Θύματα ψευδαισθήσεων: η μη-λύση του Ελληνικού Δημοψηφίσματος

Η ουσία αυτού του δράματος είναι ότι κάθε ένα από τα δύο στρατόπεδα τροφοδοτείται από το δικό του όραμα, και προσπαθεί να έρθει σε έναν αδύνατο συμβιβασμό, που βασίζεται σε μια διαστρεβλωμένη εικόνα που έχει ο ένας για τον άλλο. Η Ελληνική Κυβέρνηση πιστεύει ότι η Τρόικα είναι κυρίως αφοσιωμένη σε μια δυνατή και αλληλέγγυα Ευρώπη παρά στις πολιτικές της λιτότητας, και η Τρόικα πιστεύει ακόμα ότι η Ελλάδα είναι μια τυπική Ευρωπαϊκή χώρα, που στη δική τους οπτική τους σημαίνει μια Βορειο-Ευρωπαϊκή χώρα.
ASSOCIATED PRESS

Το φαινομενικά ατελείωτο Ελληνικό δράμα έχει γίνει μια ιστορία ερασιτεχνισμού εναντίον δογματισμού, με ανικανότητα και δειλία εκατέρωθεν. Η Ελληνική Κυβέρνηση έχει σπαταλήσει όλη την καλή της θέληση μέσα σε μισό χρόνο με ένα συνδυασμό αλλαζονείας, επιθετικότητας, αφέλειας, και πλήρους ανικανότητας. Ξεκίνησε με σκοπό να αποκαταστατήσει την «αξιοπρέπεια» του Ελληνικού λαού «απελευθερώνοντάς» τους από τον υποτιθέμενο στραγγαλισμό της Τρόικα, όσο θα ήταν στη διαδικασία να «μεταμορφώσει» την Ευρώπη σε μια πιο ίση και δίκαιη ήπειρο. Δεν πέτυχε τίποτα από τα δύο. Η παρούσα Ελληνική Κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει σχεδόν την ίδια συμφωνία που είχε στα χέρια της και η προηγούμενη «μοχθηρή» Κυβέρνηση. Επιπλέον, εκτός της (Δυτικο) Ευρωπαϊκής «Αριστεράς του χαβιαριού» -αυτής που έψαχνε απελπισμένα για ένα νέο αντι-ιμπεριαλιστή ήρωα μετά το θάνατο του Ούγκο Τσάβεζ- η υποστήριξη στον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον συνασπισμό μιας ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ) έχει εξατμιστεί ανάμεσα στην ανακόλουθη συμπεριφορά της και τις ατέλειωτες κατηγορίες για «εκβιασμούς» και «προδοσίες». Ακόμα χειρότερα, έχουν ενισχύσει την άποψη ανάμεσα στους αντιπάλους τους ότι (όλοι) οι Ευρωσκεπτικιστές είναι υποχρεωτικά ανίκανοι και ηθικολόγοι.

Η τόσο συχνά επαναλαμβανόμενη πρόταση ότι η Τρόικα είναι «υποκριτική» δεν είναι μόνο απόδειξη του κλασικού ηθικολογικού λόγου του λαϊκισμού, στον οποίο η άλλη πλευρά είναι «ο εχθρός» που είναι «διεφθαρμένος», αλλά πιο σημαντικό είναι πως δείχνει τη λανθασμένη αντίληψη της Ελληνικής Κυβέρνησης για τους αντιπάλους της. Το αν πιστεύουν ή όχι τις κατηγορίες τους δεν είναι τόσο σχετικό, αν και εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο είναι απλώς ανίκανοι ή (και) υποκριτικοί. Στην ουσία, η Ελληνική Κυβέρνηση κατηγορεί την Τρόικα επειδή λειτουργεί σαν...Τρόικα! Της ρίχνει το φταίξιμο επειδή δεν υποστηρίζει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η Τρόικα σε γενικές γραμμές κάνει το ίδιο, φυσικά, αλλά χρησιμοποιεί στο σύνολό της έναν πιο τεχνοκρατικό παρά ηθικολογικό λόγο.

