Η διακριτή μας προσέγγιση

Ασφαλώς και η διστακτικότητα των Βρυξελλών στο να περάσει σε μια νέα φάση οικονομικοπολιτικής ολοκλήρωσης, οι αργοί ρυθμοί της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας αλλά και η εμμονή της Γερμανίας με τη δημοσιονομική εξυγίανση σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που δεν είναι εξαγωγική ώστε να μπορεί να χρηματοδοτεί την εσωτερική υποτίμηση και την ύφεση παίζουν ρόλο ως προς τη διόγκωση του ελληνικού ζητήματος και τη μετατροπή του σε κομβική κρίση που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στον Τρίτο Κόσμο. Αλλά δεν ευθύνονται ούτε οι Βρυξέλλες, ούτε η Γερμανία, ούτε πολύ περισσότερο το ΔΝΤ αν τα τεράστια χρηματικά ποσά που δόθηκαν στην Ελλάδα ως επιχορηγήσεις στις δεκαετίες του '80 και του '90 δεν μετατράπηκαν ποτέ σε έργα αγροτικής, ή τεχνολογικής υποδομής.
VALERIE GACHE via Getty Images

Ο κάθε λαός βασίζει την παρουσία του πάνω σε αρχές διακριτής προσέγγισης της ίδιας της οντολογίας του [exceptionalism] για να μπορέσει να οικοδομήσει ένα διακριτό αποτύπωμα ανά τους αιώνες. Η επιτυχία ή η αποτυχία της διακριτής προσέγγισης έγκειται στο αν και κατά πόσο αυτή επιτρέπει στην οργανωμένη συλλογικότητα να μετέχει δραστήρια και ενεργά στο διεθνές παίγνιο, να οικοδομεί πυλώνες συνεργασίας με άλλους λαούς, να βρίσκεται σε διαρκή αλληλεπίδραση με το διεθνές σύστημα ή έστω το πιο ζωτικό μέρος αυτού ή αν λειτουργεί ως πηγή εκφυλιστικών τάσεων εσωτερικής και εξωτερικής διάστασης.

Η ελληνική διακριτή προσέγγιση βασίστηκε - και βασίζεται ακόμη - επάνω στη θέση περί του κράτους Κρόνου που κατασπαράσσει τα παιδιά του, καταδικάζοντας τη δημιουργικότητα και αναδεικνύοντας την τυραννία της μετριοκρατίας. Η πλειοψηφία των Ελλήνων επιλέγει την παθητικότητα έχοντας πειστεί ότι το παιχνίδι είναι προκαθορισμένο. Η παθητικότητα που διαπερνά τον φλοιό της εσωτερικής μας σφαίρας δημιουργεί και αντίστοιχη αντανάκλαση στην εξωτερική αντιστοίχως. Ως προς την εξωτερική σφαίρα η προσέγγιση διαφοροποιείται. Το παίγνιο εδώ είναι ετεροβαρές εξαιτίας του ότι «οι ξένοι», μια γιγαντιαία άθροιση λαών, πεποιθήσεων, ιστορικών τραυμάτων και επιτυχιών που εισέρχεται στο συνειδησιακό χωνευτήρι των Ελλήνων και εξέρχεται ως ο μπαμπούλας των παιδιών μας χρόνων, θέλουν το κακό μας.

Δείτε λίγο τους ιστορικούς μας μύθους. «Οι Ξένοι» ευθύνονται για το αποτυχημένο αποτέλεσμα της Ελληνικής Επανάστασης και όχι οι Έλληνες που από το 1823 είχαν μπει σε τροχιά εμφύλιας διαμάχης. «Οι Ξένοι» ευθύνονται για τη Μικρασιατική Καταστροφή και όχι το ελληνικό εκλογικό σώμα που επέλεξε να επαναφέρει τον εξόριστο Κωνσταντίνο και να ακυρώσει το έργο του Ελευθέριου Βενιζέλου. «Οι Ξένοι» φταίνε για τον εμφύλιο του 1946-1949, μόνο που αυτός έχει ήδη ξεκινήσει από το 1943 εξαιτίας πρωτίστως της μη διάθεσης του ΕΑΜ να αποδεχθεί την πλουραλιστική σύνθεση του αντιστασιακού κινήματος και μετά την απελευθέρωση εξαιτίας της αποτυχίας του αστικού κράτους να οδηγήσει τους δωσίλογους στη δικαιοσύνη. «Οι Ξένοι» ευθύνονται για τη χούντα του '67 και για τον Αττίλα στην Κύπρο, σε μια άνευ προηγουμένου συλλογική άρνηση να ψηλαφίσουμε τις βαθιές ευθύνες του πολιτικού κόσμου της περιόδου 63-67, αλλά και των εγκλημάτων των Συνταγματαρχών και της κουστωδίας τους. Επομένως, δεν αποτελεί καμία έκπληξη που και για τη σημερινή μας κατάσταση, για τη δομική αφυδάτωση των Ελλήνων, ευθύνονται για άλλη μια φορά «οι Ξένοι».

