Θεσμοποίηση της τρέλας: Το ανώτατο στάδιο της παρακμής

Τελικά, η προσωπική αγωνία απέναντι στα σημερινά κόμματα δημιουργεί τέρατα. Όσο περισσότερο φωνάξεις, τόσο δημοφιλέστερος γίνεσαι στα κομματικά επιτελεία. Η στελέχωση των μεγάλων κομμάτων γίνεται πια με προαπαιτούμενο το πόσο έχεις βρίσει τον αντίπαλο στα δημόσια fora. Όσο πιο εριστικό λόγο εκφέρει κάποιος, όσο πιο παλαβά πράγματα υποστηρίζει, όσο πιο ανθρωποφάγος γίνεται, τόσο περισσότερο εκτιμάται από τον αρχηγό του κόμματος και ανεβαίνει στην κομματική ιεραρχία. Με τη στάση τους οι πολιτικοί ηγέτες θεσμοποιούν την τρέλα.
ARIS MESSINIS via Getty Images

Ένας μαρξιστής Υπουργός μιλάει επανειλημμένα για «Σοβιετία» και κάνει συνεχείς επιθέσεις μέσω των social media. Ένας φιλελεύθερος καθηγητής του ΕΚΠΑ γράφει άρθρο με τίτλο: «H τελευταία ευρωπαϊκή κομμουνιστική χώρα... (είναι η Ελλάδα)». Απεχθείς όψεις μιας Ελλάδας που η τρέλα θεσμοποιείται.

Επικοινωνιακά οι δύο παραπάνω εκφάνσεις του δημοσίου λόγου είναι πολύ κοντά. Στο πλαίσιο της τακτικής «κάνω εντύπωση», σίγουρα περνούν τη βάση. Σε μια υποθετική κλίμακα «τραβάω την προσοχή σαν να έχω βγει γυμνός στο Σύνταγμα» χτυπάνε δέκα στα δέκα.

Γιατί, όμως, επικρατεί το φαινόμενο αυτό; Είναι τυχαίο; Γίνεται επίτηδες; Είναι απόρροια της ταχύτητας της πληροφορίας; Μήπως οφείλεται στην κρίση; Μάλλον θα σας απογοητεύσω με την ερμηνεία μου. Είναι απλά απύθμενη ανθρώπινη ανοησία. Είναι μια εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στη λατρεία της δημοσιότητας και τη διαρκή επιθυμία προσέλκυσης της προσοχής. Κι είναι μια προσωπική αγωνία, είτε για λόγους οικονομικούς, είτε για λόγους πολιτικούς για κομματική ανύψωση. Και κάπου εκεί χάνεται η μπάλα.

Ο μεν πολιτικός, παρότι υπουργός (αν κι αναπληρωτής), δίνει συνέχεια εξετάσεις στον προϊστάμενό του, με τον οποίο φέρεται να διατηρεί και φιλικές σχέσεις. Είναι σαν να μιλάει συνέχεια στον προϊστάμενό του λέγοντάς του: «μην ανησυχείς εγώ θα πω αυτά που δεν θες να πεις εσύ». Και του κλείνει περιπαικτικά το μάτι λέγοντας: «θα τους κανονίσω, εγώ».

Ο δε καθηγητής του ΕΚΠΑ, ζηλώσας τον Βαρουφάκη, αυθόρμητα, λόγω καλών κοινωνικών σχέσεων, μαθαίνει ότι το ακραίο κέντρο αρέσκεται σε φωνές εναντίον του πολιτικού αντιπάλου, ψάχνοντας αφορμές και εφευρίσκοντας αιτίες να τραβήξει την προσοχή. Ίσως να ελπίζει να τον καλέσουν να συμμετάσχει στα ψηφοδέλτια ενός κόμματος, ως υποψήφιος Βουλευτής Επικρατείας φυσικά λόγω βαρύτητας αξιώματος.

