Γιατί δεν μας φτάνει πια ο χρόνος

Σύμφωνα με πρόσφατη ευρωπαϊκή έρευνα, τα τελευταία δέκα χρόνια το ποσοστό των Ευρωπαίων εργαζομένων που παραπονιέται ότι ο ρυθμός στη δουλειά τους είναι πολύ γρήγορος αυξήθηκε από το 47 στο 56%. Οι περισσότεροι δήλωναν δε ότι υπέφεραν από πόνους στη πλάτη, ένταση στους ώμους και τον αυχένα, τραυματισμούς και ένα γενικό επίπεδο στρες που τους έπνιγε. Δυστυχώς οι γυναίκες δείχνουν να επηρεάζονται περισσότερο από όλους. Μόνο ένα 22% δήλωνε ότι δεν πιεζόταν καθόλου από έλλειψη χρόνου, ενώ για το 57% δεν έφταναν οι ώρες της μέρας. Από αυτές, ένα 60% είχε παιδιά και ένα 83% εργαζόταν.
Jan Stromme via Getty Images

Ακόμη κι όταν είμαστε ελεύθεροι να ακολουθήσουμε τους δικούς μας ρυθμούς ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα φυσικό όριο: Καμία μέρα δεν έχει πάνω από 86.400 δευτερόλεπτα ενώ δε μπορούμε να συγκεντρωθούμε ταυτόχρονα σε 2 πράγματα που συμβαίνουν την ίδια στιγμή.

«Τα πάντα είναι "υπερβολικά"... Κανείς δεν γνωρίζει πιά τον εαυτό του, κανείς δεν αντιλαμβάνεται το περιβάλλον στο οποίο ζει και εργάζεται... Οι νέοι άνθρωποι... παρασύρονται στη δίνη του χρόνου. Ο πλούτος και η ταχύτητα είναι αυτά που ο κόσμος θαυμάζει και αγωνίζεται για να τα αποκτήσει. Όλοι οι τρόποι της επικοινωνιακής δυνατότητας γίνονται αυτοσκοπός προκειμένου ο πολιτισμένος κόσμος να ξεπεράσει τον εαυτό του...»

Διαβάζοντας το κείμενο αυτό θα σκεφτείτε ότι ο συγγραφέας του πάσχει από συνεχή βομβαρδισμό ηλεκτρονικών μηνυμάτων ή ότι ενοχλείται από τον εκνευριστικό ήχο αναμονής που παρεμβάλλεται σε μια τηλεφωνική του συζήτηση προκειμένου να τον ενημερώσει για το επόμενο τηλεφώνημα. Ή ότι το κεφάλι του γυρίζει επειδή τα παιδιά του ακούνε δυνατά μουσική την ώρα που ο ίδιος προσπαθεί να συγκεντρωθεί στη πληρωμή των λογαριασμών του. Τίποτε από τα παραπάνω: Ο συγγραφέας δεν είναι άλλος από τον Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε! Σε ένα γράμμα στον φίλο του και συνθέτη Ζέλτερ, ο Γκαίτε παραπονιέται για «τα τραίνα, το εξπρές ταχυδρομείο και τα ατμόπλοια». Η ημερομηνία είναι 6 Ιουνίου 1825.

Έκτοτε, τα ταξίδια έγιναν εκατό φορές ταχύτερα και η επικοινωνία με τη διάδοση πληροφοριών επιταχύνθηκε κατά 10 εκατομμύρια φορές. Το γράμμα που πήρε μια εβδομάδα να φτάσει στον Ζέλτερ στο Βερολίνο, σήμερα θα έφτανε σαν ηλεκτρονικό μήνυμα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ενώ τα ατμόπλοια έδωσαν τη θέση τους στα αερόπλανα και τα γρήγορα αυτοκίνητα.

