Απαλλαγή από τα θρησκευτικά: μία ήττα που παρουσιάζεται ως νίκη

Όλα αυτά προϋποθέτουν ότι η κυβέρνηση θα αποφασίσει να αντιμετωπίσει στα ίσια και με ευαισθησία το ζήτημα της ρύθμισης των σχέσεων θρησκείας-πολιτείας και όχι αποσπασματικά, φοβικά και ψηφοθηρικά. Τώρα που μπορεί. Τώρα που η εντολή είναι ακόμα νωπή και δεν υπάρχει το προεκλογικό άγχος. Άλλωστε μιλώντας για ρύθμιση σχέσεων, ουδέτερο κράτος δεν σημαίνει αντίθρησκο κράτος. Το ουδέτερο κράτος επιδιώκει τη συνεργασία με τη θρησκεία, αλλά δεν δέχεται εντολές από αυτή.
eurokinissi

Πρόσφατα μάθαμε από τις ειδήσεις ότι ο Αρχιεπίσκοπος είχε «οργισμένη αντίδραση» στην ενέργεια του υπουργείου βάσει της οποίας απαλλάσσεται από τα θρησκευτικά κάποιος μαθητής εφόσον η οικογένειά του το επιθυμεί. Ο Αρχιεπίσκοπος για άλλη μία φορά επικαλέστηκε το Σύνταγμα παραφράζοντάς το: «Το Σύνταγμα ορίζει ότι η παιδεία μας πρέπει να είναι εθνική, χριστιανική, ελληνοχριστιανική παιδεία» δήλωσε, χαρακτηρίζοντας παράλληλα την υφυπουργό Παιδείας «κάποια κυρία που έχει ορισμένες ιδέες στο μυαλό της».

Όμως στην πραγματικότητα το ελληνικό Σύνταγμα (άρ. 16, § 2) δεν αναφέρεται σε «χριστιανική, ελληνοχριστιανική παιδεία», αλλά σε παιδεία η οποία σκοπεύει στην ηθική και πνευματική αγωγή των Ελλήνων και στην ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησής τους (ουδέτερα). Μάλιστα ορίζει πως αυτό αποτελεί «βασική αποστολή του Κράτους».

Ας εστιάσουμε στην ενέργεια του Υπουργείου, η οποία παρουσιάζεται ως μία νίκη ενώ στην ουσία της μπορεί να συνιστά αντισυνταγματική κίνηση και οπωσδήποτε κοινωνική ήττα. Διότι, όταν εξαιτίας του κατηχητικού, ορθόδοξου χαρακτήρα των θρησκευτικών οι γονείς ωθούνται στο να εξαιρούν τα παιδιά τους από το συγκεκριμένο μάθημα όπως είναι σήμερα, τα παιδιά αυτά δεν απολαμβάνουν το προνόμιο της πνευματικής αγωγής που εκπορεύεται ρητά από το Σύνταγμα όπως είδαμε παραπάνω. Χάνουν δηλαδή την πρόσβαση σε ερεθίσματα χρήσιμα για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους.

Η Εκκλησία εξακολουθεί να έχει την άνεση να αμύνεται πίσω από τη συγκεχυμένη σύνταξη των γκρίζων διατάξεων του Συντάγματος και να το ερμηνεύει κατά το συμφέρον της, ασκώντας πίεση στην κυβέρνηση. Γίνεται έτσι κατανοητό ότι αν δεν προγραμματιστεί μία δίκαιη αναθεώρηση του Συντάγματος η ιστορία αυτή θα επαναληφθεί. Επειδή όμως η αναθεώρηση είναι μία μεγάλη συζήτηση, θα πρέπει να σταθούμε στο τι μπορεί να διορθωθεί στην εκπαίδευση με το παρόν Σύνταγμα, εάν βέβαια η νέα κυβέρνηση δεν θέλει να διαμορφώσει την πολιτική της βάσει των πιέσεων της Εκκλησίας.

Η ελληνική παράδοση αλλάζει και εμπλουτίζεται και η ανεκτικότητα και η διαφορετικότητα είναι και αυτές μέρος της.

