Θρησκεία και ανεξιθρησκία

Συχνά, ο όρος «κοσμικισμός» συγχέεται με τον όρο «εκκοσμίκευση». Ο πρώτος αναφέρεται κυρίως στην ιδέα πως η θρησκεία δεν πρέπει να έχει διόλου επιρροή στους κοινωνικούς θεσμούς, ενώ ο δεύτερος στην κοινωνική διαδικασία μετατροπής μιας κοινωνίας σε άθρησκη. Κατά μία έννοια, ο κοσμικισμός διεκδικεί το δικαίωμα του θρησκευτικού αποχρωματισμού των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών, δηλαδή τον πλήρη διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους και τη δημιουργία ενός κοσμικού κράτους.
sooc

Από τη φετινή σχολική εγκύκλιο, σε σχέση με πέρυσι, έλειπε ένα μικρό κομμάτι, που έμελλε όμως να δημιουργήσει μεγάλο θόρυβο. Συγκεκριμένα:

«Σύμφωνα με το άρθρο 13, παρ. 5, εδάφ. α και β και παρ.10, εδαφ. δ, σας επισημαίνουμε ότι: Πριν από την έναρξη των μαθημάτων πραγματοποιείται κοινή προσευχή των μαθητών και του διδακτικού προσωπικού στο προαύλιο του σχολείου με ευθύνη των εκπαιδευτικών που εφημερεύουν. Σε περίπτωση δυσμενών καιρικών συνθηκών η προσευχή πραγματοποιείται στην αίθουσα κάθε τάξης. Οι εκπαιδευτικοί συμμετέχουν υποχρεωτικά στην πρωινή προσευχή και στον εκκλησιασμό και επιβλέπουν τα τμήματά τους. Οι ετερόδοξοι μαθητές παρευρίσκονται με το τμήμα που ανήκουν στο χώρο της συγκέντρωσης χωρίς να συμμετέχουν στην προσευχή, τηρώντας απόλυτη ησυχία, σεβόμενοι τους δασκάλους και τους συμμαθητές τους που προσεύχονται».

Και έτσι απλά, η απουσία του μέρους αυτού σήμανε και την κατάργηση της πρωινής προσευχής. Αρχικά, δεν ξέρω κατά πόσο δηλώνει σεβασμό οι ετερόδοξοι μαθητές να παρευρίσκονται αναγκαστικά στο χώρο προσευχής των ορθοδόξων, από τη στιγμή που -κατά την άποψή μου- στο κομμάτι αυτό δεν αποδίδεται σεβασμός στο δικαίωμα της ανεξιθρησκίας, μέσω της επιλογής της παρουσίας ή μη στο συγκεκριμένο χώρο για τους πρώτους.

Με αφορμή την παραπάνω εξέλιξή, λοιπόν, ας δούμε λίγο τι σημαίνει ανεξιθρησκία και ποια είναι τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά αυτής.

Ως ανεξιθρησκία ορίζεται το δικαίωμα κάθε ανθρώπου είτε να έχει πίστη σε οποιαδήποτε θρησκεία επιθυμεί και να θρησκεύεται ελεύθερα, είτε να ασπάζεται την οντολογική θέση της αθεΐας.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Σύνταγμα, απαγορεύεται ο προσηλυτισμός, έτσι ώστε να μη θίγεται το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης του θρησκευτικού αισθήματος. Αυτό -βέβαια- δε φαίνεται να τηρείται και τόσο!

Συγκεκριμένα στην Ελλάδα, με κύριους στυλοβάτες τους επίσημους εκπροσώπους του Χριστιανισμού, έχει οικοδομηθεί ένα ισχυρό «εκκλησιαστικό κράτος», όρος που σχετίζεται με την Ορθοδοξία και χρησιμοποιείται για να υπογραμμιστεί η άρρηκτα συνδεδεμένη σχέση εκκλησίας-κράτους.

Συχνά, ο όρος «κοσμικισμός» συγχέεται με τον όρο «εκκοσμίκευση». Ο πρώτος αναφέρεται κυρίως στην ιδέα πως η θρησκεία δεν πρέπει να έχει διόλου επιρροή στους κοινωνικούς θεσμούς, ενώ ο δεύτερος στην κοινωνική διαδικασία μετατροπής μιας κοινωνίας σε άθρησκη. Κατά μία έννοια, ο κοσμικισμός διεκδικεί το δικαίωμα του θρησκευτικού αποχρωματισμού των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών, δηλαδή τον πλήρη διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους και τη δημιουργία ενός κοσμικού κράτους.

Η σχέση αυτή (εκκλησία - κράτος) σίγουρα δεν αφήνει ανέπαφο και τον πολιτικό χώρο. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται μέσω της εξής αντιστοιχίας που αφορά την πολιτικοποίηση και ιδίως την κομματικοποίηση του Χριστιανισμού: «εκκλησία=> δεξιά», «αθεΐα=> αριστερά».

Ερώτημα: Η θρησκοληψία θα μπορούσε να θεωρηθεί το αντίθετο της ανεξιθρησκίας;

Ναι, εφόσον η πρώτη παραβιάζει τις θεμελιώδεις αρχές και τα δικαιώματα της δεύτερης. Μάλιστα, όταν η θρησκοληψία εκφράζεται μέσω κατηγοριών και υποτίμησης των άλλων θρησκειών, δογμάτων και πεποιθήσεων ή μέσω της μη αποδοχής της πνευματικής αποχής (αθεΐα) και με λίγα λόγια μέσω της επίδειξης ανωτερότητας της δείνα θρησκείας, η ενέργεια αυτή αποτελεί ποινικό παράπτωμα. Κύριοι πομποί: Ιερείς, καθηγητές Θεολογίας, Ανώτατοι εκκλησιαστικοί Άρχοντες κλπ. Μέσα: Σχολείο, Εκκλησία, βήμα στα ΜΜΕ.

Η θρησκευτική αυτή προπαγάνδα ξεπερνάει εύκολα τα όρια του επιτρεπτού, φτάνοντας στο σημείο της έκρηξης ρητορικής μίσους. Αν θα 'πρεπε, λοιπόν, να συγκρίνουμε τις θρησκείες και να αναδείξουμε κάποια, η καλύτερη θρησκεία για μένα είναι η ανεξιθρησκία!

Δημοφιλή