«Δια της λόγχης!» : Η φονικότερη σύγκρουση των Βαλκανικών Πολέμων- ο ελληνικός στρατός στη Μάχη του Κιλκίς- Λαχανά

«Δια της λόγχης!» : Η φονικότερη σύγκρουση των Βαλκανικών Πολέμων- ο ελληνικός στρατός στη Μάχη του Κιλκίς- Λαχανά

Η «μεγάλη εξόρμηση» των Βαλκανικών Πολέμων αποτέλεσε τη «ρεβάνς» του ελληνικού στρατού για την ήττα του «Μαύρου '97» από τους Οθωμανούς, πολλαπλασίασε την έκταση της χώρας και έβαλε την Ελλάδα στη διεθνή «σκακιέρα» εν όψει της μεγάλης σύγκρουσης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, η νικηφόρα έκβαση του Α' Βαλκανικού Πολέμου δεν έθεσε τέλος στο ζήτημα, καθώς οι διαφορές με τη Βουλγαρία – που οραματιζόταν τη «Μεγάλη Βουλγαρία» της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και είχε χάσει για λίγο το «έπαθλο» της Θεσσαλονίκης- ήταν αγεφύρωτες, καθιστώντας αναπόφευκτη εξέλιξη τη διάσπαση του ενιαίου βαλκανικού μετώπου και τη σύγκρουση μεταξύ των μέχρι πρότινος συμμάχων.

Η πορεία προς τη σύγκρουση

Η ελληνική πλευρά είχε ήδη προετοιμαστεί, σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, για τη σύγκρουση με τη Βουλγαρία, υπογράφοντας συνθήκη συμμαχίας με τη Σερβία και μεταφέροντας τον κύριο όγκο του ελληνικού στρατού στην κεντρική Μακεδονία μετά τη λήξη των επιχειρήσεων κατά των Οθωμανών στην Ήπειρο. Στο μεσοδιάστημα μεταξύ του Α' και του Β' Βαλκανικού, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, οι σχέσεις μεταξύ του ελληνικού και του βουλγαρικού στρατού ήταν τεταμένες, με επεισόδια/ αψιμαχίες στις περιοχές συγκυριαρχίας, μια κατάσταση που δεν βελτιωνόταν από την παρουσία βουλγαρικών δυνάμεων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Η παραίτηση της κυβέρνησης Γκέσωφ και η διαδοχή της από τον Σ. Ντάνεφ- πιο δεκτικό στη «γραμμή» του βουλγαρικού επιτελείου- πρακτικά σήμανε πως «ο κύβος είχε ριφθεί» οριστικά: Η Βουλγαρία θα χτυπούσε τους δύο πρώην συμμάχους της, εξέλιξη για την οποία η Ελλάδα και η Σερβία ετοιμάζονταν.

Ο ακήρυκτος πόλεμος

Η εντολή προς τους διοικητές των βουλγαρικών στρατευμάτων να επιτεθούν εναντίον του ελληνικού και του σερβικού στρατού δόθηκε στις 15 Ιουνίου (για να εκτελεστεί 24 ώρες μετά), με σκοπό την κατάληψη όσο το δυνατόν περισσότερων εδαφών πριν τη διαμεσολάβηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Η βουλγαρική επίθεση άρχισε το απόγευμα της 16ης Ιουνίου, σε Ελευθερές, Νιγρίτα, Μπέροβα και Καρασούλι, ενώ παράλληλα ο βουλγαρικός στρατός χτυπούσε τους Σέρβους, καταλαμβάνοντας το πρωί της 17ης Ιουνίου τη Γευγελή.

Με τον ακήρυκτο πόλεμο να έχει ξεκινήσει, προτεραιότητα για τις ελληνικές δυνάμεις αποτελούσε η εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης: Ο αρχιστράτηγος βασιλιάς Κωνσταντίνος απέστειλε διαταγή το μεσημέρι της 17ης στον διοικητή της 2ης Μεραρχίας να δώσει τελεσίγραφο στον Βούλγαρο διοικητή των δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη να αποχωρήσει με τη βουλγαρική δύναμη αφοπλισμένη. Ανταπόκριση δεν υπήρξε, οπότε τα ελληνικά στρατεύματα επιτέθηκαν εναντίον των βουλγαρικών στρατώνων, εξουδετερώνοντας τη βουλγαρική δύναμη στο σύνολό της μέχρι το επόμενο πρωί, με απώλειες 60 νεκρούς, 17 τραυματίες και 1.360 αιχμαλώτους για τη βουλγαρική πλευρά (18 νεκροί και 17 τραυματίες για την ελληνική).

