Να μη φοβάσαι

Στην ιστορία της δημιουργίας, με την ευρεία έννοια, ο φόβος δεν είναι εύκολος αντίπαλος. Φοβόμαστε το κοινό, φοβόμαστε το λάθος. Φοβόμαστε τη γνώμη των άλλων και τον πιθανό αρνητικό σχολιασμό. Φοβόμαστε τον πόνο που θα φέρει μια ενδεχόμενη αποτυχία. Φοβόμαστε και να πειραματιστούμε, να δοκιμάσουμε. Όμως αν φοβόμαστε τη δοκιμή, δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε. Κι έτσι δεν μπορούμε να πλησιάσουμε θαρραλέα αυτό που έχουμε μέσα μας και πασχίζει να εκφραστεί -στη ζωή, στη δουλειά ή στην τέχνη.
Don Bartletti via Getty Images

Τις μέρες των πασχαλιάτικων διακοπών, ο δεκάχρονος Οδυσσέας συμμετείχε, με την ομάδα του, σ' ένα τουρνουά ποδοσφαίρου. Το αποτέλεσμα της πρώτης μέρας ήταν μια διερευνητική ισοπαλία. Της δεύτερης, ήττα για την ομάδα του. Συζητώντας μετά το δεύτερο παιχνίδι, μετέφερε την απογοήτευσή του και, κυρίως, τη βεβαιότητά του για τη δυσάρεστη έκβαση της τρίτης μέρας, της πιο κρίσιμης. «Θα χάσουμε, μαμά», έλεγε. «Είναι σίγουρο. Και δεν θέλω να παίξω και να χάσουμε».

Προσπάθησα μάταια να τον μεταπείσω, λέγοντας πως δεν πρέπει να προδικάζουμε το αποτέλεσμα, δεν πρέπει να φέρνει την καταστροφή, πρέπει να κρατάει στο νου αυτό που θέλει, όχι αυτό που δεν θέλει. Είπα ιστορίες δικές μου και συμβουλές, αλλά δεν έπιασε. Και ναι, την επόμενη μέρα η ομάδα του έχασε.

Τις ίδιες μέρες μελετούσα τα πρόσφατα στατιστικά στοιχεία για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Ακόμα και στα χρόνια της κρίσης, στην Ελλάδα υπάρχει ένα ικανό ποσοστό ατόμων που συνεχίζουν να ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα παρά τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, όπως κι ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων που τολμούν να δημιουργήσουν νέες επιχειρήσεις ή έστω φλερτάρουν με την ιδέα της επιχειρηματικότητας. Την ίδια ώρα, οι Έλληνες έχουν το δυσάρεστο προνόμιο ενός από τα υψηλότερα ποσοστά στον κόσμο ως προς τον φόβο της αποτυχίας στην επιχειρηματικότητα (64,2%), ενώ το ίδιο ποσοστό στις γυναίκες ανεβαίνει στο 77%.

Κι έπειτα διάβαζα για τον Τζωρτζ Λούκας, τον σκηνοθέτη και παραγωγό που καταξιώθηκε με τον «Πόλεμο των Άστρων» που καθόρισε μια ολόκληρη εποχή. Σε μια πρόσφατη συνέντευξη για τα μυστικά της επιτυχίας του «Πολέμου των Άστρων», ο Dave Filoni, παραγωγός των τηλεοπτικών εκδοχών της σειράς και επί χρόνια στενός συνεργάτης του Λούκας, ρωτήθηκε ποιο είναι το πιο σημαντικό «μάθημα» που πήρε δουλεύοντας χρόνια δίπλα σ΄αυτόν τον μύθο του Χόλυγουντ. Και απάντησε με τρεις μόλις λέξεις. «Να μη φοβάμαι».

«Ο φόβος θα σε περιορίσει», έλεγε τακτικά ο Λούκας. «Και η δημιουργικότητά σου θα εξανεμιστεί, αν φοβάσαι αυτό που προσπαθείς να κάνεις». Όλα αυτά δεν λέγονταν ως φράσεις διδακτικές εν κενώ, στην ασφάλεια της απραξίας, αλλά ως ήδη εφαρμοσμένες συμβουλές από κάποιον έμπειρο σε κάποιον που αναμετριόταν με το τεράστιο βάρος ενός διεθνούς brand και κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να καταστρέψει μια προσπάθεια αξίας εκατομμυρίων.

Κι όμως, η παραίνεση παρέμενε σταθερή. Κι ήταν εκείνη που ο νεότερος Filoni κράτησε ως οδηγό κι ανάμνηση.

