Μάικλ Παλαιοδήμος: O φόβος της αποτυχίας είναι αυτό που με κρατάει σε εγρήγορση

Μάικλ Παλαιοδήμος: O φόβος της αποτυχίας είναι αυτό που με κρατάει σε εγρήγορση

Ένα βραβείο Όσκαρ δεν το λες και αμελητέα επιτυχία. Ειδικά όταν το κατακτά ένα παιδί στην Ελλάδα, μισός Έλληνας μισός Αυστραλός (από γονείς εμπόρους επίπλων), παιδί της κρίσης κι αυτό, που έχει εγκαταλείψει την επιστήμη την οποία υπερ-αγαπούσε, τη Βιοχημεία, κι έχει ανοίξει τα φτερά του για το εξωτερικό, στο κυνήγι του πολυπόθητου ονείρου του - τον κινηματογράφο και τη φωτογραφία. Δεν του πήγε κι άσχημα... Θυμάμαι στο τέλος Φλεβάρη, στην 88η απονομή των Όσκαρ, όταν στην Ελλάδα τα φώτα έπεσαν -μετά την επιτέλους νίκη του Λεονάρντο Ντι Κάπριο- σε αυτόν τον Έλληνα, τον Μάικλ Παλαιοδήμο, για τη συμμετοχή του σαν διευθυντής φωτογραφίας στην ταινία μικρού μήκους "The Stutterer", η οποία απέσπασε και το χρυσό αγαλματίδιο στην κατηγορία της. Ενάμιση μήνα μετά, ήμουν περίεργος να δω πόσο του είχε αλλάξει τη ζωή η αναμφισβήτητη επιτυχία και με ποιο τρόπο «εξαργυρώνει» κανείς ένα τέτοιο βραβείο. Πέφτουν «βροχή» οι προτάσεις για συνεργασία; Και μιλώντας μαζί του, πρόσθετα ερωτήματα άρχισαν να γεννιούνται. Υπάρχει επιστροφή στην κανονικότητα της ζωής και ξεκούραση μετά από μια τέτοια επιτυχία; Γιατί να παρατήσει κάποιος την επιστήμη του και μάλιστα όντας καλός σε αυτή; Και ποιο ήταν το πιο αστείο πράγμα που του συνέβη τη βραδιά της απονομής; Μερικά μόνο από τα ερωτήματα στη συνέντευξη που ακολουθεί...

-Πού σε βρίσκει αυτή η συνέντευξη; Σε τι ρυθμούς;

-Ρυθμούς πανικού. Κάνουμε ένα καινούργιο διαφημιστικό για εταιρεία αθλητικών ειδών, ετοιμάζουμε την ιδέα μας για να την παρουσιάσουμε, και αν μας δεχθούν μας δίνουν το διαφημιστικό. Οπότε έχουμε τα deadline να «τρέχουν».

-Έχεις προλάβει να ξεκουραστείς από τα Όσκαρ και μετά;

-Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω προλάβει όσο θα ήθελα, και να σου πω, είναι και το jet lag ένα πράγμα, που νόμιζα πως ήταν ένας μύθος, αλλά δεν είναι τελικά. Μου πήρε μια εβδομάδα να μπω στο πρόγραμμά μου.

-Έχεις μεγαλώσει εδώ στην Ελλάδα;

-Μεγάλωσα στην Ελλάδα, γεννήθηκα στην Αθήνα, αλλά όσο μπορούσαμε πηγαίναμε στην Αυστραλία, λόγω της καταγωγής της μητέρας μου (από την Τασμανία), εκεί γεννήθηκε, εκεί μεγάλωσε. Κάποια καλοκαίρια πηγαίναμε όσο μπορούσαμε -γιατί είναι και ακριβό ταξίδι για μια τετραμελή οικογένεια για να το κάνει συχνά. Στην Ελλάδα πήγαινα σε ξένο σχολείο, οπότε πάντα είχα μια κλίση προς το εξωτερικό και για αυτό ήταν πιο εύκολο και για μένα να πάω στην Αγγλία, σε ηλικία 17 ετών.

-Τώρα, περίπου ένα μήνα μετά τα Όσκαρ, τι έχει αλλάξει σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο; Ανοίγονται οι ευκαιρίες, όπως λένε;

-Η προσωπική μου ζωή δεν έχει επηρεαστεί πολύ, οι κοντινοί μου άνθρωποι είναι δίπλα μου, έχουν χαρεί πάρα πολύ και με στηρίζουν. Όσο για το επαγγελματικό, σίγουρα ανοίγονται πόρτες μετά από κάτι τέτοιο, όμως πρέπει κι εσύ να το κυνηγάς. Πρέπει να χτυπήσεις κι εσύ πολλές πόρτες. Συνήθως όμως υπάρχει πολύ θετική ανταπόκριση. Δεν είναι ότι δεν έρχονται προτάσεις από μόνες τους... Όχι όσες θα περίμενε κανείς, αλλά σίγουρα ανταποκρίνονται πάρα πολύ κάποιοι από τη στιγμή που θα τους χτυπήσεις την πόρτα. Το καλό είναι ότι αποκτάς πρόσβαση σε κάποιους κύκλους, που πριν δεν θα είχες τη δυνατότητα να προσεγγίσεις, παραγωγούς, ατζέντηδες κ.α. Και κάπως έτσι «εξαργυρώνεις» την επιτυχία του Όσκαρ.

