Στην Ολλανδία χιλιάδες ασθενείς κάθε χρόνο καταφεύγουν στην ευθανασία. Μήπως όμως ο θάνατος...έγινε επάγγελμα;

Χιλιάδες Ολλανδοί κάθε χρόνο επιλέγουν την ευθανασία. Μήπως όμως ο θάνατος...έγινε επάγγελμα;
Empty Bed On Hospital Ward
Empty Bed On Hospital Ward
monkeybusinessimages via Getty Images

Ευθανασία. Μια λέξη που το άκουσμά της ηχεί τόσο ανάλαφρο και με νόημα απελευθερωτικό: εύκολος, ανώδυνος, καλός θάνατος. Ένας θάνατος που όλοι θα θέλαμε να μας επιφυλάσσει η ζωή για το τέλος τόσο για εμάς όσο και στους αγαπημένους μας. Δυστυχώς όμως η ζωή δεν είναι πάντα τόσο καλή μας. Τι γίνεται όμως με το δικαίωμα του ασθενή που υποφέρει και έχει κουραστεί να παλεύει για να κρατηθεί στη ζωή, που έχει πάψει από καιρό να του προσφέρει χαρά ή έστω ελπίδα, να αποχωρήσει ήρεμα και αξιοπρεπώς, όπως αυτό ορίζεται από τον ίδιο. Κάπου εδώ θυμόμαστε την δεύτερη ερμηνεία της λέξης «ευθανασία»: πρόκληση ανώδυνου θανάτου ή επίσπευσή του για λύτρωση κάποιου που πάσχει από ανίατη αρρώστια.

Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες, τα επιχειρήματα υπέρμαχων και πολέμιων πολλά και σίγουρα δεν εξαντλούνται σε ένα «υπέρ» ή «κατά». Υπάρχουν όμως και χώρες που αυτά τα διλήμματα, φαίνρνται να τα έχουν αντιμετωπίσει, να τα έχουν απαντήσει και έχουν βρει τρόπους να σεβαστούν το δικαίωμα στο θάνατο όσο και στη ζωή. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Ολλανδία.

Φέτος, ο αριθμός των ασθενών που επέλεξαν και προχωρούν στην ευθανασία αναμένεται να ξεπεράσει τους 7.000, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 67% μέσα σε πέντε χρόνια ενώ ο αριθμός των αιτήσεων για ευθανασία έφθασαν τις 18.000, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Guardian.

Ένα μεγάλος αριθμός αυτών των ασθενών απευθύνονται στην μόνη εξουσιοδοτημένη κλινική στην Ολλανδία που εξειδικεύεται στην ευθανασία και αναλαμβάνει να προσφέρει ένα ήρεμο τέλος σε ασθενείς που δεν θέλουν να συνεχίσουν να ζουν και πληρούν τα κριτήρια που θέτει ο νόμος που πέρασε το ολλανδικό κοινοβούλιο από το 2002.

Τι ακριβώς προβλέπει ο νόμος;

Το δικαίωμα σε έναν ανώδυνο θάνατο, τη στιγμή που οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι επιλέγουν. Με τον όρο ενδιαφερόμενοι ο νόμος χαρακτηρίζει τους ασθενείς οι οποίοι βιώνουν εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις εξαιτίας της εξέλιξης της νόσου από την οποία πάσχουν και αυτούς για τους οποίους δεν υπάρχει καμία θεραπεία, άρα και ελπίδα να καλυτερέψει η ζωή τους. Το δε κόστος της όλης ιατρικής πράξης καλύπτεται από το εθνικό σύστημα υγείας της χώρας.

Όπως αναφέρει ο διευθυντής της κλινικής Levenseindekliniek, Steven Pleiter, σήμερα και μετά την αύξηση των αιτημάτων για ευθανασία, προσπαθεί να διπλασιάσει τον αριθμό των γιατρών και νοσηλευτών που είναι πρόθυμοι να πάνε στα σπίτια ασθενών που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες και βρίσκονται στο τελικό στάδιο ή από ψυχικές νόσους και να τους χορηγήσουν τη θανατηφόρα ένεση. Οι 57 γιατροί θα πρέπει να γίνουν -τουλάχιστον- 100 μέχρι το τέλος του 2018 αφού, όπως αναφέρει, όλο και περισσότεροι Ολλανδοί αναζητούν έναν καλά σχεδιασμένο θάνατο.

«Εάν υπήρχε κάποιο ταμπού, τώρα δεν υπάρχει πια» λέει ο Pleiter. «Η μεταπολεμική γενιά, η οποία φτάνει στο στάδιο εκείνο του θανάτου...έχει μια πολύ πιο ξεκάθαρη και εκφρασμένη άποψη για το πώς θέλει να είναι το τέλος της ζωής» και έτσι κατά συνέπεια ο διευθυντής της κλινικής εκτιμά πως ο αριθμός των ασθενών θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια. Όπως εξηγεί, μέχρι σήμερα σπάνια χρειαζόταν να αναζητήσει νέους γιατρούς. Σήμερα όμως σήμερα εξαιτίας των αυξημένων αναγκών-υπάρχει μια μακρά λίστα αναμονής- οι γιατροί που ήδη απασχολεί η κλινική αναγκάζονται να δουλεύουν ακόμη και 16 ώρες εβδομάδα. «Πλήρης απασχόληση σε έναν τομέα που εστιάζει στον θάνατο θα ήταν κάτι το υπερβολικό...».

