Το νέο και το παλιό στην υπηρεσία αιώνιων συμφερόντων

Σήμερα, 25 χρόνια μετά από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η υφήλιος βιώνει μια εποχή που φαινομενικά δίνει την αίσθηση της «αναρχίας», την εικόνα των πολλαπλών συγκρούσεων σε διάφορα επίπεδα, χωρίς το «όλον» να μπορεί να ενταχθεί σε μια ενιαία αφηγηματική γραμμή.
BRENDAN SMIALOWSKI via Getty Images

Υπάρχουν περίοδοι στην ιστορία των διεθνών σχέσεων, που τα πράγματα μοιάζουν παγιωμένα, προκαθορισμένα. Και υπάρχουν και περίοδοι, κατά τις οποίες τα πράγματα φαίνονται να κινούνται σε φυγόκεντρη τροχιά, σχεδόν εκτός ελέγχου. Κλασικό παράδειγμα της πρώτης περίπτωσης είναι η περίοδος του Ψυχρού πολέμου, όταν η διαίρεση του κόσμου σε δύο στρατόπεδα, εκείνα των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, ήταν «γραμμική» και αποτελούσε σταθερή πυξίδα ερμηνείας των διεθνών συσχετισμών.

Σήμερα, 25 χρόνια μετά από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η υφήλιος βιώνει μια εποχή που φαινομενικά δίνει την αίσθηση της «αναρχίας», την εικόνα των πολλαπλών συγκρούσεων σε διάφορα επίπεδα, χωρίς το «όλον» να μπορεί να ενταχθεί σε μια ενιαία αφηγηματική γραμμή.

Όποιος επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει τα αναλυτικά εργαλεία του παρελθόντος, προκειμένου να εξηγήσει ή/και αναλύσει τα τεκταινόμενα σήμερα στην ανατολική Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή ή την νοτιο-ανατολική Ασία, βρίσκεται προ αδιεξόδου. Να φταίνε άραγε τα... ξεροκέφαλα γεγονότα ή η έλλειψη των κατάλληλων αναλυτικών εργαλείων; Το πρόβλημα ίσως να μην βρίσκεται στο επίπεδο των εργαλείων αλλά στον τρόπο που έχουμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε τα γεγονότα της διεθνούς σκηνής. Συνήθως προσωποποιημένα - π.χ. Ομπάμα κατά Πούτιν, Ερντογάν απέναντι σε Νετανιάχου, «φράου Μέρκελ», κοκ -, και σχεδόν πάντα χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τη συνθετότητα και την πολλαπλότητα του διεθνούς σκηνικού.

Σε αντίθεση με τους δύο σταθερούς πόλους του Ψυχρού πολέμου, σήμερα η γενική εικόνα είναι εκείνη ενός πολυπολικού κόσμου. Με τέσσερα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που σκιαγραφούν πλέον την πραγματικότητα του 21ου.

Πρώτον, πλέον η Ευρώπη έχει χάσει την «κεντρικότητά» της κι έχουν αναδυθεί για τα καλά, τουλάχιστον σε οικονομικό επίπεδο, νέες δυνάμεις, όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Νότιος Αφρική και βέβαια η Κίνα και η Ρωσία (παρά τα προβλήματα αντιμετωπίζει σήμερα το ρούβλι).

Δεύτερον, σε ευαίσθητες περιοχές όπως αυτή της Μέσης Ανατολής, μια μεγάλη Δύναμη όπως οι ΗΠΑ, αντιμετωπίζει την πρόκληση της διεκδίκησης της πρωτοκαθεδρίας από νέες, τοπικές δυνάμεις, οι οποίες συγκρούονται και είναι ανταγωνιστικές μεταξύ τους όπως, π.χ., το Κατάρ, το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, ή η Τουρκία. Και πλέον δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ ή η Ρωσία είναι αναγκασμένες να ενσωματώσουν στους ηγεμονικούς τους σχεδιασμούς αυτούς τους παράγοντες. Οι σχέσεις ισχύος πλέον έχουν πάψει να είναι μονόδρομοι.

Τρίτον, απόρροια του προηγούμενου: το «παιχνίδι» έχει γίνει πολύ πιο σύνθετο, όπως άλλωστε μαρτυρούν οι καταλυτικές εξελίξεις σε Συρία, Ιράκ, Αίγυπτο, Λιβύη. Και μόνο η περίπτωση του «Ισλαμικού κράτους», αυτού του κατασκευάσματος των ΗΠΑ, της Τουρκίας, του Κατάρ, προκειμένου να παρεμποδιστεί ο σιϊτικός άξονας προς όφελος της απρόσκοπτης μεταφοράς σαουδαραβικού πετρελαίου και φυσικού αερίου του Κατάρ μέσω τουρκικού εδάφους, φανερώνει τα αδιέξοδα αλλά και τα διλήμματα που αντιμετωπίζει, π.χ. η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της. Έχει δηλαδή να χειριστεί συμμάχους μεν, ενός νέου τύπου δε: συμμάχους που δεν διστάζουν να διεκδικήσουν την αυτοτέλειά τους και τα συμφέροντά τους έναντι της μεγάλης δύναμης. «Δεν υπάρχουν αιώνιοι φίλοι και αιώνιοι εχθροί, σταθερά είναι μόνο τα συμφέροντα», σημείωνε τον 19ο αιώνα ο λόρδος Πάλμερστον, και η διαπίστωση αυτή δεν έχει αλλάξει.

Τέταρτον: η κομβική σημασία του οικονομικού / ενεργειακού παράγοντα στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής των σημαντικών διεθνών «παικτών». Για παράδειγμα δεν είναι τυχαία η εμμονή της Ουάσινγκτον στην υπογραφή συμφωνιών τύπου Transatlantic Trade and Investment Partnership (TTIP), ούτε το περιεχόμενο των κυρώσεων κατά της Μόσχας λόγω Ουκρανίας. Ούτε βέβαια είναι τυχαία η επέκταση του «Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης» σε σημαντικά διμερή οικονομικά προγράμματα, στο πλαίσιο του περιφερειακού οργανισμού ασφαλείας. «Ενέταξα αυτό που ονομάζω οικονομική διακυβέρνηση στο επίκεντρο της ατζέντας της εξωτερικής μας πολιτικής», τόνιζε τον Οκτώβριο του 2011 η Χίλαρι Ρόνταμ Κλίντον μιλώντας στο Economic Club της Νέας Υόρκης. «Elementary my dear Watson», όπως θα έλεγε και ο Σέρλοκ Χολμς, καθώς το ίδιο κάνουν ήδη όλες οι μεγάλες δυνάμεις - όπως φανερώνει η ενεργειακή πολιτική του Βερολίνου, η νομισματική πολιτική του Πεκίνου, κ.α.

Τι καταδεικνύουν όλα τούτα;

Το ότι πέρα από μια φαινομενική «αναρχία», η διεθνής σκηνή χαρακτηρίζεται από μια πάγια σταθερά: τον έντονο ανταγωνισμό για την ικανοποίηση των συμφερόντων των χωρών - με ιδιαίτερη έμφαση στον οικονομικό παράγοντα (που μπορεί να λάβει ποικίλες μορφές, όπως π.χ. κυρώσεις, ενεργειακή στρατηγική, επιβολή δημοσιονομικής πειθαρχίας, κ.α.), χωρίς να αποκλείεται και η ένοπλη σύγκρουση... Καρότο και μπαστούνι. Με άλλα λόγια, πράγματα οικεία αλλά και καινούργια. Στην υπηρεσία πάντα των αιώνιων συμφερόντων...

Δημοφιλή