Ποιος θα προστατεύσει τα παιδιά από την ιλαρά; Τι ορίζει ο νόμος, τι λέει η επιστήμη και γιατί ορισμένοι γονείς δεν πείθονται

Ποιος θα προστατεύσει τα παιδιά από την ιλαρά; Τι ορίζει ο νόμος, τι λέει η επιστήμη και γιατί ορισμένοι γονείς δεν πείθονται

Τα αυξημένα κρούσματα εμφάνισης ιλαράς στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε συνδυασμό με την έλευση και του αποκαλούμενου ως «αντι-εμβολιαστικού κινήματος» έχει ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση για το τι θα πρέπει να γίνει όχι μόνο για να αντιμετωπιστεί η παρούσα έξαρση αλλά και για να αποφευχθεί μια παρόμοια ή και μεγαλύτερη στο μέλλον. Και πολύ περισσότερο μια συζήτηση για το πώς θα πρέπει να πειστούν οι γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά για τα οποία είναι υποχρεωμένοι να λάβουν ιατρικές αποφάσεις.

Και όλη αυτή η συζήτηση -από εκείνες που διεξάγουν οι ειδικοί έως αυτή που γίνονται συχνά «στο πόδι» στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης -φαίνεται να περιστρέφεται γύρω από τη λέξη «υποχρεωτικό» ή «υποχρέωση» όπως και τα παράγωγα αυτών. Υπάρχει το αίτημα της κοινωνίας ώστε η Πολιτεία να εκπληρώσει την υποχρέωσή της και να διαφυλάξει τη δημόσια υγεία και υπάρχει και η αντίληψη που έχουν γονείς για την υποχρέωση τους να προστατέψουν τα παιδιά τους- είτε επιλέγουν να τα εμβολιάσουν είτε όχι. Και τέλος υπάρχει και η ερμηνεία της φράσης «υποχρεωτικός εμβολιασμός» κατά το νόμο και την ιατρική επιστήμη.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι πολλοί εκείνοι που χύνουν αρκετή «διαδικτυακή» μελάνη επιχειρηματολογώντας πως πρέπει τα εμβόλια να είναι υποχρεωτικά δια νόμου και να υπάρχουν και και ποινικές κυρώσεις αναφέροντας μάλιστα παραδείγματα άλλων χωρών όπως η Ιταλία. Βέβαια συχνά η ερμηνεία που δίνουν στις αποφάσεις που έλαβε για το θέμα η γείτονα χώρα, απέχει κατά πολύ από την πραγματικότητα. Για την ακρίβεια στην Ιταλία κρίθηκαν υποχρεωτικά συνολικά 10 εμβόλια για την εγγραφή των παιδιών στα σχολεία ενώ προβλέπεται και η επιβολή χρηματικών προστίμων στους γονείς που χωρίς επαρκή ιατρική αιτιολόγηση αρνούνται τον εμβολιασμό. Σε ανάλογες κινήσεις προχώρησε πρόσφατα και η Γερμανία.

