Εργαζόμενη μητέρα, αυτή η ηρωίδα: Η Νερίνα Κομιώτη μιλάει για την ευτυχία του να μπορείς να επιλέγεις

Εργαζόμενη μητέρα, αυτή η ηρωίδα: Η Νερίνα Κομιώτη μιλάει για την ευτυχία του να μπορείς να επιλέγεις

Εργαζόμενη μητέρα. Ένας «τίτλος» που κρύβει μέσα του μια τεράστια συζήτηση. Μπορεί μια γυναίκα σήμερα να τα έχει όλα; Στην Ελλάδα της κρίσης, η εργασία και των δύο γονέων κρίνεται απαραίτητη, αλλά η δουλειά για βιοποριστικούς λόγους δεν κάνει πάντα αποδεκτή την απόφαση μίας μητέρας να κυνηγήσει την καριέρα της επί ίσοις όροις με τους άνδρες. Γιατί εάν το κάνει, θα πρέπει μάλλον να είναι προετοιμασμένη να ακούσει μία ερώτηση που ένας συνάδελφός της δεν δεχόταν: «Και τα παιδιά ποιος τα προσέχει;».

Όπως και για όλα τα ζητήματα, έτσι και εδώ, αρχικά υπάρχουν οι αριθμοί. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Κομισιόν για το έτος 2014, οι μητέρες στην Ευρώπη εργάζονται λιγότερο σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν έχουν παιδιά και σε σύγκριση με τους άνδρες συνολικά, είτε εκείνοι είναι πατέρες είτε όχι. Στην Ελλάδα, η ήδη μειωμένη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, δέχεται επιπλέον «χτύπημα» από τη μητρότητα, αφού οι Ελληνίδες μητέρες είναι πιθανότερο να μην δουλεύουν.

Και στη συνέχεια, υπάρχουν οι ανθρώπινες ιστορίες, οι οποίες αποκαλύπτουν τα πώς και τα γιατί. Η HuffPost Greece, με αφορμή την Ημέρα της Μητέρας, θέλησε να μιλήσει με γυναίκες που κατέχουν σημαντικές θέσεις στον τομέα τους, οι οποίες «τυχαίνει» να είναι και μητέρες. Ή και το αντίθετο, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς.

Γιατί κάθε ιστορία είναι διαφορετική και όταν στο επίκεντρό της βρίσκεται ένας άνθρωπος που δεν υπακούει τους κανόνες, τότε είναι που αξίζει να ειπωθεί. Όπως αυτή της Γενικής Διευθύντριας του ΣΔΕ, Νερίνας Κομιώτη, μίας γυναίκας που μπήκε στον χώρο της διαφήμισης το 1990 στα 22 της χρόνια και δεν έφυγε ποτέ. Εκτός από τότε που αποφάσισε να κάνει ένα μικρό διάλειμμα, αλλά αυτό θα το πούμε παρακάτω.

'Ολα άρχισαν το 1989, με μια αγγελία για το πρώτο μεταπτυχιακό πρόγραμμα διαφήμισης της ΕΔΕΕ. Μόλις είχε πάρει το πτυχίο της από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο και αμφιταλαντευόμενη ανάμεσα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, επέλεξε να μείνει εδώ και να ανακαλύψει τι εστί «διαφήμιση». Και στα 23 της βρέθηκε σε έναν χώρο ιδανικό για τις γυναίκες, όπως περιγράφει. «Η διαφήμιση θέλει κάποιον που μπορεί να κάνει ταυτόχρονα πολλά πράγματα και για αυτό ταιριάζει στις γυναίκες. Το ίδιο ισχύει για καριέρα και οικογένεια, είναι ο ίδιος λόγος που τα καταφέρνουν στον συνδυασμό τους».

