Όταν οι Σύμμαχοι γκρέμισαν τις πύλες του Ράιχ: Το χρονικό της απόβασης στη Νορμανδία

Όταν οι Σύμμαχοι γκρέμισαν τις πύλες του Ράιχ: Το χρονικό της απόβασης στη Νορμανδία

«In the gloom, the gathering storm abates

In the ships, gimlet eyes await

The call to arms, to hammer at the gates

To blow them wide, throw Evil to its fate»

(Iron Maiden, «The Longest Day»)

Η 6 Ιουνίου 1944 έμελλε να μείνει στην ιστορία: Η θρυλική «D-Day», η μεγαλύτερη αποβατική επιχείρηση που έγινε ποτέ, σήμανε τη «μεγάλη επιστροφή» των συμμαχικών δυνάμεων στην ηπειρωτική Ευρώπη, η οποία, σε συνδυασμό με την προέλαση των Σοβιετικών στην Ανατολή, οδήγησε στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και τη λήξη της καταστροφικότερης σύρραξης που έχει γνωρίσει η παγκόσμια ιστορία.

Επιχείρηση «Overlord»

Ο σχεδιασμός της επιχείρησης «Overlord» είχε αρχίσει το 1943, και συνοδεύτηκε από μια εκτεταμένη εκστρατεία παραπλάνησης των Ναζί σχετικά με το πού αναμενόταν το πλήγμα των συμμαχικών δυνάμεων (επιχείρηση Bodyguard). Ο σκοπός της ήταν να διασφαλιστεί το άνοιγμα ενός μετώπου στην Ευρώπη, για το οποίο πίεζε ο Στάλιν (σημειώνεται ότι τον Μάιο του 1942 οι ΗΠΑ και οι ΕΣΣΔ είχαν συμφωνήσει όσον αφορά στην ανάγκη δημιουργίας ενός νέου μετώπου στην Ευρώπη, προκειμένου να μειωθεί η πίεση στον Κόκκινο Στρατό). Της απόβασης στη Νορμανδία, είχαν προηγηθεί αποβατικές ενέργειες στη νότια Ευρώπη, και ειδικότερα στη Σικελία και την Ιταλία, ανοίγοντας θέατρα επιχειρήσεων στα οποία διακρίθηκαν και ελληνικά τμήματα (Τρίτη Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία «Ρίμινι»). Η απόφαση για την επιχείρηση Overlord ελήφθη σε πρώτη φάση στη συνδιάσκεψη Trident στην Ουάσινγκτον, ωστόσο στους αρχικούς σχεδιασμούς είχαν λειτουργήσει περιοριστικά παράγοντες όπως η περιορισμένη διαθεσιμότητα αποβατικών σκαφών, και «κλείδωσε» τον Νοέμβριο του 1943 στη συνδιάσκεψη της Τεχεράνης.

Για την απόβαση εξετάζονταν τέσσερα σημεία: Η Βρετάνη, η χερσόνησος Κοτεντίν, η Νορμανδία και το Πα Ντε Καλέ. Η Βρετάνη και το Κοτεντίν ήταν χερσόνησοι, κάτι που σήμαινε ότι θα ήταν εύκολο για τις γερμανικές δυνάμεις να απομονώσουν και σταματήσουν τους Συμμάχους, οπότε και απορρίφθηκαν. Το Πα ντε Καλέ, από την άλλη πλευρά, ήταν το πλέον κοντινό σημείο στη Μεγάλη Βρετανία, οπότε και η γερμανική διοίκηση θεωρούσε πως η μεγαλύτερη απειλή ήταν εκεί- και ως εκ τούτου ήταν εξαιρετικά βαριά οχυρωμένη (σημειώνεται ότι την ευθύνη των οχυρώσεων απέναντι σε μια συμμαχική εισβολή από τον Ατλαντικό δεν είχε άλλος από την «Αλεπού της Ερήμου», τον στρατάρχη Έρβιν Ρόμμελ). Εν τέλει επελέγη η Νορμανδία, κυρίως επειδή αποτελούσε ένα ευρύ μέτωπο, επιτρέποντας στις δυνάμεις που θα αποβιβάζονταν εκεί να απειλήσουν τόσο το Χερβούργο όσο και άλλα λιμάνια στη Βρετάνη, καθώς και το εσωτερικό της Γαλλίας.

