Το αστυνομικό ρεπορτάζ είναι ο Πάνος Σόμπολος

Το αστυνομικό ρεπορτάζ είναι ο Πάνος Σόμπολος

Από μικρό παιδί που θυμάμαι τον εαυτό μου, την εποχή που ακόμα δεν υπήρχε η ιδιωτική τηλεόραση, τις ειδήσεις του αστυνομικού ρεπορτάζ στην Ελλάδα περίμενα να τις δω από το κεντρικό δελτίο των 9 στην Ε.Ρ.Τ. Το συγκεκριμένο ρεπορτάζ είναι συνυφασμένο με τον Πάνο Σόμπολο, ο οποίος με την χαρακτηριστική φωνή του μετέφερε σε ζωντανή σύνδεση ορισμένα από τα τραγικότερα γεγονότα που συγκλόνισαν την χώρα τα τελευταία 33 χρόνια όπως σεισμούς, αεροπορικές τραγωδίες, μεγάλες πυρκαγιές, δολοφονίες, τρομοκρατικές ενέργειες, αεροπειρατείες και όλες τις πολύκροτες υποθέσεις της επικαιρότητας.

Ήταν Παρασκευή απόγευμα όταν τηλεφώνησα στον κ. Σόμπολο και του ζήτησα να βρεθούμε για να απαντήσει σε ορισμένες ερωτήσεις της HuffPost Greece. «Πάρε ένα μαγνητοφωνάκι και έλα τώρα στην ΕΣΗΕΑ» ήταν η απάντησή του. Αρχικά αιφνιδιάστικα καθώς δε περίμενα να μου απαντήσει κάπως έτσι. «Πρέπει να έρθεις τώρα από εδώ γιατί τη Δευτέρα θα φύγω για την Αιτωλοακαρνανία». Αφού του εξήγησα ότι θα αργούσα καθώς το κέντρο ήταν κλειστό λόγω της έλευσης Πόυτιν στην Αθήνα, αποφασίσαμε να βρεθούμε την επομένη στο σπίτι του στο Χαλάνδρι.

Έκατσα αναπαυτικά στην πολυθρόνα του σαλονιού, άνοιξα το μαγνητοφωνάκι και τον άφησα να μιλάει χωρίς να τον διακόπτω:

«Όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο στο Αγρίνιο είχα γράψει σε μια τοπική εφημερίδα ένα θέμα και είχε σχολιαστεί και από τότε έλεγα θα γίνω δημοσιογράφος», απαντά στην ερώτηση για το πότε αποφάσισε να γίνει δημοσιογράφος.

«Ξεκίνησα σε δύσκολες περιόδους, όταν τα πράγματα στην χώρα δεν ήταν ευχάριστα. Έφυγα λοιπόν από τον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας και ήρθα στην Αθήνα, όπως λέμε "ξυπόλητος". Έμενα στα Νέα Λιόσια, στον Άγιο Φανούριο στο σπίτι μιας θείας μου. Πήγα στη σχολή δημοσιογραφίας, τότε ήταν μόνο μια, ο "Όμηρος"».

«Κατέληξα τελικά στο αστυνομικό ρεπορτάζ το οποίο δεν ήταν επιλογή μου γιατί εκείνη την εποχή δεν είχα περιθώρια επιλογής σε ποιο τομέα ήθελα να πάω. Κοίταξαν που έχουν ανάγκη και με έβαλαν. Με έβαλαν βοηθό του Σέβου Σεβαστιανού στην "Ακρόπολη". Παράλληλα ήμουν βοηθός του Ντίνου Παπαχριστοφίλου ο οποίος εργαζόταν στην «Αθηναϊκή». Φυσικά χωρίς να πληρώνομαι. Τα πρώτα λεφτά που πήρα ήταν μια διατακτική από τα καταστήματα "Βάρδας-Αναγνωστόπουλος"».

«Βρισκόμαστε στο 1969. Πολλές φορές πήγαινα με τα πόδια στο γραφείο. Δεν είχα τις 7 δεκάδες για να μπω στο λεωφορείο. Θυμάμαι με κέρναγαν οι συνάδελφοι στην αλλαγή της βάρδιας στις 5 το πρωί. Μου έλεγαν οι παλαιότεροι, "έλα να πάρεις ένα καφέ". Και εγώ τους απαντούσα "όχι, δε θέλω καφέ, θέλω ένα ούζο" και αυτό για να φάω το μεζέ που το συνόδευε».

