Νέα πορεία Αρείου Πάγου σε υποθέσεις εργατικών ατυχημάτων: Οι εργοδότες μπορούν να διεκδικούν αποζημίωση από τους εργαζόμενους

Νέα πορεία Αρείου Πάγου σε υποθέσεις εργατικών ατυχημάτων: Οι εργοδότες μπορούν να διεκδικούν αποζημίωση από τους εργαζόμενους
Nick Paleologos / SOOC

Νέα πορεία χαράζει ο Άρειος Πάγος σε υποθέσεις εργατικών ατυχημάτων, καθώς για πρώτη φορά ορίζει ότι, μπορούν να διεκδικούν αποζημίωση και οι εργοδότες από τους εργαζόμενους σε περιπτώσεις ατυχημάτων σε ώρα εργασίας.

Ενώ με άλλη απόφαση του το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνωρίζει υψηλό ποσοστό συνυπαιτιότητας σε εργαζόμενο, ο οποίος έχασε τη ζωή του σε ώρα εργασίας.

Η πρώτη περίπτωση αφορά απόφαση, για ατύχημα στην Ιταλία το καλοκαίρι του 2011, όταν οδηγός μεγάλης νταλίκας που μετέφερε (σε ψυγείο) γαλακτοκομικά προϊόντα, έχασε τον έλεγχο του οχήματός του, με αποτέλεσμα να προσκρούσει στο στηθαίο ασφαλείας του αυτοκινητοδρόμου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της απόφασης το όχημα, που ανήκε σε ελληνική εταιρία, κινείτο με ταχύτητα 90 χιλιομέτρων την ώρα στο εθνικό δίκτυο Μπολόνιας - Ανγκόνας. Από τη σύγκρουση το μεγαλύτερο μέρος της νταλίκας καταστράφηκε όπως και το φορτίο που μετέφερε, ενώ την τελευταία στιγμή ο οδηγός της κατάφερε να βγει από το φλεγόμενο όχημα και να σωθεί.

Ο Άρειος Πάγος υιοθέτησε απόφαση που είχε λάβει προηγουμένως το Εφετείο, καθώς έκρινε ότι ο οδηγός της νταλίκας δεν εκτέλεσε την εργασία του με επιμέλεια ως όφειλε και γι’ αυτό ευθύνεται για τη ζημιά που προκάλεσε στον εργοδότη του, δηλαδή την καταστροφή του οχήματος αλλά και του εμπορεύματος. Το ποσοστό δε συνυπαιτιότητάς του στο ατύχημα είναι 99% και ως εκ τούτου ο εργοδότης μπορεί να αξιώσει αποζημίωση από τον υπάλληλό του.

Σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών (Β2 Τμήμα): «Υπαίτιος του ατυχήματος και των συνεπειών που προκλήθηκαν από αυτό είναι ο οδηγός του οχήματος, καθόσον αυτός παρότι έμπειρος και ικανός ασχολούμενος επαγγελματικά με την οδήγηση φορτηγών, επέδειξε αμέλεια κατά την εκτέλεση ελιγμού προς τα αριστερά και δεν συγκράτησε το όχημα που οδηγούσε, κατά τρόπο ώστε αυτό να παραμείνει κινούμενο εντός της αριστερής λωρίδας κυκλοφορίας, αλλά έχασε τον έλεγχο αυτού, τον οποίο δεν ανέκτησε, με τις περαιτέρω συνέπειες...».

Oι αρεοπαγίτες, κατά πλειοψηφία απέρριψαν τον ισχυρισμό του οδηγού ότι, ο ίδιος δεν φέρει ευθύνη γι’ αυτό που συνέβη και ότι η ζημιά πρέπει να βαρύνει τον εργοδότη του και όχι τον ίδιο «ως εμπίπτουσα στη σφαίρα του επιχειρηματικού κινδύνου», ενώ απέρριψαν και το επιχείρημα του οδηγού ότι, τα λάστιχα που είχαν τοποθετηθεί στην νταλίκα ήταν προβληματικά εξαρχής και εξ αυτού του λόγου έχασε τον έλεγχο του οχήματός του.