Τη γενική διοίκηση των συμμαχικών δυνάμεων είχε ο στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ (ΗΠΑ) , με τον στρατηγό Μπέρναρντ Μοντγκόμερι να αναλαμβάνει τη διοίκηση της 21ης Ομάδας Στρατιών. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε αποβατική εισβολή σε πρώτη φάση τριών μεραρχιών, με δύο σε ρόλο υποστήριξης, κάτι που άλλαξε σε πέντε, μαζί με τρεις αερομεταφερόμενες μεραρχίες. Συνολικά, 39 συμμαχικές μεραρχίες συμμετείχαν στις επιχειρήσεις που ακολούθησαν την απόβαση- τη Μάχη της Νορμανδίας: 22 αμερικανικές, 12 βρετανικές, τρεις καναδικές, μία πολωνική και μία γαλλική. Η συνολική δύναμη κρούσης της απόβασης απαρτιζόταν από 156.000 άνδρες, που αποβιβάστηκαν σε πέντε παραλίες.

Το «Τείχος του Ατλαντικού»

Απέναντί τους οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν το «Τείχος του Ατλαντικού»: Οχυρώσεις συνολικού μήκους σχεδόν 3.800 χιλιομέτρων, με πολυβολεία/ πυροβολεία, ναρκοπέδια και τεχνητά κωλύματα στις παραλίες που προσφέρονταν για απόβαση. Συνολικά, στη Γαλλία και τις Κάτω Χώρες η ναζιστική Γερμανία είχε 50 μεραρχίες, με άλλες 18 στη Δανία και τη Νορβηγία, ενώ 15 ήταν σε φάση σχηματισμού στη Γερμανία. Ωστόσο, οι απώλειες στο Ανατολικό Μέτωπο αποτελούσαν μεγάλη «αιμορραγία» για τη Βέρμαχτ, με αποτέλεσμα πολλοί από τους στρατιώτες στη Νορμανδία να είναι «Ostlegionen»: Επίστρατοι και εθελοντές από διάφορες χώρες, με ένα αμάλγαμα αναξιόπιστου εξοπλισμού και περιορισμένα μεταφορικά μέσα. Η βασική απειλή για τις συμμαχικές δυνάμεις ήταν η Ομάδα Στρατιών Β του Έρβιν Ρόμμελ, που περιελάμβανε την 7η Στρατιά, την 15η Στρατιά και τις δυνάμεις που στάθμευαν στην Ολλανδία.

Αξίζει να σημειωθεί η διαφωνία που υπήρχε στη γερμανική ηγεσία σχετικά με την στρατηγική που θα έπρεπε να ακολουθηθεί για την άμυνα της περιοχής. Η «Αλεπού της Ερήμου» είχε διαβλέψει την επιλογή της Νορμανδίας από τους Συμμάχους, οπότε και είχε διατάξει την κατασκευή εκτεταμένων οχυρωματικών έργων. Γνωρίζοντας ότι η συμμαχική αεροπορική δραστηριότητα στους ουρανούς της Ευρώπης είχε μειώσει κατά πολύ τις δυνατότητες της Luftwaffe, έδωσε βάση στην οχύρωση των ακτών, προκειμένου να εμποδιστεί η κίνηση των τεθωρακισμένων και να παραμείνει έκθετο το πεζικό, δίνοντας έμφαση στη δημιουργία εμποδίων τόσο στις ακτές όσο και στην ενδοχώρα, για την αντιμετώπιση αεραποβάσεων.