Αυτό βέβαια που πολλοί δεν γνωρίζουμε- και μάλιστα μεταξύ αυτών είναι ακόμη και παιδίατροι- είναι πως και στην Ελλάδα υπάρχει εκ του νόμου υποχρέωση εμβολιασμού των παιδιών. Αλλά το ερώτημα στην πραγματικότητα είναι εάν η επίκληση σε νόμους και κυρώσεις είναι ο καλύτερος τρόπος ενός τόσο ευαίσθητου ζητήματος.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 33 του Ν.2676/1999 (2053/99 ΦΕΚ) προβλέπει, όπως αναλυτικά εξηγεί σε σχετικό άρθρο του από το 2013 ο Α. Μηλιόπουλος, τότε πρόεδρος Εφετών στο Εφετείο Θεσσαλονίκης ότι «στο πλαίσιο της ιατρικής περίθαλψης που παρέχουν οι ασφαλιστικοί Οργανισμοί και το Δημόσιο στους ασφαλισμένους και τα μέλη των οικογενειών τους, καθιερώνεται η υποχρεωτική προληπτική ιατρική με σκοπό την έγκαιρη διάγνωση και τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της εκδήλωσης ή την αποτροπή της εμφάνισης νοσηρών καταστάσεων και η προληπτική αυτή ιατρική, κατά το ίδιο άρθρο του άνω νόμου, περιλαμβάνει και τον εμβολιασμό παιδιών και ενηλίκων, σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών στην Ελλάδα». Τονίζει μάλιστα πως εφ΄ όσον ο νόμος κάνει λόγο «για υποχρεωτική προληπτική ιατρική» που περιλαμβάνει και τα εμβόλια «ο νομοθέτης θέλησε η διενέργεια των εμβολιασμών, που προβλέπονται στα πλαίσια του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών, να μην εξαρτάται από την προαίρεση και την ευχέρεια των προσώπων, στα οποία αφορούν, αλλά αυτά είναι κατ’αρχήν υποχρεωμένα να τηρήσουν το νόμο και να εμβολιασθούν».

Πέραν του άρθρου του κ.Μηλιόπουλου, η HuffPost Greece μίλησε και με τη δικηγόρο κ.Ευγενεία Φωτοπούλου

η οποία έχει ασχοληθεί διεξοδικά με το θέμα. Όπως εξηγεί «ο νόμος αυτός πράγματι αναγνωρίζει πως οι γονείς έχουν υποχρέωση νομική να εμβολιάζουν τα παιδιά τους» ενώ τονίζει πως «υπάρχει και μια σειρά από νόμους και υπουργικές αποφάσεις που έχουν δημοσιευθεί σε ΦΕΚ και στα οποία και γίνεται και ειδική, ξεχωριστή αναφορά σε συγκεκριμένα εμβόλια που χαρακτηρίζονται διαχρονικά, έως και στις μέρες μας, ως υποχρεωτικά από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών». Υπάρχουν δε και αναφορές στις ηλικίες κατά τις οποίες πρέπει να γίνονται τα εμβόλια μεταξύ των οποίων είναι, όπως αναφέρει, πχ αυτά για την πολιομυελίτιδα, την ηπατίτιδα κ.α.

Αξίζει βέβαια να σημειωθεί πως αν και σε παλαιότερα (πχ ΦΕΚ 869Β του 1973 που αφορά την υποχρέωση εμβολιασμού για τέτανο) υπήρχε πρόβλεψη του νομοθέτη- όπως μας ανέφερε η κ.Φωτοπούλου- για την επιβολή κυρώσεων σε όσους δεν εμβολιάζονται βάσει διατάξεων του ποινικού κωδικά, δεν υπάρχει κάποια αντίστοιχη ρητή πρόβλεψη στη νομοθεσία του 1999.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν διατάξεις που θα μπορούσαν να «επιστρατευθούν» στην περίπτωση ανάγκης η διάθεσης υποβολής κυρώσεων (αντιθέτως υπάρχουν πολλές από υγειονομικές διατάξεις ή ενδεχομένως κάποιος θα μπορούσε να εγείρει ακόμα και θέμα πλημμελούς εποπτείας ανηλίκου).

Ιδιαίτερα αξία δε έχει και πάλι η επισήμανση στο άρθρο του κ.Μηλιόπουλου πως το γεγονός ότι ο νόμος δεν προβλέπει άμεση συνέπεια δεν αναιρεί και τη δεσμευτικότητά του ενώ είναι πιθανό ο νομοθέτης να ήθελε να προσεγγίσει με ηπιότερο τρόπο το ευαίσθητο αυτό θέμα.

Αξίζει δε να τονιστεί πως το ίδιο το γεγονός πως τα εμβόλια που χαρακτηρίζονται ως «υποχρεωτικά», νομικά και ιατρικά, παρέχονται δωρεάν ενισχύει την ίδια τη νομική και υπεύθυνα επιστημονική υποχρέωση να γίνουν από όλους.

