Ήβη Διαμαντοπούλου: Η βραβευμένη αρχιτέκτων που έχει κατακτήσει τη Νέα Υόρκη θα ήθελε η Αθήνα να έχει περισσότερο χιούμορ

Ήβη Διαμαντοπούλου: Η βραβευμένη αρχιτέκτων που έχει κατακτήσει τη Νέα Υόρκη θα ήθελε η Αθήνα να έχει περισσότερο χιούμορ
archive

Εάν διαβάσει κάποιος το σύντομο βιογραφικό της Ήβης Διαμαντοπούλου, δεν θα μείνει ασυγκίνητος από τις σπουδές που έχει κάνει, ξεκινώντας με την αρχιτεκτονική στην Πάτρα και τις μεταπτυχιακές σπουδές της στο Princeton. Αυτό που, όμως, έχει κάνει την Ήβη Διαμαντοπούλου να ξεχωρίσει είναι το γεγονός ότι κατάφερε να κάνει την θεωρία πράξη, να διδάξει στο Princeton και το Columbia, να συμμετάσχει σε πολλές κριτικές επιτροπές, να πάρει μέρος στην Μπιενάλε της Βενετίας, αλλά και να κάνει δημοσιεύσεις σε μερικά από τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά/ design περιοδικά του κόσμου.

Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, όπου και εργάζεται για αρχιτεκτονικό γραφείο «MOS Architect», με το οποίο έλαβε το National Design Award για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του Smithsonian Design Museum και μίλησε στην HuffPost Greece, για την αρχιτεκτονική της Αθήνας, το αγαπημένο της κτίριο, αλλά και τοην πιο σημαντική στιγμή της μέχρι τώρα καριέρας της.

Πώς προέκυψε η αρχιτεκτονική στη ζωή σας;

Η σχέση μου με την αρχιτεκτονική ξεκίνησε σαν παιδί, στο αρχιτεκτονικό γραφείο του πατέρα μου, ανάμεσα σε σχέδια και μακέτες, πηγαίνοντας συχνά μαζί του στο εργοτάξιο, και περνώντας χρόνο σε κτήρια του. Δεν συμπαθούσα καθόλου την ιδέα της αρχιτεκτονικής. Την έβρισκα χρονοβόρα, σκληρή, θορυβώδη και επίπονα αργή. Καταλάβαινα εκείνη την περίοδο την αρχιτεκτονική περισσότερο σαν τεχνική ενασχόληση, ιδέα που ανετράπη στα φοιτητικά μου χρόνια, μόνο για να ανατραπεί ξανά με τα πρώτα δικά μου κτήρια που είδα να ολοκληρώνονται.

Βρέθηκα στη σχολή αρχιτεκτόνων του πανεπιστημίου Πατρών, όπου ανακάλυψα το ενδιαφέρον μου για τη θεωρία και ιστορία της αρχιτεκτονικής και κατάφερα να προσπεράσω την επιφύλαξη που είχα για το σχεδιασμό και την κατασκευή. Πολύ γρήγορα είχα εθιστεί στην ιδέα πως μέσα από τη θεωρία μπορεί κανείς να παράξει μια «άλλη» αρχιτεκτονική, με την αφέλεια και σχεδόν μεγαλομανία, που τυπικά διακρίνει κάθε έφηβο που πρωτοξεκινά κάτι.

Η γκαλερί Chamber που ολοκληρώθηκε το 2015 στο Chelsea, NY (MOS Architects)

Έχετε μία σειρά από εντυπωσιακές σπουδές και διακρίσεις. Ποια θεωρείτε ότι ήταν μέχρι σήμερα η πιο σημαντική στιγμή της καριέρας σας;

Ευχαριστώ πολύ! Για μένα σημαντικότερη στιγμή, περισσότερο επειδή υπήρξε κομβική στις μετέπειτα επιλογές μου, ήταν η πρώτη συμμετοχή μου στη Μπιενάλε της Βενετίας το 2006. Ήταν ένα ομαδικό σχεδιαστικό έργο που αναφερόταν στο μέλλον των μητροπόλεων, προτείνοντας την επέκτασή τους στο υπέδαφος, υποθέτοντας πως άμεσα τόσο το έδαφος όσο και η δυνατότητα κατακόρυφης εξάπλωσης πάνω σε αυτό θα εξαντληθούν. Είχα ήδη επισκεφθεί την προηγούμενη έκθεση αρχιτεκτονικής της Βενετίας το 2004, η οποία μου έκανε ξεκάθαρο πως υπάρχει μια παγκόσμια κοινότητα αρχιτεκτόνων που την απασχολούν κοινά ερωτήματα και φιλοδοξίες. Για πρώτη φορά με έκανε να αντιληφθώ την αρχιτεκτονική πέρα από την έμφυτη τοπικότητα των κτηρίων. Ότι η θεωρία που διάβαζα δεν ήταν ένα παγιωμένο σώμα γνώσης, αλλά διαμορφωνόταν ενεργά και αδιάκοπτα, όσο προφανής και να φαίνεται αυτή η σκέψη.

