Μικρή και μεγάλη εικόνα του Κυπριακού

Έτσι στο Ελσίνκι, καταγράφηκαν τρεις βασικές επιτυχίες: Πρώτον, η αναγνώριση επισήμως της Τουρκίας ως υποψήφιας για ένταξη στην Ε.Ε. χώρας. Δεύτερον, η πρόβλεψη ενός μηχανισμού επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών με ενδεχόμενο παραπομπής στο Δικαστήριο της Χάγης. Και τρίτον, η προσχώρηση της Κύπρου στην Ένωση χωρίς την προηγούμενη διευθέτηση του πολιτικού ζητήματος. Και αυτό ήτανε το καταλυτικό στοιχείο που οδήγησε το νησί στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
IAKOVOS HATZISTAVROU via Getty Images

Το Κυπριακό κινδυνεύει να θεωρηθεί μη επιλύσιμο πρόβλημα. Η δυστοκία να υπάρξει στρατηγική συμφωνία από τις εμπλεκόμενες πλευρές επιτείνει τα αδιέξοδα. Και το κυριότερο, ενισχύει τις δυνάμεις της αδράνειας και του τέλματος. Η σύγχυση που επικρατεί σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, λίγες μέρες πριν από το Κραν Μοντανά, κάθε άλλο παρά ευοίωνες προοπτικές διαγράφει. Ο τρόπος που αντιμετωπίζεται το έγγραφο Έιντε δυσχεραίνει περαιτέρω τις προσπάθειες που καταβάλλονται εκ μέρους των Ηνωμένων Εθνών. Οι αποδέκτες του είτε το χαρακτηρίζουν ετεροβαρές, είτε δυσκολεύονται να υπερβούν τις γνωστές μονομέρειες. Και στις δύο περιπτώσεις είναι εμφανής η προσκόλληση σε αποκλίνουσες προσεγγίσεις.

Η έλλειψη ευελιξίας εκατέρωθεν στερεί τη δυνατότητα δημιουργικής αντιμετώπισης ενός πράγματι δυσεπίλυτου ζητήματος. Η εμμονή σε υποδείγματα του παρελθόντος απομειώνει -αν δεν ακυρώνει- την αναζήτηση λύσης. Και τούτο διότι συνιστά τροχοπέδη για την εξεύρεση μιας διαφορετικής φόρμουλας που θα στηρίζεται στον ρεαλισμό και στον πραγματισμό, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί. Με τους μαξιμαλισμούς αγνοούμε την αμείλικτη πραγματικότητα. Φαντασιωνόμαστε και στην ουσία δεν κάνουμε τίποτα να την αλλάξουμε. Συνεχίζουμε να ζούμε στον κόσμο των ψευδαισθήσεων, διαιωνίζοντας τη διαίρεση.

Η επανένωση δεν θα επιτευχθεί αν μείνουμε δέσμιοι μεθόδων που συνέβαλαν στη δημιουργία του προβλήματος. Η άρνηση της συνύπαρξης των δύο κοινοτήτων, η αντιπαλότητα, η μισαλλοδοξία και ο υποβόσκων εθνικισμός ήταν γενεσιουργοί αιτίες. Η αλήθεια είναι ότι υπολείμματά τους υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Άλλωστε, σ' αυτά προσκρούουν διαχρονικά οι ναυαγισμένες προσπάθειες. Οι αμφιβολίες και οι επιφυλάξεις με τις οποίες εμποτίστηκε η ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινή γνώμη θα παραμένουν παρούσες, ενώ θα τρέφουν και τις δεξαμενές των απορριπτικών. Ταυτόχρονα θα εγκλωβίζουν σε συνεχείς αμφιταλαντεύσεις όλες εκείνες τις δυνάμεις που επιδιώκουν την επίλυση. Τα κρούσματα αμφισημιών και παλινωδιών που και προσφάτως εμφανίστηκαν ξανά δεν είναι τυχαία. Οφείλονται στη σύγχυση ως προς τον επιδιωκόμενο στόχο.