Κάποια πρώτα μέτρα που μπορεί να πάρει το υπουργείο είναι να διαμορφώσει ζυγισμένα την ύλη των σημερινών «θρησκευτικών» - η οποία περιλαμβάνει κεφάλαια με χαρακτηριστικούς τίτλους όπως «Από μικρό παιδί στην εκκλησία και στην ενορία» και «Γιατί πρέπει να βάλω τον Χριστό στην ψυχή μου». Παρουσιάζοντας πιο σφαιρικά τις θρησκείες, θα βοηθήσει τους μαθητές να τις καταλάβουν ως φαινόμενα και ως διδάγματα, χωρίς να μεροληπτεί και να δαιμονοποιεί κάποιες. Έτσι, για παράδειγμα τα παιδιά θα μπορούσαν από νωρίς να αντιληφθούν ότι Ισλάμ δεν σημαίνει απαραίτητα εξτρεμισμός, όπως επίσης ότι η ηθική δεν συνδέεται μόνο με την Ορθοδοξία αλλά μπορεί κανείς να είναι επίσης ηθικός ακολουθώντας μία άλλη θρησκεία ή φυσικά και απέχοντας από το θρησκευτικό μοντέλο.

Όλα αυτά προϋποθέτουν ότι η κυβέρνηση θα αποφασίσει να αντιμετωπίσει στα ίσια και με ευαισθησία το ζήτημα της ρύθμισης των σχέσεων θρησκείας-πολιτείας και όχι αποσπασματικά, φοβικά και ψηφοθηρικά. Τώρα που μπορεί. Τώρα που η εντολή είναι ακόμα νωπή και δεν υπάρχει το προεκλογικό άγχος. Άλλωστε μιλώντας για ρύθμιση σχέσεων, ουδέτερο κράτος δεν σημαίνει αντίθρησκο κράτος. Το ουδέτερο κράτος επιδιώκει τη συνεργασία με τη θρησκεία, αλλά δεν δέχεται εντολές από αυτή. Απαιτήσεις σαν του Αρχιεπισκόπου, οι οποίες οδηγούν τα παιδιά στο να μην τυγχάνουν μίας ζυγισμένης πνευματικής καλλιέργειας αλλά να ακούν συγκεκριμένες θρησκευτικές επιταγές, θα έπρεπε να χαρακτηρίζονται απαράδεκτες από την πολιτεία και εκτός συζήτησης.

Διότι, ναι, φυσικά και πρέπει να αναγνωριστεί (εκτός Συντάγματος) ότι η Ορθοδοξία έχει σημαντική κοινωνική προσφορά στην Ελλάδα, αυτό όμως δε σημαίνει ότι έχουν το δικαίωμα οι εκπρόσωποί της να απαιτούν να αποκλείονται ολόκληρες ομάδες από μία πιο ισορροπημένη πνευματική διαπαιδαγώγηση. Εάν η Εκκλησία το επιθυμεί μπορεί να συνεχίσει την κατήχηση στα κατηχητικά σχολεία απευθυνόμενη στο κοινό της. Η ελληνική παράδοση αλλάζει και εμπλουτίζεται και η ανεκτικότητα και η διαφορετικότητα είναι και αυτές μέρος της. Το αρμόδιο υπουργείο οφείλει να δείξει ενδιαφέρον για τα δικαιώματα όλων μας και όχι μόνο για τα δικαιώματα αυτών που φοβερίζουν.

Μήπως λοιπόν η εκπαιδευτική πολιτική που καλείται να αναπτύξει το Υπουργείο δεν αποτελεί «μονομερή ενέργεια» όπως χαρακτηρίστηκε πρόσφατα, η οποία χρειάζεται την έγκριση της θρησκείας αλλά αποτελεί βασική υποχρέωσή του κράτους; Και μήπως παρότι η υφυπουργός κ. Αναγνωστοπούλου δήλωσε ότι το ζήτημα αυτό δεν είναι του παρόντος, η αναθεώρηση του μαθήματος και όχι η εξαίρεση από αυτό είναι κάτι που έχει αργήσει;

Δημοφιλή