Η κακομαθημένη γενιά (μου)

Θα σου μιλήσω για τα «ενδιάμεσα παιδιά της ιστορίας». Εκείνους που ανατράφηκαν με την επιτακτική υποχρέωση να γίνουν «κάποιοι» σε μια χώρα που με ξένες πλάτες αποτίναζε σιγά σιγά τη βαλκανική ρετσινιά της για να εισέλθει στη μεγάλη και φιλόξενη «ευρωπαϊκή αγκαλιά». Εκείνους που «Χούντα δεν θυμούνται», αλλά γνώρισαν την ελευθερία από την καλή και από την ανάποδη, περιφερόμενοι άσκοπα στον αποστειρωμένο, άοσμο παιδότοπο που έχτισαν οι προηγούμενοι για να ξορκίσουν ενοχές και φαντάσματα.
Alkis Konstantinidis / Reuters

Σήμερα θα σου μιλήσω για τη γενιά μου αγαπητέ αναγνώστη, θα σου πω για όλους εκείνους που γεννήθηκαν κάπου ανάμεσα στα τέλη των seventies και τις αρχές των τιμημένων eighties, αυτούς που αδρά θυμούνται την «αυριανοποίηση» της κοινωνίας αλλά έζησαν στο πετσί τους τον Σημιτικό εκσυγχρονισμό και θαμπώθηκαν από τα προσφερόμενα Eldorado που τελικά αποδείχτηκαν επαρχιακά «Βιετνάμ». Τη γενιά του εύκολου κέρδους και του άκοπου πλουτισμού που καβάλησε το καλάμι και τον αμανέ για να φάει αναπόφευκτα και νομοτελειακά τα μούτρα της. Τη γενιά του χρυσού 2004, του Euro, της Eurovision, των Ολυμπιακών και του «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ». Δεν ήταν όλοι έτσι θα μου πεις, αλλά από την άλλη ούτε «όλοι μαζί τα φάγαμε»...

Θα σου μιλήσω για τα «ενδιάμεσα παιδιά της ιστορίας». Εκείνους που ανατράφηκαν με την επιτακτική υποχρέωση να γίνουν «κάποιοι» σε μια χώρα που με ξένες πλάτες αποτίναζε σιγά σιγά τη βαλκανική ρετσινιά της για να εισέλθει στην μεγάλη και φιλόξενη «ευρωπαϊκή αγκαλιά». Εκείνους που «Χούντα δεν θυμούνται», αλλά γνώρισαν την ελευθερία από την καλή και από την ανάποδη, περιφερόμενοι άσκοπα στον αποστειρωμένο, άοσμο παιδότοπο που έχτισαν οι προηγούμενοι για να ξορκίσουν ενοχές και φαντάσματα.

Τη γενιά της ασυδοσίας και των καταλήψεων. Που δεν μπήκε ποτέ στην επίπονη και επώδυνη διαδικασία της ενδοσκόπησης μα ήξερε να εκδηλώνει με χαρά την άγονη οργή της σαν μπόμπιρας που βαρέθηκε τα παλιά του παιχνίδια. Και πώς να μην το κάνει όταν της αποστέρησαν και το τελευταίο επιχείρημα να οικοδομήσει βγάζοντας την στη σέντρα ευνουχισμένη; Τη γενιά που είδε όλη τη χώρα να γίνεται ένα απέραντο εργοτάξιο για να της μείνουν αμανάτι απούλητα ακίνητα και ξενοίκιαστες μεζονέτες...

Τη γενιά που φορτώθηκε με φροντιστήρια, ξένες γλώσσες, μαθήματα πιάνου και αλλότριες προσδοκίες, προβολές και απωθημένα. Που «όλο τον κόσμο γύρισε μα τίποτα δεν είδε» και απότομα διαπίστωσε την πλάνη και τη χρεωκοπία της, τη μοίρα που άλλοι χάραξαν για λογαριασμό της και στο και πέντε την έφεραν προ των ευθυνών της. Τη γενιά που έβγαλε τους μεγαλύτερους χαλβάδες προεξάρχοντος του σημερινού πρωθυπουργού. Την πιο αντιερωτική και απολίτικη γενιά που όταν σφίξανε τα λουριά κλήθηκε να μπει στα χαρακώματα παίρνοντας παραμάσχαλα τα πληκρολόγια. Να χωριστεί σε «νεοφιλελέδες», «μενουμεευρωπαίους» και αντιδραστικά γιουσουφάκια του Μαδούρο και της Ζωής λες και δεν βράσαμε όλοι στο ίδιο καζάνι, ούτε βγήκαμε από τη μήτρα του πελατειακού, τριτοκοσμικού "made in Greece" καπιταλισμού. Βρήκαμε το πάτημα να διαφωνήσουμε, λουφάζοντας πίσω από ξενόφερτες ταμπέλες, μόνο που για να διαφωνήσεις οφείλεις να έχεις την ελάχιστη βάση, ούτε αυτή υπάρχει στη χώρα της ελλειμματικής λογικής και της πλεονάζουσας χολής.

«Παλαβή γενιά, παλαβή γενιά», έλεγε ο Γκίνσμπεργκ για την δική του. Έφυγε για να την διαδεχτούν τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας, άνοιξαν τα γερόντια λάκκους με τη ρουσφετολογία και έμειναν εκείνα να γυαλίζουν τα απαστράπτοντα φέρετρα διερωτώμενα για πρώτη φορά στη ζωή τους τι κόσμο θα παραδώσουν στους επόμενους. Έτσι είναι όμως αγαπητέ αναγνώστη, κάθε περίοδος χάριτος έχει ημερομηνία λήξης, κανείς δεν γλιτώνει απ' το πλήρωμα του χρόνου, την ετεροχρονισμένη ενηλικίωση, τα αδιέξοδα.

Δημοφιλή