Ο δύσκολος δρόμος προς την πολιτική ενοποίηση της ευρωζώνης

Ο έλεγχος της κρίσης, η δημιουργία νέου θεσμικού πλαισίου, οι νέες προτεραιότητες, η επιστροφή της πολιτικής, όλα αυτά αφορούν ταυτόχρονα την Ελλάδα και την Ευρώπη. Με την έννοια αυτή αναπόφευκτα η αλλαγή θα είναι διπλή. Δεν γίνεται σήμερα διαφορετικά, κράτη-μέλη και ΕΕ, ειδικά στην ευρωζώνη, είμαστε αλληλοεξαρτώμενοι.
Bloomberg via Getty Images

Οι κρίσεις είναι αιτίες αλλαγών, έτσι ήταν στην ιστορία και έτσι θα γίνεται πάντα. Σε καιρούς ήρεμους και ευδαιμονίας, έστω πλαστής, όλα μοιάζουν απλά. Οι πολίτες ασχολούνται με τα προσωπικά τους, οι κυβερνήσεις με το πώς θα ξανακερδίσουν στις εκλογές, οι επιχειρήσεις με το πώς θα αυξήσουν την κερδοφορία τους, κοκ. Kαι η Ευρώπη; Κι αυτή ακολούθησε την πεπατημένη, αλλιώς δεν θα βρίσκονταν σήμερα σε κατάσταση βαθιάς κρίσης. Κάποιες προειδοποιήσεις, ναι υπήρξαν, αλλά χωρίς δραστικά μέτρα, χωρίς επίγνωση των κινδύνων και χωρίς αλλαγή πορείας. Μέχρι που ήρθε η συστημική κρίση που ζούμε και μετά το 2008, ήρθαν τα πάνω-κάτω.

Η Ευρώπη ωστόσο προκαλεί πάντα το ενδιαφέρον των πολιτών. Παρά τα προβλήματα και τις ατέλειές της. Τα πράγματα κινούνται κι εκεί, συχνά μάλιστα πέρα από τις κυβερνήσεις ή τους επίσημους θεσμούς. Με την σημαντικότατη πρωτοβουλία τους 11 κορυφαίοι Γερμανοί διανοοούμενοι θέτουν αρκετά ζητήματα και μας θυμίζουν τα βασικά, δηλ. ότι χωρίς προετοιμασία δεν γίνεται να επηρεάσεις τα πράγματα.

Η επιθεώρηση Athens Review of Books είχε την καλή ιδέα να παρουσιάσει το κείμενο αυτό κι άλλα σχετικά στα ελληνικά και εκεί διαβάζουμε: «Κανείς δεν πρέπει να υποπέσει στο ολίσθημα να πιστέψει ότι η κρίση θα περάσει και ότι οι μηχανισμοί σταθεροποίησης που τέθηκαν βιαστικά σε εφαρμογή αρκούν για να εγγυηθούν την μακροπρόθεσμη επιτυχία του ευρώ. Ο Ζαν Μονέ, ένας εκ των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είπε κάποτε: «L'Europe se fera dans les crises» (σε ελεύθερη μετάφραση: η Ευρώπη θα πραγματωθεί μέσα από τη διαχείριση των κρίσεων). Η σημερινή κρίση είναι πιθανότατα η πιο σοβαρή που αντιμετώπισε ποτέ η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πώς θα αξιοποιήσουμε αυτήν την ιστορική ευκαιρία εξαρτάται πλέον από εμάς».

Τί προτείνουν όμως οι Γερμανοί διανοούμενοι (Glienicker Gruppe (Όμιλος Γκλίνικερ); Προτείνουν μια ευρω-ένωση, μια ένωση της ζώνης ευρώ, με νέα Συνθήκη, με όργανα της ευρω-ζώνης, π.χ. ευρω-κοινοβούλιο, ξεχωριστό προϋπολογισμό για την ευρω-ζώνη, διασφάλιση των δημόσιων αγαθών και εκτιμούν επίσης ότι «η Ένωση του Ευρώ χρειάζεται μια οικονομική κυβέρνηση με ουσιαστική δυνατότητα δράσης». Πιό συγκεκριμένα προτείνουν ακόμα μια θεμελιωμένη τραπεζική ένωση κι όχι απλή τραπεζική εποπτεία, έναν ελεγχόμενο μηχανισμό μεταβιβάσεων πόρων για σταθερότητα και αλληλεγγύη, ένα κοινό σύστημα ασφάλισης ανέργων, οργανωμένη κινητικότητα εργατών, ειδικό μηχανισμό κυρώσεων και μια «ευρω-κυβέρνηση» οικονομικής μάλλον φύσης.

Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα: μόνο με οικονομική διακυβέρνηση, με τραπεζική ένωση και μηχανισμού για αδύνατους ή απείθαρχους, δεν λύνεται το πρόβλημα. Πρέπει θαρρετά να πούμε ότι χρειάζεται Πολιτική Ενωση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η σημερινή αμηχανία και τα πολλά προβλήματα της ΕΕ αγγίζουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων όπως έλλειψη σύγχρονων θεσμών και κατάλληλων πολιτικών, αλλά και ζητήματα που άπτονται της ταυτότητας, της συμμετοχής, της ισοτιμίας.

Και καταλήγουν ότι «για να υλοποιηθεί αυτή η πολιτική ατζέντα, η Ευρωζώνη πρέπει να θεμελιωθεί σε μια νέα συμφωνία. Το ζητούμενο είναι να καταρτιστεί μια Ευρωσυνθήκη που θα αντικαταστήσει τις προηγούμενες αποσπασματικές μεταρρυθμίσεις. Μια τέτοια συνθήκη θα αποτελέσει ισόβια παρακαταθήκη συλλογικών εμπειριών και εκτιμήσεων από την περίοδο της κρίσης». Αυτή είναι η σημαντική γερμανική πρόταση.

Οι Γάλλοι διανοούμενοι δεν άργησαν να απαντήσουν στη γερμανική πρωτοβουλία.Κι εκεί, στη Γαλλία, υπάρχει μεγάλη ανησυχία. Χαιρετίζουν οι Γάλλοι την γερμανική πρωτοβουλία και διαπιστώνουν ότι «το κεντρικό διακύβευμα είναι απλό: τόσο η δημοκρατία όσο και οι δημόσιες αρχές πρέπει να ανακτήσουν τον έλεγχο, ώστε να ρυθμισθεί αποτελεσματικά ο παγκοσμιοποιημένος χρηματιστικός καπιταλισμός του 21ου αιώνα και να υλοποιήσουν τις πολιτικές κοινωνικής προόδου που απουσιάζουν εντελώς από τη σημερινή Ευρώπη».

Προτείνουν ωστόσο να πάμε δυό βήματα πιο πέρα και να δημιουργήσουμε ένα κοινό φόρο για τις επιχειρήσεις, ένα δεύτερο κοινοβουλευτικό σώμα όπου θα εκπροσωπούνται αποκλειστικά και για ευνόητους λόγους τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, μέσα από εθνικά τους κοινοβούλια. (βλ. επίσης εδώ και προτείνουν κι άλλα εργαλεία στον τομέα της οικονομικής διαχείρισης όπως είναι η μερική «αμοιβαιοποίηση» του χρέους. Ωστόσο παρά το ότι το κείμενό τους είναι περισσότερο συνολικό και πολιτικό, δεν απαντούν κι αυτοί στο επίμαχο θέμα της πραγματικής πολιτικής ένωσης, αφού η οικονομική διακυβέρνηση δεν λύνει τα γνωστά προβλήματα, κι είναι σαφές ότι εντός της ευρωζώνης παρατηρείται ασύμμετρη ανάπτυξη.

Πώς θα εκφραστεί τελικά η βούληση των λαών της Ευρώπης, αφού χωρίς αυτή όλα μοιάζουν ως ένα σύστημα κλασσικής φιλελεύθερης οικονομικής διαχείρισης μιας μεγάλης αγοράς; Πώς θα πεισθούν οι πολίτες ειδικά σήμερα, με την εμπειρία και τις επιπτώσεις της κρίσης, την προκλητική αύξηση των ανισοτήτων, την υψηλή ανεργία και το ψυχολογικό χάσμα που αυτή προκάλεσε ανάμεσα στον βορρά και στο νότο; Πώς θα επιστρέψει η πολιτική ενώ όλοι έχουμε εθιστεί στη λογική της αναγωγής των πάντων σε θέματα οικονομίας, ΑΕΠ, ανταγωνιστικότητας....Πώς θα προκύψει μια νέα ισορροπία ανάμεσα στο πολιτικό, στο κοινωνικό, στο οικονομικό και πολιτιστικό στοιχείο; Οι ευρωεκλογές του 2014 έδειξαν τους κινδύνους από την άνοδο των ακραίων κομματικών σχηματισμών σε όλα τα κράτη-μέλη.