Ο Κωνσταντίνος κατέφθανε στη Θεσσαλονίκη ενώ ολοκληρωνόταν η εκκαθάρισή της. Ο ελληνικός στρατός περνούσε άμεσα στην αντεπίθεση.

Η μάχη Κιλκίς-Λαχανά

Ισχύς αντιπάλων δυνάμεων

Βάσει διαταγών, η 7η Μεραρχία θα προέλαυνε προς Νιγρίτα, η 1η (αντιστράτηγος Μανουσογιαννάκης) και η 6η (συνταγματάρχης Δελαγραμάτικας) θα πραγματοποιούσαν επίθεση στον τομέα του Λαχανά, η 2η (υποστράτηγος Κ. Καλλάρης), η 4η (υποστράτηγος Μοσχόπουλος), η 5η (συνταγματάρχης Γεννάδης) και η 3η (υποστράτηγος Δαμιανός) στον τομέα του Κιλκίς και η 10η (συνταγματάρχης Παρασκευόπουλος), στην αριστερή πτέρυγα, θα διάβαινε τον Αξιό, χτυπώντας το Καλλίνοβο. Η ταξιαρχία ιππικού (συνταγματάρχης Ζαχαρακόπουλος) συνέδεε τις δυνάμεις του κέντρου με τη 10η Μεραρχία.

Από τη βουλγαρική πλευρά παρατάσσονταν συνολικά τμήματα της βουλγαρικής 2ης Στρατιάς, με 46 τάγματα πεζικού, 12 πυροβολαρχίες και ένα σύνταγμα ιππικού, υπό τον στρατηγό Ιβάνοφ.

H περιοχή στην οποία έλαβε χώρα η μάχη βρίσκεται μεταξύ των ποταμών Στρυμόνα και Αξιού και του όρους Μπέλες.

Κιλκίς

19 Ιουνίου

Απέναντι στις τέσσερις μεραρχίες που κινούνταν προς το Κιλκίς (πρωί 19ης Ιουνίου) βρισκόταν η 2η ταξιαρχία της βουλγαρικής 3ης Μεραρχίας, με τρεις πεδινές και μια ορειβατική πυροβολαρχία, αλλά και άλλες δυνάμεις- ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των βουλγαρικών δυνάμεων στο Κιλκίς στα 19 βουλγαρικά τάγματα.

Την πρώτη ημέρα της επίθεσης, δυνάμεις της 2ης Μεραρχίας, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Κων/νου Καλλάρη, απώθησαν τις βουλγαρικές μονάδες από τα υψώματα γύρω από τις Μάνδρες με επίθεση δια της λόγχης. Η 4η και η 5η Μεραρχία, προέλασαν κάτω από τα πυκνά πυρά του εχθρικού πυροβολικού, με την 5η να δέχεται βαριές απώλειες (1.200 νεκρούς και τραυματίες) και την 4η να καθηλώνεται κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής- ωστόσο, εν τέλει τα εχθρικά χαρακώματα καταλήφθηκαν με τις ξιφολόγχες, ενώ η 3η πραγματοποιούσε επίθεση στα υψώματα Άνω Αποστόλου και Γυναικοκάστρου. Με τις βουλγαρικές δυνάμεις να υποχωρούν προς το Κιλκίς, η μεραρχία κατέλαβε την Ξυλοκερατιά και την Πέρινθο.

