Γεράσιμος Αρσένης (1931-2016): Ένας εμβληματικός κρατιστής

Ο Γεράσιμος Αρσένης (ΓΑ) υπήρξε ο πιο σημαντικός υπουργός του πρώιμου κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ - Υπουργός Εθνικής Οικονομίας (1982-85). Δεν του δόθηκε τυχαία τα προσωνύμιο «τσάρος». Επί των ημερών του κρατικοποιήθηκαν επιχειρήσεις, δόθηκαν αλόγιστες αυξήσεις μισθών, δαιμονοποιήθηκε ο ιδιωτικός τομέας. Η κρατικοποίηση-«κοινωνικοποίηση» ως οικονομική πολιτική συνοδεύτηκε με θεσμούς δήθεν συμμετοχής των εργαζομένων στη διοίκηση των ΔΕΚΟ, οι οποίοι γρήγορα εκφυλίστηκαν σε θεσμούς ελέγχου των ΔΕΚΟ από την κομματική ολιγαρχία. Η κρατικοποίηση του συνδικαλισμού και η συν-διοίκηση των ΔΕΚΟ από τους συνδικαλιστές άρχισαν δυναμικά να εμφανίζονται (και να αποκτούν την απαραίτητη ιδεολογική νομιμοποίηση) επί θητείας Αρσένη.
eurokinissi

Δεν παύει να με εντυπωσιάζει ο ελληνικής κοπής άκριτος συναισθηματισμός. Αποκαλύπτεται, ιδιαίτερα, σε περιπτώσεις θανάτου προβεβλημένων δημοσίων προσώπων: όταν δεν επικρατεί η αμήχανη ευγένεια ή η άνευρη βιογραφική γεγονοτολογία, κυριαρχεί η έκφραση συναισθημάτων λύπης, τα οποία συνοδεύουν την αγιογραφική περιγραφή του εκλιπόντος. Τείνει να απουσιάζει η στοχαστική αποτίμηση. Κι όμως, όταν ο ιδιωτικός και ο δημόσιος βίος διαπλέκονται εμβληματικά, ο θάνατος ενός δημοσίου προσώπου είναι, πολιτικά μιλώντας, κυρίως ευκαιρία για μια στοχαστική αποτίμηση. Είναι δείγμα συλλογικής ωριμότητας όταν ο σεβασμός στο νεκρό δημόσιο πρόσωπο εκδηλώνεται με διάθεση κριτικής αξιολόγησης των πεπραγμένων του. Όπως λέει ο Χάιντεγκερ, η νεκρολογία τότε γίνεται αφορμή σκέψης.

Ο Γεράσιμος Αρσένης (ΓΑ) υπήρξε ο πιο σημαντικός υπουργός του πρώιμου κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ - Υπουργός Εθνικής Οικονομίας (1982-85). Δεν του δόθηκε τυχαία τα προσωνύμιο «τσάρος». Επί των ημερών του κρατικοποιήθηκαν επιχειρήσεις, δόθηκαν αλόγιστες αυξήσεις μισθών, δαιμονοποιήθηκε ο ιδιωτικός τομέας. Η κρατικοποίηση-«κοινωνικοποίηση» ως οικονομική πολιτική συνοδεύτηκε με θεσμούς δήθεν συμμετοχής των εργαζομένων στη διοίκηση των ΔΕΚΟ, οι οποίοι γρήγορα εκφυλίστηκαν σε θεσμούς ελέγχου των ΔΕΚΟ από την κομματική ολιγαρχία. Η κρατικοποίηση του συνδικαλισμού και η συν-διοίκηση των ΔΕΚΟ από τους συνδικαλιστές άρχισαν δυναμικά να εμφανίζονται (και να αποκτούν την απαραίτητη ιδεολογική νομιμοποίηση) επί θητείας Αρσένη. Δίχως τις πολιτικές του δεν θα υπήρχαν οι Πολυζωγόπουλοι, οι Φωτόπουλοι και οι Κολλάδες αργότερα. Όταν σημαντικά οικονομικά μεγέθη επιδεινώθηκαν, όπως ήταν βέβαιο ότι θα συνέβαινε, ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε, το 1985, να κάνει τη μεγάλη στροφή, επιδιώκοντας τη «σταθεροποίηση» της οικονομίας (με τον Κ. Σημίτη να διαδέχεται τον Γ. Αρσένη): την αλόγιστη επέκταση ακολούθησαν οι περικοπές. Η αξιακή-θεσμική ζημιά, βέβαια, είχε ήδη γίνει, και η «σταθεροποίηση», έτσι κι αλλιώς, δεν κράτησε πολύ - ακολούθησε το «Τσοβόλα δώστα όλα».