Ακόμη όμως και με δεδομένο πως υπάρχει νομοθεσία που προβλέπει την υποχρέωση πραγματοποίησης μιας ομάδας απαραίτητων εμβολίων- πλην πάντα των περιπτώσεων που ο γιατρός θα κρίνει πως υπάρχει κίνδυνος για το παιδί όπως πχ αλλεργικής αντίδρασης- είναι η επίκληση του νόμου ο ορθός τρόπος για να αντιμετωπιστεί η άρνηση εμβολιασμού;

Κατά την κ. Ελένη Ρεθυμνιωτάκη, πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής, (διεπιστημονική συμβουλευτικό όργανο που υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργό), η απάντηση είναι «όχι».

«Υπάρχει η παλιότερη άποψη κάποιων πως σε θέματα δημόσιας προληπτικής ιατρικής το κράτος μπορεί να περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα όταν το υπέρτερο δημόσιο συμφέρον το επιβάλλει. Αυτή όμως είναι μια παλιά άποψη ενώ πλέον υπάρχει και το θέμα της συναίνεσης σε οποιαδήποτε ιατρική πράξη. Το θέμα εδώ είναι πως ο κάθε γονιός που έχει τη γονική μέριμνα- κάτι που είναι δικαίωμα όσο και υποχρέωση -είναι υποχρεωμένος να ενημερώνεται από έγκυρες πηγές για την υγεία του παιδιού γιατί αυτός είναι που λαμβάνει αποφάσεις για την υγεία του» επισημαίνει μιλώντας στη HuffPost Greece.

Ειδικότερα δε για το θέμα της συναίνεσης στην ιατρική πράξη και τους εμβολιασμούς σε παιδιά, η Επιτροπή έχει εκδώσει και σχετική σύσταση ήδη από το 2015.

Τονίζει δε πως σύμφωνα με ευρωπαϊκό δίκτυο που καταγράφει τις εξελίξεις σε θέματα εμβολιασμού, οι χώρες που συνεχίζουν να εκδίδουν λίστες με «υποχρεωτικά εμβόλια» μειώνεται «αφού περισσότερα από τα μισά πλέον κράτη προσανατολίζονται όχι στην επίκληση του νομικής υποχρέωσης αλλά σε άλλα μέσα για να πείσουν τους γονείς για την αναγκαιότητα εμβολιασμού».

Στο σημείο αυτό μάλιστα επισημαίνει πως δυστυχώς μια μερίδα γονιών έχει επιλέξει να ενημερώνεται από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από αμφίβολης εγκυρότητας ιστοσελίδες και blogs ενώ ευθύνη φέρουν και οι παιδίατροι που οφείλουν να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να πείσουν τους γονείς πως τα εμβόλια είναι ασφαλή και πως οι γονείς θα πρέπει να συναινούν στον εμβολιασμό εκτός από περιπτώσεις που υπάρχουν αντικειμενικά ιατρικά κολλήματα. Κατά την ίδια δε, ο ρόλος της Πολιτείας και των αρμόδιων φορέων να ενημερώνουν ουσιαστικά, αποτελεσματικά, διαρκώς και υπεύθυνα για το θέμα.

Εν κατακλείδι δε αναφέρει πως ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι για το 90% των παιδιών που έχουν εμβολιαστεί αλλά για αυτά που απέχουν από τους εμβολιασμούς και κατά συνέπεια δεν είναι «θωρακισμένα».

Στην επιστημονική διάσταση του όρου «υποχρεωτικός εμβολιασμός» επιμένει και η παιδίατρος- λοιμωξιολόγος, Θεανώ Γεωργακοπούλου η οποία επίσης μίλησε στη HuffPost Greece με την ιδιότητά της και ως υπεύθυνης του Τμήματος Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης του ΚΕΕΛΠΝΟ.