20 Ιουνίου

Η 2η Μεραρχία, χωρίς να αντιμετωπίσει σοβαρή αντίσταση, έφτασε σε θέσεις εξόρμησης απέναντι στο Κιλκίς και ετοιμάστηκαν ορύγματα. Παράλληλα, η 4η Μεραρχία, που είχε προωθηθεί περισσότερο, ανέμενε να φτάσουν στο ύψος της οι άλλες και στη συνέχεια επιτέθηκε και κατέλαβε τα υψώματα ανατολικά της Κρηστώνης (Σαριγκιόλ), πλησιάζοντας την κύρια εχθρική θέση μπροστά από Κιλκίς- ωστόσο καθηλώθηκε από πυκνό εχθρικό πυρ το απόγευμα, σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από τα εχθρικά χαρακώματα. Η 5η κινήθηκε προς το Κιλκίς και κατά τις 15:00 επιτέθηκε εναντίον του εχθρού, με κάλυψη πυροβολικού, ωστόσο καθηλώθηκε στις παρυφές του Σαριγκιόλ. Η 3η Μεραρχία καταδίωξε βουλγαρικά τμήματα, φτάνοντας στα υψώματα Αρμουτζή.

21 Ιουνίου

Οι βουλγαρικές δυνάμεις ήταν καλά οχυρωμένες στην κύρια θέση τους μπροστά από το Κιλκίς, καθιστώντας εξαιρετικά επικίνδυνη μια μετωπική επίθεση- οπότε και δόθηκε εντολή από τη διοίκηση για νυκτερινή επίθεση- πλευρικό αιφνιδιασμό από δυνάμεις της 2ης Μεραρχίας, την οποία και πραγματοποίησαν το 1ο και το 7ο Σύνταγμα. Ωστόσο, οι Βούλγαροι θεώρησαν πως επρόκειτο για γενικευμένη νυκτερινή επίθεση από τη 2η Μεραρχία, και ακολούθησε ανταλλαγή πυρών πυροβολικού. Εν τέλει τα δύο συντάγματα κατέλαβαν τις πρώτες τρεις εχθρικές αμυντικές γραμμές, ολοκληρώνοντας την κατάληψή τους στις 10 το πρωί, ύστερα από πολύωρη μάχη, που είχε αρχίσει λίγο πριν τις 4 τα ξημερώματα.

Με την ανατολή του ήλιου επιτέθηκαν και οι υπόλοιπες μεραρχίες, με την 4η να καταλαμβάνει δια της λόγχης τα εχθρικά χαρακώματα και να υφίσταται σημαντικές απώλειες. Η 5η κατέλαβε το Σαριγκιόλ και στις 11 το πρωί έφτασε στις παρυφές του Κιλκίς, ενώ η 3η προχωρούσε προς το Κιλκίς, με τα βουλγαρικά στρατεύματα να υποχωρούν σε όλο το μήκος του μετώπου, σε δύο φάλαγγες, προς Δοϊράνη και Στρυμόνα.

Με τον εχθρό σε υποχώρηση, ο Κωνσταντίνος διέταξε καταδίωξη, που εκτελέστηκε από την 4η και την 5η Μεραρχία, οι οποίες έφτασαν στα χωριά Τέρπυλο και Ξεροβρύση, καθώς και από την ταξιαρχία ιππικού. Η 3η Μεραρχία έφτασε στα υψώματα Μεταλλινού, από όπου άνοιξε πυρ με το πυροβολικό της κατά του υποχωρούντος εχθρού, ενώ η 2η ανασυντασσόταν, λόγω βαριών απωλειών.

Το τηλεγράφημα το οποίο απεστάλη από τον στρατηγό Κ. Καλλάρη στο Γενικό Στρατηγείο, όπως δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» το 2013, με ημερομηνία 21 Ιουνίου 1913, έχει ως εξής: «Αγγέλλω νίκην Κιλκίς. Εχθρός υποχωρεί εγκαταλείψας οχυρωμένας θέσεις του. Ηδη εγκαταλείπει και πόλιν. Πλευρική ραγδαίαν επίθεσις Μεραρχίας μου εδικαίωσε προσδοκίας σας επενεγκούσα αποφασιστικήν έκβασιν αγώνος. Κ. Καλλάρης»