«Πέθανε ο Αρνέλλος και έμεινα στην "Μακεδονία" στα γραφεία της Αθήνας. Μου είχε πει ο μακαρίτης Κώστας Σισμάνης στην τότε ΥΕΝΕΔ ότι δεν είχαν άνθρωπο να καλύπτει το αστυνομικό ρεπορτάζ και πήγα. Με πλήρωναν με τη είδηση. Είδαν όμως ότι οι ειδήσεις ήταν πολλές και μου έκαναν δίμηνες συμβάσεις, μετά τρίμηνη κλπ. Κάθε χρόνο στην ΥΕΝΕΔ έπαιρνα βραβεία, για τις επιτυχίες».

«Εγώ έλεγα "Δε θέλω βραβείο, θέλω να μου βάλετε ένα μισθό για να ξέρω πώς να πορεύομαι στο τέλος του μήνα". Ήταν 65 οργανικές θέσεις δημοσιογράφων. Εγώ ήμουν ο 66ος. "Άμα πεθάνει κανένας ή αν πάρει σύνταξη τότε θα πάρεις τη θέση του", μου απαντούσαν.

Μετά από πολλά χρόνια ήρθε το ΠΑΣΟΚ και εκεί μπήκε μπόλικος κόσμος. Τότε είχαμε γίνει ΕΡΤ2 και έκανα και εγώ σύμβαση αορίστου χρόνου. Έμεινα στην Ε.Ρ.Τ μέχρι το 1997 όταν και αποφάσισα να πάω στο Μega. Η γυναίκα μου η μακαρίτισσα με είχε πρήξει. Μου έλεγε "Βρε Χριστιανέ μου. Πήγαινε να πάρεις κάνα φράγκο πουθενά"».

«Όλοι με ζήταγαν να πάω τότε γιατί ήμουν γνωστός λόγω της Ε.Ρ.Τ. Εγώ όμως δε ξεκόλλαγα γιατί όπου πάω αράζω, αγκυροβολώ, δεν θέλω να φύγω. Το 1981 βγήκε το "Έθνος", ο μακαρίτης ο Φιλιππόπουλος μου είπε μέσα ενός άλλου συναδέλφου, του Κώστα Ψαλτήρα, να έρθω στο "Έθνος" και έφυγα από εκεί όταν συνταξιοδοτήθηκα».

«Έχω 3 εγγονούλες από την κόρη μου την Ανθούλα και τώρα ήρθε και ο εγγονός από τον γιο μου το Γιώργο, ο οποίος είναι συνάδελφός μας στο Star. Εκείνες τις εποχές έτρεχα από τη μια άκρη της Ελλάδας στην άλλη. Πηγαίναμε πάντα στον τόπο των γεγονότων με αποτέλεσμα να μην καταλάβω πότε μεγάλωσαν τα παιδιά μου. Η μακαρίτισσα η γυναίκα μου η Τζένη έλεγε "Ρε αδερφέ μου εσύ δε χάρηκες ποτέ τις καλύτερες στιγμές της ζωής σου, τα πιτσιρίκια σου". Όμως τώρα βλέπω τα εγγόνια μου και χαίρομαι με αυτά».

«Έκανα 3 διετίες πρόεδρος στην ΕΣΗΕΑ και μετά είπα στοπ. Δεν ασχολούμαι. Όλοι απόρριψαν γιατί είναι επαγγελματίες του είδους. Εγώ δεν ήμουν επαγγελματίας. Ήμουν ο μόνος που δούλευα και σκληρά παράλληλα. Πήγαινα σε συνομιλίες με τους Προέδρους ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ αρχίσανε ατέρμονες ομιλίες. Εγώ καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα γιατί έπρεπε να τρέξω για το ρεπορτάζ. Δεν ήμουν επαγγελματίας συνδικαλιστής».

