Οι «macho» ηγέτες της Ανατολής και πως επηρεάζουν τους ηγέτες της Δύσης: Από τον Πούτιν στον Τραμπ

Οι «macho» ηγέτες της Ανατολής και η επίδρασή τους στη Δύση: Από τον Πούτιν στον Τραμπ
This pool picture provided 03 September 2007 shows Russian President Vladimir Putin carrying a hunting rifle in the Republic of Tuva, 15 August 2007. Putin is scheduled to visit Australia for the ASEAN conference starting this week. AFP PHOTO / RIA NOVOSTI / KREMLIN POOL / DMITRY ASTAKHOV (Photo credit should read DMITRY ASTAKHOV/AFP/Getty Images)
This pool picture provided 03 September 2007 shows Russian President Vladimir Putin carrying a hunting rifle in the Republic of Tuva, 15 August 2007. Putin is scheduled to visit Australia for the ASEAN conference starting this week. AFP PHOTO / RIA NOVOSTI / KREMLIN POOL / DMITRY ASTAKHOV (Photo credit should read DMITRY ASTAKHOV/AFP/Getty Images)
DMITRY ASTAKHOV via Getty Images

Από αρχαιοτάτων χρόνων ακόμα, και από τις πρώτες οργανωμένες κοινωνίες, η φιγούρα του ισχυρού, ανδροπρεπούς ηγέτη εθεωρείτο εκ των ων ουκ άνευ για την διατήρηση της εξουσίας: Οι «επιτυχημένοι» βασιλείς έπρεπε να διαθέτουν αρρενωπά χαρακτηριστικά, προκειμένου να μπορούν να επιβληθούν σε όσους θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την εξουσία τους, ενώ η συμμετοχή του βασιλιά στον πόλεμο, ως επικεφαλής του στρατού, αποτελούσε βασικό πυλώνα του αξιώματος του αρχηγού του κράτους- από τους άνακτες της μυκηναϊκής εποχής μέχρι τον Μέγα Αλέξανδρο, τους Ρωμαίους αυτοκράτορες και τους μεσαιωνικούς βασιλιάδες.

Πολύ νερό έχει κυλήσει στο αυλάκι από τότε και, στην περίπτωση της Δύσης τουλάχιστον, η ανάγκη για την προώθηση μιας «macho» εικόνας από πλευράς των ηγετών χωρών δείχνει να έχει, αν όχι εξαφανιστεί, μειωθεί στο ελάχιστο (χωρίς βεβαίως να μην υπάρχουν εξαιρέσεις- σημειώνεται άλλωστε η παράδοση στρατιωτικής υπηρεσίας που υπάρχει στη βασιλική οικογένεια της Μ. Βρετανίας, η οποία θα μπορούσε να ενταχθεί, υπό την ευρεία έννοια, στη συγκεκριμένη κατηγορία). Ωστόσο, το συγκεκριμένο μοντέλο/ πρότυπο δείχνει να εξακολουθεί να υφίσταται πέρα από τα όρια της Δύσης, με χαρακτηριστική φυσιογνωμία αυτήν του Ρώσου προέδρου, Βλάντιμιρ Πούτιν, ο οποίος εδώ και χρόνια καλλιεργεί μια ιδιαιτέρως αρρενωπή εικόνα για προβολή προς τα έξω (και παρεμπιπτόντως, ο ίδιος δείχνει να το διασκεδάζει ιδιαιτέρως, κάτι που, σε τελική ανάλυση, είναι απόλυτα κατανοητό!).

Ο Βλάντιμιρ Πούτιν, λοιπόν, έχει επιδείξει μια σειρά δραστηριοτήτων στις οποίες πολλοί από εμάς θα θέλαμε να επιδιδόμαστε, αν είχαμε τον χρόνο και τις δυνατότητες εν γένει: πέρα από την γνωστή στους πάντες ενασχόλησή του με το τζούντο έχει εμφανιστεί στις κάμερες να ταπεινώνει βιομηχάνους, να κάνει βάρη παρέα με τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ, να παίζει χόκεϊ (κατατροπώνοντας τους αντιπάλους του) να

