Από λάθος σε λάθος, ανακαλύπτει κανείς ολόκληρη την αλήθεια

Η περιπέτεια της 6μηνης διαπραγμάτευσης του 2015 και του δημοψηφίσματος στοίχισε στη χώρα μας πολλά δισ. ευρώ και οδήγησε την οικονομία τουλάχιστον 2-3 χρόνια πίσω, καθιστώντας τα μέτρα που έπρεπε να παρθούν πολύ σκληρότερα του αναμενομένου. Κόστισε, μεταξύ άλλων, 7 μονάδες ανάπτυξης του ΑΕΠ που χάθηκε (βάσει των προβλέψεων της Κομισιόν), 6 δισ. περικοπών συντάξεων και νέων εισφορών/φόρων, 99 χρόνια εκχώρησης της δημόσιας περιουσίας στο Υπερταμείο Αποκρατικοποιήσεων, 86 δισ. νέου δανειακού προγράμματος στήριξης της χώρας, 45 δισ. επιπλέον εκροής καταθέσεων, 18 δισ. ζημιάς για το Δημόσιο από την μείωση της αξίας των ελληνικών τραπεζών μετά τα capital controls, κ.α.
sooc

Πριν μερικές μέρες «γιορτάσαμε» την επέτειο του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015. Ο Αλέξης Τσίπρας έγραψε στο twitter του «Το ΟΧΙ του λαού μας, κορυφαία πράξη αντίστασης στο ευρωιερατείο της λιτότητας». Μιας λιτότητας που κι ο ίδιος επέκτεινε με το 3ο μνημόνιο, σε ευθεία αντίθεση με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που σήμερα υμνεί. Κάπως έτσι κάθε σκεπτόμενος πολίτης μπερδεύεται και επαναπροσδιορίζει τις αρχές της λογικής που μας δίδαξε ο Αριστοτέλης. Ένας ιδιότυπος επαναπροσδιορισμός αριστερής έμπνευσης που «διδάσκεται» σε όλη την Ευρώπη και ίσως σύντομα χρησιμοποιηθεί κι από την επόμενη αγγλική κυβέρνηση για να παρακάμψει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το Brexit.

Με το δημοψήφισμα, η στρατηγική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ στηρίχτηκε στον «εκβιασμό» των ευρωπαίων εταίρων και στην πρόκληση αναταραχής στις διεθνείς αγορές. Την πρώτη μέρα όμως που άνοιξαν οι αγορές μετά την ανακοίνωση του από τον Αλέξη Τσίπρα, κανένας πανικός δεν προέκυψε και καμία νευρική αντίδραση των επενδυτών. Το μόνο που «επετεύχθη» ήταν το κλείσιμο των ελληνικών τραπεζών και τα capital controls, που ήταν απολύτως αναμενόμενα από τους κυβερνώντες και όσους γνωρίζουν πώς λειτουργεί η διεθνής οικονομία. Οι αποκαλύψεις Galbraith/Βαρουφάκη σχετικά με το Plan X και τους σχεδιασμούς που γίνονταν για ρήξη με τους Ευρωπαίους (που αποφασίστηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή να μην εφαρμοστεί στην πράξη) είναι ενδεικτικές του τεράστιου κινδύνου στον οποίο βρέθηκε η χώρα πέρυσι το καλοκαίρι, ως αποτέλεσμα της καταστροφικής διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου του 2015. Το πρόσφατο δημοψήφισμα στην Μεγάλη Βρετανία για την έξοδο από την Ε.Ε. μας δείχνει ξεκάθαρα πόσο σκληροί και αδιάλλακτοι μπορούν να γίνουν οι Ευρωπαίοι εταίροι απέναντι σε εκβιασμούς τέτοιου είδους και τις ολέθριες συνέπειες που θα είχε για την αδύναμη Ελλάδα μια ρήξη μαζί τους.