Σήμερα, έχει δύο κόρες, 11 και 9 ετών. Το ζήτημα της μητρότητας άργησε όμως να την απασχολήσει. Μέχρι και τα 38 της, όπως λέει, αφιέρωνε όλο τον χρόνο της στη δουλειά, τα ταξίδια και τη διασκέδαση. «Όταν ήμουν στην ηλικία εκείνη που οι προϊστάμενοί μου θα περίμεναν να κάνω παιδιά, εγώ ήμουν ξεκάθαρη ότι δεν θέλω να γίνω μαμά. Ήμουν βέβαια πολλά χρόνια στη θέση εκείνη και θεωρούσα ότι είναι κάτι που θα ερχόταν φυσικά και ότι δεν θα αποτελούσε πρόβλημα», μου απαντάει όταν αναφέρω ότι δεν είναι λίγες οι γυναίκες σήμερα που αναφέρουν ότι σε συνεντεύξεις για δουλειά τις ρωτάνε εάν σκοπεύουν σύντομα να κάνουν παιδιά.

«Δεν είναι κάτι που με εκπλήσσει», παραδέχεται. «Τώρα πια υπάρχει μια τεράστια προσφορά, πολύ πιο μεγάλη από τη ζήτηση. Η σκέψη “πώς θα προσλάβω κάποιον που σε 10 μήνες θα κάνει μωρό” είμαι σίγουρη ότι περνάει από το μυαλό ενός εργοδότη. Από την άλλη, πιστεύω ότι εάν βρει έναν άνθρωπο του ταιριάζει, είναι και το τελευταίο πράγμα που θα σκεφτεί», συμπληρώνει.

Η μητρότητα ήρθε λοιπόν στη ζωή της ως μία λογική και όχι συναισθηματική διαδικασία.

«Δεν μου δημιουργήθηκε ακριβώς η ανάγκη να γίνω μαμά, απλώς κάποια στιγμή έκανα στον εαυτό μου τη μαγική ερώτηση: “Είσαι 100% σίγουρη ότι δεν θέλεις να κάνεις παιδί;”. Δεν μπορούσα να αποφασίσω “100% όχι”, επομένως είπα στον εαυτό μου “δοκίμασε το και εάν γίνει, έγινε”. Και ευτυχώς έγινε.», μου λέει γελώντας.

Ο ερχομός του πρώτου παιδιού στα 38 της δεν άλλαξε τη ζωή της, αλλά αυτό επειδή ήταν τυχερή όπως τονίζει: «Στην εταιρεία που βρισκόμουν τότε, την Piece of Cake, τα ωράρια ήταν πιο ανθρώπινα. Αυτό όμως έτυχε, δεν είναι στο χέρι σου να αλλάξεις τα ωράρια επειδή αποκτάς ένα παιδί.»

Ωστόσο, η περίπτωση δεν ήταν ίδια στον ερχομό της δεύτερης κόρης της, όταν ανέλαβε μία θέση με μεγάλο φόρτο εργασίας και πολλή πίεση στην εταιρεία Rapp Athens. Εκεί, για πρώτη φορά, ένιωσε τον ρόλο της εργαζόμενης μητέρας να βαραίνει στις πλάτες της. Κάπου εκεί ανάμεσα στη προσπάθεια να εξισορροπήσει τις επαγγελματικές υποχρεώσεις της με την φροντίδα των παιδιών, αλλά και την ανάγκη της να έχει κοινωνική ζωή, έχασε τον εαυτό της. Όταν την ρωτάω εάν ένιωθε τύψεις, μου απαντάει πριν καν ολοκληρώσω τη φράση μου:

Κάθε μέρα. Θυμάμαι ότι γυρνούσα το βράδυ από το γραφείο και σταματούσα σε ό,τι υπήρχε ανοιχτό, φούρνο ή ψιλικατζίδικο, για να πάρω κάτι να τους το πάω, γιατί αισθανόμουν άσχημα.