" >κάνει καταδύσεις, να επιδίδεται σε σκοποβολή, ιππασία και κυνήγι και άλλα πολλά παρεμφερή. Επίσης, ο Ρώσος πρόεδρος έχει επανειλημμένα σε on camera δηλώσεις του δείξει ότι «δεν μασάει» να χρησιμοποιήσει σκληρή γλώσσα, «πετώντας στα σκουπίδια» έννοιες περί πολιτικής ορθότητας ή διπλωματικής γλώσσας- επιδοκιμαζόμενος συχνά εντός και εκτός των συνόρων.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές, Ντόναλντ Τραμπ, μπορεί να μην υιοθετεί ακριβώς το «αρρενωπό» ίματζ του Ρώσου προέδρου, ωστόσο σίγουρα τον φτάνει (και πιθανότατα να τον ξεπερνά) όσον αφορά στη ρητορική του, η οποία δείχνει επίσης να τσαλαπατά έννοιες περί πολιτικής ορθότητας, με αποτέλεσμα να δείχνει μια ιδιαίτερη δυναμική όσον αφορά στην υποψηφιότητά του. Δεν είναι τυχαίο που ο Βλάντιμιρ Πούτιν και ο Ντόναλντ Τραμπ έχουν εκφραστεί ιδιαίτερα θετικά ο ένας για τον άλλον. Επίσης, παρεμφερής περίπτωση φαίνεται να είναι αυτή του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος, στο πλαίσιο της (νεοθωμανικής, όπως έχει χαρακτηριστεί) πολιτικής του, επανειλημμένα προβαίνει σε «macho» επιδείξεις δύναμης, τόσο σε πολιτικό, όσο και σε συμβολικό/ επικοινωνιακό επίπεδο- από την υιοθέτηση σκληρής πολιτικής γλώσσας, το μπλοκάρισμα μέσων κοινωνικής δικτύωσης και την κατάρριψη του ρωσικού Su-24 στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία, μέχρι την πρόσφατη «επέμβασή» του για την αποτροπή αυτοκτονίας στην Κωνσταντινούπολη, τα παιχνίδια ποδοσφαίρου αλλά και τις «ιστορικού» περιεχομένου φωτογραφήσεις του. Άλλη μια περίπτωση που θα άξιζε να αναφερθεί είναι αυτή του βασιλιά Αμπντάλα της Ιορδανίας (αν και εντάσσεται σε διαφορετικό πλαίσιο, ως μονάρχης και στρατιωτικός καριέρας μεν, ηγέτης μιας από τις πλέον κοσμικές χώρες της Μέσης Ανατολής δε).

Στη Δύση, ένας όρος ο οποίος τείνει να χρησιμοποιείται για να περιγράψει ηγέτες αυτής της «κατηγορίας» (που είναι επικεφαλής καθεστώτων με, πολύ συχνά, αυταρχικές/ απολυταρχικές τάσεις) είναι «populist». Στα ελληνικά ο όρος συνήθως αποδίδεται ως «λαϊκιστές», ωστόσο αυτό δεν είναι απόλυτα ακριβές, καθώς το περιεχόμενο του «populist» είναι περισσότερο αυτό ενός ηγέτη που βασίζεται στη στήριξη των χαμηλότερων στρωμάτων, τα οποία έχει φροντίσει να προσεγγίσει μέσω μεθόδων οι οποίες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «λαϊκιστικές».

Έρευνα πάνω στο συγκεκριμένο θέμα – τη δημοτικότητα των «ισχυρών» ηγετών, με αφορμή τον Πούτιν και τον Τραμπ – έχει πραγματοποιήσει ο Στίβεν Μίλερ, ο οποίος σε άρθρο του στη Washington Post επισημαίνει πως όταν μια χώρα αντιμετωπίζει εξωτερικές απειλές, οι πολίτες θέλουν ηγέτες που μπορούν να προβαίνουν σε άμεση δράση. «Οι πολίτες που βρίσκονται υπό άμεση απειλή θέλουν έναν ηγέτη που μπορεί και θα εγγυηθεί την ασφάλειά τους. Θέλουν αυτός ο ηγέτης να είναι σε θέση να τους κρατήσει ασφαλείς, χωρίς να περιορίζεται από την αντιπολίτευση» γράφει σχετικά.

Η επιθυμία αυτή είναι προφανές ότι συμβαδίζει με την όλη «macho» εικόνα του Ρώσου προέδρου. «Οι Ρώσοι υποστηρίζουν τον Πούτιν τόσο πολύ ακριβώς για αυτό: Επειδή πιστεύουν βαθιά ότι μια ασταθής Ουκρανία απειλεί τη Ρωσία» σημειώνει σχετικά, τονίζοντας πως η δημοτικότητά του ανέβηκε κατακόρυφα μετά την επέμβαση στην Ουκρανία. Επίσης, όσον αφορά στην περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ, εκτιμά ότι, αν και θέλουν έναν ισχυρό ηγέτη εξαιτίας προβληματισμών περί τρομοκρατίας και αυτού που βλέπουν ως «ανεξέλεγκτη εισβολή μεταναστών» από το Μεξικό, βασικός λόγος προβληματισμού τους είναι η οικονομία. «Οι οικονομικές απειλές είναι το ίδιο πιθανόν να ωθήσουν τους πολίτες να θέλουν δυνατούς ηγέτες...όταν ο πληθωρισμός, η ανεργία και η ανισότητα εισοδημάτων αυξάνονται, το ίδιο συμβαίνει και στην υποστήριξη για τους “δυνατούς ηγέτες”- ενώ μειώνεται η στήριξη προς τη δημοκρατία».