Αξίζει να σημειωθεί πως η κλινική αφιερώνει αρκετές ώρες σε κάθε ασθενή. Εφόσον αυτός έχει λάβει την αρχική έγκριση, μπορεί να απαιτηθούν ακόμη και 15 συνεντεύξεις ή και περισσότερες για να αποφασιστεί πως θα δοθεί και η τελική θετική απάντηση στο αίτημά τους ενώ αναζητούνται πάντα δεύτερες ιατρικές γνώμες για να εξακριβωθεί η ακριβής κατάσταση της υγείας τους- όπως άλλωστε απαιτεί ο νόμος. Ανάλογα δε με τις ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης μπορεί να απαιτηθούν πολλές μέρες μέχρι ένα φάρμακο να «ρίξει» τον ασθενή σε κώμα ενώ ακολουθεί ένα δεύτερο που ουσιαστικά αχρηστεύει τους πνεύμονες.

Αφού δε ολοκληρωθεί η διαδικασία γίνεται επανεξέταση της υπόθεσης και του τρόπου εκτέλεσης κάθε σταδίου αυτής και υπάρχουν περιπτώσεις που οι αρμόδιοι έκριναν πως κάποιο από τα πρωτόκολλα δεν τηρήθηκαν ως έπρεπε.

Έγινε ο θάνατος επάγγελμα;

Ακόμη και σε μια χώρα όμως όπως η Ολλανδία, προνοητική και οργανωμένη ακόμη στον θάνατο, υπάρχει ένας προβληματισμός για την πορεία που έχουν πάρει τα πράγματα.

Ο Τheo Boer, μέλος της αρμόδιας επιτροπής την ευθανασία την περίοδο 2005-2014 ήταν μεταξύ αυτών που είχαν στηρίξει το νόμο του 2002 που καθιστούσε νόμιμη την πράξη. Σήμερα όμως πιστεύει πως υπάρχει μια υπερβολή και πως ο θάνατος έχει γίνει πολύ...επαγγελματικός.

«Από το 2007, οι αριθμοί αυξήθηκαν ξαφνικά...Ήταν σαν οι Ολλανδοί να χρειαζόταν να συνηθίσουν την ιδέα ενός προγραμματισμένου θανάτου. Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους που τώρα λένε ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος που θέλουν να πεθάνουν και αυτός είναι με μια ένεση. Όλο αυτό έχει γίνει πολύ φυσιολογικό» λέει ο καθηγητής δεοντολογίας στο Θεολογικό Πανεπιστήμιο του Kampen και προσθέτει: «Στην αρχή, το 98% των περιπτώσεων ήταν ασθενείς τελικού σταδίου, που του απέμεναν λίγες ημέρες ζωής. Τώρα έχουμε μια μείωση σε αυτές τις περιπτώσεις στο 70%...Δεν υπάρχει αμφιβολία για τις καλές προθέσεις των ανθρώπων που ασκούν την πράξη στην κλινική. [Αλλά] έχουν συνηθίσει σε υπερθετικό βαθμό να κάνουν ευθανασία. Ναι, έχουν εμπειρία, αλλά πάρα πολύ. Δεν πρέπει ποτέ να συνηθίζεται το να βοηθάμε κάποιον να πεθάνει».

Ο Plriter βέβαια θα διαφωνούσε. Σε ένα από τους τοίχους του γραφείου του υπάρχουν τρεις μεγάλες φωτογραφίες από τις τελευταίες ημέρες και ώρες της ζωής του 79χρονου ασθενή του Siep Pietersma, που επέλεξε να πάρει δηλητήριο αφού αποφάσισε ότι δεν επιθυμούσε να ζήσει καθώς εξελίσσεται περαιτέρω η άνοια από την οποία. «Ήταν πολύ σαφής», σχολίασε ο Pleiter. Ανέφερε δε και μια ακόμη περίπτωση ενός 60χρονου άνδρα με ψυχαναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας, που τον ανάγκαζε να ξοδεύει πολλές ώρες κάθε πρωί καθαρίζοντας ένα ντουλάπι και στη συνέχεια να αυτοτραυματίζεται με ένα ξυραφάκι. Μέχρι που ζήτησε τη βοήθεια της κλινικής για να σταματήσει να ζει κάθε μέσα την ίδια κόλαση.

«Αφόρητος πόνος χωρίς προοπτική βελτίωσης. Αυτό λέει ο νόμος.Δεν λέει ότι πρέπει να πάσχετε από καρκίνο, αλλά ότι πρέπει να είστε στο τελικό στάδιο», σημειώνει Pleiter και καταλήγει «Αν μπορούμε να τους βοηθήσουμε, αυτό τους προσφέρει ανακούφιση. Δεν είμαστε ο doctor Death. Βοηθάμε σε μια κατάσταση που είναι πραγματικά πολύ δύσκολη».

Πηγή: Guardian

Δημοφιλή