Η αλλαγή που (δεν) έρχεται

Από την αρχή του χρόνου, αυτό κάνει ολόκληρος ο πλανήτης. Περιμένει. Περιμένει κάποιον άλλον να πάρει αποφάσεις που μας αφορούν όλους. Αλλά κανείς δεν τολμάει να το κάνει. Και οι παγκόσμιοι ηγέτες αυτό το έχουν αποδείξει περίτρανα. Ούτε για το προσφυγικό, ούτε για το οικονομικό, ούτε καν για τις κλιματικές αλλαγές μπορούν να αποφασίσουν και να συναινέσουν. Και έτσι συνεχίζουμε να ζούμε σε ένα κόσμο που δεν αλλάζει. Ο οποίος όμως έχει κυριευτεί από φόβο και πάνω από όλα από μίσος. Γιατί υπό αυτές τις συνθήκες, οι κοινωνίες μας έχουν διαχωριστεί στους πλούσιους και στους φτωχούς, καταστρέφοντας τη μεσαία τάξη, με μηδαμινή παιδεία, πολιτισμό ή κοινωνική πολιτική.
Jens Stolt via Getty Images

Τον τελευταίο χρόνο έχουμε ακούσει αμέτρητες φορές από τα στόματα πολιτικών και όχι μόνο την επιτακτική ανάγκη για αλλαγή. Μια αλλαγή που πρέπει να έρθει στη χώρα μας, στην Ευρώπη, στον κόσμο γενικότερα, «γιατί χανόμαστε». Κανείς δεν προσδιορίζει όμως τι μορφή θα έπρεπε να έχει αυτή η αλλαγή. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το μελετήσει, να το φανταστεί, και να το υλοποιήσει ο καθένας μόνος του.

Για τόσο καιρό τίποτα δεν φαινόταν να αλλάζει. Και ξαφνικά η αλλαγή πήρε φόρα και μας κατέκλυσε σαν χείμαρρος. Αλλά πάλι φωνάζουμε, γιατί δεν ήταν αυτή η αλλαγή που θέλαμε.

Τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Παρίσι τον Νοέμβρη, οι συνεχείς επιθέσεις στις ΗΠΑ και ο ακατάπαυστος (αλλά πάντα ατελείωτος) διάλογος για την οπλοκατοχή, καταφέρνουν μόνο να κάνουν ακριβώς αυτό που όλοι δηλώνουμε ότι δε θα γίνει: να αφήσουμε τον φόβο να μας κυριεύσει. Έχουμε βρεθεί να φοβόμαστε ακόμη και τη σκιά μας, πόσω μάλλον τον διπλανό μας, και δη αν είναι και φαινομενικά διαφορετικός από εμάς - το «κανονικό» - με άλλες θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις. Ο διεκδικητής του χρίσματος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος για τις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016 Ντόναλντ Τραμπ, μάλιστα, πρόσφατα προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα, προτείνοντας να απαγορευτεί στους μουσουλμάνους η είσοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην Ευρώπη, εν τω μεταξύ, τα κράτη μέλη συνεχίζουν να υψώνουν φράχτες κλείνοντας έξω από τα σύνορά τους τους μετανάστες και πρόσφυγες οι οποίοι απελπισμένοι προβαίνουν σε ακραίες πράξεις, ράβοντας τα στόματα τους ως διαμαρτυρία στην Ειδομένη, και προσπαθώντας με κάθε τρόπο να φτάσουν σε ένα πιο αξιοπρεπές κατάλυμα πριν τους βρει το παγωμένο κρύο του χειμώνα.

Εμείς μένουμε να κοιτάμε τις εξελίξεις, σαν αόρατοι θεατές μιας κατάστασης που δε μας αφορά. Κάθε τόσο θα δούμε μια ιστορία χαμού προσφύγων και θα συγκινηθούμε, θα πονέσουμε, αλλά θα περιμένουμε κάποιον άλλον να κάνει κάτι. Τόσους ηγέτες που έχουμε και μαζεύονται σε συνόδους ανά τον κόσμο κάθε τρεις και λίγο, δε θα μπορεί κάποιος να κάνει κάτι; Αυτό σκεφτόμαστε. Και περιμένουμε.

