Σε δημόσια διαβούλευση η επικύρωση σύμβασης για εγκλήματα στον κυβερνοχώρο

Σε δημόσια διαβούλευση η επικύρωση σύμβασης για εγκλήματα στον κυβερνοχώρο
Internet browser, binary code and security icon (Digital Composite)
Internet browser, binary code and security icon (Digital Composite)
Crowther and Carter via Getty Images

Σε δημόσια διαβούλευση έχει τεθεί η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο, που υπογράφηκε στη Βουδαπέστη στις 23 Νοεμβρίου 200, καθώς και το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της για την ποινικοποίηση πράξεων ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης, που διαπράττονται μέσω συστημάτων υπολογιστών, προκειμένου κυρωθεί και να αποτελέσει μέρος του εσωτερικού δικαίου της χώρας.

Η σύμβαση μεταξύ άλλων αναφέρεται στην ανάγκη να επιδιωχθεί κατά προτεραιότητα μία κοινή αντεγκληματική πολιτική, που θα στοχεύει στην προστασία της κοινωνίας από το έγκλημα στον κυβερνοχώρο, κυρίως με την υιοθέτηση της κατάλληλης νομοθεσίας και την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας.

Στη σύμβαση εκφράζεται η ανησυχία, για τον κίνδυνο χρησιμοποίησης των δικτύων υπολογιστών και ηλεκτρονικών πληροφοριών για την διάπραξη εγκλημάτων και αποθήκευσης και μεταφοράς των αποδεικτικών στοιχείων που αφορούν στα εγκλήματα αυτά δια μέσου των δικτύων αυτών, ενω αναγνωρίζεται η ανάγκη για συνεργασία μεταξύ των κρατών του Δημοσίου και του Ιδιωτικού τομέα στην καταπολέμηση του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο και η ανάγκη να προστατευθούν τα θεμιτά συμφέροντα στην χρήση και την ανάπτυξη της τεχνολογίας της πληροφορικής.

Επιπλέον γίνεται αναφορά:

Στο πόσο αναγκαία είναι αναγκαία ,για να αποτρέψει τις ενέργειες που στρέφονται κατά του απορρήτου, της ακεραιότητας και της διαθεσιμότητας των συστημάτων υπολογιστών, των δικτύων υπολογιστών και των ηλεκτρονικών δεδομένων καθώς και την μη νόμιμη χρήση αυτών των συστημάτων, δικτύων και δεδομένων, με την ποινικοποίηση αυτής, όπως περιγράφεται στην παρούσα Σύμβαση, και την υιοθέτηση μέτρων για την αποτελεσματική καταπολέμηση αυτών των εγκληματικών πράξεων, διευκολύνοντας τον εντοπισμό, την έρευνα και την δίωξή τους ,τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και προβλέποντας ρυθμίσεις για ταχεία και αξιόπιστη διεθνή συνεργασία.

- Στην ανάγκη διασφάλισης της σωστής ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων της επιβολής του νόμου και του σεβασμού των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτά προστατεύονται από την Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1950 για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, την Διεθνή Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1966 για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, και τις άλλες ισχύουσες συμβάσεις προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες επιβεβαιώνουν το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να έχει την γνώμη του χωρίς παρεμβάσεις καθώς και το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η ελευθερία της αναζήτησης, λήψης και διανομής πληροφοριών και ιδεών παντός είδους, ανεξαρτήτως συνόρων, καθώς και τα δικαιώματα που αφορούν τον σεβασμό του απορρήτου.

- Στο δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτό ορίζεται για παράδειγμα στην Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1981 για την Προστασία του Ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα.

-Στις πρόσφατες εξελίξεις οι οποίες περαιτέρω προάγουν τη διεθνή συνεννόηση και συνεργασία στην καταπολέμηση του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών του ΟΗΕ, του ΟΟΣΑ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των G8.