Ήταν τα παιδιά της που με τον δικό τους αφοπλιστικό τρόπο της έδειξαν ότι είχε έρθει η ώρα να αντιμετωπίσει το πόσο άσχημα ένιωθε. Μου περιγράφει μια στιγμή που όπως λέει η ίδια δεν θα ξεχάσει ποτέ: «Τους αρέσει πολύ να παίζουν τα δικά τους παιχνίδια, να ντύνονται, να υποδύονται ρόλους. Μια μέρα τις τραβούσα βίντεο ενώ έπαιζαν. Η μεγάλη έκανε τις ερωτήσεις στην μικρή: “Εσύ μαμά πρέπει και αύριο να πας στη δουλειά;”. Έλεγε η μικρή “ναι” με το κεφάλι. «Δεν μπορείς να πεις στον κ. Χρήστο να σου δώσει μια μέρα άδεια;”. “Όχι”, έκανε η μικρή. “Γιατί βρε μαμά δεν μπορούμε και μεις να παίξουμε όλοι μαζί μια μέρα;”, έλεγε ξανά η μεγάλη. Με πήραν φυσικά τα κλάματα. Ήταν πολύ μεγάλο το κόστος, αλλά και το ταρακούνημα. Δεν ένιωθα μόνο εγώ την πίεση, αλλά όλοι μας».

Έφυγε λοιπόν από εκείνη τη δουλειά και πήγε για... ντομάτες. Στην κυριολεξία. Αποφάσισε να μετατρέψει ένα οικογενειακό κτήμα σε χωράφι βιολογικής παραγωγής αγροτικών προϊόντων και για αυτό σπούδασε πέντε μήνες βιολογικές καλλιέργειες στο Ινστιτούτο Γεωπονικών Επιστημών. «Ξεκίνησα με χαρά, αλλά αυτό είναι ένα πολύ ακριβό “άθλημα”. Επενδύεις πάρα πολλά χρόνια για να έρθει η στιγμή που θα εισπράξεις κάτι πίσω. Κατάλαβα ότι μέχρι να πάρω πίσω χρήματα, μάλλον θα έχουμε μπει στη φυλακή. Οπότε το κτήμα παραμένει οικογενειακής κατανάλωσης και ποιος ξέρει, μπορεί μια μέρα πάλι να βρεθώ ξανά εκεί». Και έτσι βρέθηκε στη σημερινή της θέση, μία θέση που είναι έκδηλο σε κάθε της κίνηση και λέξη ότι λατρεύει. «Εδώ όλα είναι όμορφα, αισθάνεσαι ότι γεμίζεις κάθε μέρα».

Της θέτω ωστόσο το ερώτημα εάν ένας άνδρας θα ένιωθε το ίδιο άσχημα στη θέση της, επειδή δηλαδή δουλεύει πολύ και δεν βλέπει τα παιδιά του.

Νομίζω ότι οι τύψεις και τα “πρέπει” είναι γυναικείο συναίσθημα. Υπάρχει ακόμα αυτό το πρότυπο, ότι ένας άνδρας μπορεί να δουλεύει πολλές ώρες, αλλά στο σπίτι υπάρχει κάποιος πίσω που φροντίζει την οικογένεια.

«Εγώ πιστεύω ότι δεν έχει σημασία ποιος από τους δύο είναι εκεί, αρκεί να είναι ένας. Το μέτρο είναι ένα πολύ ωραίο πράγμα, μακάρι να μπορούν και οι δύο γονείς να αφιερώνουν τον ίδιο χρόνο, αλλά αυτό δεν είναι πάντα στο χέρι μας».

Η Νερίνα Κομιώτη μπορεί λοιπόν να άργησε να γίνει μητέρα, αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι νιώθει απόλυτα ευτυχισμένη με τις επιλογές της. «Εγώ ήθελα μόνο να δουλεύω και να ταξιδεύω. Η ζωή όμως δεν καταστρέφεται όταν κάνεις παιδί, απλώς συνεχίζει με διαφορετικό τρόπο. Η δουλειά μου πήγε όπως ήθελα, έκανα τα παιδιά μου, τώρα βρίσκομαι σε μια θέση που μου ταιριάζει τέλεια και νιώθω χορτάτη. Σας μιλάει κάποιος που αισθάνεται πλήρης».