Η άποψη του Ρόμμελ ήταν ότι μια απόβαση θα έπρεπε να σταματηθεί στις ακτές, οπότε και ζήτησε την τοποθέτηση τεθωρακισμένων δυνάμεων κοντά στις ζώνες πιθανής απόβασης- ωστόσο ο Ρούνστεντ, ο Γκέιρ και άλλοι ανώτεροι διοικητές εκτιμούσαν ότι μια απόβαση δεν θα ήταν δυνατόν να ανακοπεί κατευθείαν στις ακτές, προτείνοντας ένα διαφορετικό δόγμα, που θα άφηνε την πρωτοβουλία στους Συμμάχους: Οι τεθωρακισμένες δυνάμεις θα συγκεντρώνονταν κοντά στο Παρίσι και τη Ρουέν και θα χρησιμοποιούνταν εναντίον του κύριου σημείου απόβασης όταν αυτό εξακριβωνόταν, ως μια σιδηρά γροθιά, με σκοπό ένα αποφασιστικό χτύπημα. Ο Ρόμμελ ήταν αντίθετος, καθώς η συμμαχική αεροπορική υπεροχή θα εμπόδιζε την ευρεία κίνηση μεγάλων τεθωρακισμένων σχηματισμών. Η τελική απόφαση ήταν του ίδιου του Χίτλερ, που επέλεξε μια «ενδιάμεση λύση», αφήνοντας τρεις τεθωρακισμένες μεραρχίες υπό τη διοίκηση του Γκέιρ και δίνοντας στον Ρόμμελ τον επιχειρησιακό έλεγχο άλλων τριών, ως εφεδρειών. Παράλληλα, κράτησε ως στρατηγική εφεδρεία τέσσερις μεραρχίες, οι οποίες θα δρούσαν μόνο υπό τις δικές του εντολές.

«Η Μεγάλη Σταυροφορία»

Η αρχική ημερομηνία που είχε επιλεγεί για την απόβαση ήταν η 5η Ιουνίου, ωστόσο η κακοκαιρία είχε ως αποτέλεσμα την 24ωρη καθυστέρηση. Το πρωί της 5ης Ιουνίου ο «Άικ» έδωσε το πράσινο φως, καθώς οι προβλέψεις των μετεωρολόγων ήταν ευνοϊκές. Το μήνυμά του έμεινε στην ιστορία:

«Θα αρχίσετε την Μεγάλη Σταυροφορία, για την οποία αγωνιζόμαστε εδώ και πολλούς μήνες. Τα μάτια του κόσμου είναι στραμμένα πάνω σας. Οι ελπίδες και οι προσευχές αυτών που αγαπούν την ελευθερία είναι μαζί σας. Μαζί ε τους γενναίους συμμάχους και αδελφούς εν όπλοις μας σε άλλα μέτωπα, θα φέρετε την καταστροφή της γερμανικής πολεμικής μηχανής, την εξόντωση της ναζιστικής τυραννίας στους καταπιεσμένους λαούς της Ευρώπης και την ασφάλειά μας σε έναν ελεύθερο κόσμο. Η αποστολή σας δεν θα είναι εύκολη. Ο εχθρός είναι καλά εκπαιδευμένος, καλά εξοπλισμένος και εμπειροπόλεμος. Θα πολεμήσει άγρια. Αλλά είμαστε στο 1944! Πολλά έχουν μεσολαβήσει από τους ναζιστικούς θριάμβους του 1940-1941...η πορεία του πολέμου έχει αλλάξει. Οι ελεύθεροι άνθρωποι του κόσμου βαδίζουν μαζί προς τη νίκη! Έχω πλήρη εμπιστοσύνη στο θάρρος σας, την αφοσίωση στο καθήκον και τη μαχητική σας ικανότητα. Δεν θα αποδεχτούμε κάτι λιγότερο από την ολοκληρωτική νίκη! Καλή σας τύχη! Και είθε να έχουμε την ευλογία του Παντοδύναμου σε αυτό το μεγάλο και ευγενές εγχείρημα».