- Στις Συστάσεις της Επιτροπής Υπουργών Νο. R (85) 10 σχετικά με την πρακτική εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Αμοιβαία Συνδρομή σε Ποινικές Υποθέσεις, όσον αφορά τις αιτήσεις δικαστικής συνδρομής για την άρση απορρήτου τηλεπικοινωνιών, Νο. R (88) 2 σχετικά με την πειρατεία στον τομέα των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων, Νο. R (87) 15 που ρυθμίζει την χρήση προσωπικών δεδομένων στον αστυνομικό τομέα, Νο. R (95) 4 σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, με ιδιαίτερη αναφορά στις τηλεφωνικές υπηρεσίες, καθώς και Νο. R (89) 9 σχετικά με το έγκλημα που σχετίζεται με ηλεκτρονικούς υπολογιστές, όπου υπάρχουν οδηγίες για τις εθνικές νομοθεσίες σχετικά με τους ορισμούς ορισμένων εγκλημάτων σχετιζόμενων με υπολογιστές, και Νο. R (95) 13 που αφορά προβλήματα της ποινικής δικονομίας σε σχέση με την τεχνολογία της πληροφορικής.

Αναφορά γίνεται επίσης στην απόφαση που ελήφθη από τους Υπουργούς Δικαιοσύνης της Ευρώπης στην 21η Διάσκεψή τους (Πράγα, 10 και 11 Ιουνίου 1997), η οποία εισηγήθηκε στην Επιτροπή Υπουργών να υποστηρίξει το έργο σχετικά με το έγκλημα στον κυβερνοχώρο που επιτελεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα Προβλήματα του Εγκλήματος (CDPC) με σκοπό να επιτευχθεί προσέγγιση των διατάξεων των εγχώριων ποινικών δικαίων και να καταστεί δυνατή η χρήση αποτελεσματικών μέσων έρευνας των εγκλημάτων αυτών , καθώς και την υπ’αριθ. 3.

Στην απόφαση που ελήφθη από τους Υπουργούς Δικαιοσύνης της Ευρώπης στην 23η Διάσκεψή τους (Λονδίνο, 8 και 9 Ιουνίου 2000), η οποία ενθάρρυνε τα διαπραγματευόμενα μέρη να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους με σκοπό να βρεθούν οι κατάλληλες λύσεις ώστε να καταστεί δυνατόν να προσχωρήσει στην Σύμβαση μεγαλύτερος αριθμός Κρατών και αναγνώρισε την ανάγκη ύπαρξης ενός γρήγορου και αποτελεσματικού συστήματος διεθνούς συνεργασίας, το οποίο πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψη του τις συγκεκριμένες απαιτήσεις της καταπολέμησης του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο.

- Στο Σχέδιο Δράσης που υιοθέτησαν οι Αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης με την ευκαιρία της Δεύτερης Διάσκεψης Κορυφής (Στρασβούργο, 10 και 11 Οκτωβρίου 1997) για την αναζήτηση κοινά αποδεκτών λύσεων στην ανάπτυξη της τεχνολογίας της πληροφορικής με βάση τα πρότυπα και τις αξίες του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Μεταξύ άλλων συμφωνήθηκε ότι:

- Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να ποινικοποιηθεί στο εσωτερικό του δίκαιο, η άνευ δικαιώματος πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος ενός συστήματος υπολογιστή, όταν αυτή διαπράττεται από πρόθεση. Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να θέσει ως προϋπόθεση διάπραξης του εγκλήματος την παραβίαση μέτρων ασφαλείας, με την πρόθεση να αποκτηθούν δεδομένα υπολογιστή ή με άλλη αθέμιτη πρόθεση, ή σε σχέση με ένα σύστημα υπολογιστή που είναι συνδεδεμένο με ένα άλλο σύστημα υπολογιστή.

- Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να ποινικοποιηθεί στο εσωτερικό του δίκαιο, η υποκλοπή δια τεχνικών μέσων μη δημοσίων διαβιβάσεων δεδομένων υπολογιστή από και προς ή εντός ενός συστήματος υπολογιστή, περιλαμβανομένων και των ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών από ένα σύστημα υπολογιστή στο οποίο ευρίσκονται αυτά τα δεδομένα υπολογιστών, όταν αυτή διαπράττεται από πρόθεση. Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να θέσει ως προϋπόθεση της διάπραξης του εγκλήματος την αθέμιτη πρόθεση, ή την επίτευξη σύνδεσης ενός συστήματος υπολογιστή με ένα άλλο σύστημα υπολογιστή.

-. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να ποινικοποιηθεί στο εσωτερικό του δίκαιο, η άνευ δικαιώματος βλάβη, διαγραφή, φθορά, αλλοίωση ή καταστολή δεδομένων υπολογιστών, όταν αυτή διαπράττεται από πρόθεση.

- Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να διατηρήσει το δικαίωμα να θέσει ως προϋπόθεση ύπαρξης εγκλήματος για την συμπεριφορά που περιγράφεται στην παρ . 1 την πρόκληση σοβαρής ζημίας.

- Κάθε συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία, για να ποινικοποιηθεί στο εσωτερικό του δίκαιο, η άνευ δικαιώματος σοβαρή παρακώλυση της λειτουργίας ενός συστήματος υπολογιστή δια της εισαγωγής, διαβίβασης, βλάβης, διαγραφής, φθοράς, αλλοίωσης ή καταστολής δεδομένων υπολογιστή, όταν αυτή διαπράττεται από πρόθεση, η παραγωγή, πώληση, προμήθεια προς χρήση, εισαγωγή, διανομή ή άλλως διάθεση:

ι. μιας συσκευής, περιλαμβανομένου και ενός προγράμματος υπολογιστή, σχεδιασμένης ή προσαρμοσμένης πρωτίστως με σκοπό τη διάπραξη κάποιου εκ των εγκλημάτων που περιγράφονται στα ως άνω Άρθρα 2 έως 5,

ιι. ενός συνθηματικού ή κωδικού πρόσβασης, ή άλλου παρεμφερούς δεδομένου, με την χρήση του οποίου είναι δυνατόν να αποκτηθεί πρόσβαση στο σύνολο ή μέρος ενός συστήματος υπολογιστή, με πρόθεση να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό της διάπραξης κάποιου εκ των εγκλημάτων που περιγράφονται στα ως άνω Άρθρα 2 έως 5

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα σχετικά με την παιδική πορνογραφία, όπου ορίζεται ότι:

- . Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να ποινικοποιηθούν στο εγχώριο δίκαιό του οι ακόλουθες συμπεριφορές, όταν διαπράττονται από πρόθεση και άνευ δικαιώματος:

α. παραγωγή παιδικής πορνογραφίας με σκοπό την διανομή της μέσω ενός συστήματος υπολογιστή,

β. προσφορά ή διάθεση παιδικής πορνογραφίας μέσω ενός συστήματος υπολογιστή,

γ. διανομή ή μετάδοση παιδικής πορνογραφίας μέσω ενός συστήματος υπολογιστή,

δ. προμήθεια παιδικής πορνογραφίας μέσω ενός συστήματος υπολογιστή για ιδία χρήση ή για άλλο πρόσωπο,

ε. κατοχή παιδικής πορνογραφίας σε ένα σύστημα υπολογιστή ή σε ένα μέσο αποθήκευσης δεδομένων υπολογιστή.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ανωτέρω, ο όρος «παιδική πορνογραφία» θα περιλαμβάνει πορνογραφικό υλικό που απεικονίζει οπτικά:

α. ένα ανήλικο να εμπλέκεται σε σαφώς σεξουαλική συμπεριφορά

β. ένα πρόσωπο που φαίνεται ότι είναι ανήλικο να συμμετέχει σε σαφώς σεξουαλική συμπεριφορά,

γ. ρεαλιστικές εικόνες που απεικονίζουν ένα ανήλικο να εμπλέκεται σε σαφώς σεξουαλική συμπεριφορά.

Επίσης με τη σύμβαση προστατεύονται τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

Δημοφιλή