Η απουσία μιας εμπροσθοβαρούς στρατηγικής για την επανενωμένη Κύπρο που θα υπόσχεται μέλλον, εύλογα ανακυκλώνει τις υπαρκτές αντιθέσεις και διαφορετικές επιδιώξεις, καθιστώντας τες αγεφύρωτες. Σε μια τέτοια στρατηγική στηρίχθηκε και το μεγαλύτερο επίτευγμα του νησιού: η συμμετοχή του στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν η πρώτη και η μοναδική φορά που κατακτήθηκε ένας στόχος, ο οποίος έμοιαζε άπιαστος. Η πραγματοποίησή του, ωστόσο, έγινε εφικτή γιατί οι πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, ο Γλαύκος Κληρίδης και ο Κώστας Σημίτης, αλλά και οι βασικοί συντελεστές, όπως ο Γιώργος Βασιλείου, ο Χρίστος Στυλιανίδης, ο Παναγιώτης Ιωακειμίδης, ο Νίκος Θέμελης, κ.ά., πέτυχαν τη Συμφωνία του Ελσίνκι. Μαζί με τον αείμνηστο Γιάννο Κρανιδιώτη, είχαν επεξεργαστεί και εφάρμοσαν μια συγκεκριμένη πολιτική στόχευση.

Έτσι στο Ελσίνκι, καταγράφηκαν τρεις βασικές επιτυχίες: Πρώτον, η αναγνώριση επισήμως της Τουρκίας ως υποψήφιας για ένταξη στην Ε.Ε. χώρας. Δεύτερον, η πρόβλεψη ενός μηχανισμού επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών με ενδεχόμενο παραπομπής στο Δικαστήριο της Χάγης. Και τρίτον, η προσχώρηση της Κύπρου στην Ένωση χωρίς την προηγούμενη διευθέτηση του πολιτικού ζητήματος. Και αυτό ήτανε το καταλυτικό στοιχείο που οδήγησε το νησί στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Η Συμφωνία του Ελσίνκι, η οποία στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε από την νεοκαραμανλική διακυβέρνηση, έδειξε ότι όταν ακολουθείς μια στρατηγική βάθους μπορείς να ξεπεράσεις διαχρονικές αγκυλώσεις, ακόμη κι ανυπέρβλητα προβλήματα.

Αντιθέτως, με αναχρονισμούς, εθνικούς εγωισμούς και αποσπασματικές προτάσεις δεν επιτυγχάνεται καμία πρόοδος. Ούτε μπορούν να αντιμετωπιστούν εύστοχα οι όποιες ενστάσεις διατυπώνονται -ακόμη και εύλογες-, οι οποίες εγείρουν θέματα ασφάλειας, αλλά και βιωσιμότητας της λύσης. Το μόνο που καταφέρνεις είναι να στενεύεις τον ορίζοντά σου, χάνοντας τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες που διαθέτεις. Εξ ου και σήμερα καίρια προτεραιότητα καθίσταται η διασύνδεση του Κυπριακού με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Για παράδειγμα, στο προχθεσινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συζητήθηκαν, μεταξύ άλλων, η ασφάλεια και η άμυνα των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός αποδεικνύει ότι φλέγοντα ζητήματα, όπως τα παραπάνω, που συνδέονται και με το Κυπριακό μπαίνουν πλέον στην ατζέντα της Ένωσης.

Συνεπώς, είναι ζωτική σημασίας η άμεση θεμελίωση και υλοποίηση μιας στρατηγικής που θα εδράζεται σε διαφορετικό τρόπο σκέψης. Και αυτό γιατί στην εποχή μας η επίλυση των χρόνιων εκκρεμοτήτων επιτυγχάνεται όταν τίθενται σε ένα πλαίσιο γενικότερων διεργασιών και διευθετήσεων, όπως έγινε με το Ελσίνκι. Ως εκ τούτου, η Κύπρος καλείται, εγκαταλείποντας τη μικρή εικόνα, να αναζητήσει τη μεγάλη.

Δημοφιλή