Νομίζω ότι είναι τόσο μικρά αυτά που κάποιος στερείται όταν κάνει παιδιά και είναι τόσο μεγάλα αυτά που κερδίζει που δεν τα έχει φανταστεί ποτέ. Τα παιδιά είναι πολλαπλασιαστές αγάπης. Αν δύο άνθρωποι είναι καλά νομίζω ότι το να κάνουν παιδιά είναι μεγάλη τύχη και μεγάλη χαρά.

Την βλέπω έτσι ήρεμη, χαμογελαστή, γεμάτη ενέργεια και νιώθω να παίρνω θάρρος για όσα θα έρθουν στο μέλλον. Της ζητάω να μοιραστεί με όλες τις γυναίκες όσα έμαθε μέσα από το δικό της ταξίδι ως γυναίκα και μητέρα. «Δεν θα έδινα συμβουλή σε κάποια να ψάξει μια δουλειά με λιγότερες ώρες, να μείνει ή να φύγει από μία απαιτητική δουλειά. Ο καθένας μας ξέρει μέχρι που είναι τα όριά του και μέχρι που νιώθει καλά. Είναι προφανές ότι δεν μπορείς να βγάζεις πολλά χρήματα και να δουλεύεις λίγες ώρες, ούτως ή άλλως δεν ξέρω αν μπορείς να δουλεύεις πολλές ώρες και να βγάζεις πολλά λεφτά πλέον. Εάν όμως καταλάβεις πως κάτι δεν λειτουργεί προς όφελος δικό σου και της οικογένειάς σου, τότε πρέπει να αρχίσεις να σκέφτεσαι τις εναλλακτικές».

Η ίδια λέει ότι εάν οι κόρες της επέλεγαν να γίνουν μη εργαζόμενες μητέρες, δεν θα τις πίεζε να κάνουν το αντίθετο. Δεν μπορεί ωστόσο να μην τονίσει ότι είναι σημαντικό για τις γυναίκες να δουλεύουν και να έχουν δικά τους χρήματα. «Έχω κάτσει σπίτι και έχω δει πόσο ωραία είναι να έχεις όλο τον χρόνο στη διάθεσή σου. Παράλληλα όμως είδα ότι αν δεν βρίσκεσαι σε ένα εργασιακό χώρο δεν έχεις και άλλα ερεθίσματα, ανακυκλώνεις τις δικές σου σκέψεις. Θεωρώ ότι ο καθένας πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση».

Αυτό όμως που θέλει να διδάξει στα κορίτσια της, είναι κάτι που δεν της είπε ευθέως η δική της μητέρα, το πώς να αντιμετωπίζουν δηλαδή την παρενόχληση, ακόμα και την «ελαφριά» που όπως λέει η ίδια δέχθηκε στον επαγγελματικό χώρο. «Εάν το πεις θα σε βγάλουν τρελή. Πρέπει να οπλιστούμε με θάρρος και να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους. Αυτό είναι ένα πράγμα που πρέπει να πω στα παιδιά μου, ότι εάν σε ενοχλεί κάτι δεν πειράζει να το πεις».

Όταν σου συμβεί αισθάνεσαι αδύναμη, κανείς δεν μας έχει εκπαιδεύσει στο να αντιμετωπίζουμε την παρενόχληση στον επαγγελματικό στίβο. Ντρέπεσαι λίγο να το διαχειριστείς, αισθάνεσαι πως είναι καλύτερα να κάνεις πως δεν κατάλαβες, να κάνεις τη χαζή μήπως και ο άλλος σταματήσει.

Στο τέλος της ημέρας, αυτό που θέλουν οι γυναίκες δεν είναι κάτι άλλο από το δικαίωμα του να επιλέγουν. Να γίνουν μητέρες ή όχι. Να δουλεύουν πολλές ώρες, λίγο ή καθόλου. «Ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό που θέλει, αλίμονο αν πω στα παιδιά μου τι πρέπει να κάνουν», μου λέει. «Αυτό που οφείλουμε να λέμε στα παιδιά μας είναι να κάνουν αυτό που τα γεμίζει και να κυνηγούν τα όνειρά τους. Η ευτυχία είναι το να μπορείς να έχεις επιλογές».