«Μια φορά είχα πάει στο δικαστήριο. Ήταν για την «Απογευματινή» μου φαίνεται. Και μου λέει η Πρόεδρος όταν εξετάστηκα ως μαρτυράς. «Εσείς ως συνδικαλιστής επόμενο είναι να υπερασπίζεστε τους συναδέλφους σας». «Μη με λέτε συνδικαλιστή, της απάντησα. «Μα δεν είσαστε πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και των δημοσιογράφων», ρώτησε. «Ναι είμαι αλλά δε θέλω να με λέτε έτσι». «'Όταν τελειώσαμε με φωνάζει η γραμματέας και μου λέει ότι με θέλει κάτι η κυρία Πρόεδρος». Πλησιάζω και μου λέει: «Γιατί είπατε να μην σας λέω συνδικαλιστή», με ρώτησε. «Γιατί κυρία πρόεδρε ο όρος συνδικαλιστής εδώ στην Ελλάδα είναι συνυφασμένος με το αργόσχολος, το βολεψάκιας, το άρπαγας. Εγώ δεν έχω καμιά σχέση με αυτά τα πράγματα. Αγωνίζομαι όλη μέρα και προσπαθώ να είμαι και στη δουλειά μου σωστός και στα καθήκοντα του προέδρου της ΕΣΥΕΑ», της απάντησα. Μην τα ισοπεδώνουμε όμως όλα. Δεν είναι όλοι οι συνδικαλιστές έτσι».

Τα τραγικά γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή του Πάνου Σόμπολου

Η υπόθεση Φρατζή

«Ήταν από τα φρικιαστικότερα εγκλήματα. Τέτοιο είχαμε μόνο το 1931 με τον Αθανασόπουλο ο οποίος είχε γίνει και τραγούδι: (Καημένε Αθανασόπουλε τι σου έμελλε να πάθεις από κακούργα πεθερά...). Τότε ξαφνιαστήκαμε με αυτό το έγκλημα. Είχαν βρεθεί μέλη του σώματος σε κάδους απορριμάτων από έναν συλλέκτη γραμματοσήμων. Πήγαμε στο νεκροτομείο όπου είχαν συναρμολογήσει το σώμα. Το κεφάλι δεν είχε βρεθεί. Είχα πάει με τον Χρήστο Λευκίδη τον ιατροδικαστή και τον Θανάση Σαρλή τον νεκροτόμο.

Τη φωτογραφία της τράβηξε ο Βασίλης Ζησόπουλος και την επόμενη ημέρα τη δημοσίευσαν στην εφημερίδα. Είχε κάνει πάταγο. Δεν έπρεπε να δημοσιευθεί αυτή η φωτογραφία. Μην σου κάνει όμως εντύπωση που δημοσιεύθηκε καθώς τότε αλλά και πριν την δεκαετία του 70 βάζαμε πτώματα, τα δείχναμε στην τηλεόραση. Ήταν πάρα πολύ κακό αυτό. Βέβαια δε το κάναμε μόνο εμείς εδώ στην Ελλάδα αλλά σε όλον το κόσμο. Σιγά σιγά αλλάξαν τα δεδομένα. Και έτσι έπρεπε να γίνει. Ήταν αποτρόπαιο να δείχνεις τέτοια πράγματα. Σήμερα κάνουμε πολύ καλά που βάζουμε το μοζαίκ και κρύβουμε κάποια πράγματα».

«Το ίδιο συμβαίνει και με τους δράστες. Μπορεί καμία φορά να μην είναι αυτός και να κατηγορείται άδικα. Εσύ γιατί τον διαπομπεύεις; κάτσε να έχουμε τελεσίδικη καταδίκη και μετά άλλαξε του την Παναγία».