Η συμμετοχή μου στην επόμενη έκθεση, σε τόσο νεαρή ηλικία, με άφησε να υποθέσω πως η κοινότητα αυτή είναι ανοιχτή και προσβάσιμη. Οι άνθρωποι που θαύμαζα και μελετούσα το έργο τους από όλο τον κόσμο, περνούσαν από δίπλα μου και ο διάλογος μαζί τους σε πραγματικό χρόνο ήταν εφικτός. Καθ' όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας του έργου μας σκεφτόμουν τον αριθμό των επισκεπτών που θα περάσουν από μπροστά του, κάτι που με είχε σχεδόν παραλύσει. Σκεφτόμουν διαρκώς τί είναι αυτό που έχω να πω; Ποια θα είναι η συμβολή μας σε αυτό το διάλογο; Σε επίπεδο ιδεών, αναπαράστασης, σχεδιασμού. Ήταν μια εμπειρία καθοριστική για οτιδήποτε επιδίωξα να κάνω αργότερα –από τη συμμετοχή μου σε εργαστήρια αρχιτεκτονικής στην Ευρώπη, τις σπουδές μου στο Princeton, ως την επιμέλεια κειμένων και εκδόσεων μέχρι και σήμερα.

Πάνω σε τι εργάζεστε αυτή τη στιγμή;

Τυχαίνει να εργάζομαι και πάλι σε ένα έργο για τη Μπιενάλε της Βενετίας. Αυτή τη φορά για το Αμερικάνικο περίπτερο, και μέσω του γραφείου MOS Architects στο οποίο εργάζομαι στην Νέα Υόρκη. Το θέμα αφορά ξανά στο μέλλον των πόλεων, πως αυτό μπορεί να καθοριστεί μέσα από το πρίσμα της αρχιτεκτονικής. Η έκθεση εστιάζει στο παράδειγμα του Ντιτρόιτ, την πόλη όπου θεωρείται πως καθιέρωσε το «αμερικάνικο όνειρο,» με αφορμή την ακμή της αυτοκινητοβιομηχανίας. Συνεχίζει να με ενθουσιάζει η συμμετοχή σε αυτή την έκθεση, παρότι ευτυχώς δεν νιώθω το ίδιο μούδιασμα που ένιωθα ακριβώς δέκα χρόνια πριν.

Παρακολουθώ επίσης έναν αριθμό κτηρίων για τους MOS, το καθένα σε διαφορετική φάση υλοποίησης, και τα περισσότερα σε διαφορετικά μέρη της Αμερικής. Σύντομα ολοκληρώνεται ένα από τα έργα που με ενθουσιάζουν περισσότερο στο οποίο εργάζομαι τα τελευταία τρία χρόνια –η αρχιτεκτονική είναι πράγματι αργή, αλλά αυτό είναι κάτι που πλέον θεωρώ πολυτέλεια. Το εκτιμώ και το απολαμβάνω. Πρόκειται για ένα κτήριο μικτής χρήσης στο Μπρούκλιν, που συνδυάζει ένα χώρο τέχνης με μία κατοικία και ένα κήπο.

Mixed Use No.2 στο Brooklyn, NY (MOS Architects)

Παράλληλα πάντα κάτι γράφω ή ερευνώ. Με ενδιαφέρει πολύ η σχέση της αρχιτεκτονικής με την τέχνη, και η ανάλυση των κοινών μας αισθητικών κριτηρίων, όπως αυτά γίνονται αντιληπτά σε καθημερινά αντικείμενα, στην τεχνολογία, τον τρόπο που ντυνόμαστε, και φυσικά στην αρχιτεκτονική. Πρόσφατα τελείωσα ένα άρθρο για το Κινέζικο ArchiCreation, και αυτές τις μέρες προετοιμάζω άρθρα για εκδόσεις στην Ελλάδα και την Ιταλία.