Η ουσία αυτού του δράματος είναι ότι κάθε ένα από τα δύο στρατόπεδα τροφοδοτείται από το δικό του όραμα, και προσπαθεί να έρθει σε έναν αδύνατο συμβιβασμό, που βασίζεται σε μια διαστρεβλωμένη εικόνα που έχει ο ένας για τον άλλο. Η Ελληνική Κυβέρνηση πιστεύει ότι η Τρόικα είναι κυρίως αφοσιωμένη σε μια δυνατή και αλληλέγγυα Ευρώπη παρά στις πολιτικές της λιτότητας, και η Τρόικα πιστεύει ακόμα ότι η Ελλάδα είναι μια τυπική Ευρωπαϊκή χώρα, που στη δική τους οπτική τους σημαίνει μια Βορειο-Ευρωπαϊκή χώρα. Γι΄αυτό ο Τσίπρας συνεχίζει να παρουσιάζει «πιο δίκαιες» επιλογές, ενώ η Μέρκελ συνεχίζει να ζητά «λογικές μεταρρυθμίσεις». Ενώ και οι δύο μπορούν να κατηγορηθούν για ανικανότητα και ανηθικότητα, το κόστος είναι ξεκάθαρα πιο μεγάλο για τους Έλληνες του Τσίπρα παρά για τους Γερμανούς της Μέρκελ.

Όποια κι αν είναι η λογική και η ηθική της πολιτικής της λιτότητας -και στις δύο χωρεί σοβαρή αμφισβήτηση- η Τρόικα είναι ξεκάθαρη ότι τα παραπάνω αποτελούν τη βάση της πολιτικής τους στην Ευρωζώνη. Μπορεί να είναι σκληρή (η πολιτική), αλλά είναι ειλικρινής, και συνεπώς τίμια. Στο άλλο άκρο, η Ελληνική Κυβέρνηση, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και ο σύμμαχός τους, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, δεν έχει υπάρξει καθόλου ξεκάθαρη στις θέσεις της. Εφηύρε μια τρίτη επιλογή, την Ευρωζώνη δίχως λιτότητα, κάτι που από την αρχή έχει απορρίψει η Τρόικα. Πιο σημαντικό, πάντως, είναι το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει πως είναι μια αριστερή ριζοσπαστική παράταξη, που υποστηρίζει ένα οικονομικό μοντέλο κάπου ανάμεσα στον σοσιαλισμό και την κοινωνική δημοκρατία. Κι αυτό θέλει να το πραγματοποιήσει μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη -που είναι και τα δύο κυρίως νεοφιλελεύθεροι θεσμοί- στην οποία η ουσιαστική κρατική εμπλοκή στην οικονομία θεωρείται λάθος.

Το παρόν αδιέξοδο ήταν αναπόφευκτο από τη στιγμή που οι Έλληνες πολίτες έφεραν με την ψήφο τους το ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Στην ουσία, συνεπώς, τόσο οι Αν. Ελλ./ΣΥΡΙΖΑ όσο και οι υποστηρικτές τους είναι υπεύθυνοι για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται αυτή τη στιγμή. Μπορούν να κατηγορούν την Τρόικα ότι είναι και παραμένει πιστή στη θέση της να λειτουργεί σαν Τρόικα, αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα. Η πρόταση του Τσίπρα για δημοψήφισμα εξέπληξε πολλούς από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ίσως και πολλούς Έλληνες. Οι αναλυτές θα πουν αναμφισβήτητα πως πρόκειται για μια επιπλέον απόδειξη της εντελώς ορθολογιστικής (επιλογής) στρατηγικής του υποστηρικτή της θεωρίας των παιγνίων και Υπουργού Οικονομικών, Βαρουφάκη, που με αυτό τον τρόπο προσπαθεί να πιέσει παραπάνω την Τρόικα. Παρόλα αυτά, το ίδιο πράγμα έκανε και ο κυριότερος εχθρός τους, ο Παπανδρέου, το 2011, και απέτυχε (επίσης).

Σε ένα κλασικό παράδειγμα λαϊκισμού, ο Τσίπρας ζήτησε μια «δημοκρατική απάντηση» στους δανειστές που προσπαθούν να «ταπεινώσουν» την Ελλάδα. Ο Βαρουφάκης έγραψε στο τουίτερ ότι «το δημοψήφισμα θα τονώσει τη δημοκρατία σε θέματα που έχουν να κάνουν με το ευρώ». Απαντώντας στις αντιδράσεις ότι είχε εκλεγεί για να πάρει αυτές τις αποφάσεις, καθώς έτσι λειτουργούν τα πράγματα στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, είπε ότι η Κυβέρνηση δεν έχει εντολή να πάρει μια τέτοια σημαντική απόφαση, γιατί μόνο το 41% των πολιτών ψήφισαν Ανεξάρτητους Έλληνες και ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι ένα παράξενο επιχείρημα, που στην ακραία μορφή του, θα σήμαινε ότι η Κυβέρνηση θα έπρεπε να παραιτηθεί, καθώς δεν εκπροσωπεί την πλειοψηφία του Ελληνικού λαού. Επιπλέον, αυτό δεν απέτρεψε το ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες από το να διακηρύσσει ότι μιλάει εξ' ονόματος «του λαού», δηλαδή όχι μόνο της πλειοψηφίας αλλά όλων των (καθαρόαιμων) Ελλήνων πολιτών. Παρεμπιπτόντως, το δίκαιο επιχείρημα περί τόνωσης της δημοκρατίας είχε ήδη υπονομεύσει ο αρχηγός των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, Πάνος Καμμένος, που είπε ότι το το ελληνικό δημοψήφισμα ("Greferendum") θα αποσύρονταν αν οι δανειστές δέχονταν την αντιπροσφορά τους.