Η υπόθεση Θεόφιλου Σεχίδη

«Θυμάμαι πολύ καλά ένα από τα εγκλήματα που χαρακτηρίστηκαν ως ένα από τα πλέον αποτρόπαια που έγιναν στα ελληνικά αστυνομικά χρονικά, ήταν οι πέντε δολοφονίες συγγενικών προσώπων, που διέπραξε ο 24χρονος φοιτητής Θεόφιλος Σεχίδης σε διάστημα μικρότερο του ενός 24ώρου στη Θάσο. Νωρίς το μεσημέρι της Πέμπτης 8 Αυγούστου 1996, μπροστά στην πολυκατοικία της οδού Φιλελλήνων 24, στην Ανάληψη της Θεσσαλονίκης, επικρατούσε ασυνήθιστη κίνηση. Αστυνομικοί με πολιτικά μετάφεραν τον Σεχίδη στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης. Αφορμή γι αυτή την προσαγωγή είχε σταθεί η καταγγελία που είχε κάνει την 1η Αυγούστου στην Αστυνομική Διεύθυνση Φλώρινας η Ελένη Σεχίδη, γυναίκα του θείου του Θεόφιλου, πως ο άντρας της δεν είχε δώσει σημεία ζωής από τα μέσα Μαΐου. Τελικά, ύστερα από μέρες και πολλαπλές καταθέσεις, ο Θεόφιλος ομολόγησε ότι στις 19 και στις 20 Μαΐου είχε σκοτώσει τους γονείς, την αδελφή, τη γιαγιά και τον θείο του και είχε πετάξει τα τεμαχισμένα πτώματά τους σε χωματερή της Καβάλας».

Η υπόθεση Ματθαίου Μονσελά

«Μια άλλη περίπτωση που μου έκανε εντύπωση ήταν αυτή του Ματθαίου Μονσελά ο οποίος σκότωσε την οδοντίατρο Γιόλα Βαγενά μετά από παράκλησή της. Αυτή η κοπέλα δεν είχε την δύναμη να αυτοκτονήσει. Τελικά τον έπεισε να την σκοτώσει στη Βραυρώνα.

Τότε θυμάμαι με είχε πάρει ο αστυνομικός διευθυντής Σωτήρης Ηλιόπουλος ο οποίος ήταν προϊστάμενος στη δίωξη του κοινού εγκλήματος και μου είπε ότι έχουμε κάποιον ο οποίος σκότωσε κατά παραγγελία. Το μυαλό μου πήγε στους νονούς της νύχτας. Ρώτησα: «Άνθρωποι της νύχτας είναι;». «Όχι», μου απαντά. «Τι είναι τότε», ρωτάω; «Συμβόλαιο θανάτου;» «Όχι», απαντά. «Τότε τι είναι;». «του ζήτησε να τη σκοτώσει και την σκότωσε»,απάντησε.

«Ξαφνιάστηκα πραγματικά. Στη δίκη που έγινε τον καταδίκασαν αν θυμάμαι καλά, σε 12 χρόνια κάθειρξη. Πήγε σε αγροτικές φυλακές όπου και εργάστηκε με αποτέλεσμα να βγει νωρίτερα. Όταν βγήκε ήρθε στο Mega και με βρήκε, μιλάγαμε πολλές φορές. Με ρώτησε αν μπορώ να τον βοηθήσω να βρει καμία δουλειά, γιατί εγώ τους κακοποιούς είχα και έχω σχέσεις πολύ καλές. Να φανταστείς πήγαινα στις φυλακές και γινόταν διαδήλωση. «Ήρθε ο άνθρωπός μας», έλεγαν. Μου έλεγε ο Ματθαίος όπου πάω και λέω το όνομά μου δε βρίσκω δουλειά. Έμενε σε μια σπηλιά στην Ακρόπολη. Μετά τον έχασα».

Η δολοφονία του αρχιμανδρίτη από την Κάτια Γιαννακοπούλου

«Τον Ιούλιο του 1997 πρώτη είδηση ήταν η δολοφονία ενός αρχιμανδρίτη από μια γυναίκα. Ο απαγορευμένος έρωτας της Κάτιας Γιαννακοπούλου για τον ιερωμένο την οδήγησε στα 42 χρόνια της να σκοτώσει τον «επίγειο Θεό» της, όπως τον αποκαλούσε. Το πρωινό της δολοφονίας, η Γιαννακοπούλου, φορώντας ξανθιά περούκα, τον περίμενε επί δύο ώρες έξω από την πολυκατοικία όπου διέμενε στη Νέα Σμύρνη. Εκείνος, βγαίνοντας, της γύρισε την πλάτη κι εκείνη του απάντησε με οκτώ σφαίρες».