-Υπήρχε η μελαγχολία της επιτυχίας; Ότι δηλαδή ανέβηκε ψηλά ο πήχυς, πήραμε το Όσκαρ, τι γίνεται από δω και πέρα;

-Έγιναν όλα τόσο γρήγορα, δεν είχαμε και ποτέ αυτοσκοπό το Όσκαρ, οπότε δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει πάρα πολύ ακόμα. Δε με ενδιαφέρουν τόσο τα βραβεία αλλά οι συνεργασίες που μπορώ να κάνω μέσω αυτών, να συμμετάσχω δηλαδή σε ταινίες, να διατηρήσω την καλλιτεχνική μου ακεραιότητα- ένα βραβείο δεν σου τα δίνει αυτά αναγκαστικά. Νιώθω ότι από δω και πέρα ξεκινά η δική μου καριέρα.

-Με ποιο συναίσθημα θα μπορούσες να παρομοιάσεις τη χαρά του να κερδίζεις ένα τέτοιο βραβείο;

-Δε μπορώ να το πω. Δεν έχω παντρευτεί ακόμα, δεν έχω παιδιά, αλλά ίσως μια τέτοια εμπειρία να είναι παρόμοια.

-Εδώ στην Ελλάδα τελείωσες το σχολείο, μετά έφυγες για σπουδές στη Βιοχημεία. Γιατί τη Βιοχημεία και πώς αποφάσισες να την αφήσεις για να ασχοληθείς με αυτό που κάνεις;

-Υπήρχε πάντα μια κλίση από το σχολείο μας προς τις επιστήμες. Επίσης μεγαλώνοντας στην Ελλάδα επηρεάζεσαι ίσως από το «γιατρός, δικηγόρος...» κτλ. που θα σου δώσουν μια δουλειά χωρίς προβλήματα, μια καταξίωση. Κυρίως όμως λόγω του σχολείου. Μου άρεσε πάντα και η Χημεία.

-Ήσουν καλός σε αυτό;

-Ναι, ήταν κάτι που το αγαπούσα πολύ, είχα κάνει το μεταπτυχιακό μου με πολύ καλό βαθμό στο King's College, και γι’ αυτό είχα ξεκινήσει μετά και διδακτορικό, το οποίο σταμάτησα για να πάω στο στρατό, κι εκεί μετά έγινε η αλλαγή προς τα καλλιτεχνικά. Όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να το κάνω επαγγελματικά, έκανα τις πρώτες μου φωτογραφήσεις στην Ελλάδα, συνεργάστηκα με κάποια περιοδικά. Και μόλις είδα ότι το χόμπι μου που το αγαπούσα, μπορούσε να γίνει δουλειά, το ακολούθησα.

-Οι γονείς σου ανήκουν στο χώρο;

-Οι γονείς μου είναι και ήταν έμποροι επίπλων. Δεν έχουν καμία σχέση με τον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά ήταν πάντα πολύ υποστηρικτικοί, με ενθάρρυναν και με βοήθησαν πάρα πολύ.

-Μένουν στην Ελλάδα τώρα;

-Ναι ναι.

-Πώς βίωνες εσύ την κατάσταση στην Ελλάδα; Είσαι αισιόδοξος ή απαισιόδοξος για την κατάσταση της χώρας;

-Ανά περιόδους η κατάσταση με ανησυχεί και με προβληματίζει. Οι γονείς μου και οι φίλοι μου περνάνε δύσκολα και αυτό με στεναχωρεί. Δεν είναι όμως και λύση να φεύγουμε όλοι για εξωτερικό. Επίσης παρά τις δυσκολίες γνωρίζω και βλέπω ότι σε πολλούς διαφορετικούς τομείς γίνονται πολλές πολύ αξιόλογες προσπάθειες και αυτό το βρίσκω πολύ ελπιδοφόρο. Π.χ. το start up community ανθεί και βλέπω αρκετό μέλλον σε αυτό.

-Τι λείπει από την Ελλάδα και οδηγεί τους νέους να αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό;

-Νομίζω το μέγεθος της αγοράς και η έκθεση σε παγκόσμιο επίπεδο είναι αυτά που λείπουν. Έχει κανείς πολύ μεγαλύτερες ευκαιρίες, πολύ μεγαλύτερους πελάτες, εταιρείες με τις οποίες μπορείς να δουλέψεις. Κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να σε πάει πιο ψηλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Επίσης, στην Ελλάδα οι οικονομικές απολαβές δεν είναι πάντα ανάλογες με τη δουλειά που κάνεις. Στο εξωτερικό ενδεχομένως να μπορείς να αμειφθείς καλύτερα.