Ο πιο πιθανός λόγος του δημοψηφίσματος είναι ότι περισσότερο αποτρέπει τη διάσπαση της Κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τονώνει τη δημοκρατία. Σαν κυριολεκτικός συνασπισμός περισσότερων και λιγότερων ριζοσπαστικών συνιστωσών, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πραγματικά ενωμένος μόνο όταν αντιτίθεται στις συνθήκες της οικονομικής διάσωσης. Η «παράταξη» έχει βασικές αντιθέσεις στο κομμάτι που αφορά το να είμαστε μέλη της Ευρωζώνης, ακόμα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρόλα αυτά, αν η δημοκρατία είναι πράγματι τόσο σημαντική για τον Βαρουφάκη και τους άλλους, θα έπρεπε να βάλουν το συμφέρον της χώρας και του πληθυσμού της πάνω από το συμφέρον του κυβερνητικού συνασπισμού και της πολιτικής παράταξης.

Ο Τσίπρας ζήτησε δημοψήφισμα με το πολύ «στενό» θέμα των συγκεκριμένων όρων που προσέφεραν οι δανειστές στο τελευταίο πακέτο βοήθειας. Αυτή είναι μια γελοία πρόταση για πολλούς λόγους. Πρώτον, το δημοψήφισμα θα πρέπει να οργανωθεί μέσα σε μια εβδομάδα από ένα κράτος με περιορισμένες δυνατότητες, στις καλύτερες δυνατές συνθήκες, πόσω μάλλον μέσα στην κορύφωση μιας οικονομικής και πολιτικής κρίσης. Δεύτερον, οι όροι των δανειστών δεν έχουν ακόμα δημοσιοποιηθεί (πόσω μάλλον μεταφραστεί στα Ελληνικά). Πώς μπορούν να τους ψηφίσουν οι πολίτες, αν δεν τους έχουν δει ακόμα; Τρίτον, το δημοψήφισμα περιορίζεται απλά σαν ψήφος στους όρους των δανειστών, λες και υπάρχει επιλογή να έρθει οικονομική βοήθεια κάτω από διαφορετικούς όρους. Κι ακόμα κι αν κάτι τέτοιο ήταν πιθανό -και όλη η συμπεριφορά και οι δηλώσεις των μελών της Τρόικα δείχνουν πως κάτι τέτοιο είναι αμφίβολο- τι θα συνέβαινε τότε; για παράδειγμα στην καλύτερη περίπτωση, θα είχαμε άλλο ένα δημοψήφισμα πάνω στους βελτιωμένους όρους;

Υπάρχει ένας καλός λόγος για να γίνει δημοψήφισμα στην Ελλάδα, αλλά όχι αυτός που προτάθηκε. Οι Έλληνες θα πρέπει να έχουν μια ξεκάθαρη επιλογή ανάμεσα σε δύο ρεαλιστικές επιλογές: την παραμονή στην Ευρωζώνη υπό τις δεδομένες συνθήκες ή την έξοδο από αυτήν (κρατώντας την -όπως λένε- «αξιοπρέπεια» και «δημοκρατία» τους). Αυτή είναι η θεμελιώδης επιλογή που θα έπρεπε να είχαν παρουσιάσει οι Έλληνες πολιτικοί τα τελευταία χρόνια. Οι Έλληνες θα μπορούσαν να έχουν κάνει αυτή την ψηφοφορία στις εκλογές του Ιανουαρίου, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ απέτρεψε κάτι τέτοιο προσφέροντας μια πλαστή τρίτη επιλογή: την παραμονή στην Ευρωζώνη χωρίς τις συνθήκες της Ευρωζώνης. Τώρα που όλοι ξέρουν ότι υπάρχουν μόνο δύο επιλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει επιτέλους να δώσει στους πολίτες το δικαίωμα να ψηφίσουν, είτε πρόκειται για νέες εκλογές είτε για ένα (καλά προετοιμασμένο) δημοψήφισμα.

Δημοφιλή