Γιατί από την αρχή του χρόνου, αυτό κάνει ολόκληρος ο πλανήτης. Περιμένει. Περιμένει κάποιον άλλον να πάρει αποφάσεις που μας αφορούν όλους. Αλλά κανείς δεν τολμάει να το κάνει. Και οι παγκόσμιοι ηγέτες αυτό το έχουν αποδείξει περίτρανα. Ούτε για το προσφυγικό, ούτε για το οικονομικό, ούτε καν για τις κλιματικές αλλαγές μπορούν να αποφασίσουν και να συναινέσουν. Και έτσι συνεχίζουμε να ζούμε σε ένα κόσμο που δεν αλλάζει. Ο οποίος όμως έχει κυριευτεί από φόβο και πάνω από όλα από μίσος. Γιατί υπό αυτές τις συνθήκες, οι κοινωνίες μας έχουν διαχωριστεί στους πλούσιους και στους φτωχούς, καταστρέφοντας τη μεσαία τάξη, με μηδαμινή παιδεία, πολιτισμό ή κοινωνική πολιτική. Κτίζουμε τείχη γιατί πιστεύουμε ότι μπορούμε μόνοι να αντιμετωπίσουμε καλύτερα τις προκλήσεις που μας χτυπάνε. Η απόγνωση στην οποία έχουμε φτάσει ως λαός και ως κόσμος γενικότερα έχει αβγατίσει μέσα μας το μίσος για οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας. Για το ότι ο άλλος έχει περισσότερα από εμάς, για το ότι εκείνος έχει δουλειά, σπίτι, ευκαιρίες καλύτερα από εμάς, και αντί να ζητήσουμε ή να προσπαθήσουμε να βρούμε και εμείς την ίδια οδό, προτιμάμε να ζητήσουμε, όπως στο γνωστό ανέκδοτο, «να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα», για να μην έχει ούτε αυτός κάτι.

Αυτή η απόγνωση είναι στην οποία βρίσκουν πάτημα οι τρομοκρατικές και εξτρεμιστικές οργανώσεις και την εκμεταλλεύονται στο έπακρο για να προσηλυτίζουν νεαρούς και να τους οδηγούν στο να πεθαίνουν για «ένδοξο σκοπό», σκορπώντας μαζί και τον θάνατο. Αυτή είναι η κοινωνία της αλλαγής που τόσο προωθούμε;

Τι κόσμο αφήνουμε έτσι στην επόμενη γενιά, αφού με αυτό τον τρόπο απλά της σβήνουμε το μέλλον; Η Αμερικανίδα εθνολόγος Margaret Mead είχε πει πως «τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται πώς να σκέφτονται, όχι τι να σκέφτονται». Ο κυριότερος στόχος της εκπαίδευσης, εξάλλου, δεν είναι τόσο η απόκτηση γνώσης, όσο η άσκηση αυτής στην καθημερινότητά μας. Αφήνοντας το μίσος και τον φόβο να μας πλημμυρίσουν, κλείνουμε τα μάτια σε ό,τι άλλο μπορεί να υπάρξει που να ωθήσει την αναγκαία αλλαγή. Μια αλλαγή που θα επιφέρει τα αποτελέσματα που θέλουμε - την αποφασιστική δράση από κοινού για να προστατέψουμε τόσο εμάς όσο και τους άλλους που μας ζητάνε βοήθεια, την καταπολέμηση της ριζοσπαστικοποίησης η οποία πια τρίζει δυνατά τα δόντια στην Ευρώπη, και την καινοτόμα ενέργεια που θα αποδεικνύει επιτέλους πως οι κυβερνώντας θέλουν και μπορούν να κάνουν κάτι εποικοδομητικό. Ωφέλιμα δεν είναι τα λόγια που θέλουμε να ακούμε, αλλά οι πράξεις που πρέπει να δούμε.

Δημοφιλή