Η περιπέτεια της 6μηνης διαπραγμάτευσης του 2015 και του δημοψηφίσματος στοίχισε στη χώρα μας πολλά δισ. ευρώ και οδήγησε την οικονομία τουλάχιστον 2-3 χρόνια πίσω, καθιστώντας τα μέτρα που έπρεπε να παρθούν πολύ σκληρότερα του αναμενομένου. Κόστισε, μεταξύ άλλων, 7 μονάδες ανάπτυξης του ΑΕΠ που χάθηκε (βάσει των προβλέψεων της Κομισιόν), 6 δισ. περικοπών συντάξεων και νέων εισφορών/φόρων, 99 χρόνια εκχώρησης της δημόσιας περιουσίας στο Υπερταμείο Αποκρατικοποιήσεων, 86 δισ. νέου δανειακού προγράμματος στήριξης της χώρας, 45 δισ. επιπλέον εκροής καταθέσεων, 18 δισ. ζημιάς για το Δημόσιο από την μείωση της αξίας των ελληνικών τραπεζών μετά τα capital controls, κ.α.

Στο θέμα των ελληνικών τραπεζών ας μείνουμε λίγο παραπάνω. Στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση τους που έγινε σε πολύ χαμηλές τιμές το φθινόπωρο του 2015, το Δημόσιο συμμετείχε σε μικρό βαθμό, μειώνοντας πολύ το ποσοστό που διέθετε στις συστημικές τράπεζες και επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στου ξένους θεσμικούς επενδυτές να αναλάβουν τον έλεγχο των τραπεζών με πολύ χαμηλό κόστος. Αυτό είχε δύο σημαντικές επιπτώσεις. Πρώτον, το Δημόσιο δεν θα καταφέρει ποτέ να ανακτήσει τα άνω των 25 δισ. ευρώ που είχε συνεισφέρει στις δύο προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις και δεύτερον, οι ελληνικές τράπεζες αφελληνίστηκαν εν μια νυκτί. Το γεγονός αυτό θα έχει μελλοντικά πολύπλευρες επιπτώσεις, με κυριότερη τον έμμεσο έλεγχο των μεγαλύτερων ελληνικών εταιρειών από ξένα θεσμικά χαρτοφυλάκια, μέσω της αναδιάρθρωσης των «κόκκινων» δανείων τους, που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες.

Ο Αλέξης Τσίπρας στο ταξίδι του στην Κίνα δήλωσε ότι η Ελλάδα αλλάζει σελίδα και αφήνει οριστικά πίσω της την κρίση. Το πιθανότερο είναι ότι τη δήλωση αυτή την έκανε φορώντας τα γυαλιά εικονικής πραγματικότητας που του δώρισαν οι Κινέζοι της ZTE στην Σαγκάη. Δεν εξηγείται διαφορετικά, όταν όλοι οι άνθρωποι της αγοράς βρίσκονται σε απόγνωση και αναμένουν το επόμενο μεγάλο «κανόνι» εταιρείας που θα σκάσει στην αγορά. Μήνες μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και το κλίμα στην ελληνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται στο ναδίρ. Μάλλον με βύθιση παρά με εκτόξευση της οικονομίας μοιάζει αυτή η εικόνα. Στο διεθνές πεδίο το κλίμα αβεβαιότητας ενισχύεται, με το Brexit, την κρίση των ιταλικών τραπεζών, τα συνεχή τρομοκρατικά χτυπήματα και τις πολλές κρίσιμες εκλογές που εκκρεμούν το επόμενο διάστημα σε ισχυρές χώρες (ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία, κ.α.)

Είτε από απειρία, είτε από αυταπάτη, είτε από ιδεοληψία, οι ενέργειες αυτής της κυβέρνησης εξαΰλωσαν τις μεγάλες θυσίες που είχαν υποστεί οι Έλληνες κατά τα πρώτα χρόνια του μνημονίου και μεγάλωσαν κατά πολύ το λογαριασμό για τη χώρα.