Είναι κρίσιμο και χρήσιμο συνεπώς να συζητήσουμε το θέμα της πολιτικής ένωσης, στην ΕΕ και στην Ελλάδα, αφού η κρίση, όσο προχωρά, αφήνει πίσω της κοινωνικά συντρίμια. Η ΕΕ χρειάζεται σήμερα μια ριζική αναθεώρηση τόσο της λειτουργίας, όσο και των στόχων της. Οπως λέγεται συχνά, χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη, αλλά χρειαζόμαστε μια άλλη Ευρώπη. Μια Ευρώπη που θα απαντά στις προκλήσεις της εποχής: ύφεση, μετανάστευση, δημογραφικό, ανεργία, επιχειρηματικότητα και πραγματική οικονομία, σύγκλιση των οικονομιών, κοινωνική συνοχή, νέα εργαλεία οικονομικής παρέμβασης.

Κι όλα αυτά σημαίνουν ανοιχτή συζήτηση γι αυτό που ηθελημένα ξεχάστηκε, την πολιτική ενοποίηση. Η οικονομική ενοποίηση, είναι λειψή, έφτασε το αποκορύφωμά της και τώρα οπισθοχωρεί: η κρίση κατέδειξε ότι η ΕΕ δεν ήταν έτοιμη για δύσκολες αποφάσεις, δεν είχε τις κατάλληλες πολιτικές ή τα εργαλεία και δεν είχε κυρίως την πολιτική βούληση να κάνει την ριζική αλλαγή. Νομίζει ότι κερδίζει χρόνο με την αδράνεια ή με ημίμετρα, αλλά η κρίση προχωρά ακάθεκτη. Παράλληλα ο κόσμος αλλάζει γρήγορα, η τεχνολογία δρα καταλυτικά σε όλα τα επίπεδα και η ΕΕ πρέπει να βρει ένα νέο εσωτερικό και διεθνή ρόλο.

Υπό την έννοια αυτή η πρόταση των Ελλήνων διανουμένων με τίτλο «για την πολιτική ένωση της Ευρωζώνης» που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «The Athens review of Books» ,τεύχος 57, Δεκ 2014, έχει ξεχωριστή σημασία. (βλ. το κείμενο εδώ) . Πρώτα γιατί παρουσιάζει ελληνικές προτάσεις σε έναν ευρωπαϊκό διάλογο υψηλών απαιτήσεων. Δεύτερον, γιατί στη σημερινή συγκυρία η χώρα έχει ανάγκη από ουσιαστική συζήτηση κι όχι απλά από ανούσιες κομματικές διακηρύξεις. Τρίτον, τοποθετείται με σαφήνεια πάνω στις προτάσεις των γάλλων και γερμανών διανοουμένων.

Το ελληνικό κείμενο είναι καλά τεκμηριωμένο και καλύπτει πολλούς τομείς: θεσμούς, σύγκλιση, δημόσια αγαθά, δημοσιονομική πειθαρχία και φορολογία, νομισματική πολιτική, μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης. Και καταλήγει με την πρόταση για την υιοθέτηση ενός «ευρωπαϊκού συμφώνου για την οικονομική σύγκλιση». Εχει ακόμα το πλεονέκτημα των επιμέρους προτάσεων (επενδύσεις, δίκτυα, ανεργία, ρυθμιστικό πλαίσιο κοκ).

Αναφέρει συγκεκριμένα στο επίμετρο ότι «την κρίσιμη αυτή στιγμή, η πολιτική ένωση της Ευρωζώνης φαίνεται η μόνη σωτήρια κίνηση για την ενωμένη Ευρώπη. Προωθώντας στις χώρες-μέλη την οικονομική σύγκλιση και τη δημοσιονομική και φορολογική εναρμόνιση, θα δείξει τον δρόμο και για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και στηρίζοντας στα ισχυρά αυτά θεμέλια το κοινό νόμισμα, την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική ειρήνη και την πολιτισμική και πολιτική ενότητα, θα προσδώσει την αναγκαία δημοκρατική νομιμοποίηση στην πολιτική ένωση της ευρύτερης Ευρώπης». Η λογική που υιοθετεί είναι κλασσική, με την έννοια ότι τα μέτρα σύγκλισης που προτείνονται θα δημιουργήσουν το πλαίσιο για μια πολιτική ένωση. Ωστόσο λείπει από το ελληνικό κείμενο κάποια αναφορά στο επίμαχο θέμα της αναθεώρησης των Συνθηκών και ειδικότερα στο θέμα της κοινής ασφάλειας. Ισως, από τον διάλογο που θα προκύψει με πολίτες και δημόσιους φορείς, να χρειασθεί κάποια συμπλήρωση του ελληνικού μανιφέστου.

