισθεί με νόμο στα 586 ευρώ, ενώ προ κρίσης οριζόταν σε ελεύθερη διαπραγμάτευση μεταξύ των Συλλόγων Εργαζομένων και των Εργοδοτών (Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας) στα 751 ευρώ.
Pacific Press via Getty Images

Η μείωση του κόστους εργασίας έχει συνδεθεί στη συλλογική συνείδηση με τη μείωση του κατώτατου μισθού, σαν όλοι οι μισθωτοί να εργάζονται με τον κατώτατο μισθό. Ειδικά μάλιστα όταν μιλάμε για ανταγωνιστικότητα, τότε ουσιαστικά αναφερόμαστε σε μεγάλες (ή έστω μεσαίες) επιχειρήσεις, στις οποίες το κόστος εργασίας αθροίζεται από επιμέρους: υψηλούς, μεσαίους & χαμηλούς μισθούς, μπόνους και λοιπές αποδοχές.

Στη σημερινή οικονομική συγκυρία για να επιβιώσει μια ιδιωτική επιχείρηση ενδεχομένως να πρέπει να μειώσει το μισθολογικό της κόστος, αλλά ταυτοχρόνως δε μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι επιχειρήσεις μείωσαν τον κατώτατο μισθό χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο. Ως εκ τούτου μια πολιτική για μείωση του κόστους εργασίας πρέπει να είναι προσεκτική, να λαμβάνει υπόψη την οικονομική συγκυρία και να ακολουθεί σφαιρική προσέγγιση και τεκμηρίωση.

Σήμερα ο κατώτατος μηνιαίος μεικτός μισθός έχει ορισθεί με νόμο στα 586 ευρώ, ενώ προ κρίσης οριζόταν σε ελεύθερη διαπραγμάτευση μεταξύ των Συλλόγων Εργαζομένων και των Εργοδοτών (Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας) στα 751 ευρώ. Έχει δοθεί δηλαδή ουσιαστικά στην επιχείρηση το δικαίωμα να μειώσει τον κατώτατο μισθό χωρίς αντίστοιχα να υπάρχει κάποια υποχρέωση ή κάποιες προϋποθέσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, μία συγκεκριμένη πολιτική μείωσης του κόστους εργασίας είναι η εξής:

«Ο βασικός μηνιαίος μισθός να ορίζεται σε ελεύθερη διαπραγμάτευση μεταξύ των Συλλόγων Εργαζομένων και των Εργοδοτών, όπως γινόταν και προ κρίσης. Ο εργοδότης θα έχει το δικαίωμα να δίνει μισθό χαμηλότερο από το ποσό που θα έχει προκύψει από την διαπραγμάτευση και πάντως όχι μικρότερο από 586 ευρώ (όπως είναι σήμερα) υπό τις εξής προϋποθέσεις:

i. εφόσον οι συνολικές αποδοχές του πλέον υψηλόμισθου της επιχείρησης (ακόμη και του Διευθύνοντος Συμβούλου) δεν υπερβαίνει το (ενδεικτικά) δεκαπενταπλάσιο του πιο χαμηλόμισθου

ii. εφόσον ο μέσος μεικτός μηνιαίος μισθός των υπαλλήλων της επιχείρησης δεν υπερβαίνει ένα ποσό της τάξης (ενδεικτικά) των 1.400 ευρώ.

Εάν δεν πληρούνται σωρευτικά οι ως άνω δύο προϋποθέσεις, ο εργοδότης δε μπορεί να μειώσει το βασικό μισθό σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που θα ορίζονται στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που θα έχει προκύψει από ελεύθερη διαπραγμάτευση».

Για να αποφευχθούν τυχόν παρερμηνείες που θα βασίζονται στο ρητό: «μια ιδιωτική επιχείρηση πρέπει να έχει δικαίωμα να δίνει όσο παραπάνω αποδοχές θέλει σε όποιον θέλει», διευκρινίζεται ότι η ιδιωτική επιχείρηση θα έχει το δικαίωμα να δίνει όσο παραπάνω αποδοχές θέλει σε όποιον θέλει, όσο τηρεί την Εθνική Γενική Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Αν όμως θέλει να έχει το δικαίωμα να πέσει κάτω από αυτήν και να φθάσει στα 586 ευρώ, τότε μαζί με το δικαίωμα θα πρέπει να πληροί και την προϋπόθεση.

Η ως άνω προτεινόμενη πολιτική:

1. Δεν έχει δημοσιονομικό κόστος

2. Δίνει την ευελιξία στο επιχειρηματία να μειώσει το μισθολογικό του κόστος, χωρίς όμως να του επιτρέπει να «πειράξει» τους πιο χαμηλόμισθους, αφήνοντας ανέπαφους τους πιο υψηλόμισθους

3. Δίνει τη δυνατότητα στον επιχειρηματία να επιλέξει να διατηρήσει όση μεγάλη διαφορά θέλει ανάμεσα στους μισθούς των υπαλλήλων του, όσο δεν κατεβάζει τον κατώτατο

4. Δυσκολεύει τον επιχειρηματία να μειώσει το μισθολογικό κόστος αν δεν υπάρχει πραγματική ανάγκη, καθώς τα υψηλόμισθα στελέχη δεν θα μπορούν να προτείνουν μειώσεις κόστους χαμηλόμισθων υπαλλήλων χωρίς να επηρεαστεί και ο δικός τους μισθός.

5. Είναι κοινωνικά πιο δίκαιη, χωρίς παράλληλα να εξισώνει όλους τους υπαλλήλους

Υ.Γ. Ακολουθεί παράδειγμα

Ενδεικτικό θεωρητικό παράδειγμα: Μια επιχείρηση έχει 50 υπαλλήλους:

  • Τα 2 ανώτατα στελέχη έχουν μηνιαίες αποδοχές 15.000 ευρώ ο καθένας,
  • Οι 20 υπάλληλοι έχουν αποδοχές 1.700 ευρώ το μήνα,
  • Οι υπόλοιποι 28 υπάλληλοι έχουν αποδοχές 750 ευρώ το μήνα,

επομένως στο ανωτέρω παράδειγμα:

  • Ο πιο υψηλόβαθμος έχει 20πλάσιες αποδοχές από τον πιο χαμηλόμισθο.
  • Ο μέσος μισθός είναι στα 1.700 ευρώ.

Με την προτεινόμενη πολιτική, προτού ο επιχειρηματίας μειώσει των κατώτατο μισθό από 750 ευρώ στα 586, θα πρέπει πρώτα:

  • Να έχει πάει τις υψηλόβαθμες αποδοχές στα 11.250 ευρώ (από 15.000), ώστε να είναι το μέγιστο στο 15λάσιο του 750 (στο παράδειγμα εξοικονομεί 7.500 το μήνα, δηλ. 3.300 ευρώ περισσότερα απ' όσο αν πήγαινε τους 28 υπαλλήλους 150 ευρώ χαμηλότερα).
  • Να διασφαλίσει ότι ο μέσος μισθός που προκύπτει δεν υπερβαίνει τα 1.400.

Δημοφιλή