Η δράση της 10ης Μεραρχίας στην αριστερή πτέρυγα

Η 10η Μεραρχία αντιμετώπιζε την 3η Ταξιαρχία της 3ης βουλγαρικής Μεραρχίας, ο κύριος όγκος των δυνάμεων της οποίας βρισκόταν οχυρωμένος στα υψώματα του Καλλινόβου. Η επίθεση άρχισε το πρωί της 19ης Ιουνίου, χωρίς όμως αποτελέσματα. Στις 20 Ιουνίου κατέλαβε τη Γευγελή και βρήκε άθικτη τη γέφυρα του Αξιού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, κατόπιν σύντομης μάχης, καταλήφθηκαν οι Εύζωνοι και μετά κατευθύνθηκε προς το Κιλκίς. Το πρωί της 21ης Ιουνίου άρχισαν σκληρές μάχες για την κατάληψη του Καλλινόβου, που ολοκληρώθηκε στις πρώτες απογευματινές ώρες.

Η 1η και η 6η Μεραρχία δίνουν τη μάχη του Λαχανά

Η 1η και η 6η Μεραρχία κινήθηκαν στον τομέα Λαχανά στις 19 Ιουνίου, με την 1η το απόγευμα να συγκρούεται με βουλγαρικές δυνάμεις στα υψώματα του Ζαρόχου, καταφέρνοντας να τις απωθήσει. Ελληνικά τμήματα μπήκαν λίγο αργότερα στη Μπέροβα, που είχε πυρποληθεί από τους Βουλγάρους, ενώ η 6η το πρωί έφτασε στην Άσσηρο, βρίσκοντας απέναντί της, οχυρωμένη στα υψώματα, την 1η Ταξιαρχία της βουλγαρικής 10ης Μεραρχίας, που ήταν ενισχυμένη με 12 επιπλέον πυροβόλα. Η επίθεση άρχισε στις 15.15 το απόγευμα, μετά από μονομαχία πυροβολικού: Οι Έλληνες στρατιώτες, πραγματοποιώντας επίθεση δια της λόγχης, είχαν καταλάβει ως το βράδυ τα υψώματα 605 και 544. Στις 20 Ιουνίου, η 1η Μεραρχία συνέχισε την πορεία της σε δύο φάλαγγες, με την πρώτη να κατευθύνεται προς τον Λαχανά και να δέχεται πυρά στα μισά της αποστάσεως, με αποτέλεσμα να καθηλωθεί. Η δεύτερη φάλαγγα κινήθηκε προς τη Νικόπολη και τη Λιγκοβάνη (Ξυλόπολη), καταστρέφοντας σώματα κομιτατζήδων στη Νικόπολη, αλλά καθηλωνόμενη επίσης αργότερα.

Η 6η Μεραρχία βρήκε το πρωί απέναντί της εγκαταλειμμένα τα υπόλοιπα υψώματα, καθώς οι Βούλγαροι είχαν υποχωρήσει τη νύχτα προς τον Λαχανά, οπότε και προχώρησε και κατέλαβε τη Λιγκοβάνη, σταματώντας λόγω πυκνών εχθρικών πυρών από τα υψώματα στα βόρεια της Λιγκοβάνης. Ωστόσο, το «αδιέξοδο» έσπασε με την άφιξη ελληνικής μοίρας πεδινού πυροβολικού, που επέτρεψε στις δύο ελληνικές μεραρχίες να επιτεθούν, υπό την κάλυψη του μπαράζ των ελληνικών πυροβόλων, φτάνοντας σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από τις εχθρικές γραμμές. Το πρωί δεν υπήρξε δράση, καθώς είχε δοθεί εντολή για συγκρότηση αποσπάσματος και αποστολή του στο Κιλκίς για ενίσχυση, και οι Βούλγαροι βρήκαν την ευκαιρία να αντεπιτεθούν, αναγκάζοντας την 6η Μεραρχία να συμπτυχθεί. Ωστόσο, όταν έγινε γνωστή η νίκη στο Κιλκίς, ανακλήθηκε το απόσπασμα, οπότε στις 15:00 και οι δύο μεραρχίες προχώρησαν σε γενική επίθεση εναντίον των βουλγαρικών χαρακωμάτων. Η έφοδος και η ακόλουθη φονική μάχη διήρκεσαν μία ώρα, με τους Βούλγαρους να τρέπονται σε φυγή και να ακολουθεί καταδίωξή τους επί της οδού Θεσσαλονίκης- Σερρών. Αξίζει να σημειωθεί πως στη φονική μάχη του Λαχανά οι δύο μεραρχίες, με 18 τάγματα, είχαν αντιμετωπίσει 20 βουλγαρικά τάγματα. Οι ελληνικές απώλειες τους ανήλθαν στους 2.701 νεκρούς και τραυματίες.

