Η εθνική μας αυτοπεποίθηση

Ο Ομπάμα ήρθε και μας μάγεψε. Δε μας είπε τίποτα το καινοφανές, δε μας υποσχέθηκε κάτι χειροπιαστό. Μας μάγεψε όμως γιατί μας μίλησε για την ταυτότητα μας, μας θύμισε ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, πόση αξία κουβαλάμε ακόμη και σήμερα. Μας έδωσε έναν καθρέφτη όπου κοιταχτήκαμε και είπαμε «Ναι, αυτοί είμαστε!». Μας είπε ότι μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας και μας έδειξε το σεβασμό που οφείλεται σε ένα λαό με ιστορία αιώνων που σήμερα - παρά τις δοκιμασίες του- έχει το μεγαλείο ψυχής να στέκεται αλληλέγγυος απέναντι στους διωκόμενους των πολέμων.
sooc

Ο Ομπάμα ήρθε και μας μάγεψε. Δε μας είπε τίποτα το καινοφανές, δε μας υποσχέθηκε κάτι χειροπιαστό. Μας μάγεψε όμως γιατί μας μίλησε για την ταυτότητα μας, μας θύμισε ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, πόση αξία κουβαλάμε ακόμη και σήμερα. Μας έδωσε ένα καθρέφτη όπου κοιταχτήκαμε και είπαμε «Ναι, αυτοί είμαστε!». Μας είπε ότι μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας και μας έδειξε το σεβασμό που οφείλεται σε ένα λαό με ιστορία αιώνων που σήμερα - παρά τις δοκιμασίες του- έχει το μεγαλείο ψυχής να στέκεται αλληλέγγυος απέναντι στους διωκόμενους των πολέμων.

Έκανε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που κάνουν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας. Μας κουνούν το δάχτυλο, μας πιέζουν για μεταρρυθμίσεις στο πόδι, μας υποτιμούν με ειρωνείες και διαπομπεύσεις των πολιτικών ηγετών μας που άλλοτε τους καθυβρίζουν αγοραία (Σαρκοζί-Παπανδρέου), άλλοτε τους αναγκάζουν σε ευτελιστική παραδοχή των αμαρτημάτων τους (Μέρκελ-Σαμαράς) ή σε μαρτύρια ανάλογα με τον εικονικό πνιγμό (Eurogroup- Τσίπρας), ώστε να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους στο επιθυμητό.

Όλα αυτά ταυτόχρονα με μια προπαγάνδα- κυρίαρχη τα τελευταία χρόνια- περί συλλογικών ευθυνών (βλέπε το πολύ στοχευμένο «Μαζί τα φάγαμε») και συνολικής ανικανότητας της χώρας και των ανθρώπων της. Μια ρητορική που στόχο είχε να σπάσει τις αντιστάσεις, να εμπνεύσει στους πολίτες «ενοχικά σύνδρομα» για κάθε έκφανση της ζωής και της δραστηριότητας στην Ελλάδα. Η ρητορική αυτή βρήκε υποστηρικτές και ένθερμους αναπαραγωγούς σε μια βολεμένη, μη παραγωγική «ψευδο-αστική» τάξη που καταπίνει αμάσητο κάθετι που έρχεται από τη Δύση νομίζοντας ότι αυτό συνιστά απαραίτητα πρόοδο και κοσμοπολιτισμό. Είναι μία ελίτ που - όπως και ο Πωλ Κρούγκμαν, ο οποίος δήλωσε μετά την εκλογή Τραμπ ότι δεν καταλαβαίνει τη χώρα στην οποία ζει - αναρωτιόταν ποιοι είναι οι βάρβαροι που ψήφισαν «όχι» στο περσινό δημοψήφισμα. Κοσμοπολίτης όμως δεν είναι εκείνος που δεν ξέρει ποιος είναι και απλά καμώνεται τον Ευρωπαίο ή τον Αμερικάνο. Κοσμοπολίτης είναι εκείνος που σίγουρος για τη δική του ταυτότητα επηρεάζει και δέχεται επιρροές από τις ταυτότητες των άλλων, προχωρώντας σε μια δημιουργική σύνθεση και σε μια ειρηνική ανεκτικότητα και συνύπαρξη.

Έτσι καταλήξαμε να νιώθουμε μια συλλογική ντροπή, να αισθανόμαστε ότι σαν χώρα πέσαμε κατηγορία, καταδικαστήκαμε να παίζουμε στη Γ΄ εθνική και μάλιστα με στημένη διαιτησία εναντίον μας. Η ανατροπή αυτής της κατάστασης φαντάζει αδύνατη πια, σπέρνοντας απογοήτευση, μιζέρια, αυτολύπηση, διχόνοια και φόβο.

Αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε λοιπόν είναι η ανάγκη για να νιώσουμε ξανά περήφανοι για τους εαυτούς μας. Μια περηφάνια όμως διαφορετική από την υπερηφάνεια που πουλάει η ακροδεξιά. Μια υπερηφάνια που δεν είναι επίπλαστη, δεν βασίζεται εξολοκλήρου στο παρελθόν ή δεν πατάει στα πήλινα πόδια των «κουτσαβακισμών χωρίς σχέδιο β'», ούτε στρέφεται συμπλεγματικά με κραυγές μίσους στο διαφορετικό για να αποκτήσει υπόσταση.

Είναι η «αυτοπεποίθηση της προκοπής», αυτή που θα προκύψει όταν συνειδητοποιήσουμε τις δυνάμεις μας και αποφασίσουμε να προγραμματίσουμε και να παράξουμε. Όταν κάνουμε εθνικό σχέδιο 15 ετίας και το ακολουθήσουμε. Όταν στηρίξουμε τις προσπάθειες μας στους τομείς που έχουμε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και αναπτύξουμε μια σύγχρονη και ακμαία οικονομία της οποίας η ανάπτυξη δε θα είναι περιστασιακή, αλλά σχεδιασμένη και βιώσιμη.

Για να γίνει αυτό δεν αρκεί το σημερινό πολιτικό σκηνικό που διατηρεί τη νοοτροπία του φθαρμένου παρελθόντος σε όλες τις εκδοχές του, παλιότερες και νεότερες. Χρειάζεται η υπέρβαση. Υπέρβαση από τις λογικές που μας κατέστησαν αδύναμους και υπό επιτροπεία. Λογικές που ήθελαν και θέλουν το κράτος λάφυρο στα χέρια των εκάστοτε Βένετων ή Πράσινων, κατά τη λογική των ομώνυμων ομάδων φιλάθλων του βυζαντινού ιπποδρόμου.

Υπέρβαση που θα ενώσει την πλειοψηφία των Ελλήνων στη βάση ενός εθνικού σχεδίου με στόχο την ελληνική αναγέννηση. Εθνικό Σχέδιο που δε θα συνίσταται στις περιστασιακές αριστερές ή δεξιές εμμονές του εκάστοτε Υπουργού - με διάρκεια ζωής μέχρι τον επόμενο ανασχηματισμό - αλλά θα είναι επιστημονικά και κοινωνικά επεξεργασμένοι στόχοι που θα συμφωνηθούν με διακομματική συναίνεση. Δεν πρόκειται για τους ευσεβείς πόθους κάποιων περί οικουμενικής κυβέρνησης, πρόκειται για την ικανότητα συνεννόησης για τα ζωτικά θέματα. Πρέπει επιτέλους αυτή η χώρα να ξέρει που πηγαίνει, να προγραμματίσει και να μετρήσει.

Φαίνεται πως το πηγάδι είναι βαθύ και έχει και άλλο πάτο. Είμαι σίγουρη όμως ότι η υπέρβαση θα έρθει από τα κάτω προς τα πάνω, σαν ρεύμα συνειδητοποίησης και ενεργοποίησης. Δημιουργείται ήδη η κρίσιμη εκείνη μάζα των «πολιτών» με την αρχαιοελληνική έννοια, την έννοια που εξήρε ο ίδιος ο Ομπάμα. Πολιτών που πρώτα από όλες τις φανέλες θα φοράνε τη φανέλα της Μελλοντικής Ελλάδας κατάσαρκα. Ήδη είναι μάχιμοι και δημιουργικοί στους στίβους της εργασίας, της επιστήμης, της επιχειρηματικότητας, της κοινωνικής προσφοράς, της διανόησης, της πολιτικής. Μένει να συνειδητοποιήσουν τη δύναμη που βγαίνει μέσα από τη συνεργασία τους και την συστηματική, με σχέδιο προσπάθεια για την ανύψωση της Πατρίδας.

Δημοκρατία, Εμπιστοσύνη, Υπευθυνότητα, Δικαιοσύνη, Ακεραιότητα, Αξιοκρατία, Σεβασμός στις ρίζες μας, Φιλότιμο... ας υπηρετήσουμε μαζί αυτές τις αξίες στην καθημερινότητα αλλά και στη δημόσια πολιτική με το ίδιο πάθος που χειροκροτήσαμε τον Πρόεδρο Ομπάμα όταν μας μίλησε για αυτές.

Δημοφιλή