Πάνω από 5.000 πλοία και αποβατικά σκάφη, μεταφέροντας στρατεύματα και εφόδια ξεκίνησαν από την Αγγλία για να περάσουν τη Μάγχη προς τη Γαλλία, ενώ πάνω από 11.000 αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν για την παροχή υποστήριξης στην εισβολή. Οι ναυτικές δυνάμεις απαρτίζονταν από οκτώ πολεμικά ναυτικά, μεταξύ των οποίων και ελληνικά πλοία.

Επίθεση από τον αέρα

Οι βομβαρδισμοί της Νορμανδίας άρχισαν κατά τα μεσάνυχτα, με 2.200 αμερικανικά και βρετανικά βομβαρδιστικά να πλήττουν στόχους στην ακτή και στην ενδοχώρα. Ο ναυτικός βομβαρδισμός άρχισε στις 5.45. Οι αεραποβάσεις είχαν ξεκινήσει στις 00.15, με τη ρίψη καταδρομέων, και ακολούθησε η ρίψη της αμερικανικής 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας (Screaming Eagles) στις 01.30, με αποστολή την κατάληψη των περασμάτων πίσω από την ακτή «Γιούτα» και την καταστροφή δρόμων και γεφυρών στον ποταμό Ντούβε. Η συννεφιά και το αντιαεροπορικό πυρ δυσχέραναν την επιχείρηση, με αποτέλεσμα πολλοί αλεξιπτωτιστές να πέσουν σε άλλα σημεία, κάποια εκ των οποίων βαλτώδη, και την ανασύνταξη της μεραρχίας να αποτελέσει έναν πραγματικό άθλο, τόσο λόγω της ώρας όσο και της εχθρικής αντίστασης. Η ρίψη της 82ης άρχισε στις 02.30, με σκοπό την κατάληψη δύο γεφυρών στον ποταμό Μερντερέ και την καταστροφή επίσης γεφυρών στον Ντούβε. Τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα εκεί, με το 75% των αλεξιπτωτιστών να πέφτουν στις προκαθορισμένες ζώνες ρίψης και μέσα σε δύο ώρες να καταλαμβάνουν σημεία στρατηγικής σημασίας. Ενισχύσεις άρχισαν να καταφτάνουν με ανεμοπλάνα κατά τις 04.00, ενώ στο έδαφος η εικόνα ήταν χαοτική, με τους αλεξιπτωτιστές να μάχονται μέσα στο σκοτάδι σε μικρές ομάδες, οι οποίες πολλές φορές απαρτίζονταν από στρατιώτες διαφορετικών μονάδων και διαφόρων βαθμών. Ωστόσο, αυτό είχε και μια θετική διάσταση, καθώς η ευρεία διασπορά είχε αποτέλεσμα να προκληθεί σύγχυση και στους Γερμανούς, δυσκολεύοντας τη διενέργεια συντονισμένης δράσης. Στο μεταξύ, οι βρετανικές και καναδικές αεραποβάσεις ήταν επίσης σε εξέλιξη, με αποτέλεσμα την κατάληψη της γέφυρας Pegasus στον Ορν και την καταστροφή γεφυρών στον Ντιβ.

Κόλαση στις ακτές

Άνδρες του 8ου Συντάγματος Πεζικού της 4ης Μεραρχίας Πεζικού αποβιβάστηκαν στην ακτή «Γιούτα» στις 06.30, κάτω από αντίξοες συνθήκες, καθώς, πέρα από το εχθρικό πυρ, είχαν να αντιμετωπίσουν και τα ισχυρά ρεύματα, που απομάκρυναν τα σκάφη από την προκαθορισμένη ζώνη απόβασης- ωστόσο αυτό αποδείχτηκε πως ήταν θετικό. Στη συγκεκριμένη ζώνη υπήρχε μόνο μια ισχυρή οχυρωμένη θέση αντί για δύο, και οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί είχαν προκαλέσει μεγάλες καταστροφές, ενώ τα ρεύματα είχαν παρασύρει και πολλά κωλύματα, οπότε και ελήφθη η απόφαση να συνεχιστεί η επιχείρηση εκεί, αναδρομολογώντας τις αποβατικές δυνάμεις. Τις αρχικές μονάδες κρούσης ακολούθησαν τεθωρακισμένα και μονάδες του Μηχανικού, για την εκκαθάριση της περιοχής. Μάχιμες μονάδες άρχισαν να προχωρούν από την παραλία στις 09.00, απωθώντας το γερμανικό 919ο Σύνταγμα Γρεναδιέρων. Αν και η 4η Μεραρχία δεν κατάφερε να επιτύχει όλους τους αντικειμενικούς σκοπούς της κατά την D-Day, επέτυχε την αποβίβαση 21.000 ανδρών με μόλις 197 απώλειες.