Τι πιστεύετε ότι λείπει αρχιτεκτονικά από την Αθήνα;

Νιώθω πως λείπει ο αυθορμητισμός στο σχεδιασμό των νέων κτηρίων. Κατά κάποιο τρόπο η Αθηναϊκή αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από ένα είδος “επισημότητας”. Μου λείπουν περισσότερα έργα που έχουν χιούμορ, διαφέρουν από τα γειτονικά τους, εισάγουν νέες αναφορές μέσω της μορφής ή της υλικότητάς τους. Δεν θεωρώ πως η “επισημότητα” στην οποία αναφέρομαι είναι παθογένεια που χαρακτηρίζει αποκλειστικά την Αθήνα, θα έκανα το ίδιο ισχυρισμό για τις περισσότερες μητροπόλεις που έχω επισκεφθεί. Η Αθήνα όμως έχει το πλεονέκτημα να χαρακτηρίζεται αστικά από έντονο αυθορμητισμό. Ο συνδυασμός των μνημείων με την έντονη τοπογραφία, την ανάπτυξη σε πολλαπλούς κανάβους (σε αντίθεση με τον κάναβο του Τζεφερσον για παράδειγμα) κάνει την πόλη τόσο πλούσια σε αυτή την κλίμακα. Η αρχιτεκτονική από την άλλη πλευρά, τείνει να παραμένει συχνά αδιάφορη στο πάρτυ που συμβαίνει γύρω της, επιμένοντας σε ένα είδος ιδιότυπου μοντερνισμού. Βέβαια ιστορικά μπορεί κανείς να βρει τις ρίζες της μορφολογίας αυτής με απόλυτη συνέπεια σε μια σειρά από κανονισμούς και νόμους, καθώς και στην ίδια την ιστορία της ανάπτυξης της πόλης, οικονομική και πολεοδομική. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν έχουν παραχθεί σπουδαία κτήρια στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Θεωρώ πως υπάρχει μια νέα γενιά αρχιτεκτόνων στην Αθήνα που είναι προετοιμασμένη να αμφισβητήσει, με σεβασμό, αυτό το μοντέλο και να εισάγει νέες μορφές στην πόλη, και ανυπομονώ να συμβεί.

Ποιο είναι το πιο αγαπημένο σας κτίριο στην Αθήνα;

Αυτή είναι πολύ δύσκολη ερώτηση. Έχω μια ατελείωτη λίστα που δίνω σε φίλους που επισκέπτονται για πρώτη φορά την πόλη μου. Την ξεκίνησα πριν πέντε χρόνια και συνεχώς θυμάμαι πως κάτι έχω παραλήψει και το προσθέτω. Περιλαμβάνει από την Ακρόπολη, την πλακόστρωση του Πικιώνη και τον Λουμπαρδιάρη, το Ηρώδειο, και τη Μητρόπολη, ως την Ακαδημία και το Ζάππειο, το Φιξ και το σχολείο του Τάκη Ζενέτου στον Άγιο Δημήτριο, ως σύγχρονα έργα όπως το Μουσείο και η Όπερα.

Ένα από τα κτήρια που ξεχωρίζω είναι το συγκρότημα κατοικιών ‘Ασύρματος,’ της Έλλης Βασιλακιώτη (1967). Kαταρχήν, ως σπάνιο παράδειγμα έργου μεγάλης κλίμακας που μελετήθηκε από γυναίκα αρχιτέκτονα τη δεκαετία του ’60 –μια περίοδο στην οποία ελάχιστες γυναίκες δραστηριοποιούνταν ή αναγνωρίζονταν ως επικεφαλής μελετών παγκοσμίως. Πρόκειται επίσης για ένα έργο που διεξήχθη από την Υπηρεσία Οικισμού, του τότε Υπουργείου Δημοσίων Έργων, μια υπηρεσία που εκλείπει από τη ζωή και την αρχιτεκτονική της χώρας. Η ίδια η αρχιτεκτονική του κτιρίου, η οριζόντια και τολμηρή μορφολογία, η μίξη των προγραμμάτων, η σχεδόν χιουμοριστική (τουλάχιστον στη δική μου ανάγνωση) αναπαραγωγή και διαστρέβλωση των τυπικών χαρακτηριστικών της δημοφιλούς πολυκατοικίας, η σχέση του κτηρίου με την τοποθεσία και την τοπογραφία είναι μερικοί από τους σημαντικότερους λόγους που για μένα ο Ασύρματος είναι από τα αγαπημένα μου κτίρια.