Ο ΓΑ ήταν ο κύριος εκφραστής της οπισθοδρομικής μεσογειακής αριστεράς, με έντονα «αντιιμπεριαλιστικές» και φιλο-τριτοκοσμικές αναφορές. Κατά τούτο υπήρξε εκφραστής ευρύτερων διανοητικών ρευμάτων στο χώρο της αριστεράς, υιοθετώντας το ερμηνευτικό σχήμα «κέντρο-περιφέρεια», υπερτονίζοντας τον καθοριστικό ρόλο του κράτους στην οικονομική ανάπτυξη, και υιοθετώντας τον «δημοκρατικό προγραμματισμό» ως μέθοδο κοινωνικού σχεδιασμού. Τα κλασικά «αριστερά» συνθήματα για «αναδιανομή», «συμμετοχική δημοκρατία», κλπ κατέστησαν στην Ελλάδα βολικά δόγματα για την εμπέδωση του κομματικού εξουσιαστικού μηχανισμού, σε μια χώρα που, χωρίς να παράγει, οι φιλολαϊκοί «αριστεροί» ήθελαν κυρίως να ανα-διανέμει. Ο κρατισμός του ΓΑ συνοδεύτηκε με το απαραίτητο μετα-μαρξιστικό αναισθητικό - τον εθνολαϊκισμό. Εκφραστής του δήθεν πατριωτικού ΠΑΣΟΚ, ο αμερικανοτραφής ΓΑ ουδέποτε είδε με καλό μάτι το πρόταγμα της ενωμένης Ευρώπης, αντιτάχθηκε στην είσοδο της Ελλάδας στην ΟΝΕ, και προώθησε καταπραϋντικές κενολογίες, όπως ο «ενιαίος αμυντικός χώρος» Ελλάδας-Κύπρου. Ιδεοληπτικές κατασκευές για να μην αντικρύσουμε την πραγματικότητα - τις δομές υπανάπτυξης που καθηλώνουν τη χώρα· ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να μην είναι μια «κανονική» ευρωπαϊκή χώρα.

Όταν διαφώνησε με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο ΓΑ αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ κι έκανε δικό του κόμμα. Απέτυχε παταγωδώς. Για να διασώσει την πολιτική του σταδιοδρομία επανήλθε καιροσκοπικά στο ΠΑΣΟΚ, και διεκδίκησε ακόμη και την ηγεσία του κόμματος. Στο τελευταίο βιβλίο του «Γιατί Δεν Έκατσα Καλά» (Gutenberg, 2015), μια ενδιαφέρουσα αν και φλύαρη καταγραφή της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που αποπειράθηκε το 1998, αναφέρει πώς προσπάθησε να προσεταιριστεί τον Τσοχατζόπουλο για να συμπήξουν μέτωπο κατά του Σημίτη στις εκλογές για τη διαδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου, το 1996. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι, όπως αναφέρει στο βιβλίο, θεωρούσε τον Τσοχατζόπουλο μέρος του «αριστερού» ΠΑΣΟΚ! «Αριστερά» ήταν τότε, όπως και τώρα, η αλιμούρα, οι διορισμοί των κολλητών, η ιδιοτελής χρήση του κράτους, ο αντιδυτικισμός, ο έλεγχος των θεσμών, και, γιατί όχι, η αρπαχτή, όταν αυτό είναι εφικτό.

Ως Υπουργός Άμυνας (1993-1996) συντήρησε την ακατάσχετη ρουσφετολογία στο στράτευμα, την κομματοκρατία στη διοίκηση βιομηχανικών μονάδων του Στρατού (και τα τεράστια ελλείμματα που αυτές παρήγαγαν), ενώ είχε την ευκαιρία να θέσει τις βάσεις για μια αξιόλογη εθνική αμυντική βιομηχανία. Αλλά, βέβαια, με κολλητούς κομματανθρώπους τύπου Κοκκινοβασίλη σε θέσεις CEO, ούτε περίπτερο δεν μπορείς να στήσεις, όχι να διοικήσεις την ΠΥΡΚΑΛ, την ΕΑΒ, ή την ΕΒΟ. Αυτά (και άλλα) πληρώνουμε σήμερα.

