Η δολοφονία του βασιλέως Γεωργίου του Α΄: Ένας πυροβολισμός που καθόρισε την ελληνική ιστορία

Η δολοφονία του βασιλέως Γεωργίου του Α΄: Ένας πυροβολισμός που καθόρισε την ελληνική ιστορία
King George I of Greece, (1845-1913), King from 1863 to 1913. (Photo by: Photo12/UIG via Getty Images)
King George I of Greece, (1845-1913), King from 1863 to 1913. (Photo by: Photo12/UIG via Getty Images)
Photo 12 via Getty Images

Εκ των πραγμάτων, η δολοφονία ενός επικεφαλής κράτους, αποτελεί μια πράξη η οποία επηρεάζει δραστικά το πολιτικό σκηνικό και ως εκ τούτου την ιστορία μιας χώρας- ή, σε κάποιες περιπτώσεις, και του κόσμου ολόκληρου. Ωστόσο, ακόμα και έτσι, η δολοφονία του βασιλέως Γεωργίου του Α' στη Θεσσαλονίκη, στις 18 Μαρτίου 1913 (5 Μαρτίου, σύμφωνα με το ημερολόγιο που χρησιμοποιούσαν τότε) υπάγεται σε έναν ακόμα πιο στενό «κύκλο» τέτοιων περιστατικών, καθώς έλαβε χώρα εν μέσω μιας καθοριστικής για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία περιόδου (των Βαλκανικών Πολέμων), κατά την οποία ο κόσμος προετοιμαζόταν για τη μεγάλη και φονική σύγκρουση του Α' Παγκοσμίου Πολέμου- και, ως γνωστόν, με την άνοδο του Διαδόχου Κωνσταντίνου στον θρόνο, σήμανε την έναρξη του «Εθνικού Διχασμού» και της πικρής αντιπαράθεσης μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών που θα καθόριζε την πορεία της χώρας μας για δεκαετίες, στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Το χρονικό

Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον ελληνικό στρατό αποτέλεσε το θριαμβευτικό αποκορύφωμα του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Τα ελληνικά στρατεύματα – με αρχιστράτηγο τον Διάδοχο Κωνσταντίνο- μπήκαν στην πόλη στις 28 Οκτωβρίου, με τον βασιλιά Γεώργιο να καταφθάνει στην πόλη αμέσως μετά. Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα της πρώην βασιλικής οικογένειας, λόγω της εύθραυστης κατάστασης που επικρατούσε στην Θεσσαλονίκη, ο βασιλιάς αποφάσισε να εγκατασταθεί στην πόλη, ώστε να επισημοποιήσει, αλλά κυρίως να εδραιώσει την ελληνική παρουσία. Κατά την παραμονή του στην πόλη, συνήθιζε, όπως και στην Αθήνα, να πραγματοποιεί καθημερινούς περιπάτους, χωρίς συνοδεία ή με ελάχιστη προστασία.

Το μεσημέρι της 5ης /18ης Μαρτίου 1913, ο βασιλιάς Γεώργιος, με τη συνοδεία του υπασπιστή του ταγματάρχη Φραγκούδη βγήκε από το σπίτι όπου διέμενε για να πραγματοποιήσει εθιμοτυπική επίσκεψη στον Γερμανό ναύαρχο Γκόπφεν στο πολεμικό «Γκέμπεν», που βρισκόταν στο λιμάνι της πόλης. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής αυτής, τον πλησίασε ένας άνδρας, ο Αλέξανδρος Σχινάς, ο οποίος από μικρή απόσταση πυροβόλησε τον πλησίασε και από μικρή απόσταση πυροβόλησε τον 68χρονο βασιλιά, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα. Ο Γεώργιος μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο ιατρείο του «Παπάφειου Ιδρύματος», αλλά οι γιατροί δεν μπόρεσαν να προσφέρουν καμιά βοήθεια, καθώς ήταν ήδη νεκρός. Όσον αφορά στον Σχινά, μετήχθη στο Αστυνομικό Τμήμα Φαλήρου Θεσσαλονίκης.