Κι αν ο Γκαίτε διαμαρτύρονταν τότε για τον φρενήρη ρυθμό της εποχής του, τι θα πρέπει να πούμε εμείς;

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, οι περισσότεροι λαοί των αναπτυγμένων χωρών θεωρούν «τους διαρκώς γρήγορους ρυθμούς και το άγχος» σαν την κυριότερη αιτία του στρες τους. Πολλές εφευρέσεις που προκαλούν φαινομενικά μικρές αλλαγές στην καθημερινότητα μας είναι καλοί δείκτες τού πόσο οι ρυθμοί μας έχουν επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια: φωτοτυπικά με δυνατότητα 30 σελίδων το λεπτό, παροχείς ίντερνετ που θέλγουν τους πελάτες τους υποσχόμενοι ταχύτητες γρηγορότερες κατά 2 δέκατα του δευτερολέπτου από τους ανταγωνιστές τους, σελφ - σέρβις καφετέριες με ποτά για τον δρόμο μιας και το να πίνουμε πλέον καφέ συζητώντας με φίλους γίνεται όλο και πιο αναχρονιστικό.

Σύμφωνα με πρόσφατη ευρωπαϊκή έρευνα, τα τελευταία δέκα χρόνια το ποσοστό των Ευρωπαίων εργαζομένων που παραπονιέται ότι ο ρυθμός στη δουλειά τους είναι πολύ γρήγορος αυξήθηκε από το 47 στο 56%. Οι περισσότεροι δήλωναν δε ότι υπέφεραν από πόνους στη πλάτη, ένταση στους ώμους και τον αυχένα, τραυματισμούς και ένα γενικό επίπεδο στρες που τους έπνιγε. Δυστυχώς οι γυναίκες δείχνουν να επηρεάζονται περισσότερο από όλους. Μόνο ένα 22% δήλωνε ότι δεν πιεζόταν καθόλου από έλλειψη χρόνου, ενώ για το 57% δεν έφταναν οι ώρες της μέρας. Από αυτές, ένα 60% είχε παιδιά και ένα 83% εργαζόταν. Μάλιστα η απάντηση «δεν έχω χρόνο» αυξάνεται σε συχνότητα καθώς περισσότερες γυναίκες παλεύουν να πετύχουν μια ισορροπία μεταξύ παιδιών και καριέρας.

Το παράδοξο είναι πως αυτός ο φρενήρης ρυθμός συνοδεύεται συνήθως και από ένα αίσθημα κενού: τείνουμε να γεμίζουμε κάθε στιγμή της μέρας με δραστηριότητες σαν να μην αποζητάμε περισσότερο χρόνο, αλλά την έλλειψή του. Η δυτική μας κουλτούρα δεν βοηθάει καθώς κάθε κύτταρο του εγκεφάλου μάς λέει ότι «ο μόνος καλός χρόνος είναι ο γεμάτος χρόνος». Όποτε έχουμε ένα μικρό κενό στην καθημερινή μας ρουτίνα, καταφέρνουμε να χωρέσουμε και άλλη μια δραστηριότητα, ακόμη κι αν είναι ένα γραπτό μήνυμα που στέλνουμε από το κινητό μας, την ώρα που περιμένουμε στην ουρά της τράπεζας, τρώγωντας μια μπουκιά από την τυρόπιτα μας.

Το γεγονός δε ότι βομβαρδιζόμαστε καθημερινά από χιλιάδες ερεθίσματα δεν συντελεί στο να μειώσουμε τους ρυθμούς μας. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εμπειρίες από ένα μόνο χρόνο της ζωής μας είναι περισσότερες από αυτές που βίωναν οι σύγχρονοι του Γκαίτε σε όλη τους τη ζωή!

Οι κοινωνικοί επιστήμονες που εξετάζουν με ανησυχία τον όλο και γρηγορότερο βηματισμό μας είναι κάθετοι ως προς την «απεξάρτηση» αλλά και την καλύτερη απόδοση μας: σωστή αξιοποίηση του χρόνου, διαλογισμός ή έστω χαλάρωση χωρίς να κάνουμε τίποτε για μισή ώρα (ούτε καν τηλεόραση) και αποφυγή των παράλληλων δραστηριοτήτων την ίδια στιγμή. Κάτι που ο Γκαίτε αν και παραπονιόταν για το φρενήρη ρυθμό της εποχής του, είχε πετύχει. Στα απομνημονεύματα του «Ποίηση και Αλήθεια» σημειώνει: «Εφόσον υπάρχει πάντα αρκετός χρόνος αν αξιοποιείται σωστά, τα κατάφερνω πού και πού να κάνω διπλή και τριπλή δουλειά».