Η υπόθεση Αντώνη Δαγκλή

«Δεν μπορώ να ξεχάσω τον Αντώνη Δαγκλή από την Κοκκινιά του Πειραιά ο οποίος αντιμετώπιζε καθημερινά την κακοποίηση της μητέρας του, τη δική του και του αδελφού του από τον πατέρα τους. Η παθολογική σχέση που είχε με τη μητέρα του τον οδήγησε σε τρεις άγριους φόνους ιερόδουλων στην Αθήνα. Τον Ιανουάριο του 1997 καταδικάστηκε σε 13 φορές ισόβια. Τον Αύγουστο του 1997 βρέθηκε απαγχονισμένος στο κελί 33 του ψυχιατρείου των φυλακών Κορυδαλλού».

Η υπόθεση Λέκα

«Ήταν το 2002 όταν ο Έντουαρντ Λέκα από την Αλβανία συνελήφθη στην πατρίδα του για διαρρήξεις και κλοπές και κλείστηκε στη φυλακή. Ήταν Μουσουλμάνος ωστόσο μετά τις συχνές επισκέψεις ενός ευαγγελιστή ιερέα στις φυλακές αποφάσισε να γίνει Χριστιανός.

Σε μια από τις επαφές του με τον πνευματικό του λύγισε και εξομολογήθηκε ένα βάρος που είχε μέσα του. Του αποκάλυψε τη δολοφονία ενός Έλληνα κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη χώρα μας».

Σεισμός Καλαμάτας

«Ήταν Σάββατο βράδυ. Είχα φύγει νωρίς από το κανάλι κι βρισκόμουν στην εφημερίδα. Δεν είχε σημαντικά γεγονότα. Θυμάμαι είχα πει στη γυναίκα μου να ετοιμάσει τα παιδιά για να πάμε σε μια ταβερνούλα στο Χαλάνδρι. Πριν προλάβω να φύγω από την εφημερίδα, ταρακουνιέται το σύμπαν στην Καλαμάτα. Δίνω ό,τι μπορώ από πληροφορίες που συγκέντρωσα για ένα έκτακτο δελτίο ειδήσεων στο κανάλι και με το τηλεοπτικό συνεργείο φεύγουν για την Μεσσηνία. Γεμάτος άγχος και αγωνία, έλεγα στον οδηγό Παναγιώτη Καλία να κάνει όσο πιο γρήγορα μπορεί για να προλάβουμε να καλύψουμε όσο γίνεται καλύτερα τα γεγονότα. Φτάνοντας βράδυ στη πόλη συναντήσαμε μια πόλη πολυκατοικίες κι άλλα κτίρια γκρεμισμένα, ο κόσμος να είναι στους δρόμους και στις πλατείες. Μείναμε 8 με 10 ημέρες για να καλύψουμε όλα τα γεγονότα που διαδραματιζόντουσαν».

Τραγωδία στη Θύρα 7

«Κάλυψα ως ρεπόρτερ και τη μεγαλύτερη τραγωδία στα ελληνικά αθλητικά χρονικά που γράφτηκε στο Στάδιο Καραΐσκάκη την Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 1981. Ο τραγικός απολογισμός ήταν: 21 νεκροί και περισσότεροι από 60 τραυματίες. Θυμάμαι πήγα στο Τζάνειο με τους συναδέλφους τεχνικούς Θανάση Γρίβα και Παναγιώτη Κάβουρα για επιτόπιο ρεπορτάζ. Βρεθήκαμε μπροστά σε φοβερές καταστάσεις. Επικρατούσε παντού κλαυθμός και οδυρμός από τους συγγενείς που κατέφθαναν ο ένας μετά τον άλλον ψάχνοντας τους δικούς τους ανθρώπους. Θα πρέπει να επισημάνω ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα για να επικοινωνούν οι γονείς με τα παιδιά τους και τους συγγενείς τους. Έτσι μόλις έγινε γνωστή η τραγωδία χιλιάδες συγγενείς παιδιών που είχαν πάει στο γήπεδο, έσπευσαν στο Τζάνειο με την αγωνία στο αποκορύφωμά της, για να μπορέσουν να μάθουν ποιοι ήταν οι νεκροί και ποιοι οι τραυματίες».