Όπως τονίζει κάθε χρόνο εκδίδεται από την αρμόδια Εθνική Επιτροπή το αντίστοιχο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού με τα υποχρεωτικά και τα συνιστώμενα εμβόλια τόσο για παιδιά όσο και για ενήλικες. «Για μένα ο όρος υποχρεωτικά έχει επιστημονική διάσταση. Όχι νομική. Και το ζητούμενο είναι ο γονείς να εμβολιάζουν τα παιδιά όχι επειδή τους επιβάλλεται αλλά επειδή είναι κάτι που αφορά την υγεία τους. Και φυσικά πρέπει να καταστεί σαφές πως τα εμβόλια είναι ασφαλή». Όπως εξηγεί «οι αντιδράσεις και οι αντιρρήσεις και γενικότερα οι απόψεις κατά των εμβολιασμών βασίζονται σε φημολογίες και παραπληροφόρηση, σε κακή ενημέρωση και αυτό είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί με την έγκυρη ενημέρωση των γονιών από τους παιδίατρους».

Βέβαια παρά το γεγονός πως η Πολιτεία δεν έχει επικαλεσθεί νομικές συνέπειες ως ένα επιπλέον μέσο άσκησης πίεσης προς τους γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, έχουν γίνει προσπάθειες επιβολής έμμεσης υποχρέωσης αφού εδώ και κάποια χρόνια ξεκίνησε να ζητείται από τους γονείς που επιθυμούν να γράψουν τα παιδιά τους στο σχολείο, να προσκομίσουν βεβαίωση εμβολιασμού. Αυτό αρχικά έγινε όπως αρκετοί υπεύθυνοι έχουν, ανεπίσημα πάντα, παραδεχθεί για να αποκλειστούν από τα σχολεία παιδιά Ρομά. Με την έλευση όμως του εμβολιαστικού κινήματος το πρόβλημα μεγάλωσε.

Η δικηγόρος κ.Φωτοπούλου ασχολήθηκε με το θέμα εκπροσωπώντας νομικά σύλλογο γονέων που αντέδρασε σε αυτή την σύνδεση εμβολιασμού και δικαιώματος εγγραφής στο σχολείο και επί του ζητήματος γνωμοδότησε και ο Συνήγορος του Πολίτη το 2014. Σημειώνεται πως αυτή η πρόβλεψη γέννησε φαινόμενα παραγωγής πλαστών πιστοποιητικών και σφραγίδων εδώ και χρόνια ενώ αυτές τις μέρες με αφορμή τα αυξημένα κρούσματα εμφάνισης ιλαράς η Ένωση Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Αττικής προχώρησε και σε σχετικές καταγγελίες.

Συγκεκριμένα κάνουν λόγο για ψευδείς βεβαιώσεις περί εμβολιασμού, που υπογράφουν παιδίατροι χωρίς να έχουν γίνει τα εμβόλια, πιστοποιητικά που βεβαιώνουν ψευδώς ότι το παιδί ανήκει σε ομάδα που δεν μπορεί να εμβολιασθεί, ακόμη και παραποίηση στοιχείων στο βιβλιάριο υγείας. Ζητούν δε να ληφθούν αποφάσεις σε κυβερνητικό επίπεδο για την πιστοποίηση των εμβολιασμών σε σχέση με το δικαίωμα της εγγραφής των παιδιών στην εκπαίδευση, η ιστορία της ιλαράς, αλλά και άλλων νοσημάτων που προστατεύονται με εμβολιασμό, δυστυχώς θα επαναλαμβάνεται».

Πάντως στη γνωμοδότηση του, ο Συνήγορος του Πολίτη αναφέρει: «...σε καμία περίπτωση η μη διενέργεια (σ.σ εμβολίων) δεν μπορεί να συνιστά λόγο άρνησης εγγραφής στις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Άλλως η μη εγγραφή των μαθητών που δεν έχουν εμβολιαστεί στις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης συνιστά υπέρμετρα δυσανάλογο μέτρο καθώς στερεί την απόλαυση ενός άλλου συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος, αυτό της πρόσβασης στην εκπαίδευση».

Δημοφιλή