Θεωρώ ότι για την Ελλάδα η πολιτική ενοποίηση και συγκεκριμένα η Πολιτική Ενωση της ευρωζώνης σημαίνει πρώτα απόλα μια ευρωπαϊκή ομοσπονδία με κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική. Σήμερα, παρά τα σχέδια και διακηρύξεις, δεν υπάρχει τέτοια πολιτική κι έτσι, η δημιουργία κοινής αμυντικής βιομηχανίας όπως προτείνεται, χωρίς κοινή αμυντική πολιτική, δεν έχει για τη χώρα μας ειδικό ενδιαφέρον. Πρότεινα σχετικά τα εξής: «...επειδή η ΕΕ δεν μπορεί να γίνει υπερκράτος είναι καιρός να επεξεργαστούμε σχέδιο ευρωπαϊκής συνεργασίας ρεαλιστικό και βιώσιμο για την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία. Σε πρακτικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε μια νέα Συνθήκη και ένα νέο σχέδιο, την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των κρατών-εθνών του 21ου αιώνα. Μια ομοσπονδία που θα εκφράζει μια νέα σύνθεση και θα δώσει ένα νέο ρόλο στο κύριο συστατικό της στοιχείο, στο κράτος-έθνος και κατ'επέκταση στον πολίτη, στην περιφέρεια. Ενδεχομένως μια Ομοσπονδία νέου τύπου, δηλαδή βασισμένη κυρίως στα κράτη-έθνη κι όχι αναγκαστικά μια ομοσπονδία κλασσικού τύπου, ένα απρόσιτο υπερκράτος». (βλ. Αθ. Θεοδωράκη «Σ'ευχαριστούμε Αριστείδη», από τις Μεταμεσονύκτιες εκδόσεις. Αθήνα 2013).

Αυτό που έχει τώρα σημασία είναι η υπέρβαση της κρίσης, κι αυτό απαιτεί τη σύλληψη ενός νέου μοντέλου της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μιας ενοποίησης που είτε θα είναι πολιτική, είτε δεν θα υπάρξει. Γι αυτό θεωρώ ότι χρειάζεται μια νέα ισορροπία ανάμεσα στο κοινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τα κράτη-έθνη. Αν το νέο ζητούμενο είναι η πολιτική εμβάθυνση και ενοποίηση της ΕΕ κι όχι η συνεχής διεύρυνση ως φυγή προς το άγνωστο, αυτό μας οδηγεί σε μια Πολιτική Ενωση, σε μια «νέου τύπου ευρωπαϊκή ομοσπονδία των κρατών-εθνών», (Ζακ Ντελόρ). Μια νέα σχέση μεταξύ μας, ένα νέο αποτελεσματικό και λειτουργικό μοντέλο πρέπει να προκύψει, ώστε το ισχυρό κοινοτικό οικοδόμημα να στηρίζεται πρωτίστως στα ίδια τα δημοκρατικά κράτη-έθνη που το απαρτίζουν. Να τα εκφράζει αλλά και να αντλεί από αυτά γενεσιουργό δύναμη. Να τα στηρίζει στο νέο τους ρόλο και όχι να επιζητεί την υπέρβασή τους.

Δεν πρόκειται για επιστροφή στο κράτος-έθνος. Ούτε πρόκειται για δημιουργία υπερκράτους, η Ευρώπη εξάλλου δεν θα γίνει ποτέ ένα υπερκράτος που θα αφομοιώσει και θα εξαφανίσει τα μικρά ή μεγάλα, περήφανα όμως, ιστορικά, έθνη της. Η νέα Ευρώπη πρέπει να στηριχθεί ταυτόχρονα στα κράτη-έθνη και στους ευρωπαίους πολίτες, να στηριχθεί σε αυτούς που πραγματικά και βιωματικά συμμετέχουν, για να ενδυναμωθεί τόσο προς τα έξω (με κοινή άμυνα, με κοινή εξωτερική πολιτική), όσο και προς τα μέσα (ποιότητα ζωής με στροφή στον άνθρωπο, στήριξη της πραγματικής οικονομίας, κοινά επιτόκια δανεισμού στην ευρωζώνη, μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα). Αυτή η επιλογή σημαίνει και εξεύρεση των μέσων, δηλαδή ομοσπονδιακό προϋπολογισμό με ισχυρές αναδιανεμητικές πολιτικές.