Εξεγέρσεις κρατουμένων

«Εξεγέρσεις και στάσεις κρατουμένων στον Κορυδαλλό και άλλες φυλακές της χώρας έχω καλύψει πάρα πολλές. Θυμάμαι την μεγάλη εξέγερση του 1995 όπου έχασαν τη ζωή τους 4 ανθρώπους και υπήρχαν 76 τραυματίες. Όλα ξεκίνησαν στις 8 το πρωί της 14ης Νοεμβρίου όταν ο ψυχίατρος των φυλακών Ευάγγελος Φιλιππάκης μαζί με τον νοσηλευτή Νίκο Γρίσπο έκαναν την καθημερινή διανομή των φαρμάκων. Ενώ βρισκόντουσαν στη τρίτη πτέρυγα όπου κρατούνται οι βαρυποινίτες, ξαφνικά βλέπουν να εξελίσσονται μπροστά τους συμπλοκές μεταξύ των κρατουμένων. Πριν προλάβουν να κάνουν οποιοιδήποτε κίνηση ορμούν κάποιοι από τους κρατούμενους και τους συλλαμβάνουν ως ομήρους. Στη συνέχεια η εξέγερση γενικεύτηκε».

«Καλύπτοντας μια εξέγερση στις φυλακές του Αγίου Στεφάνου στην Πάτρα όταν με είδαν οι φυλακισμένοι έλεγαν: «Α ήρθε ο Σόμπολος». Άρχισαν και φώναζαν. Με πιάνει ο εισαγγελέας και μου λέει αν μπορώ να κάνω μια προσπάθεια για να μαζευτούν γιατί εσένα με άκουγαν. Του είπα: «Κύριε εισαγγελεύς δε μπορώ είναι άλλος ο ρόλος ο δικός μου. Είμαι δημοσιογράφος. Δεν είμαι ούτε αστυνόμος ούτε εισαγγελέας. Λυπάμαι»».

Πυρκαγιές στην Ηλεία

«Από τα γεγονότα που με σημάδεψαν βαθύτατα ήταν οι καταστροφικές πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007. Δεν μπορώ να ξεχάσω τη μάνα με τα τέσσερα παιδιά που ήταν τα πιο τραγικά θύματα εκείνης της πύρινης λαίλαπας.

Βρήκαμε τη μάνα να έχει στην αγκαλιά της τα τρία παιδιά της. Το ένα με το δεξί της χέρι, το άλλο με το αριστερό ενώ στο στήθος της ήταν το τρίτο με σκυφτό το κεφαλάκι του. Τα κορμιά τους ήταν καρβουνιασμένα, ήταν πυρακτωμένα εξαιτίας της απίστευτης θερμότητας της πυρκαγιάς. Θυμάμαι ότι το τέταρτο παιδί, που ήταν λίγο πιο μεγάλο είχε καταφέρει να ξεφύγει και πάσχισε να ανεβεί έναν μαντρότοιχο ώστε να αποδράσει από τον πύρινο κλοιό. Εγώ ο ίδιος το είχα βρει να κρέμεται πυρακτωμένο εξίσου».

Η οικειότητα με τους εγκληματίες

«Είχα οικειότητα μαζί τους. Όταν έβγαιναν πολλοί από αυτούς ερχόντουσαν στο γραφείο μου. Βοήθησα πολλούς από αυτούς για να βρουν δουλειές. Πολλοί δεν κάθισαν γιατί δεν είχαν μάθει να δουλεύουν. Άλλοι κάθισαν και συνέχισαν για χρόνια.

Θυμάμαι έναν ληστή τραπεζών ο οποίος ήρθε μια φορά στο γραφείο μου στο Mega και μου είπε να πάρω το Δήμαρχο της περιοχής για να τον κάνει κηπουρό. Του λέω, «Δεν τον ξέρω». «Σε ξέρει αυτός», μου απαντά. Τον πήρα τηλέφωνο την επόμενη μέρα και μου λέει ότι δεν είχε θέση κηπουρού. Αφήστε με όμως να κοιτάξω. Με παίρνει και μου λέει στείλτε τον. Πήγε εκεί και άρχισε πάλι να κλέβει. Είχε «ρημάξει» όλο το προσωπικό. Αυτή είναι η κακή πλευρά, υπάρχουν και κακοποιοί που επανεντάσσονται στο κοινωνικό σύνολο. Όταν βλέπω κάτι τέτοιο είμαι χαρούμενος».