Την ίδια στιγμή η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει να ασχοληθεί με τον εκλογικό νόμο και τις τηλεοπτικές άδειες, θέλοντας να στρέψει τα φώτα της δημοσιότητας μακριά από τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών. Προκαλεί πραγματικά εντύπωση η πρεμούρα που την έχει πιάσει να περάσει με 200 ψήφους το νέο εκλογικό νόμο, όταν ακόμα και με 151 βουλευτές θα έχει κάνει το «καθήκον» της ως κυβέρνηση της Αριστεράς. Είναι πασιφανές ότι αποτελεί κίνηση πολιτικής επιβίωσης γι' αυτήν, προσπαθώντας να δημιουργήσει εμπόδια στη Ν.Δ. να σχηματίσει κυβέρνηση μετά τις επόμενες εκλογές, οι οποίες ίσως προκύψουν και σύντομα. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο αποφεύγει να συμπεριλάβει στο προτεινόμενο νομοσχέδιο την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού(που βάσει στατιστικών δεν αποτελούν ψηφοφόρους της), ενώ δίνει ψήφο στους 16χρονους που θεωρεί εν δυνάμει ψηφοφόρους της.

Σε μια τόσο δύσκολη περίοδο που η χώρα χρειάζεται απεγνωσμένα πολιτική σταθερότητα (αποτελεί προαπαιτούμενο για την προσέλκυση επενδύσεων από το εξωτερικό) η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ επιλέγει να δημιουργήσει συνθήκες πιθανής πολιτικής αστάθειας, καταργώντας τελείως το μπόνους του πρώτου κόμματος που και η ίδια καρπώθηκε αδιαμαρτύρητα σε 2 συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι αν οι εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 είχαν γίνει με απλή αναλογική, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έβγαζε 114 βουλευτές και οι ΑΝΕΛ 12 βουλευτές και δε θα μπορούσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση, πάρα μόνο αν συνέπρατταν μαζί τους το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και η Ένωση Κεντρώων. Δηλαδή θα απαιτούταν συγκυβέρνηση 5 κομμάτων ή μεγάλος συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ/Ν.Δ. (μη λαμβάνοντας υπόψη ΚΚΕ και Χρυσή Αυγή ως κυβερνητικούς εταίρους). Τα δύο αυτά σενάρια μόνο επιστημονικής φαντασίας φαντάζουν και μόνο θνησιγενείς κυβερνήσεις θα μπορούσαν να σχηματίσουν, ακόμα και αν πραγματώνονταν.

Το μόνιμο πρόβλημα αυτής της χώρας ήταν ότι όλα τα κόμματα κινούνταν συνήθως βάσει του μικροκομματικού τους συμφέροντος, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Αυτή ήταν η πάγια πρακτική όλων των κυβερνήσεων των προηγουμένων δεκαετιών που οδήγησε σε λαϊκίστικες επιλογές και ολέθρια σφάλματα. Η διαφορά με αυτήν την κυβέρνηση είναι ότι τα σφάλματα και οι λάθος επιλογές γίνονται με ταχύτητα φωτός και με όρους άλλων εποχών, αγνοώντας την κρισιμότητα των στιγμών. Είτε από απειρία, είτε από αυταπάτη, είτε από ιδεοληψία, οι ενέργειες αυτής της κυβέρνησης εξαΰλωσαν τις μεγάλες θυσίες που είχαν υποστεί οι Έλληνες κατά τα πρώτα χρόνια του μνημονίου και μεγάλωσαν κατά πολύ το λογαριασμό για τη χώρα. Σταδιακά οι ψηφοφόροι της συνειδητοποιούν πόσο ακριβές ήταν οι αυταπάτες και την εγκαταλείπουν μαζικά.

Ίσως αντιλαμβάνονται πλέον αυτό που έγραφε ο Φρόιντ:

«Από λάθος σε λάθος, ανακαλύπτει κανείς ολόκληρη την αλήθεια»...

Δημοφιλή