Αναλύοντας τις περιπτώσεις αυτές, ο Δημήτρης Ραπίδης, πολιτικός αναλυτής/ επικοινωνιολόγος και ιδρυτής του think-tank Bridging Europe, σημειώνει πως το φαινόμενο αυτό – της συγκεκριμένης κατηγορίας ηγετών- παρατηρείται εδώ και χρόνια σε χώρες του «μη Δυτικού» κόσμου, από τη Ρωσία και την Τουρκία ως τη Λατινική Αμερική και τη νοτιοανατολική Ασία. «Είναι κυρίως προϊόν των πολιτευμάτων τα οποία δεν είναι άκρως δημοκρατικά, με τη δυτική έννοια του όρου. Στην περίπτωση της Ρωσίας, το μοντέλο φαίνεται να πουλάει, καθώς, λόγω και του παρελθόντος (επί ΕΣΣΔ), η κοινωνία έχει υιοθετήσει μια κουλτούρα που προτιμά μονοκομματικά καθεστώτα, με τον ηγέτη ως “πατέρα”, που θα κατευθύνει την κοινωνία».

Όσον αφορά στην περίπτωση της Τουρκίας, ο κ. Ραπίδης αναφέρει ότι πρόκειται για ένα καθεστώς το οποίο είναι μεν δημοκρατικό, αλλά από την άλλη υπάρχει μια αδιόρατη ή και φανερή, σε κάποιες περιπτώσεις, επέμβαση της κρατικής εξουσίας σε δικαστικό σώμα, στρατό και άλλους θεσμούς οι οποίοι υποτίθεται ότι είναι ανεξάρτητοι. Το σύστημα αυτό ανάγεται στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, με την άνοδο του Ερντογάν στην εξουσία, αποκτώντας όλο και πιο αυταρχικά χαρακτηριστικά: «Είναι τέτοια η δύναμη και η επιρροή που έχει χτίσει που είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει αυτή η κατάσταση» σημειώνει ο κ. Ραπίδης.

Μετάδοση στη Δύση

Πόσο πιθανό είναι ένα τέτοιο μοντέλο να «διαρρεύσει» στις σύγχρονες, δυτικές δημοκρατίες; Ακόμα και αν την παρούσα στιγμή κάτι τέτοιο φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολο, ίσως να μην είναι τόσο απίθανο όσο νομίζουμε- άλλωστε, είναι γνωστό ότι ο Ρώσος πρόεδρος είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη χώρα μας, τόσο λόγω των παραδοσιακών «φιλικών» αισθημάτων που τρέφει μεγάλη μερίδα του πληθυσμού για τη Ρωσία, όσο και λόγω της συγκεκριμένης, «macho» εικόνας του.

«Κάποια στιγμή θα έρθει στην Ευρώπη», και τη Δύση γενικότερα, εκτιμά ο κ. Ραπίδης. Όσον αφορά στις ΗΠΑ, «έχουμε το φαινόμενο Τραμπ, που είναι μια μετεξέλιξη του Τζωρτς Μπους του νεότερου, στην πιο λαϊκή, εύληπτη μορφή του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το ότι με αφορμή τη Συρία και οι δύο έκαναν δηλώσεις θαυμασμού και συμπαράστασης ο ένας στον άλλον. Εάν (δύσκολα) βγει ο Τραμπ, θα έχουμε διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης σε παγκόσμιο επίπεδο: Θα τα πάνε καλά με τον Πούτιν, καθώς θα έχουν ίδιο τρόπο άσκησης εξουσίας/ επιβολής».

Το μοντέλο αυτό, σημειώνει, μπορεί να περάσει και σε κάποιες περιπτώσεις στην Ευτρώπη. «Ήδη έχουμε κάποια παραδείγματα πολιτικών: Αυτό του Βίκτορ Ορμπάν στην Ουγγαρία) και του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι στην Πολωνία. Ωστόσο, σε άλλες χώρες της Ευρώπης, δύσκολα θα δούμε κάτι τέτοιο. Παρόλα αυτά, στη Γαλλία, στην περίπτωση της Μαρίν Λεπέν, στο συγκεκριμένο μοντέλο άσκησης εξουσίας θα μπορούσε να ειπωθεί ότι βρισκόμαστε σε παρόμοιο μονοπάτι/ στρατηγική. Επίσης, να υπενθυμίσουμε και τον Μπερλουσκόνι, που ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικής κουλτούρας, ενώ τέτοιου είδους θα μπορούσε να ειπωθεί ότι είναι και ο Μπέπε Γκρίλο».

Συνοψίζοντας, ο κ. Ραπίδης χαρακτηρίζει ως ιδιαίτερα άξιο προσοχής το ότι αυτά τα κινήματα δείχνουν να έχουν επιτυχία κυρίως στις νεότερες ηλικιακές ομάδες, 20-45 ετών και εκτιμά πως, αξιολογώντας συνολικά το φαινόμενο, φαίνεται να πρόκειται για απόρροια μιας αντίδρασης στο πλήρως δημοκρατικό μοντέλο εξουσίας, το οποίο φαίνεται πλέον να μην «πουλάει» πλέον. «Στους νέους φαντάζει ότι έχει αποτύχει – πρόκειται για αντανακλαστικά στο μοντέλο που φαίνεται να έχει αποτύχει στη Δύση, με την αύξηση της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων».

Δημοφιλή