Η φωτογράφος που απαθανατίζει τους πρώην της σε υπέροχα (αλλά και αρκετά άβολα) πορτρέτα

Η φωτογράφος που απαθανατίζει τους πρώην της σε υπέροχα (αλλά και αρκετά άβολα) πορτρέτα

Για τους περισσότερους, η σκέψη του να πέσεις πάνω στον πρώην σου σε μια καφετέρια, ένα μπαρ ή οπουδήποτε, για να είμαστε ειλικρινείς, είναι εντελώς εφιαλτική. Για την Laura Beth Reese όμως, μια φωτογράφο από τη Βοστόνη, η ιδέα της επανασύνδεσης με έναν πρώην εραστή της φάνηκε ενδιαφέρουσα. Το ενδεχόμενο να επανεξετάσει το πάθος μιας παλιότερης σχέσης, να αναζωπυρώσει τις τρυφερές μνήμες που κάποτε μοιράστηκαν δυο άνθρωποι, ασχέτως του πόσο θα έπρεπε να πιέσει τις καταστάσεις, ήταν πολύ δελεαστικό για να του αντισταθεί. Και, μιας και είναι φωτογράφος, πήρε μαζί της σε αυτό το εγχείρημα και την φωτογραφική της μηχανή.

«Για όσο μπορώ να θυμηθώ, δυσκολευόμουν πάντα να ξεπεράσω σχέσεις που είχαν τελειώσει, ερωτικές και μη» εξηγεί η Reese στην Huffington Post. «Παρότι καταλάβαινα γιατί οι σχέσεις μου τελείωναν, δεν μπορούσα ποτέ να συνεχίσω εντελώς τη ζωή μου. Είτε ήμουν με κάποιον για ένα μήνα ή ένα χρόνο, συνέχιζα να τους αγαπώ με κάποιο τρόπο και μετά το τέλος της σχέσης. Για να πω την αλήθεια, μου έλειπαν. Σκέφτηκα πως φωτογραφίζοντάς τους θα είχα μια δικαιολογία για να τους ξαναδώ και να επανασυνδεθώ μαζί τους».

Η Reese επικοινώνησε με τους παλιούς έρωτες της ζωής της μέσω Facebook και email, είτε έβγαινε μαζί τους όταν ήταν 13 χρονών είτε όταν ήταν 24. «Όταν ξεκίνησα το project, σκεφτόμουν πως τραβώντας αυτές τις φωτογραφίες θα μπορούσα να επανακτήσω ένα μέρος της δύναμης που ένιωθα πως είχα χάσει μέσα στη σχέση», εξηγεί. «Αυτό που ανακάλυψα, όμως, είναι πως στην πραγματικότητα έχουν αυτοί όλη τη δύναμη. Σπάνια συμφωνούν να φωτογραφηθούν χωρίς καμία δέσμευση. Συνήθως θέλουν κάτι σε αντάλλαγμα».

Σύμφωνα με την Reese, οι φωτογραφήσεις γίνονται συνήθως στα σπίτια των ατόμων που απαθανατίζει, με ελάχιστο προγραμματισμό εκ των προτέρων. Η όλη υπόθεση διαρκεί μία με δύο ώρες, αν και, όπως το περιγράφει η Reese, μοιάζει με πολύ περισσότερο. «Το να φωτογραφίζεις έναν πρώην είναι μια πολύ άβολη και αμήχανη κατάσταση εξ αρχής, έτσι είμαι συνήθως ένα μάτσο χάλια κατά τη διάρκεια της φωτογράφησης» λέει. «Ξεχνάω τα βήματα, μου πέφτουν πράγματα και είμαι απρόσεκτη. Δεν είμαι σε θέση να χειριστώ τον εαυτό μου με τη χάρη και την αυτοπεποίθηση που ήλπιζα να μπορούσα, το οποίο με κάνει να νιώθω πολύ εκτεθειμένη και απροστάτευτη».

Οι φωτογραφίες που προκύπτουν , οι οποίες συχνά περιλαμβάνουν ένα άτομο μόνο με τα εσώρουχά του/της, εκπέμπουν έναν ενοχλητικό συνδυασμό οικειότητας και ακαμψίας. Από μία γωνία το αντικείμενο εμφανίζεται ως εραστής, από την άλλη ως ένας ξένος. Η δυναμική του χώρου είναι σχεδόν αδύνατο να «διαβαστεί», καθώς αποπνέει ταυτόχρονα μια θερμότητα και έναν παγετό. Η ένταση είναι τόση που σχεδόν την αγγίζεις.

«Πιστεύω πως το γεγονός ότι η διαδικασία και οι φωτογραφίες είναι εντελώς στημένες, βοηθά στο να τονίσει την ιδέα πίσω από αυτή τη σειρά. Χρησιμοποιώ τις φωτογραφίες ως έναν τρόπο να επανασυνδεθώ με τους άντρες του παρελθόντος μου, αλλά είναι μία πολύ πιεστική και σκηνοθετημένη σύνδεση. Δεν θα τους έβλεπα καν ξανά, αν δεν έφτιαχνα τις φωτογραφίες για το θέμα. Νομίζω πως στήνοντας τα πορτρέτα, πολλές φορές καταλήγουν να είναι πολύ άκαμπτα και αμήχανα, γεγονός που αντανακλά την πραγματικότητα του τι συνέβαινε όταν τραβούσα τη φωτογραφία».

Οι χωρισμοί είναι σκληροί για αμέτρητους λόγους. Μέσω της δουλειάς της η Reese πηγαίνει εκεί που λίγοι έχουν πάει στο παρελθόν -πίσω στο υπνοδωμάτιο ενός χαμένου έρωτα, σε μια προσπάθεια να συλλάβει την στενή σχέση που μοιράστηκε κάποτε μαζί του. «Για μένα, η σειρά αυτή μιλά για τη φύση της οικειότητας», εξηγεί η Reese. «Σκέφτομαι τι σημαίνει να νιώθεις οικεία με κάποιον και τους διαφορετικούς τρόπους που εμείς οι άνθρωποι συνδεόμαστε μεταξύ μας. Δεν έχει να κάνει τόσο με το ότι αποζητώ κάποιου είδους ολοκλήρωση, αλλά με το ότι είμαι κοντά με κάποιον που νοιάζομαι και συνεργάζομαι με αυτό το άτομο για να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε μια ενδιαφέρουσα και όμορφη φωτογραφία».

Laura Beth Reese

Δημοφιλή