Από τι εξαρτάται η έξοδος της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε.

Με την ατυχέστατη επιλογή του δημοψηφίσματος (στη λογική του να ξεκαθαρίσει το τοπίο), αφενός δε διασφαλίζεται ότι την επόμενη μέρα το αποτέλεσμα θα γίνει σεβαστό με τέτοιο τρόπο ώστε να μην αμφισβητηθεί ο ίδιος (αντιθέτως οι υποστηρικτές του Brexit, πετυχαίνοντας ένα μεγάλο ποσοστό θα θεωρήσουν ότι χάθηκε μία μάχη αλλά όχι ο πόλεμος), αφετέρου διευκολύνθηκε η σύγκλιση στοιχείων με αρκετές διαφορές μεταξύ τους, καθιστώντας τα μελλοντικούς του συνομιλητές. Μάλιστα, έτσι άνοιξε μία πανευρωπαϊκή συζήτηση, όχι με τους σωστούς όρους, αλλά σε περιβάλλον διχασμού, λαϊκισμού και με βάση την αντισυστημικότητα για το μέλλον της Βρετανίας και κατ' επέκταση της Ευρώπης.
LEON NEAL via Getty Images

Εν μέσω ψηφοφορίας για το βρετανικό δημοψήφισμα, επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις:

Η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ (και η τυχόν νέα φόρμουλα των σχέσεων τους) θα εξαρτηθεί από την πολιτική διαπραγμάτευση και όχι τις συνθήκες (εν προκειμένω την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης). Η παραμονή της μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να παραταθεί μέχρι τουλάχιστον τα τέλη του 2018, όταν θα κληθούν να σφραγίσουν την όποια νέα συμφωνία το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό και Βρετανικό Κοινοβούλιο. Παραμένει άγνωστο τι θα συμβεί αν οι συσχετισμοί ανατρέψουν την απόφαση του Δημοψηφίσματος.

Δεδομένης της έντονης και πολυεπίπεδης αλληλεξάρτησης Βρετανίας-ΕΕ, δεν θα είναι καθόλου εύκολο για την πρώτη να αποχωρήσει μονομερώς, με αποτέλεσμα να χρειαστούν νέες διαπραγματεύσεις. Προφανώς, παρότι οι Ευρωπαίοι διατυμπανίζουν πως αρνητική ψήφος σημαίνει αυτόματη έξοδο, γνωρίζουν ότι η κατάσταση είναι πολύ πιο σύνθετη -λόγω ειδικού βάρους και των απροσδιόριστων συνεπειών. Εδώ, μπορεί να δούμε και ένα διχασμό στον γαλλογερμανικό άξονα, καθώς το μεν Βερολίνο λογικά θα επιδιώξει γρήγορη διευθέτηση για να αποφευχθεί ένα κλίμα παρατεταμένης αβεβαιότητας, η δε Γαλλία, υπό τον φόβο της Λε Πεν, πιθανόν να θελήσει να δυσκολέψει την έξοδο του Λονδίνου. Σημαντικό στοιχείο της εξίσωσης αποτελεί το γεγονός πως Γερμανία και Γαλλία έχουν εκλογές το 2017.

Έτσι άνοιξε μία πανευρωπαϊκή συζήτηση, όχι με τους σωστούς όρους, αλλά σε περιβάλλον διχασμού, λαϊκισμού και με βάση την αντισυστημικότητα για το μέλλον της Βρετανίας και κατ' επέκταση της Ευρώπης.

Σε περίπτωση παραμονής, εκτός εάν το αποτέλεσμα είναι συντριπτικά υπέρ του "Bremain", οι ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις στο εσωτερικό της χώρας θα βάλουν δύσκολα στον Κάμερον. Ο τελευταίος όχι μόνο αυτοπαγιδεύτηκε, εκτιμώντας ότι η θετική έκβαση της διαπραγμάτευσης του περασμένου Φεβρουαρίου με την Ε.Ε. θα εξασφάλιζε άνετη επικράτηση, αλλά νομιμοποίησε τρόπoν τινά όλες εκείνες τις ριζοσπαστικές δυνάμεις, προσδίδοντάς τους την αξία του «ρυθμιστή», όχι μόνο ενδοβρετανικά αλλά και πανευρωπαϊκά.

Με την ατυχέστατη επιλογή του δημοψηφίσματος (στη λογική του να ξεκαθαρίσει το τοπίο), αφενός δε διασφαλίζεται ότι την επόμενη μέρα το αποτέλεσμα θα γίνει σεβαστό με τέτοιο τρόπο ώστε να μην αμφισβητηθεί ο ίδιος (αντιθέτως οι υποστηρικτές του Brexit, πετυχαίνοντας ένα μεγάλο ποσοστό θα θεωρήσουν ότι χάθηκε μία μάχη αλλά όχι ο πόλεμος), αφετέρου διευκολύνθηκε η σύγκλιση στοιχείων με αρκετές διαφορές μεταξύ τους, καθιστώντας τα μελλοντικούς του συνομιλητές. Μάλιστα, έτσι άνοιξε μία πανευρωπαϊκή συζήτηση, όχι με τους σωστούς όρους, αλλά σε περιβάλλον διχασμού, λαϊκισμού και με βάση την αντισυστημικότητα για το μέλλον της Βρετανίας και κατ' επέκταση της Ευρώπης.

Η τελευταία ασφαλώς και δεν αρέσει στην πλειοψηφία των λαών της, ωστόσο, η αλλαγή υποδείγματος γίνεται εκ των έσω, όχι ξηλώνοντας το πουλόβερ, ούτε «πυροβολώντας» την ευρωπαϊκή ελίτ, όπως οι Βρετανοί υποστηρικτές του "Brexit" με εν πολλοίς αθεμελίωτα επιχειρήματα -ενώ στην πραγματικότητα κανείς έχει πολλά να της προσάψει. Κατά ένα τρόπο, συνεπώς, η συζήτηση που άνοιξε με εντελώς αδόκιμους όρους και σε συνθήκες πολλαπλών κρίσεων στο εγγύς εξωτερικό της Ένωσης (που επιδρούν και στις εσωτερικές ισορροπίες), βολεύει τους εκατέρωθεν σκληροπυρηνικούς, εξαναγκάζοντας τις πιο μετριοπαθείς δυνάμεις είτε να προσαρμοστούν στην ατζέντα των «ακραίων» (στο αρνητικό σενάριο να αρχίζουν να την υιοθετούν για να μην υποστούν εκλογικές απώλειες) είτε να παρακολουθούν τη δημόσια συζήτηση σε ρόλο κομπάρσου, αδυνατώντας να την καθορίσουν.

Το προηγούμενο που δημιουργείται με το βρετανικό δημοψήφισμα, εκτός εάν είναι τέτοιο το αποτέλεσμα ώστε απορροφηθούν γρήγορα οι κραδασμοί, ανοίγει μία νέα σελίδα στην ευρωπαϊκή ιστορία, που δεν γνωρίζουμε ποιος και πως θα την κλείσει...

Αναδημοσίευση από τον προσωπικό μου λογαριασμό στο Facebook.

Δημοφιλή