Ασφαλώς και η διστακτικότητα των Βρυξελλών στο να περάσει σε μια νέα φάση οικονομικοπολιτικής ολοκλήρωσης, οι αργοί ρυθμοί της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας αλλά και η εμμονή της Γερμανίας με τη δημοσιονομική εξυγίανση σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που δεν είναι εξαγωγική ώστε να μπορεί να χρηματοδοτεί την εσωτερική υποτίμηση και την ύφεση παίζουν ρόλο ως προς τη διόγκωση του ελληνικού ζητήματος και τη μετατροπή του σε κομβική κρίση που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στον Τρίτο Κόσμο. Αλλά δεν ευθύνονται ούτε οι Βρυξέλλες, ούτε η Γερμανία, ούτε πολύ περισσότερο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αν τα τεράστια χρηματικά ποσά που δόθηκαν στην Ελλάδα ως επιχορηγήσεις στις δεκαετίες του '80 και του '90 δεν μετατράπηκαν ποτέ σε έργα αγροτικής, ή τεχνολογικής υποδομής, ώστε να ανασάνει η οικονομία και να ξεφύγει από την ασφυκτική μονομέρεια του τουριστικού συναλλάγματος. Ούτε το Βερολίνο ή το Παρίσι δεν ευθύνονται αν κοντά στα οκτώ χρόνια μετά το Καστελόριζο δεν έχει κατατεθεί ένα αναπτυξιακό σχέδιο από την Αθήνα ώστε να αποτελέσει σχέδιο οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας αντί να επιλέγεται το σενάριο της θυματοποίησης, της μικρής πλην τίμιας δηλαδή Ελλάδας που κάνει ό,τι είναι δυνατό για να σωθεί, ενώ «οι Ξένοι» προσπαθούν να την εξαφανίσουν από το χάρτη για λόγους που μόνο οι υποστηρικτές των σεναρίων περί ψεκασμών έχουν έτοιμη την εξήγηση.

Η ελληνική διακριτή προσέγγιση είναι βολική. Στο εσωτερικό προκρίνει την παθητικότητα αφού «το παιχνίδι είναι στημένο» ούτως ή άλλως και... στην τηλεόραση μόλις ξεκινά το παιχνίδι της επιβίωσης. Στο εξωτερικό προκρίνει το μύθο του «εκλεκτού λαού» που «οι Ξένοι» θέλουν να τον εξαφανίσουν γιατί τον φθονούν [sic]! Βρισκόμαστε σε διαφορά φάσης εξέλιξης με τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο γιατί αυτά τα επτά χρόνια έχουμε χάσει το κρίσιμο momentum των τεχνολογικών εξελίξεων στο χώρο της ρομποτικής, της παραγωγής, της έξυπνης γραφειοκρατικής συγκρότησης κλπ.

Οπότε αντί να αναζητούμε φόρμουλες αναδιανομής της φτώχειας σε όλα τα στρώματα του ελληνικού λαού μήπως να αρχίσουμε να μιλάμε ξανά για παραγωγή πρωτογενούς πλούτου; Μήπως χρειάζεται ένας νέος εθνικός στόχος που να μη μιλά πλέον απλώς για τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά για την κατοχύρωση μιας θέσης στην πρώτη ταχύτητα αυτής και την αναδιοργάνωση κοινωνίας και οικονομίας ώστε να μη χάσουμε κι αυτό το τρένο; Για να τα πετύχουμε όλα αυτά χρειαζόμαστε αλλαγές παντού. Πρώτα εντός μας και στη συνέχεια στο συλλογικό μας γίγνεσθαι.

Δημοφιλή