Στην ιστορία της δημιουργίας, με την ευρεία έννοια, ο φόβος δεν είναι εύκολος αντίπαλος. Φοβόμαστε το κοινό, φοβόμαστε το λάθος. Φοβόμαστε τη γνώμη των άλλων και τον πιθανό αρνητικό σχολιασμό. Φοβόμαστε τον πόνο που θα φέρει μια ενδεχόμενη αποτυχία. Φοβόμαστε και να πειραματιστούμε, να δοκιμάσουμε. Όμως αν φοβόμαστε τη δοκιμή, δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε. Κι έτσι δεν μπορούμε να πλησιάσουμε θαρραλέα αυτό που έχουμε μέσα μας και πασχίζει να εκφραστεί -στη ζωή, στη δουλειά ή στην τέχνη.

Αν ξεκινάς κάτι που θέλεις πολύ, κάτι που προετοίμασες ή προετοιμάζεις, μην ξεκινάς ακούγοντας τα «δεν μπορώ» σου -πολύ περισσότερο πιστεύοντας τα «δεν γίνεται» των άλλων. Μη σκέφτεσαι τι θα πουν. Θα πουν. Θυμήσου πως πολλά από όσα θαυμάζεις -επιχειρήσεις, δουλειές, προϊόντα, βιβλία- κάποτε, στην αρχή τους, θεωρήθηκαν τρελά, δύσκολα ή αδύνατα. Κι όμως έγιναν. Ίσως όχι σε ευθεία γραμμή, σχεδόν πάντα με δυσκολίες και συχνά όχι με την πρώτη -μα έγιναν.

Ναι, υπάρχουν όρια και κανόνες, υπάρχουν βήματα για όσα θέλεις να κάνεις. Χρειάζεται να τα διερευνήσεις και να τα δοκιμάσεις. Μα στο τέλος της μέρας, αυτό που πρώτα έχει σημασία είναι να ακούσεις τη δική σου φωνή -τη φωνή της επιθυμίας- διατρέχοντας τον φόβο.

Η ζωή αναζητά διαρκώς ισορροπίες ανάμεσα σε αντίθετα. Στην παρόρμηση και στον δισταγμό, στην αισιοδοξία και την απογοήτευση, στο γνωστό και το αχαρτογράφητο. Αναζητά, βεβαίως, ισορροπία ανάμεσα στην τόλμη για το καινούργιο και στον έμφυτο φόβο για κάθε δοκιμή. Κι εκεί, στην τελευταία άνιση μάχη, είναι που δεν πρέπει να δειλιάσεις. Δεν πρέπει να θυσιαστείς στη γνώμη των άλλων, στον δικό τους περιορισμό, στα δικά τους «πρέπει». Την ίδια ώρα, δεν πρέπει να θυσιαστείς στην πιο μεγάλη μάχη: τη δυνατότητα να ζήσεις όπως θέλεις. Εκεί χρειάζεται συστηματική προσπάθεια, όχι να μη φοβάσαι -συνθήκη επιθυμητή αλλά μάλλον ακατόρθωτη- αλλά να μην ακινητοποιείσαι από τον φόβο. Να τον υπερβαίνεις, επιλέγοντας τη θαρραλέα οδό. Να θυμάσαι πως ό,τι αληθινά ζητάς, το δικό σου προσωπικό μέτρο, βρίσκεται ακριβώς στην απέναντι όχθη. Όλα τα ωραία, όλα τα σημαντικά, όλα εκείνα που αξίζει να προσπαθήσεις βρίσκονται στον αντίποδα της παράλυσης του φόβου. Και η προσπάθεια να τα φτάσεις είναι δουλειά καθημερινή, γεννημένη από την επιθυμία μιας προσωπικής εκπλήρωσης.

Στο έξοχο δοκίμιό του για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη,* ο Οδυσσέας Ελύτης γράφει: «Είναι κανείς από το μέρος της αθωότητας -λευκοφόρος την διάνοιαν, που λέει κι ο Ρωμανός- όταν δεν έχει φτάσει στο σημείο να υποψιασθεί καν το μαύρο. Κι όταν το έχει διατρέξει ως την έσχατη άκρη του, έτσι που να πατήσει από το άλλο μέρος πάλι στο λευκό. Με πλήρη συνείδηση ότι όσα γνώρισε στο αναμεταξύ του είναι απολύτως άχρηστα».

Αντικατάστησε στην εξίσωση το μαύρο με τον δισταγμό για το καινούργιο. Νιώσε τον, αλλά διάτρεξέ τον, ως την απέναντι όχθη. Τη δική σου. Στις επιχειρήσεις, στη δημιουργία και στη ζωή.

*Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη, εκδ. Ερμείας, 1977