Ως Υπουργός Παιδείας του Σημίτη (1996-2000) υπήρξε αντιφατικός. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στη μέση εκπαίδευση που εισηγήθηκε ήταν εμπνευσμένη και στιβαρή, αλλά αποσύρθηκε μετά από πολλές αντιδράσεις. Η κατάργηση της επετηρίδας στους διορισμούς των εκπαιδευτικών ήταν δικό του έργο και πρέπει να του πιστωθεί. Διαιωνίζοντας την παράδοση του πολιτικαντισμού, δημιούργησε πανεπιστήμια σε διάφορες επαρχιακές πόλεις, για ψηφοθηρικούς λόγους. Το δημόσιο χρήμα έπρεπε να διατίθεται «φιλολαϊκά».

Η ειρωνεία είναι ότι αν και πίστευε στον κρατικό σχεδιασμό και την εμπρόθετη στρατηγική που αυτός επιτάσσει, ενέδιδε συστηματικά στο λαϊκισμό και την ασπόνδυλη, παροντική πολιτική που ενθαρρύνει. Αντιτάχθηκε σε όλες τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως αυτή του Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό, τις μετοχοποιήσεις των ΔΕΚΟ, τον δημοσιονομικό εξορθολογισμό (που θεωρούσε «νεοφιλελεύθερο»), κλπ. Γι αυτόν, το κομματικό κράτος ήταν εργαλείο κοινωνικού μετασχηματισμού. Δεν εκπλήσσει, λοιπόν, που ο κ. Τσίπρας τον εκθειάζει σε νεκρολογική δήλωσή του ως «σπουδαίο πολιτικό και διανοούμενο που [...] σημάδεψε το σοσιαλιστικό κίνημα». Αν θαυμάζεις τον Τσάβες, είναι λογικό να νοιώθεις πολιτική συγγένεια με τον Αρσένη.

Τον συνάντησα μια φορά σε εκδήλωση του ALBA για την παιδεία στην Αθήνα, πριν από δέκα χρόνια, και με εντυπωσίασε. Ήταν ομιλητής με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η αναλυτική υπεροχή του ήταν εμφανής. Καθίσαμε απέναντι στο δείπνο και συζητήσαμε αρκετά. Ήταν εξαιρετικά συγκροτημένος, διαυγής, και κοσμοπολίτης. Είχε περιορισμένη επαφή με τη σύγχρονη σοσιαλιστική σκέψη (ειδικά των ευρωπαϊκή), ενώ ο αμερικανικός λιμπεραλισμός φαίνεται ότι τον άγγιξε λίγο. Πολιτικά έμοιαζε καθηλωμένος στις δεκαετίες '60-'70. Μας περιέγραψε πώς υπονομεύτηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμισή του από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, πώς η ψηφοθηρία και ο λαϊκισμός επικράτησαν της ορθολογικής αλλαγής. Αυτό δεν τον εμπόδισε να συνταχθεί αργότερα με τον τότε κατ' εξοχήν πολέμιο της μεταρρύθμισής του, τον κ. Τσίπρα. Στον τελευταίο μάλλον είδε την πολιτική μετενσάρκωση του μέντορά του, του Ανδρέα Παπανδρέου. Η υποστήριξή του δεν πέρασε απαρατήρητη. Κατά πάγια ελληνική συνήθεια, η σύζυγός του ανταμείφθηκε με την προεδρία της «Εθνικής Τράπεζας».

Αν η Ελλάδα χρεοκόπησε, αυτό οφείλεται στο ότι κυβερνήθηκε (και) από πολιτικούς σαν τον ΓΑ - ανθρώπους ικανούς και μορφωμένους, οι οποίοι την κυβέρνησαν αφρόνως, συντηρώντας και διευρύνοντας τις δομές υπανάπτυξης που εκ γενετής ταλανίζουν το ελλαδικό κράτος. Οι ευθύνες του είναι ακόμη μεγαλύτερες αν αναλογισθεί κανείς τις σημαντικές ικανότητές του. Ο Αρσένης δεν ήταν Άκης, Κουλούρης ή Κατσιφάρας. Η περίπτωσή του επιβεβαιώνει τη διαίσθηση ότι για να προσφέρει κανείς στα κοινά δεν αρκεί η ευφυΐα του ή τα προσόντα του αλλά, πρωτίστως, ο χαρακτήρας του, το πάθος του για το κοινό καλό, η αίσθηση πραγματικότητας, η απελευθέρωση από ιδεοληπτικά δεσμά, και, όταν αυτό απαιτείται, η «αντιλογία προς τον Δήμο» (Θουκυδίδης). Πολλοί υπουργεύουν, λίγοι κυβερνούν καλά, ελάχιστοι επιβιώνουν στην ιστορική μνήμη.

Δημοφιλή