Ελληνικό τραπεζικό σύστημα και οικονομική ανάπτυξη: σύντομη ανατομία μιας (εν μέρει) αποτρέψιμης καταστροφής

Τα συμπεράσματα της παρούσας μελέτης θα μπορούσαν να κατευθύνουν την επερχόμενη ανακεφαλαιοποίηση των εληνικών τραπεζών, η οποία θα πρέπει να βασισθεί στο μηχανισμό διαχωρισμού των εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων δανείων (bad bank), και περαιτέρω στη λειτουργία των ελληνικών τραπεζών με σκοπό την παροχή ρευστότητας στην ελληνική οικονομία.

Η μαζική έξοδος καταθέσεων που έχει συνοδεύσει την ελληνική κρίση λόγω της νομισματικής αβεβαιότητας θα ήταν αρκετή να οδηγήσει σε κατάρρευση ακόμη και το πιο εύρωστο τραπεζικό σύστημα του κόσμου. Η ζοφερή ύφεση στην οποία βυθίστηκε η υπερδανεισμένη ελληνική οικονομία από το 2008 έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο αριθμό μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία με την σειρά τους δημιουργούν πολύ σημαντικά κεφαλαιακά προβλήματα στις ελληνικές τράπεζες. Πρόκειται επομένως για την «τέλεια καταιγίδα». Υπό αυτές τις συνθήκες σημαντικοί τομείς της ελληνικής οικονομίας είτε υποχρηματοδοτούνται είτε αδυνατούν να βρουν χρηματοδότηση, μια κατάσταση που επιδεινώθηκε μετά την επιβολή περιορισμών στην ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων τον Ιούλιο τους 2015.

Όμως, όπως υποστηρίζει η παρούσα μελέτη ένας από τους λόγους της προπεριγραφείσας καταστροφής είναι πως δεν υπήρξε επαρκής σχεδιασμός για τη θωράκιση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος πριν από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου τον Απρίλιο του 2010 και εντεύθεν, λόγω της μη επαρκούς αναδιάρθρωσης του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, εν μέσω ύφεσης και αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι προσπάθειες ανακεφαλαιοποίησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος δεν ακολούθησαν τη διεθνή πρακτική τραπεζικής διάσωσης και ανασυγκρότησης και απλώς επικεντρώθηκαν στην ενίσχυση των τραπεζών με δεκάδες δισεκατομμύρια κρατικών ενισχύσεων και σε περαιτέρω συγκέντρωση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Έτσι δημιούργησαν μια πληθώρα αντικινήτρων που υπονόμευσαν τις προσπάθειες ριζικής εξυγίανσης των ελληνικών τραπεζών. Οι παραλείψεις αυτές είχαν βασικό στόχο τη διάσωση μικρής ομάδος ιδιωτών (κύριων μετόχων στην προ του 2010 εποχή). Επομένως, οι δυσλειτουργίες και παραλείψεις της τακτικής που ακολουθήθηκε ως προς την διάσωση των τραπεζών ήταν, όπως φαίνεται απότοκο των θεσμικών και πολιτικών αδυναμιών της ελληνικής δημοκρατίας και είχαν καθοριστική σημασία σε δύο τομείς. Υπονόμευσαν περαιτέρω τη βιωσιμότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και αδυνάτισαν περαιτέρω τη θέση του ως παρόχου ρευστότητας στην οικονομία.

Όμως, επειδή η σχέση μεταξύ ύφεσης και τραπεζικών ζημιών είναι σχέση αλληλένδετης αιτιότητας (dual causality), και οι ανεπαρκείς πολιτικοί και διαπραγματευτικοί χειρισμοί σαφώς και επικαλύπτουν τις απολύτως αυτοπροστατευτικές και εν τέλει βλαπτικές αποφάσεις των διευθυνόντων τις ελληνικές τράπεζες, τα αίτια της κατάρρευσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι στην πλειονότητά τους εξωγενή, δηλαδή δημιουργήθηκαν εκτός του τραπεζικού συστήματος, και όχι ενδογενή. Μέσα σε κλίμα απόλυτης κατάρρευσης και επισώρρευσης λαθών οι μεν πολιτικές ηγεσίες προσπάθησαν να λύσουν τα προβλήματα αναχρηματοδότησης του εθνικού χρέους απολύτως σε βάρος των ελληνικών τραπεζών, οι δε ηγεσίες των τραπεζών δεν αναδιάρθρωσαν ως όφειλαν τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια, λόγω της βεβαιότητας πως οι αδυναμίες δημοκρατικής διακυβέρνησης της χωρας θα λειτουργούσαν προς οφελός τους.

Τα συμπεράσματα της παρούσας μελέτης θα μπορούσαν να κατευθύνουν την επερχόμενη ανακεφαλαιοποίηση των εληνικών τραπεζών, η οποία θα πρέπει να βασισθεί στο μηχανισμό διαχωρισμού των εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων δανείων (bad bank), και περαιτέρω στη λειτουργία των ελληνικών τραπεζών με σκοπό την παροχή ρευστότητας στην ελληνική οικονομία. Για να εξασφαλισθεί ο εν λόγω στόχος χρειάζεται μαζί με την εξάλειψη της νομισματικής αβεβαιότητας που θα οδηγήσει σε επάνοδο των καταθέσεων, κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών, ριζική αναβάθμιση της εταιρικής διακυβέρνησης των ελληνικών τραπεζών, και κατάργηση οιασδήποτε δυνατότητας παρέμβασης πολιτικών παραγόντων και παραγόντων του επιχειρηματικού κόσμου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης στο τραπεζικό σύστημα. Επομένως η εξυγίανση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για να εκπληρώσει το ρόλο του ως παρόχου ρευστότητας στην εθνική οικονομία απαιτεί και ταυτόγχρονη αναβάθμιση των θεσμών διακυβέρνησης της ελληνικής πολιτείας.

Τέλος επειδή στο μεσοδιάστημα μέχρι την επαναφορά της χώρας σε συνθήκες πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας είναι πολύ πιθανόν να συνεχισθεί η νομισματική αβεβαιότητα και να μην επιστρέψει στις ελληνικές τράπεζες ο κύριος όγκος καταθετών που τις εγκατέλειψε, θα πρέπει να υπάρξουν σχέδια για την χρήση εναλλακτικών σχημάτων π.χ., ειδικό επενδυτικό ταμείο. Οι εγγυήσεις που γεναιόδωρα παρείχε το κράτος στο τραπεζικό σύστημα οφείλουν να αποσυρθούν σταδιακά μετά την ανακεφαλαιοποίση του 2015 και να κατευθυνθούν προς ειδικούς επενδυτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι θα εξασφαλίσουν άμεσα συνθήκες ρευστότητας για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανιστρέφοντας τις συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας του παρόντος.

Δημοφιλή