«Μου έλεγε ο Βαγγέλης Ρωχάμης ότι έχω τούτο εδώ το μαγαζάκι στην Εύβοια και εργάζεται. Έχει εγγόνια είναι πάρα πολύ καλά. Χαίρομαι να βλέπω ανθρώπους οι οποίοι έκαναν ότι έκαναν και αφού «καθάρισαν» όπως λένε στη γλώσσα τους, βγαίνουν σωστοί στην κοινωνία».

Ο Πάνος Σόμπολος ... επί προσωπικού

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας;

«Όσο εργαζόμουν δεν είχα τι δυνατότητα να διαβάσω γιατί αν δουλεύεις από το πρωί μέχρι το βράδυ δεν έχεις χρόνο. Ήμουν υποχρεωμένος να βλέπω ειδήσεις όλων των καναλιών για να βλέπω τη λείπει από το δικό μου ρεπορτάζ. Διάβαζα κυρίως εφημερίδες. Τώρα με την σύνταξη έχω χρόνο και διαβάζω αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Αυτός που μου αρέσει πιο πολύ είναι ο Αριστοτέλης».

Τι σας κάνει κάθε πρωί να ξυπνάτε;

«Πρώτα πρώτα ξυπνάω χωρίς να με ξυπνάνε. Δεν έχω έγνοια το πότε θα ξυπνήσω. Πάνε αυτά όλα που με βασάνιζαν μια ζωή. Το κινητό το πετάω όταν έρχομαι σπίτι. Δε με απασχολεί αν χτυπάει ή δε χτυπάει. Αυτό ήταν ο εφιάλτης μου. Το τηλέφωνο ήταν ευεργέτης μας αλλά και εχθρός μας παράλληλα. Παλαιότερα που δεν είχαμε τηλέφωνο ταλαιπωρούμασταν πάρα πολύ. Θυμάμαι πηγαίναμε σε ένα βουνό για μια πυρκαγιά, άντε τώρα να βρεις τηλέφωνο για να βγεις στο δελτίο ειδήσεων. Τότε δεν υπήρχαν λινκ ώστε να σηκώσεις την κεραία όπου βρίσκεσαι για βγεις στο δελτίο. Θυμάμαι πηγαίναμε στο κοντινό χωρίο βλέπαμε φως σε ένα σπίτι και όταν χτυπάγαμε την πόρτα η οικογένεια δεν είχε τηλέφωνο».

Το μεγαλύτερο ελάττωμα σας;

«Είμαι αγχωτικός. Ήθελα πάντα να βγάλω πρώτος την είδηση. Ήταν ελάττωμα. Έχασα όμως και πολλές πρωτιές επειδή τις διασταύρωνα. Άμα δεν διασταυρώσω την είδηση δεν την δίνω. Έχασα πολλές πρωτιές για αυτή την εμμονή μου. Δεν μετανιώνω γιατί ήθελα πάντα να έχω την σωστή ενημέρωση του κόσμου».

Σε ποια λάθη δείχνετε την μεγαλύτερη επιείκεια;

«Η μεγαλοψυχία είναι η αρετή είναι το κόσμημα που στολίζει όλες τις άλλες αρετές. Πρέπει να βλέπεις τα πράγματα με ψυχραιμία, καλή διάθεση και καλό πρίσμα και όχι να κριτικάρεις και να καταδικάζεις τον άλλον. Άκουσε τον, συζήτησε τον.

Πάρε και τις δύο πλευρές και μια βιάζεσαι να βγάλεις γρήγορα συμπεράσματα. Είναι προσόν να είσαι μεγαλόψυχος και να λες: «Άστο πάμε παρακάτω».

Το μότο σας ποιο είναι;

«Ήθος και εργατικότητα. Αυτό λέω στα παιδιά μου και όλους τους νέους συναδέλφους».