Στο Πουάντ ντου Χοκ αποβιβάστηκαν 200 άνδρες του 2ου Τάγματος Ρέιντζερ, με αποστολή την αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές και την καταστροφή επάκτιας πυροβολαρχίας- ωστόσο, όπως διαπίστωσαν οι άνδρες της μονάδας, οι οποίοι ανέβηκαν εν μέσω πυρών, τα πυροβόλα είχαν ήδη αποσυρθεί. Στη σκληρή μάχη που ακολούθησε τα πυροβόλα εντοπίστηκαν νοτιότερα και εξουδετερώθηκαν, ωστόσο οι Ρέιντζερ απομονώθηκαν και καθηλώθηκαν από τις γερμανικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα να υποστούν βαριές απώλειες και να ξεμείνουν από πυρομαχικά, οπότε και άρχισαν να χρησιμοποιούν γερμανικά όπλα. Ενισχύσεις κατέφθασαν αργότερα, με το 743ο Τάγμα Τεθωρακισμένων.

Η μάχη στην ακτή «Όμαχα» είναι ίσως το πιο γνωστό κομμάτι της απόβασης στη Νορμανδία, καθώς ήταν η πιο βαριά οχυρωμένη παραλία. Την κατάληψή της ανέλαβαν η 1η και η 29 Μεραρχία Πεζικού, που είχαν απέναντί τους την 352η Μεραρχία Πεζικού της Wehrmacht- τη στιγμή που αναμενόταν μόνο ένα ενισχυμένο σύνταγμα. Τα ισχυρά ρεύματα προκάλεσαν χάος, ενώ οι νεφώσεις παρεμπόδιζαν τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, οπότε και οι οχυρωμένες θέσεις ήταν σε μεγάλο βαθμό ανέγγιχτες όταν αποβιβάστηκαν οι πρώτοι στρατιώτες. Πολλά από τα αποβατικά κόλλησαν σε κωλύματα, και πολλοί στρατιώτες αναγκάστηκαν να βγουν στην ακτή προχωρώντας μέσα σε νερά που έφταναν στο ύψος του λαιμού, υπό πυκνά γερμανικά πυρά. Η άφιξη των αμφίβιων τεθωρακισμένων επίσης δεν είχε καλή εξέλιξη, καθώς 27 από ένα σύνολο 32 βυθίστηκαν. Δεχόμενες πυρά καθ'όλη τη διάρκεια της απόβασης, οι αμερικανικές μονάδες υπέστησαν πολύ βαριές απώλειες, που ανήλθαν στους 2.000 άνδρες, οπότε και η επιχείρηση «κόλλησε» για ένα χρονικό διάστημα, μέχρι την άφιξη αντιτορπιλικών που παρείχαν πυρά κάλυψης, προκειμένου να συνεχιτεί. Μέχρι αργότερα το πρωί, μόλις 600 άνδρες είχαν φτάσει σε υψηλότερο έδαφος- ωστόσο το μεσημέρι τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται, λόγω εξάντλησης των πυρομαχικών του γερμανικού πυροβολικού, οπότε και κατέστη δυνατή η εκκαθάριση κάποιων τμημάτων των παραλιών και οχυρωματικών έργων, με αποτέλεσμα να είναι δυνατή η κίνηση οχημάτων πέρα από την παραλία. Το προγεφύρωμα, το οποίο απαίτησε βαρύ φόρο αίματος για την εδραίωσή του, επεκτάθηκε τις επόμενες ημέρες.

