Έξοδος στις αγορές: Θετικό βήμα, δύσκολη η συνέχεια

Το Σεπτέμβριο έρχεται η 3η αξιολόγηση που περιλαμβάνει συνδικαλιστικό νόμο, αξιολόγηση στο δημόσιο, έλεγχο επιδομάτων, άνοιγμα αγορών και κλειστών επαγγελμάτων, ΔΕΗ, αποκρατικοποιήσεις κ.α. Ζητήματα που χτυπούν το κυβερνών κόμμα στα ευαίσθητα σημεία του. Αν λοιπόν υπάρξουν νέες καθυστερήσεις και οι γνωστές εντάσεις, αυτό θα αποθαρρύνει ανθρώπους που σκέφτονται να δανείσουν με τα χρήματά τους την Ελλάδα και θα οδηγήσει σε αύξηση τα επιτόκια δανεισμού.
SAKIS MITROLIDIS via Getty Images

Η πρόωρη ανανέωση του ελληνικού ομολόγου που έληγε το 2019 στέφθηκε από επιτυχία. Έτσι η Ελλάδα μετά από 3 χρόνια απουσίας κατόρθωσε, έστω δοκιμαστικά, να κάνει την επανεμφάνισή της στις διεθνείς αγορές και να δανειστεί από τους επενδυτές.

Τέσσερις παράγοντες οδήγησαν στην επιλογή να γίνει τώρα η απόπειρα εξόδου:

1.Η διεθνής οικονομική συγκυρία ήταν ευνοϊκή. Σε ένα περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων όλοι ψάχνουν απεγνωσμένα υψηλές αποδόσεις. Τα ελληνικά ομόλογα λοιπόν ήταν ιδανική περίπτωση, μιας και υπάρχει το κέλυφος ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, που κατέχει πάνω από τα 2/3 του ελληνικού χρέους.

2.Το θετικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί μετά το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης και η πεποίθηση ότι αφήνουμε τα χειρότερα πίσω μας.

3.Η δύσκολη συνέχεια, με την έναρξη της 3ης αξιολόγησης το Σεπτέμβριο, καθώς και το ενδεχόμενο διακοπής του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και της πολιτικής αρνητικών επιτοκίων.

4.Η κυβέρνηση χρειαζόταν επικοινωνιακά μια επιτυχία, ώστε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από την κακή διαχείριση των καθημερινών προβλημάτων και την αποτυχία επίτευξης στρατηγικών στόχων, όπως η ελάφρυνση του χρέους.

Επιστρέψαμε λοιπόν εκεί που ήμασταν το 2014. Πιο σοφοί και πιο ρεαλιστές ασφαλώς ως έθνος και ως πολίτες. Με μεγάλες όμως πληγές, όπως τα capital controls, αρκετές επιπλέον θυσίες, χαμένες ευκαιρίες για την οικονομία και έχοντας χάσει την αξιοπιστία μας.

Το επιτόκιο που δανειστήκαμε ήταν αναμενόμενα υψηλό, 4,75%. Δημοσιονομικά υπάρχει μια μικρή ωφέλεια €8 εκ ετησίως, καθώς το επιτόκιο που είχαμε δανειστεί το 2014 ήταν στο 4,95%

Η σύγκριση όμως των δύο επιτοκίων που επιχειρεί να κάνει η κυβέρνηση ως επιχείρημα βελτίωσης έναντι της περιόδου Σαμαρά είναι λανθασμένη. Το 2014 δεν υπήρχε ποσοτική χαλάρωση και το μέσο επιτόκιο (Euribor 3μήνου) ήταν 0,3%, ενώ σήμερα είναι -0,4%. Επίσης, η σύγκριση πρέπει να γίνεται με το επιτόκιο που δανείζεται μια ισχυρή οικονομικά χώρα, η Γερμανία. Την άνοιξη 2014 το ελληνικό επιτόκιο 5ετούς ομολόγου ήταν υψηλότερο από το αντίστοιχο γερμανικό κατά 4,4% (4,95% έναντι 0,55%). Αυτό είναι το περίφημο spread. Σήμερα όμως το γερμανικό επιτόκιο έχει γίνει αρνητικό -0,15%, άρα υπάρχει διεύρυνση του spread κοντά στα επίπεδα του 5%.

.

Το επιτόκιο πάντως μπορεί να μειωθεί δραστικά αν η Ελλάδα εφαρμόσει της αναγκαίες δομικές αλλαγές και ολοκληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα. Παρατηρώντας το παράδειγμα της Πορτογαλίας θα δούμε ότι το 2014 όταν έβγαινε από το μνημόνιο ξεκίνησε να δανείζεται με περίπου 5% και σήμερα το 5ετές ομόλογό της είναι στο 1,15% και το 10ετές στο 2,9%!

Οι προκλήσεις λοιπόν και τα δύσκολα είναι μπροστά μας.

Το Σεπτέμβριο έρχεται η 3η αξιολόγηση που περιλαμβάνει συνδικαλιστικό νόμο, αξιολόγηση στο δημόσιο, έλεγχο επιδομάτων, άνοιγμα αγορών και κλειστών επαγγελμάτων, ΔΕΗ, αποκρατικοποιήσεις κ.α. Ζητήματα που χτυπούν το κυβερνών κόμμα στα ευαίσθητα σημεία του. Αν λοιπόν υπάρξουν νέες καθυστερήσεις και οι γνωστές εντάσεις, αυτό θα αποθαρρύνει ανθρώπους που σκέφτονται να δανείσουν με τα χρήματά τους την Ελλάδα και θα οδηγήσει σε αύξηση τα επιτόκια δανεισμού.

Επίσης, αρχές του 2018 διαφαίνεται η διακοπή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αντί δηλαδή να αγοράζει ομόλογα, ρίχνοντας έτσι χρήμα στην αγορά, θα προχωρήσει σε μαζικές πωλήσεις τους. Η συγκυρία που θα δημιουργηθεί σίγουρα δε θα είναι ευνοϊκή για την Ελλάδα που θα ψάχνει για υποψήφιους αγοραστές.

Το πλέον σημαντικό είναι η χώρα να σταματήσει να βαδίζει με το... «βλέποντας και κάνοντας». Να χαράξει έναν μακρόπνοο σχέδιο σταδιακής εξόδου από το καθεστώς διεθνής επιτήρησης, που θα το ακολουθήσει πιστά. Κύρια προϋπόθεση το πολιτικό σύστημα να αφήσει επιτέλους στην άκρη τις επικοινωνιακές τακτικές και τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες και να βάλει πάνω από όλα το εθνικό συμφέρον.

Δημοφιλή