Λέτε ψέμματα;

«Πότε δεν είπα ψέμματα. Είχα κάποιες αρχές από την μακαρίτισσα την μάνα μου και τον πατέρα μου και προσπάθησα να τις μεταδώσω και στα παιδιά μου».

Αγαπημένο σας ποτό;

«Δεν πίνω. Που και που καμία μπίρα παλαιότερα. Τώρα λίγο κρασί όταν έχουμε παρέα».

Το χόμπι σας;

«Είναι η θάλασσα. Από μωρό παιδί είμαι μέσα στη θάλασσα. Είμαι δύτης. Σε αυτή την ηλικία όμως δε μπορώ να κατεβώ σε βάθη γιατί με πονάνε τα αυτιά μου».

Η μεγαλύτερή σας επιτυχία;

«Είκοσι επτά χρόνια περίμενα να βγάλω πρώτος την είδηση της σύλληψης του αρχηγού της 17 Νοέμβρη, του Γιωτόπουλου και την έβγαλα. Είχαν πάει τότε στους Λειψούς με το ελικόπτερο της πυροσβεστικής και με παίρνει τηλέφωνο ένας πυροσβέστης και μου λέει: «Πιάσανε τον αρχηγό της 17 Νοέμβρη». Ρώτησα μερικά πράγματα και προσπάθησα να διασταυρώσω την είδηση ωστόσο εκείνη την ώρα κανείς δε μιλούσε. Τελικά κατάφερα και το διασταυρώσω από το νησί. Ήταν ένας καθηγητής και έβγαλα την είδηση πρώτος στο Mega».

Αγαπημένος συνθέτης;

«Δεν ασχολούμαι πολύ. Τα πάω καλά με όλων των ειδών τις μουσικές».

Συμβουλές στους νέους συναδέλφους

«Εγώ έφυγα από το επάγγελμα αφού συμπλήρωσα χρόνια συντάξιμα και με το παραπάνω. Είπα λοιπόν στον εαυτό μου στοπ. Πρέπει να φύγω γιατί κάθε χρόνο αποφοιτούν από τις 3 πανεπιστημιακές σχολές και ιδιωτικές περίπου 1500 νέοι. Άμα εγώ κρατάω δύο θέσεις ως Σόμπολος ένα παιδάκι που βγαίνει τώρα από τη σχολή που θα πάει να βρει δουλειά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πω τέλος.

Όταν έφυγα ήταν στο Mega ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος. Μου είπε: «Που θα πας, κάτσε». «Όχι θα πάρω τη σύνταξη μου», απάντησα . Μετά μου παρακάλεσε να πάρω εκπομπή. Του απάντησα και τότε όχι. Από άλλα κανάλια όταν έμαθαν ότι έφευγα από το Mega με πλησίασαν και απάντησα αρνητικά και σε αυτούς. Άρνηση σε όλους. Όταν ήρθε ο Νίκος Στραβελάκης μου ζήτησε και αυτός να επιστρέψω. Ήμουν αρνητικός και σε αυτόν. Του είπα να κάνει την εκπομπή ένας νέος άνθρωπος. Μου απάντησε ότι ήθελαν την εμπειρία και τις γνώσεις μου. Ευχαρίστως να τις δώσω αλλά ως καλεσμένος ήταν η απάντησή μου. Τελικά δεν ενέδωσα πουθενά παρά τις δελεαστικές προτάσεις».

«Έχουμε τόσους ανέργους. Από τους 5000 εγγεγραμμένους στην ΕΣΗΕΑ οι περίπου 2500 είναι στο δρόμο. Μπορώ εγώ τώρα να πάω να πιάσω δουλειά; Πήγα να βάλω βενζίνη τις προάλλες και βλέπω έναν που μου λέει: «Τι γίνεται Πρόεδρε πως είσαι;» Μου είπε το όνομά του. Είναι άνεργος συνάδελφος από το Flash, δυστυχώς εδώ και 2, 5 χρόνια είναι άνεργος . Ψάχνει παντού και δε βρίσκει δουλειά με αποτέλεσμα να εργαστεί στο βενζινάδικο. Το ίδιο και η και η γυναίκα του η οποία είναι απολυμένη από το Alter».

Sobolos

Δημοφιλή