Αν σας δινόταν η ευκαιρία να αναλάβετε ένα έργο για την πόλη των Αθηνών, ποιο θα θέλατε να ήταν αυτό και γιατί;

Θα ήθελα πολύ να κάνω κάτι εφήμερο στην Εθνική Πινακοθήκη. Δεν έχω ιδέα τι, ίσως μια εγκατάσταση, ένα προσωρινό εσωτερικό σε απόλυτη αντίφαση με το υπέροχα μοντέρνο κέλυφος του κτηρίου. Θα ήθελα να είναι πλούσιο, χρωματικά και μορφολογικά και υλικά –πιθανόν να έφερνα στοιχεία μπαρόκ. Θα ήταν περισσότερο μια συζήτηση για το τι μπορεί κανείς να κάνει στην πόλη των Αθηνών, μακροπρόθεσμα, παρά ένα μοναδικό έργο. Ίσως, να καλούσα αρχιτέκτονες της γενιάς μου να απαντήσουν στην ίδια ερώτηση. Νομίζω πως οτιδήποτε κάνει κανείς σε αυτό το χώρο αποκτά αυτόματα απίστευτη βαρύτητα. Η σχέση τέχνης και αρχιτεκτονικής είναι κεντρική στη δουλειά μου, ίσως γιατι μεγαλώνοντας πέρασα πολύ χρόνο σε αυτό ακριβώς το κτήριο. Δεν ξέρω. Υποθετικά πάντα. Η Αθήνα είναι η πόλη μου, θα ήθελα να αναλάβω οτιδήποτε.

Κατοικία στο Καστρί: Ήβη Διαμαντοπούλου και Γιώργος Παπάζογλου για την εταιρεία ACRM

Το γραφείο σας έλαβε το National Design Award από το Cooper Hewitt, Smithsonian Design Museum. Πείτε μας λίγο λόγια για αυτή την σημαντική στιγμή.

Ναι, αυτό ήταν ό,τι καλύτερο συνέβη το 2015! Οι MOS Architects ιδρύθηκαν το 2005, από δύο ακαδημαϊκούς αρχιτέκτονες, και έχουν πετύχει να ισορροπούν μοναδικά μεταξύ ακαδημαικών αναζητήσεων, πειραματισμού, έρευνας και διατριβής, αλλά και των πρακτικών ζητημάτων της παραγωγής αρχιτεκτονικής και της κατασκευής κτηρίων. Η μια πλευρά του γραφείου τροφοδοτεί ασταμάτητα την άλλη και αντίστροφα. Εργάζομαι στο γραφείο τα τελευταία χρόνια και νιώθω πάντα τυχερή που βρέθηκα σε ένα χώρο τόσο σπουδαίο και τόσο κοντά στα ενδιαφεροντά μου, και μάλιστα σε μια στιγμή κριτική για τη διαμόρφωση και καθιέρωση τους.

Ο θεσμός των βραβείων ξεκίνησε το 2000, από το Cooper Hewitt, Smithsonian Design Museum με σκοπό να τιμά Αμερικανούς σχεδιαστές που έχουν ξεχωρίσει για το συνολικό έργο τους. Ξεκινώντας από τον Λευκό Οίκο, το πρόγραμμα έχει στόχο να αναδείξει τη σημασία του design και τη συμβολή του στην καλυτέρευση της ζωής στη χώρα. Επτά βραβεία απονείμονται κάθε χρόνο, με το καθε ένα να αναφέρεται σε μια κατηγορία σχεδιασμού. Φέτος, το γραφείο βραβεύτηκε στην κατηγορία του αρχιτεκτονικου σχεδιασμού. Ήταν απίστευτη χαρά και τιμή για όλους μας. Πραγματικά πιστεύουμε πολύ και επενδύουμε σε κάθε έργο ξεχωριστά.

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των βραβείων είναι πως έχουν κοινωνικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Διαρκούν ολόκληρο το χρόνο, μέσα από εκπαιδευτικές εκδηλώσεις, εκθέσεις, ομιλίες και άλλα ανοιχτά προγράμματα ανά την Αμερική που έχουν στόχο να ενισχύσουν τη γνώση των πολιτών, και ειδικότερα των νέων, γύρω από τη σημασία του σχεδιασμού.