-Υπό ποια προϋπόθεση θα γύριζες δηλαδή; Αν άλλαζε τι;

-Επειδή μου αρέσει να ταξιδεύω όσο πιο πολύ μπορώ για τη δουλειά μου, θα ήθελα να μη μένω σε μία χώρα. Θα ήθελα να φτάσω σε ένα σημείο που να μου επιτρέπει η δουλειά μου να το κάνω αυτό, οπότε δεν ξέρω αν θα γύριζα για να μείνω σε μία χώρα.

-Στο “Stutterer” ο πρωταγωνιστής έπρεπε να αντιμετωπίσει ένα πολύ μεγάλο φόβο του. Εσύ ποιος θα έλεγες ότι είναι ο μεγαλύτερος φόβος σου; Πώς τον αντιμετώπισες;

-Ο φόβος της αποτυχίας είναι ο μεγαλύτερος μου φόβος. Οτιδήποτε σημαίνει αποτυχία για τον καθένα. Είναι αυτό που με κρατάει σε εγρήγορση. Και η δουλειά που έχω επιλέξει είναι σχετικά αβέβαιη. Θα ήθελα να μπορώ να στηρίξω τον εαυτό μου από αυτή, και την οικογένειά μου μια μέρα, κάνοντας αυτό που αγαπώ. Νομίζω αυτό είναι που κάνει πολλούς να φεύγουν σε χώρες όπως η Αγγλία.

-Δεν πιστεύεις όμως ότι μέσα από τις αποτυχίες μπορείς να πάρεις σπουδαία μαθήματα;

-Ναι, σίγουρα, δεν το συζητώ. Αλλά υπάρχουν αποτυχίες που μπορεί να είναι καταστροφικές, από τις οποίες ισως δεν υπάρχει επιστροφή.

-Αν σου λέγαμε να διαλέξεις ένα μελλοντικό συνεργάτη από το χώρο του κινηματογράφου-σε οποιοδήποτε πόστο- με τον οποίο θα ήθελες να συνεργαστείς , ποιος θα ήταν αυτός;

-Επειδή πάντα μαθαίνεις, και ποτέ δεν είναι αρκετές οι γνώσεις που έχεις, θα ήταν ο μεγαλύτερος κινηματογραφιστής που υπήρξε για μένα -και που δυστυχώς δεν είναι εν ζωή-, ο Gordon Willis, που είχε μια προσέγγιση στη φωτογραφία που με ενδιέφερε πάρα πολύ. Κι από τους πιο νέους, θα διάλεγα τον Robert Richardson, τον κινηματογραφιστή του Ταραντίνο. Πάντα λατρεύω τη δουλειά του. Υπάρχουν επίσης και άλλοι πάρα πολλοί αξιόλογοι νέοι, όχι τόσο γνωστοί. Γενικά πιστεύω ότι από τον καθένα έχεις να μάθεις και να πάρεις πολλά πράγματα.

-Υπήρχε κάποια αστεία ή αμήχανη στιγμή που θα ήθελες να μοιραστείς από τη βραδιά των Όσκαρ;

-Ναι, ίσως μία που δεν έχω μοιραστεί στις άλλες συνεντεύξεις. Όταν πας μετά τα Όσκαρ στο Vanity Fair party, για να μπεις, πρέπει να περάσεις από 2-3 ελέγχους ασφάλειας. Στο πρώτο σημείο ελέγχου μας είχαν πει, απλώς βγάλτε το Όσκαρ από το παράθυρο του αυτοκινήτου σας, δείξτε το και θα σας αφήσουν να μπείτε όπου θέλετε. Και όντως αυτό κάναμε. Στο πρώτο σημείο ελέγχου τα βρήκαν όλα καλά κι ωραία, συνεχίσαμε, μέχρι που στο τρίτο το πήραν και το ζυγίσανε (!), κάτι μας που φάνηκε αρκετά αστείο (σ.σ. προς εξακρίβωση της αυθεντικότητας). Πάντως είναι πάρα πολύ βαρύ το αγαλματίδιο.

-Και τελικά ποιος το παίρνει σπίτι του το Όσκαρ;

-Σύμφωνα με τους κανόνες της Ακαδημίας βραβεύεται η ταινία -για αυτό και ανεβήκαμε όλοι μαζί- αλλά δυστυχώς μπορούν να δώσουν μόνο δύο Όσκαρ ανά ταινία μικρού μήκους. Φυσικά όμως δεν υπάρχουν μόνο δύο άτομα σε μια ταινία, οπότε το κρατάει ο σκηνοθέτης και οι δύο παραγωγοί που το εναλλάσσουν μεταξύ τους, κι έχω μπει κι εγώ στο κόλπο να το πάρω κάποια στιγμή (γέλια). Κι εμείς δυστυχώς δεν τον ξέραμε αυτό τον κανόνα.

-Σ' ευχαριστώ Μάικλ, καλή συνέχεια.

-Κι εγώ ευχαριστώ πολύ.