Χρειάζεται λοιπόν μια νέα ομοσπονδιακή μέθοδος, μια νέα λογική. Εδώ το πολιτικό στοιχείο θα είναι καθαρό και κυρίαρχο: Ευρωπαϊκή Πολιτική Ένωση, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ουσιαστικές αρμοδιότητες, Ευρωπαϊκή Επιτροπή με ρόλο κεντρικής κυβέρνησης, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για χάραξη στρατηγικών επιλογών και ενεργοί Ευρωπαίοι πολίτες με αποφασιστικό ρόλο (τοπικές, εθνικές, ευρωπαϊκές εκλογές, γενικά και ειδικά δημοψηφίσματα, πρωτοβουλίες, αναφορές). Η νέα έννοια της κυριαρχίας θα είναι διττή και συμμετοχική, θα αφορά τόσο το εθνικό όσο και το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει με τη δημοκρατία: τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν νοείται υποχώρηση της δημοκρατίας, όπως είδαμε να γίνεται στη διάρκεια της κρίσης (έκθεση DEMOS). Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με βάση την αγορά και την οικονομία έφτασε στα όριά της, ευνοεί λίγους και υποσκάπτεται συνεχώς από την σαρωτική παγκοσμιοποίηση και τις πολυεθνικές. Η πολιτική έχει πλέον τον λόγο ώστε η κοινωνία να αισθανθεί μέτοχος του ευρωπαϊκού σχεδίου.

Το νέο όραμα, αυτό του «ευρωπαϊκού κοινωνικού συμβολαίου» ( Ulrich Beck) είναι υπό εκκόλαψη και πάνω σε αυτό θα χτιστεί η νέα Ευρώπη. Θα ήθελα να προσθέσω εδώ και το πολιτικό στοιχείο, δηλαδή το νέο «ευρωπαϊκό πολιτικό και κοινωνικό συμβόλαιο». Αυτό θα είναι το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο, μια βιώσιμη οικονομία σε μια βιώσιμη ευρωπαϊκή δημοκρατία, όπου τα κράτη και οι πολίτες θα έχουν καθοριστικό λόγο.

Ο έλεγχος της κρίσης, η δημιουργία νέου θεσμικού πλαισίου, οι νέες προτεραιότητες, η επιστροφή της πολιτικής, όλα αυτά αφορούν ταυτόχρονα την Ελλάδα και την Ευρώπη. Με την έννοια αυτή αναπόφευκτα η αλλαγή θα είναι διπλή. Δεν γίνεται σήμερα διαφορετικά, κράτη-μέλη και ΕΕ, ειδικά στην ευρωζώνη, είμαστε αλληλοεξαρτώμενοι. Θα προχωρήσουμε μαζί, αλλά ως ισότιμοι εταίροι, αυτή είναι η μοίρα μας κι αυτή είναι και η επιλογή μας. Μπορούμε να δημιουργήσουμε αυτή την άλλη Ευρώπη, μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο. Αλλά η πολιτική πρέπει να επιστρέψει, η δημοκρατία να ενδυναμωθεί, η αλληλεγγύη να γίνεται πράξη στα μεγάλα, όπως και στα μικρά θέματα. Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα: τί Ευρώπη θέλουμε, πόσο μακρυά είμαστε διατεθειμένοι να πάμε, κοκ, συνδέονται με σημαντικά θέματα περαιτέρω εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας. Κι επειδή δεν πρόκειται μόνο για θέματα κοινής αγοράς, αλλά κυρίως για θέματα πολιτικής ενοποίησης, τα θεσμικά, πολιτικά και στρατηγικά ανταλλάγματα της συμμετοχής αυτής πρέπει να είναι καθαρά και σημαντικά.

Ετσι μόνο έχει νόημα ο στόχος της Πολιτικής Ενωσης της Ευρωζώνης.

Δημοφιλή