Η κατάληψη της Νιγρίτας

Στη δεξιά πτέρυγα, η 7η Μεραρχία άρχισε να κινείται προς τη Νιγρίτα το πρωί της 19ης Ιουνίου, τρέποντας σε φυγή μετά από σύντομη μάχη στο Σούλοβο (Σκεπαστό) τρία βουλγαρικά τάγματα. Στις 20 Ιουνίου εισήλθε στη Νιγρίτα, την οποία οι Βούλγαροι, υποχωρώντας είχαν πυρπολήσει και κατασφάξει τους κατοίκους της. Την επόμενη ημέρα η μεραρχία κινήθηκε βορειοδυτικά και το απόγευμα οι εμπροσθοφυλακές της αντιλήφθηκαν από απόσταση τα βουλγαρικά στρατεύματα που υποχωρούσαν από τον Λαχανά. Εάν είχε καταληφθεί εγκαίρως η γέφυρα του Στρυμόνα και αποκοπεί η βουλγαρική υποχώρηση στις Σέρρες, το βουλγαρικό στράτευμα θα είχε εξοντωθεί ολοκληρωτικά.

Θα ακολουθούσε η Μάχη της Δοϊράνης, στις 22 και 23 Ιουνίου, όπου οι βουλγαρικές δυνάμεις ηττήθηκαν ξανά. Οι επιχειρήσεις και οι συγκρούσεις θα συνεχίζονταν μέχρι την ανακωχή στις 18 Ιουλίου – ωστόσο η μοίρα της Μακεδονίας είχε σε μεγάλο βαθμό κριθεί στην αποφασιστική Μάχη του Κιλκίς- Λαχανά , ανοίγοντας τον δρόμο ώστε το βουλγαρικό όνειρο της «Μεγάλης Βουλγαρίας» της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου να συντριβεί και θαφτεί στις στάχτες των πεδίων των μαχών.

Ο απολογισμός

Η μάχη του Κιλκίς-Λαχανά, η οποία άνοιξε τον δρόμο προς τον βορρά και διέλυσε τον «θρύλο» περί αήττητου του βουλγαρικού στρατού, θεωρείται, όχι αδίκως, μια από τις φονικότερες της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Οι απώλειες του ελληνικού στρατού ανήλθαν συνολικά στους 8.828 νεκρούς και τραυματίες- με τον φόρο αίματος στο Κιλκίς να ανέρχεται στους 5.662 νεκρούς και τραυματίες και στον Λαχανά στους 2.701- ενώ του βουλγαρικού στους 6.971 νεκρούς και στους 6.000 αιχμαλώτους. Οι βαριές απώλειες οφείλονται στο ότι πολλές από τις επιθέσεις έγιναν κατά μέτωπο και σε ακάλυπτο έδαφος, υπό τα πυρά του βουλγαρικού πυροβολικού, ενισχυμένου από Αυστριακούς αξιωματικούς, και εναντίον καλά προετοιμασμένων θέσεων. Ο τρόπος διεξαγωγής της προκάλεσε εντύπωση σε ξένους στρατιωτικούς, με τον Γάλλο στρατηγό Debeney, όταν επισκέφθηκε το πεδίο της μάχης και ενημερώθηκε για το πώς κινήθηκαν οι δυνάμεις κατά τη μάχη, να δηλώνει «αυτή η τακτική δεν ήταν ούτε γαλλική ούτε γερμανική, ήταν απλά ελληνική».

Μην χάσετε το ντοκιμαντέρ για την Μάχη του Κιλκίς στο OTE HISTORY, το πρώτο κανάλι για ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα, στον ΟΤΕ ΤV, την Τετάρτη 22 Ιουνίου στις 9μμ.

Πηγές

Δημοφιλή