Τελικά, η προσωπική αγωνία απέναντι στα σημερινά κόμματα δημιουργεί τέρατα. Όσο περισσότερο φωνάξεις, τόσο δημοφιλέστερος γίνεσαι στα κομματικά επιτελεία. Η στελέχωση των μεγάλων κομμάτων γίνεται πια με προαπαιτούμενο το πόσο έχεις βρίσει τον αντίπαλο στα δημόσια fora. Όσο πιο εριστικό λόγο εκφέρει κάποιος, όσο πιο παλαβά πράγματα υποστηρίζει, όσο πιο ανθρωποφάγος γίνεται, τόσο περισσότερο εκτιμάται από τον αρχηγό του κόμματος και ανεβαίνει στην κομματική ιεραρχία. Με τη στάση τους οι πολιτικοί ηγέτες θεσμοποιούν την τρέλα. Την εγκολπώνονται στα κόμματά τους και προτρέπουν και άλλους σε αυτήν.

Όλα αυτά μπορεί σε ορισμένους από εμάς να χαρίζουν και χαμόγελα. Στην πραγματικότητα όμως δημιουργούν την κατάλυση και της τελευταίας ελπίδας διάσωσης του κοινωνικού ιστού. Η κρίση δημιούργησε τη ζουγκλοποίηση της κοινωνίας. Η οικονομική στενότητα έχει φέρει κοινωνική πίεση. Αλλά όλοι επιζητούν μια κρυφή ελπίδα κι όλοι θέλουν ένα θαύμα.

Η κοινωνία όμως, όλοι εμείς, πιστεύαμε στο θαύμα, επειδή πάντοτε βρίσκαμε ένα φάρο να ακολουθήσουμε, ένα βράχο να στηριχθούμε. Συνήθως αυτός ήταν οι θεσμοί που ήταν συνυφασμένοι με την αξιοκρατία, την ωριμότητα και την ικανότητα. Ένας υπουργός είχε την ευθύνη της ζωής της ελληνικής κοινωνίας στον τομέα του. Την πατρίδα στις πλάτες του. Ένας καθηγητής πανεπιστημίου είχε την ευθύνη της μόρφωσής μας. Είχε περάσει από ατελείωτες ώρες διαβάσματος για να αποκτήσει τον τίτλο του. Οι λόγοι τους, οι λέξεις τους, εξ ορισμού είχαν μια μεγαλύτερη αξία. Κι ακόμα κι αν υπήρχαν περιπτώσεις που δεν αποδεχόμασταν ιδεολογικά μια άποψη, εντούτοις την ακούγαμε και την προσέχαμε. Ακόμα και σήμερα συναντά κανείς περιπτώσεις ανθρώπων που διαφορετικά θα κρίνουν έναν απλό πολίτη κι ας είναι επιστήμονας ή ιδιοφυΐα στη δουλειά του από έναν καθηγητή πανεπιστημίου. Ο Υπουργός, ο Καθηγητής Πανεπιστημίου εξ ορισμού ενέπνεαν σεβασμό.

Σήμερα, όμως, πρακτικές όπως αυτές που αναφέρουμε στο κείμενο -και οι οποίες δυστυχώς δεν είναι μοναδικές- εμπνέουν τη χλεύη και την απαξίωση. Και δυστυχώς με τις πολιτικές ηγεσίες να κλείνουν το μάτι στις πρακτικές αυτές δημιουργούν και δεδομένα. Τι κι αν πολλοί από εμάς χαμογελάμε με αυτά που διαβάζουμε και τα προσπερνάμε, επειδή τα χαρακτηρίζουμε τρελά. Στην πράξη αξία έχει τι μένει. Για σήμερα και την επόμενη ημέρα.

Κατ' εμέ οι παραπάνω πρακτικές αφήνουν δυσοσμία σκέψης και συμπεριφοράς. Και το κυριότερο επιτρέπουν τη θεσμοποίηση της τρελής συμπεριφοράς. Διότι εάν ένας υπουργός ή ένας Καθηγητής Πανεπιστημίου εκφράζεται με αυτό τον τρόπο, εάν ο πολιτικός αρχηγός συναναστρέφεται με αυτούς και τους τιμά, τι να περιμένουμε από έναν κομματικό οπαδό ή από έναν απογοητευμένο, χτυπημένο βάναυσα από την αφύσικα παρατεταμένη κρίση, πολίτη;

Δημοφιλή