«Η ιστορία μέσω της τέχνης»: Πήγαμε στα εγκαίνια της έκθεσης του Κοσμά Ξενάκη

«Η ιστορία μέσω της τέχνης»: Πήγαμε στα εγκαίνια της έκθεσης του Κοσμά Ξενάκη
kostiani

Υπάρχει πάντα κάτι ιδιαίτερα ελκυστικό στις πρεμιέρες μεγάλων εκθέσεων σε μουσεία. Σίγουρα δεν είναι η καλύτερη μέρα για να απολαύσεις πραγματικά τα έργα του εκάστοτε καλλιτέχνη -πολύς κόσμος, φασαρία, κάμερες και φωτογράφοι, παιδιά, μπουφέδες. Είναι όμως μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να παρατηρήσεις τις εντυπώσεις των θεατών στην πρώτη τους επαφή με την έκθεση.

Χτες το απόγευμα στο κτήριο του Μουσείου Μπενάκη στην Πειραιώς, ο Κοσμάς Ξενάκης και η εκπληκτική, από κάθε άποψη, αναδρομική έκθεση των έργων του, με αποκλειστικό χορηγό την 24Media και χορηγό επικοινωνίας την HuffPost Greece, πέρασε με άριστα αυτό το άτυπο τεστ.

Aπό αριστερά: O Δημήτρης Ξενάκης (γιος του Κοσμά Ξενάκη και συνεπιμελητής της έκθεσης,) ο Αγγελος Δεληβοριάς (διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη) και ο Γιώργος Χατζημιχάλης( επιμελητής της έκθεσης) προλόγισαν τα εγκαίνια της έκθεσης

«Χωρίς ιστορία και καταγωγή δεν μπορεί να υπάρξει τέχνη και τέχνη χωρίς ιστορία είναι τέχνη αγράμματη», διαβάζεις με το που εισέρχεσαι στον πρώτο όροφο του μουσείου όπου ξεκινά η έκθεση, στο εισαγωγικό κείμενο του ζωγράφου Γιώργου Χατζημιχάλη για το έργο του Ξενάκη, με τίτλο «Σήμερα». Και αν υπήρχε μία αίσθηση που κυριαρχούσε των υπολοίπων χτες στο Μπενάκη, αυτή ήταν πως διδασκόμασταν όλοι ένα σημαντικό μάθημα ιστορίας, τέχνης, πολιτισμού και, στο τέλος, συναισθημάτων.

Τα πρώτα του έργα (1942-1954) είναι σαφώς πιο οικεία στο μάτι, με ξεκάθαρες αναφορές στο έργο του Τσαρούχη δίπλα στον οποίο μαθήτευσε. Άντρες σε χασάπικα και καφενεία, γυναίκες, αυτοπροσωπογραφίες και πορτρέτα αλλά και έργα με έντονο το ερωτικό στοιχείο. Χαρακτηριστικό κομμάτι του δωματίου τα έργα που ήταν καλυμμένα με σεντόνι και προειδοποιούσαν τον θεατή να τα δει με δική του ευθύνη, καθώς ενδέχεται να τον προσβάλλουν. Τα περισσότερα είναι δημιουργίες κόλλας σε χαρτί, σημάδι του «ταπεινού» ξεκινήματος του καλλιτέχνη. Ακόμα όμως κι αν μπορούσες να διακρίνεις την συσχέτιση με τα έργα του Τσαρούχη και της πιο παραδοσιακής, λαογραφικής αυτής σχολής, η ματιά του Ξενάκη ήταν εκεί για να κάνει κάθε πίνακα να ξεχωρίζει -υπήρχε μια ανεπαίσθητη μελαγχολία αλλά και μια παιχνιδιάρικη διάθεση, ταυτόχρονα, σε κάθε δημιουργία. Δίπλα στην συλλογή αγροτικών εργαλείων του το σημείωμα της έκθεσης αναγράφει «...τον ενδιαφέρανε όχι λαογραφικά αλλά σαν φόρμες που από τη χρήση τους έχουνε καθαρθεί από ένα επιφανειακό και περιττό για τη λειτουργία τους στοιχείο διακόσμησης ή γραφικότητας».

Αυτή η αποδόμηση του καθημερινού μέχρι να φτάσει στον πυρήνα της λειτουργίας του και αυτό το ξεγύμνωμα από κάθε τι περιττό για να αποκαλυφθεί η ουσία, είναι ακριβώς η αίσθηση που παίρνεις ανεβαίνοντας στον δεύτερο όροφο. Εκεί παρουσιάζεται η πιο «παριζιάνικη» περίοδος του Ξενάκη από το 1954 και μετά: Μοντερνισμός, κυβισμός, έντονα χρώματα, καθαρές γραμμές, γλυπτική, αρχιτεκτονική, βίντεο, ο Κοσμάς Ξενάκης μετατρέπεται ξαφνικά σε δύο και τρεις ξεχωριστούς καλλιτέχνες, καταφέρνοντας όμως να «δένει» τα έργα του μεταξύ τους παρά τις φαινομενικές αντιθέσεις τους.

Mια οθόνη, δίπλα σε ένα χαρακτηριστικό γλυπτό που μοιάζει με ανάγλυφο, τρισδιάστατο πίνακα, παρουσιάζει κάθε μικρή λεπτομέρεια του έργου, δίνοντάς σου την εντύπωση πως παρακολουθείς το ταξίδι ενός μικροσκοπικού αεροπλάνου που πετάει ανάμεσα σε βουνοκορφές, φαράγγια και πεδιάδες. Ο Ξενάκης έχει αφήσει πίσω την διδασκαλία του Τσαρούχη και πειραματίζεται με διάφορες μορφές τέχνης, ενώ αρχίζει να περιορίζεται με έναν μινιμαλιστικό και συνάμα φιλοσοφικό τρόπο στη βασική ουσία της ζωγραφικής: το καθαρό και αρμονικό ταίριασμα του χρώματος πάνω στην επίπεδη επιφάνεια του καμβά.

Τα “Πολύτεχνα” του 1968, το τελευταίο κομμάτι της έκθεσης, είναι με απλά λόγια μια ματιά στο μέλλον. Συνδυάζοντας ζωγραφική, γλυπτική, θέατρο, χορό και έναν εντελώς αφαιρετικό τρόπο παρουσίασης, ο Ξενάκης προσπαθεί να ξεπεράσει τα όρια της εποχής του και να δει στο μέλλον με ό,τι, περιορισμένο, μέσο διαθέτει. Το αποτέλεσμα; Γίνεσαι μάρτυρας μιας πρώιμης μορφής πειραματικής visual art, πριν καν η πειραματική visual art γίνει ευρύτερα γνωστή στην Ελλάδα. Και το μόνο που μπορείς να κάνεις εκείνη την ώρα, είναι να σταθείς μπροστά της με δέος.

Κατά την έξοδο από την έκθεση, μπορούσες να διακρίνεις τον θαυμασμό και την ευχαρίστηση στα πρόσωπα του κόσμου. Ένας καλοστεκούμενος κύριος γύρω στα 80, περνώντας από δίπλα μου με την, σχεδόν συνομήλικη παρέα του, σχολίαζε γεμάτος ενθουσιασμό «Μα ήταν καταπληκτικά δεν ήταν; Και ξέρετε γιατί έχω συγκινηθεί; Επειδή εγώ τα έχω ζήσει όλα αυτά». Η ιστορία μέσω της τέχνης, όπως ζητούσε ο κος. Χατζημιχάλης, στην καλύτερη μορφή της.

Δημοφιλή