Την ακτή «Γκολντ» είχαν αναλάβει βρετανικές δυνάμεις, οι οποίες κατέφθασαν εν μέσω ισχυρών ανέμων- ωστόσο τα εύστοχα πυρά των καταδρομικών Ajax και Argonaut αχρήστευσαν τρία από τα τέσσερα πυροβόλα που ήταν στην περιοχή, διευκολύνοντας την απόβαση. Από εκεί και πέρα, οι βρετανικές δυνάμεις προωθήθηκαν βαθύτερα, αποκλείοντας τη δύναμη που φύλαγε το τέταρτο πυροβόλο (παραδόθηκε στις 7 Ιουνίου). Οι πεζοναύτες του No.47 (Royal Marine) Commando προχώρησαν στο Πορτ-εν-Μπεσίν, το οποίο και κατέλαβαν μετά από σκληρή μάχη επίσης στις 7 Ιουνίου- όπως και το Αρομάνς και το Μπαγιό. Οι συμμαχικές απώλειες στην ακτή «Γκολντ» ανήλθαν σε 1.000 άνδρες.

Η απόβαση στην ακτή «Τζούνο» είχε καθυστέρηση λόγω της ταραγμένης θάλασσας, οπότε και το πεζικό κατέφθασε χωρίς υποστήριξη τεθωρακισμένων, με αποτέλεσμα πολλές απώλειες κατά την απόβαση, ειδικά από τη στιγμή που οι ναυτικοί βομβαρδισμοί ήταν σε μεγάλο βαθμό άκαρποι. Ισχυρές γερμανικές θέσεις βρίσκονταν στο Κουρσέλ σουρ Μερ, το Σεν Ομπίν σουρ Μερ και το Μπερνιέρ σουρ Μερ, οι οποίες εκκαθαρίστηκαν μετά από σκληρές μάχες μέσα σε κτίρια, ενώ οι δυνάμεις που κατευθύνονταν προς το Μπενί σουρ Μερ έπεσαν πάνω σε πολυβολεία που έπρεπε να υπερκεραστούν πριν είναι δυνατή οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια. Στοιχεία της καναδικής 9ης Ταξιαρχίας Πεζικού έφτασαν το απόγευμα στο αεροδρόμιο του Καρπικέ, ωστόσο τα πυρομαχικά τους είχαν εξαντληθεί, οπότε και σταμάτησαν την προέλασή τους. Το αεροδρόμιο καταλήφθηκε έναν μήνα μετά, κατόπιν εξαιρετικά σκληρών μαχών. Οι απώλειες στην ακτή «Τζούνο» ανήλθαν στους 961 άνδρες.

Στην ακτή «Σουόρντ», 21 αμφίβια τεθωρακισμένα κατέφθασαν στην παραλία, με το πεζικό (βρετανικό και γαλλικό) να αρχίζει την απόβασή του στις 07.30. Ωστόσο, η ακτή ήταν βαρέως ναρκοθετημένη και γεμάτη κωλύματα, που έπρεπε να καθαριστούν από μονάδες του Μηχανικού υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, ενώ οι καιρικές συνθήκες αργότερα δυσχέραναν την κίνηση των τεθωρακισμένων. Δυνάμεις του No 4 Commando κινήθηκαν μέσα από το Ουϊστρεχάμ για να χτυπήσουν γερμανική πυροβολαρχία, ενώ γαλλικές δυνάμεις – οι πρώτοι Γάλλοι στρατιώτες στη Νορμανδία- επιτέθηκαν στο οχυρό που βρισκόταν στη Ρίβα Μπέλα. Το οχυρό «Μόρις» στο Κολβίλ σουρ Μερ καταλήφθηκε μετά από μάχη μίας ώρας, ενώ το «Χίλμαν» (εκτεταμένο οχυρωματικό έργο) καταλήφθηκε το βράδυ. Βρετανικό τάγμα άρχισε να προελαύνει προς την Καέν, φτάνοντας σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει λόγω έλλειψης υποστήριξης τεθωρακισμένων. Στις 16.00 αντεπίθεση της γερμανικής 21ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων ανάμεσα στις παραλίες «Σουόρντ» και «Τζούνο» απείλησε σοβαρά τη συμμαχική απόβαση, ωστόσο αποκρούστηκε από τη βρετανική 3η Μεραρχία. Οι συμμαχικές απώλειες στην παραλία «Σουόρντ» ανήλθαν στους 1.000 άνδρες.