Μόνο ένα μέλος του δικαστηρίου μειοψήφησε, κρίνοντας ότι, δεν μπορεί να υπάρξει απόλυτη συνυπαιτιότητα του εργαζομένου σε εργατικό ατύχημα με το εξής σκεπτικό: «Ο εργοδότης με την αντιπαροχή του αμείβει την εργασία και όχι την ανάληψη κινδύνου. Ο μισθός που λαμβάνει ο εργαζόμενος δεν αντισταθμίζει τους κινδύνους ζημιών στους οποίους αυτός εκτίθεται κατά την εκτέλεση της εργασίας του, μέσα σε συνθήκες ή καταστάσεις πίεσης τις οποίες αποκλειστικά διαμορφώνει και επηρεάζει ο εργοδότης. Ακόμη και για τον πιο επιμελή και ευσυνείδητο εργαζόμενο ενδέχεται να καταστεί αναπόφευκτη μια στιγμιαία χαλάρωση της προσοχής με εντελώς δυσανάλογες συνέπειες».

Η δεύτερη υπόθεση αφορά θανατηφόρο ατύχημα, με θύμα οδηγό βυτιοφόρου, που έχασε τη ζωή του, ενώ εκτελούσε δρομολόγιο από το Ζάκρο Καρδίτσας στον Ταύρο Αττικής μεταφέροντας γάλα. Το όχημά του εξετράπη της πορείας του και έπεσε σε γκρεμό με αποτέλεσμα ο οδηγός του, που μόλις είχε προσληφθεί στη συγκεκριμένη εταιρεία με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, να βρει τραγικό θάνατο.

Οι γονείς του 41χρονου και τα αδέλφια του προσέφυγαν στα αστικά δικαστήρια διεκδικώντας αποζημίωση υποστηρίζοντας ότι ο θάνατος του 41χρονου οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη, καθώς όπως ισχυρίστηκαν η εταιρεία τον ανάγκαζε να εκτελεί συνεχή δρομολόγια πέραν του νόμιμου ωραρίου εργασίας του, επί οκτώ ώρες κάθε ημέρα και χωρίς ξεκούραση. Μάλιστα, όπως υποστήριξαν οι συγγενείς του, ο 41χρονος, φοβούμενος μη χάσει τη δουλειά του, εργαζόταν νυχθημερόν αδιαμαρτύρητα.

Αντίθετα η εταιρία προέβαλλε το επιχείρημα ότι, 41χρονος οδηγός δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας γεγονός, που θεμελιώνει συνυπαιτιότητα του θανόντος κατά 40% στην πρόσκληση του δυστυχήματος και η αποζημίωση που θα επιδικάσει το δικαστήριο στους συγγενείς του θα πρέπει να είναι σε άμεση συνάφεια με το γεγονός αυτό.

Το Εφετείο, που είχε κρίνει προηγουμένως την υπόθεση έκανε εν μέρει δεκτό τον ισχυρισμό της οικογένειας του 41χρονου και έκριναν ότι η εταιρεία ευθύνεται μόνο κατά ποσοστό 60%, επειδή ανάγκαζε τον υπάλληλό της να εργάζεται κατά παράβαση του ωραρίου εργασίας.

Ανατροπή στην κρίση του Εφετείου προκάλεσε η απόφαση του ΑΠ, έκρινανα ότι, το Εφετείο δεν παρέθεσε στην απόφασή του «τα πραγματικά περιστατικά που να δικαιολογούν την κόπωση του θανόντος και την εξασθένηση των δυνάμεων των αντανακλαστικών του».

Κατά το Ανώτατο Δικαστήριο, ο άτυχος 41χρονος πράγματι εργάστηκε καθ’ υπέρβαση του νόμιμου ωραρίου εργασίας του, ωστόσο μόνο κατά 3,5 ώρες.

Αυτό, όμως, σύμφωνα με την αρεοπαγίτικη απόφαση -«δεν επάγεται, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, λόγω και της ολιγόωρης απασχόλησης του θανόντος κατά τις δύο προηγούμενες ημέρες του δυστυχήματος αλλά και της μη απασχόλησής του τέσσερις ημέρες πριν τον θάνατό του, τέτοιο αποτέλεσμα», δηλαδή την πρόκληση του δυστυχήματος!

Δημοφιλή