Ο Κωνσταντίνος ορκίστηκε ως νέος βασιλιάς στις 8/21 Μαρτίου σε έκτακτη συνεδρίαση της Βουλής και αναχώρησε με τη βασιλική θαλαμηγό «Αμφιτρίτη» για τη Θεσσαλονίκη, η οποία συνοδευόταν από ελληνικά πολεμικά, αλλά και σκάφη των Μεγάλων Δυνάμεων. Η σορός του Γεωργίου εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα για ημέρες και μετά μεταφέρθηκε στον Πειραιά, για να κηδευτεί στα ανάκτορα του Τατοΐου στις 20 Μαρτίου/ 2 Απριλίου.

Όσον αφορά στον Σχινά, στις 9/22 Απριλίου, ο Αλέξανδρος Σχινάς, μεταφερόμενος στον πάνω όροφο του κτηρίου όπου εκρατείτο, «διέφυγε της προσοχής των χωροφυλάκων και ηυτοκτόνησε πεσών εκ του παραθύρου», σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της αστυνομίας.

Στις 9/22 Απριλίου, ο Αλέξανδρος Σχινάς, μεταφερόμενος στον πάνω όροφο του κτηρίου όπου εκρατείτο, «διέφυγε της προσοχής των χωροφυλάκων και ηυτοκτόνησε πεσών εκ του παραθύρου» (όπως ανέφερε η σχετική ανακοίνωση της αστυνομίας).

Το παρασκήνιο

Ο (γεννηθείς ως πρίγκηπας Γουλιέλμος της Δανίας) Γεώργιος δολοφονήθηκε εν μέσω μιας ιδιαίτερα κρίσιμης περιόδου- και, ειδικά σε συνδυασμό με την αυτοκτονία (ή «αυτοκτονία») του δολοφόνου του, εγείρονται ερωτήματα σχετικά με το ποιοι μπορεί να ήταν πίσω από την ενέργεια αυτή. Γενικότερα, θεωρείται ένας βασιλιάς που μπόρεσε να προσαρμοστεί πολύ καλά στην ελληνική πραγματικότητα, κάτι που του επέτρεψε μεν να ασκεί μεγάλη επιρροή στην πολιτική σκηνή, αλλά χωρίς να εκτίθεται.

Όσον αφορά στο προφίλ του, ήξερε να τηρεί τα προσχήματα (γενικά ήταν πολύ απλός στη συμπεριφορά του), ενώ από πλευράς πολιτικών ελιγμών, μπορεί να μην προκαλούσε πόλωση υπέρ ή κατά του (όπως ο Κωνσταντίνος που τον διαδέχτηκε), αλλά είχε ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας με το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κόσμου και η εξουσία του παρέμενε σεβαστή – στοιχεία που επέφεραν σε μεγάλο βαθμό εξευρωπαϊσμό της πολιτικής σκηνής της Ελλάδας. Λόγω της γενικότερα ψύχραιμης γραμμής του, οι Μεγάλες Δυνάμεις τον θεωρούσαν ως τον πλέον αξιόπιστο Έλληνα συνομιλητή του, και γενικότερα ήταν ένας παράγοντας σταθερότητας, που ήξερε να κρατά ισορροπίες εντός και εκτός της χώρας (αν και ήταν γενικότερα αγγλόφιλος, τη στιγμή που ο Κωνσταντίνος ήταν γερμανόφιλος), κάτι που ήταν απαραίτητο εν μέσω μιας περιόδου κατά την οποία η Ευρώπη ετοιμαζόταν να «εκραγεί». Παρόλα αυτά, όπως αναφέρεται σε σχετικό αφιέρωμα του «Βήματος», ο Γεώργιος σκεφτόταν την παραίτησή του, ώστε να αναλάβει ο Κωνσταντίνος, για τον οποίο θεωρούσε πως «ήταν καιρός να αναλάβει».