Η ελληνική συμμετοχή

Αν και οι ελληνικές μάχιμες δυνάμεις εκείνη την περίοδο δραστηριοποιούνταν στη Μέση Ανατολή και την Ιταλία, το ελληνικό πολεμικό ναυτικό εκπροσωπήθηκε στην επιχείρηση «Overlord» από τις κορβέτες «Τομπάζης» και «Κριεζής», καθώς και από τέσσερα επίτακτα πλοία του εμπορικού ναυτικού και το αντιτορπιλικό «Ναβαρίνο»

«Αποστολή εξετελέσθη»

Στο τέλος της 6ης Ιουνίου 1944, περίπου 156.000 στρατιώτες είχαν αποβιβαστεί στις ακτές της Νορμανδίας. Μία εβδομάδα αργότερα, το προγεφύρωμα είχε εδραιωθεί πλήρως, και πάνω από 326.000 άνδρες, 50.000 οχήματα και 100.000 τόννοι εξοπλισμού βρίσκονταν στη Νορμανδία. Όσον αφορά στη γερμανική πλευρά, τις αντιδράσεις της Wehrmacht δυσχέρανε η σύγχυση στην ιεραρχία και η απουσία του στρατάρχη Ρόμμελ, ο οποίος ήταν σε άδεια. Επίσης, άξια αναφορά ήταν η στάση του ίδιου του Χίτλερ, ο οποίος πίστευε- ακόμα και όταν όλα έδειχναν το αντίθετο- ότι η απόβαση δεν ήταν κάτι παραπάνω από μια παραπλανητική κίνηση, έναν αντιπερισπασμό για μια επίθεση που θα ερχόταν βόρεια του Σηκουάνα, οπότε και δεν επέτρεψε τη χρήση μεραρχιών που βρίσκονταν κοντά εναντίον των αποβατικών δυνάμεων- επίσης δίστασε να αποστείλει τεθωρακισμένες μεραρχίες για να βοηθήσουν τις δυνάμεις που αμύνονταν στις ακτές. Επίσης, καταλυτικός- ειδικά από ένα σημείο και μετά- ήταν ο ρόλος της συμμαχικής αεροπορίας, που κυριαρχούσε στους ουρανούς της Νορμανδίας. Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, οι Σύμμαχοι προωθήθηκαν πέρα από τη Νορμανδία, απωθώντας τις γερμανικές δυνάμεις. Μέχρι το τέλος του Ιουνίου είχε καταληφθεί το Χερβούργο, ενώ 850.000 άνδρες και 150.000 οχήματα βρίσκονταν στη Νορμανδία, εν όψει της προέλασης στο εσωτερικό της Γαλλίας.

Πηγές

  • http://www.history.com/topics/world-war-ii/d-day
  • http://www.army.mil/d-day/
  • http://en.wikipedia.org/wiki/Normandy_landings
  • http://www.archives.gov/historical-docs/todays-doc/?dod-date=606
  • http://www.worldwar2history.info/D-Day/
  • http://www.ddaymuseum.co.uk/
  • http://www.history.army.mil/
  • http://www.kathimerini.gr/96198/article/epikairothta/ellada/oi-155-ellhnes-kai-h-apovash-ths-normandias
  • http://www.rodiaki.gr/article/41621/dwdekanhsioi-sthn-apobash-ths-normandias

Δημοφιλή