Ως εκ τούτου, θεωρείται από πολλούς πως η δολοφονία του είχε πολιτικό πρόσημο, με τον Σχινά να αποτελεί όργανο πιθανώς ξένων δυνάμεων: μια από τις επικρατούσες θεωρίες είναι πως είχε υποκινηθεί από τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες, που ήθελαν τον γερμανόφιλο Κωνσταντίνο στον θρόνο της ενισχυμένης μετά τον Α' Βαλκανικό Ελλάδας- αν και, όπως προαναφέρθηκε, ούτως ή άλλως ο Γεώργιος σκόπευε να παραιτηθεί, δεν είναι σίγουρο ότι αυτό το ήξεραν οι γερμανικές υπηρεσίες, ή ότι ήταν πρόθυμες να περιμένουν, καθώς ο «Μεγάλος Πόλεμος» φαινόταν στον ορίζοντα. Άλλα σενάρια κάνουν λόγο για πράκτορα των Αυστριακών ή των Βούλγαρων (με τους οποίους, ως γνωστόν, ακολούθησε πολεμική σύγκρουση, στον Β' Βαλκανικό Πόλεμο).

Ποιος ήταν πραγματικά ο Σχινάς;

Ο Σχινάς, φοιτητής Ιατρικής, ήταν από τις Σέρρες, και έχει χαρακτηριστεί ως «ανισόρροπος» και «αναρχικός». Κάποια στιγμή είχε ζητήσει οικονομική βοήθεια από τα ανάκτορα, ωστόσο ο υπασπιστής του βασιλιά τον είχε διώξει (οπότε και διαφαίνεται το ενδεχόμενο προσωπικού κινήτρου). Σε τηλεγράφημά του ο διπλωμάτης Β. Δενδραμής τον χαρακτήριζε «έκφυλον αλήτην, ουχί παράφρονα βεβαίως, ζώντα, όμως ανισορρόπως, δι' επαιτείας. Εις τους πλησιάζοντας αυτόν ανέπτυσσε περιέργους ιδέας περί σοσιαλισμού, ότι όλοι οι άνθρωποι εντός ολίγου θα είναι πλούσιοι, ότι δεν θα υπάρχουν πλούσιοι και πτωχοί και ότι οι εργάτες θα εργάζονται μόνον δύο ώρας την ημέραν».

Τα σενάρια περί συνωμοσίας ενισχύουν και κάποια άλλα γεγονότα, όπως το ότι η κατάθεσή του δεν δόθηκε στη δημοσιότητα, καθώς και ότι οι φάκελοι της ανάκρισης κάηκαν όταν στο ατμόπλοιο που τους μετέφερε στον Πειραιά έπιασε φωτιά, που κατέστρεψε κυρίως την καμπίνα όπου φυλάσσονταν. Ωστόσο, φέρεται, σε μια από κάποιες κατ'ιδίαν συνομιλίες του με τη βασίλισσα Όλγα (το περιεχόμενο των οποίων παραμένει άγνωστο), να δήλωσε πως ενήργησε μόνος του, ενώ υπάρχουν αναφορές πως ήταν άτομο με έντονα ψυχολογικά προβλήματα καθώς και ότι συναναστρεφόταν άτομα με ριζοσπαστικές ιδεολογίες. Άλλες εκδοχές τον παρουσιάζουν ως μικροαπατεώνα, πιθανώς ομοφυλόφιλο που εκβίαζε τους συντρόφους του, χαρτοπαίκτη κ.α, αλλά τίποτε από αυτά δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί- γενικότερα, το ποιος και τι ήταν ο Σχινάς, καθώς και για το ποιο ήταν το κίνητρό του είναι ένα από τα μυστήρια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Σε κάθε περίπτωση, η δολοφονία του Γεωργίου του Α' δεν εξιχνιάστηκε πλήρως ποτέ, και η υπόθεση εκ των πραγμάτων τελείωσε με τον θάνατο του Σχινά και την καταστροφή των φακέλων καθώς η Ελλάδα, αλλά και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, εισέρχονταν σε μια δίνη η οποία θα καθόριζε την πορεία της σύγχρονης ιστορίας.

Δημοφιλή